9912-22549.jpg
Ιστορικο Μυθιστορημα

Πορφυρά γέλια

Τραύματα, ιδεοληψίες, αποσιωπήσεις, σταλινική ορθοδοξία, ματαιώσεις, προδοσίες, βία, η κατακερματισμένη Αριστερά, η νοσηρή νεοελληνική οικογένεια, πλήθος ιστορικών προσώπων και αποσιωπημένων συμβάντων. Με αθέατο πρωταγωνιστή τον Νίκο Ζαχαριάδη, ο γνωστός συγγραφέας διασταυρώνει ζωές, ιστορίες, μίση και πάθη κι ανοίγει ένα νέο κύκλο συζητήσεων γύρω από τον Εμφύλιο, το σήμερα και τη χαμένη αίσθηση του μέτρου σε ένα δίπτυχο μοντέρνο, δύσκολο, αιρετικό μυθιστόρημα θεατρογενούς δομής και υπόγειας γραφής. Ένα συγκλονιστικό ημερολόγιο του τόπου.

Ποιο είναι το… μυστικό θέμα του βιβλίου;  Το μυστικό θέμα του είναι η τεχνική του, το βλέμμα του κειμένου, η παρτιτούρα της γραφής. Όταν κατάφερα να κουρδίσω το βιβλίο στο φρενήρη ρυθμό του πρώτου διαλογικού μέρους και στο κυκλικό, υπνωτικό τέμπο του δεύτερου αφηγηματικού μέρους, ως διά μαγείας λύθηκαν όλα τα αφηγηματικά και ιδεολογικά εμπόδια. Όσο γερνάω στη γραφή διαπιστώνω ότι όλα είναι μουσική. Λέξεις, νοήματα, τεχνικές, πρέπει να λιώνουν στο αυτί του αναγνώστη.

Έχεις πει «ό,τι γράφω προέρχεται από τις ίδιες μου τις κακώσεις»… Πρόκειται για κάποιο μεταμφιεσμένο ημερολόγιο; Στα «Πορφυρά γέλια» όλοι μιλάνε στο όνομα των «κακώσεών» τους. Ο «Φτερουγισμένος παππούς» στο όνομα της διπλής προδοσίας από τη γυναίκα του και το Κόμμα, η «Γιαγιά που ξεχάστηκε» στο όνομα του χαμένου σταλινικού «παράδεισου», ο «Δαίμονας του παππού» στο όνομα της μπαρουτιασμένης νιότης και της τυφλής κομματικής πειθαρχίας, ο «Καυλωμένος εγγονός» στο όνομα της ερωτικής του νεύρωσης και του ασφυκτικού ιδεολογικού περιβάλλοντος που τον συνέθλιψε, ο «Στάθης και ο Στράτος» στο όνομα μιας τυραννικής μητέρας και των σωτηριολογικών τους ιδεοληψιών. Κάπως έτσι το οικογενειακό «ημερολόγιο» μιας πολύπαθης αριστερής οικογένειας γίνεται, στο στρόβιλο της συλλογικής μνήμης και της δημόσιας ιστορίας, ένα «ημερολόγιο» του τόπου.

Ζαχαριάδης, Μπούλκες, Μπελογιάννης, Εβραίοι - υπόθεση Μέρτενς, κόκκινη προβιά… Κοινά με την τραγωδία «Βάκχες» του Ευριπίδη; Οι «Βάκχες» δονούν όλο το βιβλίο σαν τα τύμπανα που χτυπάνε οι Μαινάδες. Όλο το βιβλίο βρίθει αντεστραμμένων διπόλων: Διόνυσος/Πενθέας, Βελουχιώτης/Ζαχαριάδης, Γιαγιά που ξεχάστηκε/Φτερουγισμένος παππούς, Φτερουγισμένος παππούς/Δαίμονας του παππού, Φωτεινή/Κλάρα, Στράτος/Στάθης κ.λπ.

Αυτό το γαϊτανάκι διονυσιακού ιλίγγου ξετυλίγει ο αναγνώστης (από το εξώφυλλο: με το αναποδογυρισμένο φαγιούμ που γελάει). Όπως και ο υποβολέας της Ελένης Παπαδάκη και προγραμμένος από την ΟΠΛΑ (παππούς), ο οποίος μεταφράζει διά βίου το έσχατο και πλέον αμφίσημο έργο του Ευριπίδη. Ας μην ξεχνάμε ότι οι «Βάκχες» γράφτηκαν στο τέλος του Πελλοπονησιακού πολέμου (ο εμφύλιος της εποχής), με τον Ευριπίδη εξόριστο στη Μακεδονία με τη ρετσινιά του «ξενοφιλώτατου» (που ο παππούς το βιώνει ως «εχθρός με το κόκκινο βιβλιάριο»).

Η «γιορτή που στράβωσε» λοιπόν (όπως χαρακτηρίζει ο παππούς τη μετάβαση από το πάνδημο ΕΑΜ στα Δεκεμβριανά και στην Υπερορία) αφορά τη μέθη για κοινωνική δικαιοσύνη που εκφυλίζεται σε κομματικό μαιναδισμό και εντέλει σε εθνικό (αιμομεικτικό) διαμελισμό και εξορία.

