Βιβλιο

Οι φυλές των συγγραφέων στα social media: Μια Εθνογραφία του Λογοτεχνικού Χάους

Όψεις της πόλης, αναμνήσεις, πράγματα που συνέβησαν παλιά, και πράγματα που συμβαίνουν σήμερα γύρω μας

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
13’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Οι φυλές των συγγραφέων στα social media: Μια Εθνογραφία του Λογοτεχνικού Χάους
Η εικόνα είναι φτιαγμένη με το πρόγραμμα Sora.

Ημερολογιακές καταχωρίσεις για κάθε χρήση

Όπως και τα βιβλία, οι συγγραφείς διαφέρουν σε πολλά μεταξύ τους, αλλά έχουν και πολλά κοινά. Πρώτο-πρώτο —με στατιστικώς ασήμαντες εξαιρέσεις— είναι ότι επέλεξαν το επάγγελμα εκείνο που φέρνει τα πιο λίγα λεφτά στον περισσότερο χρόνο που το ασκεί κανείς. ΜΗΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΤΕ ΝΑ ΤΟ ΔΟΚΙΜΑΣΕΤΕ ΜΟΝΟΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ, ΧΩΡΙΣ ΕΠΙΒΛΕΨΗ ΕΙΔΙΚΟΥ. Κατά δεύτερον, τα βιβλία ασκούν μια ιδιαίτερη γοητεία επάνω τους. Κατά τρίτον, τους αρέσουν οι αφηγήσεις ένα κλικ πάνω από τον μέσο άνθρωπο — και νιώθουν μιαν ανάγκη να σκαρώσουν τις δικές τους εκδοχές. Επίσης, μπορούν να καταταχθούν και σε κάποιες συγκεκριμένες κατηγορίες.

Από πότε; Γενικώς από πάντα, αλλά κυρίως αφότου —αυτοί, οι ιερείς της μοναχικότητας και της σιωπής— κλήθηκαν, απότομα και αναπόδραστα, να αφήσουν τον φωτισμένο με κεριά πύργο τους και να αποκαλυφθούν πλήρη δόξη στη θορυβώδη πλατεία των κοινωνικών δικτύων. Κατ’ αυτά, η μακρά παράδοση της αινιγματικής απουσίας του ακριβοθώρητου συγγραφέως αντικαταστάθηκε από την επιτακτική ανάγκη της παρουσίας του στην αγορά, και της διαρκούς εκ μέρους του εκπομπής ενός κάποιου στίγματος: «Είμαι εγώ. Είμαι εδώ. Κάνω αυτό. Πιστεύω εκείνο. Πουλάω αυτό». Και άλλα παρόμοια.

Κατ’ αυτά, η μακρά παράδοση της αινιγματικής απουσίας του ακριβοθώρητου συγγραφέως αντικαταστάθηκε από την επιτακτική ανάγκη της παρουσίας του στην αγορά, και της διαρκούς εκ μέρους του εκπομπής ενός κάποιου στίγματος: «Είμαι εγώ. Είμαι εδώ. Κάνω αυτό. Πιστεύω εκείνο. Πουλάω αυτό»

Ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα, έχουμε έτσι ένα θαυμαστό καινούργιο είδος ψηφιακού θιάσου, για τις ανάγκες του οποίου οι λογοτεχνικοί δημιουργοί αναγκάζονται να υιοθετήσουν —ή, συχνότερα, να κατασκευάσουν— συγκεκριμένες περσόνες, συγκεκριμένα avatar, με μοναδικό στόχο (τι άλλο) να επιβιώσουν στα αλγοριθμικά αλώνια του διαδικτυακού πολέμου, να προωθήσουν τον εαυτό τους (για σεξ, φήμη και χρήμα, ανάλογα με την ηλικιακή κατηγορία στην οποία βρίσκεται εις έκαστος: χονδρικά, [1: σεξ] κάτω των 35, [2: φήμη] κάπου μεταξύ 35 και 55, και [3: χρήμα] 55 φεύγα) και να πουλήσουν τα βιβλία τους.

