ΤΙ να πούμε κι εμείς οι τρομοκράτες;
Μυθιστορημα

Τι να πούμε κι εμείς οι τρομοκράτες;

  • Σελίδες: 144
  • Τιμή: €13,00
  • Ημ/νία έκδοσης: 01.12.2022
  • ISBN: 978-960-505-576-9

Όταν βλέπω τους κουκουλοφόρους «μπαχαλάκηδες» να ανακατεύονται σε όσες διαδηλώσεις μπορούν και να σπάνε τις βιτρίνες σε όσα μαγαζιά προλαβαίνουν, θυμάμαι τις διαδηλώσεις του Φοιτητικού Κινήματος (Movimento Studentesco) στο Μιλάνο. Οι μαγαζάτορες κατέβαζαν τα ρολά τους σε ένδειξη σεβασμού και χειροκροτούσαν, σαν να συμμετείχαν και οι ίδιοι. Κουκουλοφόροι δεν υπήρχαν μεταξύ μας...

Στην είσοδο του Οικονομικού Πανεπιστημίου που σπούδαζα, για μας τους πρωτοετείς φοιτητές (fagioli) δεν υπήρχαν τα τραπεζάκια με όλες τις πολιτικές παρατάξεις για να προσπαθούν να μας προσηλυτίσουν, αλλά οι αντιπρόσωποι της Goliardia, της κοινότητας των πολυετών φοιτητών, που για να μας δώσουν το φύλλο ελεύθερης κυκλοφορίας, το περίφημο πάσο, μάς κάνανε διάφορα καψόνια, χαριτωμένα, όχι μπούλινγκ. Στο τέλος γελούσαμε κι εμείς τα «φασολάκια».

Να φταίει η ενδοσκόπηση που μου προκάλεσε η καραντίνα του Covid ή ο φόβος του Αλτσχάιμερ που με έσπρωξε να περιγράψω αυτές τις ωραίες και πραγματικές αναμνήσεις, αυτά τα προσωπικά «ντοκουμέντα»; Ποιός ξέρει;

Ο Σίμος Κουτσολιούτσος γράφει ένα αποσπασματικό προσωπικό χρονικό από τις εμπειρίες του στα χρόνια της δικτατορίας στην Ιταλία και τη Γαλλία. Με γλαφυρότητα, χιούμορ και αυτοειρωνεία ανατρέχει στις ατελείωτες συνελεύσεις στους φοιτητικούς συλλόγους με τις διάφορες κομματικές παρατάξεις, τις πολιτικές συζητήσεις και τις καταλήψεις για τον αντιδικτατορικό αγώνα στις χώρες του εξωτερικού. Περιγράφει ευτράπελες ιστορίες όπου συμπλέκονται πολιτική και ερωτικές εμπειρίες, αλλά και κάποιες τραγικές ιστορίες με ήρωες-θύματα του αντιστασιακού αγώνα.

Το τραίνο της ουτοπίας, της αμφισβήτησης, κατηφόριζε προς τη Ρώμη, ήταν το τραίνο της επανάστασης. Μην ξεχνάμε πως ήμασταν στο ’67, έναν χρόνο πριν από τον Μάη του ’68, το Καυτό Φθινόπωρο των συνδικάτων στην Ιταλία ! Πόσες ώρες τραγουδούσα, πόσες ώρες φωνάζαμε συνθήματα πότε ιταλικά πότε ελληνικά, δεν το θυμάμαι. Θυμάμαι μόνο πως στο σταθμό της Ρώμης μας παρέλαβαν άλλοι Έλληνες φοιτητές που ήταν ειδοποιημένοι και σύντομα βρεθήκαμε σε μια μεγάλη αίθουσα που μας είχαν παραχωρήσει τα ιταλικά συνδικάτα για να μπορέσουμε για πρώτη φορά να βρεθούμε όλοι οι Έλληνες που ήμασταν εναντίον της χούντας.

Και εκεί άρχισαν τα πρώτα παρατράγουδα!

Σε μια διπλανή αίθουσα είχαν μαζευτεί οι «Αντιπρόσωποι» που ήξεραν περισσότερα, γιατί στη «Μεγάλη Αίθουσα» ήταν οι «μάζες», ο λαός, το πόπολο. Εμείς δεν καταλαβαίναμε από ψηφίσματα, ούτε πως έπρεπε να οργανωθεί η πορεία της επόμενης μέρας. Όποια οργάνωση θα έμπαινε πρώτη στην πορεία, όπως το λέγανε οι Ιταλοί, φαίνεται ότι διεκδικούσε και τα πρωτεία της επανάστασης.

Η ώρα περνούσε και αποφάσεις δεν έβγαιναν. Ας είναι καλά οι φίλοι μας οι Ιταλοί που προς το βράδυ άρχισαν να μας μοιράζουν δωρεάν σάντουιτς. Τέλος, κάποια στιγμή εμφανίστηκαν οι «Αντιπρόσωποι» και μας διαβάσανε τα ψηφίσματα διαμαρτυρίας, τα πανώ και το περιεχόμενό τους που θα σηκώναμε την επόμενη μέρα. Τότε ήταν που πρωτοάκουσα το όνομά μου από τα μεγάφωνα!

Σχέδια εξωφύλλου: Χριστίνα Κουτσολιούτσου

Σίμος Κουτσολιούτσος - βιογραφικό

Ο Σίμος Κουτσολιούτσος γεννήθηκε το 1948. Τα νιάτα του τα πέρασε στην Ιταλία. Σπούδασε και εργάστηκε στο Μιλάνο. Η λαομίσητη χούντα τον βρήκε εκεί. Αν δεν έπεφτε, δεν θα γύριζε ποτέ στην Ελλάδα. Ούτως η άλλως, πολιτικά ήταν εκτεθειμένος... Έγινε «επιχειρηματίας». Τού άρεσε; Ακόμα δεν ξέρει. Αλλά το επιχείρημα που τον παρηγορούσε προσωπικά είναι ότι γύρισε όλο τον κόσμο –έστω τον μισό – ψάχνοντας πάντα καινούργιες ιδέες και προϊόντα. Άλλο να είσαι τουρίστας κι άλλο να συνεργάζεσαι σαν ίσος προς ίσον. Γνωρίζεις τους ανθρώπους από κοντά. Και μοιάζουμε πολύ μεταξύ μας.