Οι Ιστοριες σας

Ρατσιστής με τους ρατσιστές

Γράφει η Λιουντμίλα-Μελίνα Κωνσταντινίδη*

Αναγνώστες
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Για αρχή θα ήθελα να αναφέρω πως είμαι πρόσφυγας τρίτης γενιάς, ποντιακής καταγωγής και ελληνικής υπηκοότητας. Η μαμά μου με γέννησε σε χώρα της Πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Στην τάξη του σχολείου που πήγαινα υπήρχαν 30 παιδιά από περίπου 12 διαφορετικές φυλές. Εάν προσέβαλες κάποιον ρατσιστικά για τη καταγωγή του, ο νόμος όριζε μέχρι 5 μήνες φυλακή, εάν ήσουν ανήλικος τότε θα φυλακιζόταν ο κηδεμόνας σου.

Το 1922 με τον διωγμό των Ποντίων ο προπάππους μου οδήγησε με τα πόδια την οικογένεια του, την γυναίκα του και τα τρία παιδιά του στην χώρα που γεννήθηκα.

Απορία: Και πώς τους δέχθηκαν;

Απάντηση: Πολύ καλά, με πολλή αγάπη, κανένας δεν είχε πρόβλημα. Τότε ήταν όλοι φτωχοί δεν υπήρχε συμφέρον, ό,τι είχαν το έκοβαν στα μισά. Δουλέψαμε όμως πολύ, ήμασταν αγρότες, η γη μας τάιζε.

Έρχεται ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, 1939-1945, και για δεύτερη φορά οι πρόγονοι μου ζουν το πόλεμο. Μπορείς να σκεφτείς για μια στιγμή την υπομονή της οικογένειας μου;

Ξανά πείνα, τους τα πήραν όλα. Ζούσαν στο σπίτι τους. Θυμάμαι που μου είχε πει μια ιστορία η γιαγιά μου πως ένας Γερμανός ζητούσε συνέχεια με άσχημο τρόπο από τον γείτονά της, ένα πιτσιρικά μισό μέτρο, να του ψήσει ελληνικό καφέ κι εκείνος από την απέχθειά του έφτυνε στο φλιτζάνι κρυφογελώντας σε κάθε γουλιά.

Στέκονται στα πόδια τους, τα χρόνια περνάνε. Εξακολουθούν να είναι Έλληνες, να ζουν μεταξύ Ρώσων, Γερμανών, Ουζμπέκων, Ιρακινών, Ουκρανών, Καζάκων. Η χώρα ήταν ό,τι πιο πολυπολιτισμικό έχω ακούσει από διηγήσεις. Γερμανοί ερωτεύονται Πόντιες, Καζάκοι τις Ρωσίδες, οι Ρωσίδες τους Πόντιους. Και ο πόλεμος έφυγε.

Βαστάνε στα χέρια τα ελληνικά διαβατήρια, οι παππούδες μας, η φαμίλια μου. Πλήρωναν στην ελληνική πρεσβεία το μισό μισθό τους κάθε δυο χρόνια για να ανανεώσουν την υπηκοότητα. Πλήρωνες για να είσαι Έλληνας. Πλήρωνες για να γράφει σε ένα χαρτί αυτό που είσαι. Και η χώρα που ζούσες, η ξένη χώρα, δεν σε έδιωχνε ό,τι και να ήσουν. Δεν σου ζητούσε τίποτα. Η χώρα ΣΟΥ ήθελε τον μισό μισθό σου.

Και έρχομαι στον κόσμο. Άλλη μια Πόντια! Με μάγουλα ροζ και μεγάλα μάτια. Κι από πάνω μου δάχτυλα να με τσιμπάνε σαν να είμαι φραντζόλα και θέλουν μια αφράτη μπουκιά. Και με βαφτίζουν και σκέφτονται τι όνομα να δώσουμε για να μπορέσει να πει όλη αυτή την ιστορία με μια ανάσα. Χμμμ… Μα βέβαια! Λιουντμίλα, όπως εκείνο το βιβλίο που αγαπούσε ο παππούς μου. Και παίρνω το όνομά μου από ένα βιβλίο. Γιατί όχι;

Μόλις έκλεισα τα 3, ήρθε η ώρα να δω την πολυπόθητη Ελλάδα μας, την πατρίδα μας. Και ήρθα, την είδα, την έζησα.

-Καλησπέρα σας, τηλεφωνώ για την αγγελία της πωλήτριας.

-Καλησπέρα, το όνομα σας;

-Λιουντμί...

-Δεν προσλαμβάνουμε ξένους.

-Μα ελληνίδα είμαι.

-Κι εγώ.

Είμαι ρατσίστρια με τους ρατσιστές. Είμαι πρόσφυγας με τους πρόσφυγες. Σας ευχαριστώ για την ανάγνωση!


* Η Μελίνα-Λιουντμίλα Κωνσταντινίδη είναι Πρόεδρος του Σωματείου Donate Hair - Donate Love, Δωρεά Μαλλιών για παιδιά με καρκίνο και αλωπεκία


Σας αρέσει να διαβάζετε τα άρθρα της A.V. Εμάς μας αρέσει να διαβάζουμε τις ιστορίες σας. Γράψτε μας και θα δημοσιεύουμε ό,τι μας στέλνετε στο yousaid@athensvoice.gr