Βιβλιο

Δημήτρης Μαμαλούκας: «Μια ανώτερη δύναμη με κατευθύνει καμιά φορά στη συγγραφή»

Γιατί ο γνωστός συγγραφέας άφησε (για λίγο) τα αστυνομικά και έγραψε δύο νουβέλες;

Ηρώ Σκάρου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Δημήτρης Μαμαλούκας μιλάει για τα βιβλία του «Τα παράξενα Χριστούγεννα του κυρίου Σέριμαν» και «Πασκάρ και Μία» που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Μονόκλ

Healing fiction. Για όσους δεν έχουν ξανακούσει τον όρο, πρόκειται για ένα σχετικά καινούργιο genre της λογοτεχνίας, ιδιαίτερα δημοφιλές στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα. Τα έργα της «Θεραπευτικής λογοτεχνίας» εξερευνούν θέματα όπως η απώλεια και η μοναξιά, συχνά ενσωματώνουν στοιχεία μαγικού ρεαλισμού και προσφέρουν στον αναγνώστη παρηγοριά, ελπίδα και ψυχική ανάταση. Τώρα, κάποιοι εύλογα θα ρωτήσουν τι σχέση έχουν όλα αυτά με τον Δημήτρη Μαμαλούκα. Μπορεί ένα βιβλίο του συγγραφέα που «σκοτώνει σαν τον Στίβεν Κινγκ» να προσφέρει «παρηγορητική» ανάγνωση; Αν η απάντησή σας είναι όχι, τότε μάλλον δεν έχετε διαβάσει «Τα παράξενα Χριστούγεννα του κυρίου Σέριμαν», τη νουβέλα που κυκλοφόρησε πέρυσι τέτοια εποχή από τις εκδόσεις Μονόκλ. Ένα σύγχρονο παραμύθι για μεγάλους, που καταδεικνύει μεταξύ άλλων το εύθραυστο της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και το μεγαλείο της. Μια ιστορία που, πράγματι, λειτούργησε θεραπευτικά σε όσους τη διαβάσαμε.

Κι εκεί που νομίζαμε ότι ο αγαπημένος μας συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας έκανε την ανάπαυλα που χρειαζόταν και θα επέστρεφε με κάποιο whodunnit ή κανένα πολιτικό νουάρ, πρόσφατα κυκλοφόρησε καινούργια νουβέλα, με τίτλο «Πασκάρ και Μία» και κεντρικό ήρωα έναν από τους χαρακτήρες των «Παράξενων Χριστουγέννων». «Μπάστα λίγο», που θα έλεγε και κάποιος Ιταλός από τον «Κρυφό πυρήνα των Ερυθρών Ταξιαρχιών». Όχι ότι δεν τα απολαμβάνουμε, αλλά πότε θα διαβάσουμε τη νέα ιστορία του ντετέκτιβ Νετούνο; Είπα να ρωτήσω τον ίδιο τον συγγραφέα. Και όχι μόνο γι’ αυτό.

Ο Δημήτρης Μαμαλούκας και οι δύο νουβέλες του «Τα παράξενα Χριστούγεννα του κυρίου Σέριμαν» και «Πασκάρ και Μία»

Είναι γεγονός ότι δεν γράφεις αποκλειστικά αστυνομικά μυθιστορήματα, είσαι όμως ευρέως γνωστός χάρη σ’ αυτά. Πώς υποδέχτηκε το αναγνωστικό κοινό τις δύο τελευταίες σου νουβέλες;
Τις υποδέχτηκε ευχάριστα, αλλά και με έκπληξη. Όσοι είχαν διαβάσει το «Κράτα μου το χέρι», αλλά και το «Όσο υπάρχει αλκοόλ υπάρχει ελπίδα», γνώριζαν ότι γράφω και υπαρξιακά μυθιστορήματα, αλλά αρκετά σκοτεινά, όπως τα χαρακτήριζαν. Εδώ έχουμε και πολλές θετικές πλευρές, έχουμε ενθαρρυντικά μηνύματα, αλλά κυρίως δυνατή συγκίνηση. Ο κύριος Σέριμαν, η Μαντλίν, ο Πασκάρ και η Μία, συνοδεύουν τον αναγνώστη σ’ ένα ταξίδι έντονων συναισθημάτων. Νομίζω ότι δεν έχω ξαναλάβει τόσα θερμά μηνύματα. Είμαι πολύ χαρούμενος, δεν το κρύβω.