Η απάντηση στη βία είναι η βία;  Όταν ο Σαράφης είχε εμφανιστεί, εν μέσω Δεκεμβριανών, σ’ ένα μαινόμενο κόκκινο ακροατήριο το οποίο εν χορώ φώναζε «κρεμάλες» (για την αντίπερα όχθη), ο νηφάλιος στρατηγός, που άλλαξε στρατόπεδο από το εθνικό στο κομμουνιστικό, αντέτεινε μια λησμονημένη λέξη: «Δικαιοσύνη». Ξέρετε, οι μετριοπαθείς άνθρωποι σε ακραίες εποχές είναι πάντα δυσάρεστες μειοψηφίες. Το ίδιο δεν συμβαίνει και σήμερα; Η Αριστερά μας δεν επιδίδεται σ’ έναν πρωταθλητισμό αρνητισμού ή «ανυπάκουης» ρητορείας; Για ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς στον τόπο μας –που ακόμα συνομιλεί με μετεμφυλιακά φαντάσματα– ο λόγος της συναίνεσης, ο τρόπος της δημοκρατίας, η διεκδίκηση και βελτίωση κοινωνικών ανισοτήτων, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτισμού και των νόμων, θεωρείται ανυπόφορος ταξικός συμβιβασμός. Όσο πιο κάθετος και τυφλός είσαι στην περίπλοκη και ρευστή πραγματικότητα (τοπική και διεθνή) κι όσο περισσότερο δέσμιος σε μια ιδεολογική καθαρότητα (στα όρια της πολιτικής θεολογίας), τόσο πιο αριστερός λογίζεσαι. Έχω την αίσθηση ότι πλέον στον τόπο μας διαμορφώνονται δύο μεγάλες γραμμές: η γραμμή Ζαχαριάδη (πλειοψηφική) και η γραμμή Ηλιού (μειοψηφική), καθε μία με τους επιγόνους της (πιστούς και αιρετικούς).

«Εκατό φορές να πιστεύεις σε κάτι δυνατό και να διαψευστείς»… Το συμμερίζεσαι; Φράση της ζαχαριαδικής γιαγιάς. Έχει κάτι το μεταφυσικό, κάτι το παροξυσμικό. Το έχω περάσει στα άγουρα χρόνια μου ως τροτσκιστής, το έχουμε περάσει οι περισσότεροι μέσα στον ερωτικό πυρετό.

Ποια στάση ζωής κρύβεται πίσω από το τελευταίο σου βιβλίο; Να ζήσω πολλές ζωές, να αναπνεύσω πολλά ψέματα και περισσότερα μυστικά. Εξού και επί εξίμισι χρόνα έλιωσα παντελόνια διαβάζοντας την ιερή και βλάσφημη ιστορία της εποχής. Μίλησα, επί μακρόν, με Μπουλκιώτες, με Οπλατζήδες, με ευσεβείς και ασεβείς της πορφυρής περιπέτειας, με διανοούμενους, με περιώνυμα ή απλά στελέχη. Συμπέρασμα; Μπήκα αβέβαιος σ’ αυτήν την ιστορική δίνη και κειμενική περιπέτεια και βγήκα ακόμα πιο αβέβαιος. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο που το βιβλίο αρχίζει με το θραύσμα του Μπένγιαμιν («Το αληθινό πρόσωπο της ιστορίας απομακρύνεται καλπάζοντας») και κλείνει στο δεύτερο μέρος με το βακχικό θραύσμα («Ορών, ορώντα»). Με άλλα λόγια: Κατά πρόσωπο στο άπιαστο πρόσωπο της ιστορίας.

Τι σε κάνει να μπλεχτείς στον «Ιστοριογραφικό εμφύλιο»; Διά στόματος Κλάρας (φίλης του εγγονού): «Ως πότε οι βένετοι και οι πράσινοι στην ιστοριογραφία μας θα υποστηρίζουν ότι οι μεν έκαναν μόνο εγκλήματα, οι δε άλλοι απλώς λάθη. Οι αναπαραστάσεις των αναπαραστάσεων είναι τα δικά μας γεγονότα. Αυτός για εμάς είναι ο Εμφύλιος! Οι φανερές και οι κρυφές σκελετοδρομίες. Αυτή η τρελή ζυγαριά είναι ο εμφύλιος της γενιάς μου». Ίσως λοιπόν η λογοτεχνική αφήγηση αποενοχοποιήσει την ιστορική αφήγηση (και κατ’ επέκταση και τους ιστορικούς) από το άγχος του ενικού, του αποκλεισμού, της μιας συνεπούς και αδιαίρετης ερμηνευτικής άποψης. Ίσως η αντιφατικότητα, η πολυφωνία, η αβεβαιότητα (που στη λογοτεχνική γραφή είναι αυτοσκοπός και διαδικασία) αποφορτίσει το «εμφυλιακό» κλίμα ανάμεσα σε «εικονοκλάστες» και «εικονολάτρες» του ιστορείν μιας σκοτεινής και άγριας εποχής, η οποία στις μέρες μας επιβιώνει άλλοτε ως φάρσα κι άλλοτε ως κακό όνειρο. Πώς το λέει ο Ζορζ Μπρακ; «Ιδεολογίες και κατασκευές: μια στάλα νερό πάνω σ’ αυτά τα ζαχαρόβουνα, και όλα διαλύονται».

Πορφυρά γέλια, Μισέλ Φάις, εκδ. Πατάκη, σελ. 248, € 13