Κι αν μου κάτσει;
Ο Άρης Σφακιανάκης αναρρωτιέται...«Κι αν μου κάτσει;»
Κι αν μου κάτσει; Τι να αναρωτιέται άραγε μ’ αυτό τον τίτλο η συγγραφέας, σκέφτηκα όταν πήρα στα χέρια μου το βιβλίο της (εκδ. Λιβάνη). Κι αν μου κάτσει το μπεστ-σέλερ; Κι αν μου κάτσει κανένας γκόμενος; Κι αν μου κάτσει η φανουρόπιτα;
«Κι αν μου κάτσει στο στομάχι;» φοβόμουνα εγώ πριν αρχίσω το διάβασμα.
Βέβαια η φωτογραφία της στο αυτί του βιβλίου έκαμψε και τις τελευταίες μου αντιστάσεις. Είναι θέμα αισθητικής, μονολόγησα, δεν μπορεί μια τόσο όμορφη γυναίκα να γράφει άσχημα. Θα μπορούσε ποτέ ο Μαγιακόφσκι να γράφει άσχημα;
Εντάξει, το παραδέχομαι, οι σκέψεις μου ήταν ωφελιμιστικές, ωστόσο το θέμα είναι ότι άνοιξα το βιβλίο κι άρχισα να διαβάζω. Και γέλασα άφθονα, και ταξίδεψα σε διάφορα μέρη του πλανήτη παρέα με την ηρωίδα, και γνώρισα φιγούρες της ανδρικής λίμπιντο που αποδίδουν εύγλωττα το χρωματικό φάσμα της ουράς του παγονιού, αλλά και γυναίκες που δέχονται ανηλεώς στα χάρτινα πρόσωπά τους το φραγγέλιο της Κατερίνας Μπέη.
Η ιστορία αναφέρεται στις περιπέτειες και τα πάθη μιας τριαντάρας Ελληνίδας που κερδίζει το λαχείο (της έκατσε τελικά) και ξεκινά ν’ αναζητήσει τον πρίγκιπά της στις τέσσερις γωνιές του κόσμου. Όμως ο πρίγκιπας είναι ο Πρωτέας και ο Πρωτέας ως γνωστόν αρέσκεται στις μεταμορφώσεις: πότε βάτραχος, πότε πιθήκι, ενίοτε νεκρόφιλος, αείποτε καθίκι.
Τελειώνοντας την ανάγνωση, κατάλαβα ότι μπορούσα πλέον να τηλεφωνήσω στη συγγραφέα και να της πω –χωρίς αιδώ– ότι μ’ άρεσε το βιβλίο της – κι ότι θέλω να τη δω.
Κι αν μου κάτσει;, Κατερίνα Μπέη, εκδ. Λιβάνη