Η νουβέλα «Πασκάρ και Μία» είναι ουσιαστικά ένα prequel των «Παράξενων Χριστουγέννων του κυρίου Σέριμαν». Το είχες στο μυαλό σου από πριν ή θέλησες στην πορεία να εμβαθύνεις περισσότερο στον ήρωά σου;
Αυτό έγινε πραγματικά χωρίς να το έχω προγραμματίσει κι είναι κάτι που χαίρομαι στη συγγραφή. Τα «Παράξενα Χριστούγεννα του κυρίου Σέριμαν» γράφτηκαν μερικά χρόνια πριν και ευτύχησαν να εκδοθούν από έναν από τους πιο σημαντικούς ποιητές της χώρας, τον φίλο Αντώνη Τσόκο, ιδρυτή του βιβλιοπωλείου Μονόκλ και των ομώνυμων εκδόσεων. Ενώ λοιπόν είχα στο μυαλό μου τον Πασκάρ, που τον αγαπώ πολύ, (επιτρέψτε μου να τον περιγράψω λίγο: ο Πασκάρ είναι νέος, ψηλός και όμορφος, μα κυρίως διαθέτει ένα ακαταμάχητο χαμόγελο, που μαγνητίζει, σχεδόν υπνωτίζει, όποιον τον αντικρίζει). Τελικά ήταν ο άλλος πρωταγωνιστής του βιβλίου που έκλεψε (και δικαίως) την παράσταση: ο αρχικά δύστροπος κύριος Σέριμαν, που η μοίρα τού επιφύλασσε ένα δυσθεώρητο χάρισμα ή μια κατάρα, κι η ζωή του απέκτησε επιτέλους νόημα. Έτσι, πίστευα ότι άξιζε να μάθουμε περισσότερα για τον Πασκάρ. Κι έτσι γεννήθηκε το «Πασκάρ και Μία». Αλλά η ιστορία δεν τελειώνει εκεί, αφού υπάρχει και το τρίτο μέρος, που στην πραγματικότητα είναι το πρώτο. Δηλαδή τον Νοέμβριο του 2026, πάλι από το Μονόκλ, θα πάμε ακόμα πιο πίσω και θα έχουμε μια τριλογία, για την οποία δεν υπήρχε κανένα σχέδιο, κανένας προγραμματισμός, αλλά, και με το χέρι στην καρδιά, τα δύο βιβλία (και του χρόνου το τρίτο) διαβάζονται με οποιαδήποτε σειρά, είναι εντελώς αυτοτελή. Απλώς το καθένα έχει ένα filo conduttore (ήθελα να το πω στα ιταλικά), ένα λεπτό νήμα δηλαδή, που τα συνδέει μεταξύ τους.

Ξετυλίγοντας το νήμα ως τώρα, τόσο «Τα παράξενα Χριστούγεννα του κυρίου Σέριμαν» όσο και το «Πασκάρ και Μία» εξερευνούν βασικά υπαρξιακά ζητήματα όπως ο θάνατος, η ελεύθερη βούληση, η αναζήτηση νοήματος στη ζωή. Θέματα που συναντάμε συχνά σε λογοτεχνικά έργα και που λειτουργούν για τους αναγνώστες, αν όχι ιαματικά, τουλάχιστον κατευναστικά. Πώς είναι όμως η διαδικασία για τον συγγραφέα που καταπιάνεται μ’ αυτά;
Είναι εξίσου θεραπευτική. Κάθε έργο που γράφω με συνοδεύει στη ζωή, η τελευταία επηρεάζεται από αυτό και το επηρεάζει, ό,τι κι αν κάνω. Το θέμα που κυρίως με απασχολεί στα βιβλία μου, σχεδόν σε όλα, θα έλεγα, είναι ο θάνατος. Τα δύο τελευταία βιβλία είναι, ίσως, μια άλλη οπτική στον θάνατο, μια απάντηση. Είναι επίσης η δύναμη της θυσίας. Ίσως ενδόμυχα να ψάχνω μια τέτοια απάντηση, μια τέτοια στάση, να μην πω ελπίδα.

Νομίζω σ’ το έχω ξαναπεί: διαβάζοντας τα βιβλία σου έχω την αίσθηση ότι βλέπω ταινία. Κάθε κεφάλαιο και μία σεκάνς. Χώρια οι ήχοι που ακούω – στη συγκεκριμένη περίπτωση κομμάτια του Ντέιβιντ Μπόουι. Το καφέ όπου συναντιούνται οι ήρωες ονομάζεται Space Oddity. Δεν γινόταν να μη σκεφτώ τη μεταφορική σημασία του τραγουδιού. Μια και σ’ έχω όμως εδώ, θα μου πεις εσύ. Γιατί διάλεξες αυτό το όνομα;
Είναι αλήθεια αυτό με την κινηματογραφική ματιά/γραφή στα βιβλία μου, παρόλο που συνηθίζεται να λέγεται για πολλά βιβλία. Περιττό να πω ότι δεν γράφω με σκοπό να μεταφερθεί το έργο μου στον κινηματόγραφο, παρόλο που συνέβη με το «Όσο υπάρχει αλκοόλ υπάρχει ελπίδα». Βέβαια, η νουβέλα «Τα παράξενα Χριστούγεννα του κυρίου Σέριμαν» θα μπορούσε να γίνει μια ωραία μικρού μήκους ταινία, ή να γίνει μια μεγάλου μήκους η τριλογία. Για το Space Oddity, συνέβη τυχαία. Ήθελα να δώσω στο κείμενο μια νότα «διαστήματος», και η πόλη όπου διαδραματίζονται όλα να μοιάζει τόσο γήινη (πολύ πιθανόν να υπάρχει κάπου στον κόσμο ένα καφέ μ’ αυτό το όνομα), όσο και «εξωγήινη». Αργότερα συνειδητοποίησα ότι και οι στίχοι του τραγουδιού ταίριαζαν με το βιβλίο, αλλά και με τον Πασκάρ, που φυσικά έχει κάτι έξω από τον κόσμο μας. Θα μπορούσα να πω ότι μια ανώτερη δύναμη με κατευθύνει καμιά φορά στη συγγραφή.

Και τα ονόματα των ηρώων σου είναι ιδιαίτερα: Σέριμαν, Πασκάρ, Μία. Και πάλι έκανα σκέψεις. Πώς τα επιλέγεις;
Δεν έχω καμιά μανιέρα. Στην «Απαγωγή του εκδότη» τα περισσότερα επώνυμα ανήκουν σε Ιταλούς τερματοφύλακες του παρελθόντος. Πολλά ονόματα ηρώων μου κρύβουν κάτι, άλλα διαλέχτηκαν εντελώς τυχαία, όπως ο κύριος Σέριμαν. Για τον Πασκάρ θα αφήσω ένα μυστήριο, ενώ για τη Μία φαίνεται στο κείμενο η σημασία του ονόματός της: γιατί είναι μία και μοναδική. Με προβλημάτισε λίγο το γεγονός ότι αυτό το παιχνίδι των λέξεων και εννοιών στο όνομα της Μία είναι κάπως δύσκολο να μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες – γιατί ήδη υπάρχει ενδιαφέρον για μετάφραση αυτής της σειράς των τριών βιβλίων.

Αυτή είναι πραγματικά μια πολύ ευχάριστη είδηση. Εύχομαι καλοτυχία και σ’ αυτή την πορεία. Και μιλώντας για τύχη, «Η ευτυχία και η δυστυχία συχνά απέχουν ελάχιστα», λέει στον Πασκάρ ο εκπαιδευτής του ως εξήγηση για τη γειτνίαση των καλών και των κακών αγγελιοφόρων. Πες μου γι’ αυτό.
Δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο κόσμος μας και η πραγματικότητα. Όλοι οι ήρωες των βιβλίων μου έχουν θετικές και αρνητικές πλευρές, όπως όλοι οι πραγματικοί άνθρωποι. Είναι η μοίρα έτσι, η ζωή, που το Κακό υπάρχει δίπλα στο Καλό και αντιθέτως, και δεν μπορούν να υπάρξουν αυτόνομα. Έτσι θέλησα εκείνοι που αναγγέλλουν συμφορές να μπορούν να δουν εκείνους που φέρνουν την ευτυχία, να ζουν δίπλα τους, κοντά τους. Βέβαια, δεν επιτρέπεται να έχουν επαφή, αλλά ο Πασκάρ έχει άλλη γνώμη.

Και καλά κάνει. Ο Πασκάρ είναι ένας λογοτεχνικός χαρακτήρας που ο αναγνώστης θέλει να ξαναδεί. Και όχι ο μόνος από τους ήρωές σου. Η πρώτη φορά που μιλήσαμε ήταν με αφορμή το μυθιστόρημα «Τα πτώματα δεν πληρώνουν» (εκδ. Κέδρος, 2022) με πρωταγωνιστή τον ντετέκτιβ Νετούνο. Θα τον δούμε ξανά σύντομα;
Ναι, θα τον δούμε. Δεν ξέρω πόσο σύντομα, και δεν ξέρω αν θα βρεθεί στην Ελλάδα ή στην Ιταλία, μια χώρα με την οποία τον δένει το παρελθόν του. Ακόμα κι εγώ δεν γνωρίζω πολλά γι’ αυτόν τον τύπο, που έχει μια ψυχραιμία και μια κυνικότητα που με εκπλήσσει. Πάντως ξέρω ότι θα μπλέξει σε φασαρίες και στις δύο χώρες, οπότε ίσως έχουμε παραπάνω από ένα βιβλίο στο μέλλον.

Εν αναμονή του Νετούνο λοιπόν, ας μάθουμε λίγο περισσότερα για τον δημιουργό του. Στη σελίδα σου στο Facebook βλέπω συχνά post με τη λεζάντα «Ένα συνηθισμένο απόγευμα (ή βράδυ ή πρωινό) στην οικία του συγγραφέα». Πώς είναι μια συνηθισμένη μέρα του Δημήτρη Μαμαλούκα;
Είναι αρκετά συνηθισμένη, όπως λέει και η ατάκα, φόρος τιμής στον δημιουργό κόμικ Don Martin, που με σημάδεψε στην εφηβεία μου, μέσω της ελληνικής έκδοσης του περιοδικού MAD. Περιλαμβάνει, τι άλλο; Βιβλία. Διάβασμα, ηλεκτρονικό και έντυπο, συγγραφή τις καλύτερες μέρες και φυσικά τις καθημερινές δουλειές για τις οποίες φροντίζουμε όλοι μας. Τρεις ή τέσσερις μέρες την εβδομάδα τρέχω, είτε στη γειτονιά, βαρετό πολύ, ή πηγαίνω στον Υμηττό, που είναι μια πραγματική αποτοξίνωση από την πόλη και τον αέρα της. Μιλάω πολύ λίγο στο τηλέφωνο, κι αυτό πιστεύω ότι είναι κατόρθωμα, αλλά χαζεύω αρκετά στα μέσα, που σε παρασύρουν, είναι αλήθεια. Υπάρχουν όμως και μέρες που είμαι «μέσα στο βιβλίο», όπως λέω, και εννοώ ότι γράφω με φρενήρεις ρυθμούς, όταν η συγγραφή ενός καινούργιου βιβλίου μονοπωλεί το μυαλό μου. Η κούραση τότε είναι κυρίως πνευματική, αλλά και το σώμα κουράζεται το ίδιο, είναι λίγο δύσκολο να το αντιληφθεί κάποιος έξω από τον χώρο. Ζω με την οικογένειά μου κι αυτό μου δίνει ευτυχία και σιγουριά. Με δυο λόγια, για μένα, η συγγραφή απαιτεί μια ρουτίνα.