Αυτές οι περσόνες, οι φυλές των συγγραφέων μας, συνιστούν πλέον ένα αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης λογοτεχνικής σκηνής — κάθε λογοτεχνικής σκηνής. Προφανώς και της ελληνικής, αν και εδώ σε μας —η γλώσσα και η αγορά είναι μικρές— δεν εμφανίζονται όλες· στην πραγματικότητα, υπάρχουν πολύ-πολύ περισσότερες.

Αφού πούμε ότι κανείς μπορεί να ανήκει σε περισσότερες από μία κατηγορίες (αν και σπανίως σε τρεις) ανάλογα με το πώς ξύπνησε ή αντανακλώντας την τρέχουσα πολιτική κατάσταση και αντιδρώντας σ’ αυτήν, o altra cosa, πάμε να δούμε μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές:

Οι φυλές των συγγραφέων στα social media: Μια Εθνογραφία του Λογοτεχνικού Χάους

Ο Διανοούμενος
Δικαιωματικά πρώτος, ο Grand Intellectual αντιμετωπίζει τα social media σαν αναγκαίο κακό, σαν μια χρονοβόρα, σχεδόν γραφειοκρατική, διαδικασία στην οποία δεν έχει καμία απολύτως διάθεση να συμμετάσχει, μα το κάνει τέλος πάντων γιατί τον καλεί μια φωνή, ένα καθήκον, κατιτί μεταφυσικό. Θα τον βρείτε κυρίως στο Facebook, γιατί συνήθως είναι και μιας κάποιας, και σπανιότερα στο ex Twitter. Μην τον ψάχνετε στο Instagram, εκεί το προφίλ του δεν ενημερώνεται καν την τελευταία πενταετία, και δεν έχει πάνω από μια ντουζίνα αναρτήσεις έτσι κι αλλιώς. Συνήθως αναδημοσιεύει κριτικές (για δικά του βιβλία) από σπάνια επαρχιακά έντυπα, αποσπάσματα από τον τελευταίο του μείζονα στοχασμό που ολόκληρο θα διαβάσετε στο μπλογκ του —γιατί αυτός επιμένει στα μπλογκ—, ή μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, πάντα του ίδιου, πιθανότατα να διαβάζει κάτι εξαιρετικά δυσνόητο σε μια βιβλιοθήκη με ξύλινη επένδυση. Μπέρνχαρντ, ίσως, ή κάποια Φαινομενολογία. Η γραφή του είναι πυκνή, εσκεμμένα δυσνόητη, γεμάτη υπονοούμενα, κι αν της βγάλεις τις παρενθετικές προτάσεις και τα λατινικά αποφθέγματα είτε δεν βγάζει νόημα είτε το νόημα της ανάρτησης θα μπορούσε να αποδοθεί χωρίς τις παρενθετικές προτάσεις και τα λατινικά αποφθέγματα. Απαντά στα σχόλια μετά από τρεις εβδομάδες με ένα λακωνικό, σχεδόν εχθρικό, «Ευχαριστώ», ή με μια παραπομπή σε κάποιον Αυστριακό φιλόσοφο που αυτοκτόνησε πίνοντας κεζάπι. Το προφίλ του αποπνέει την αύρα του ανθρώπου που μπήκε στο Ίντερνετ κατά λάθος και έχει αποφασίσει να το κλείσει σύντομα, ίσως απόψε κιόλας. (Σημ.: Δεν θα το κλείσει). Στα σχόλια γίνονται συζητήσεις υψηλού επιπέδου, με χιλιάδες λέξεις, σημειώσεις, βραχυγραφίες, αρκτικόλεξα, παραπομπές στη βιβλιογραφία κλπ., ενώ όχι λίγες φορές οι σχολιαστές, πάνω στον παροξυσμό και στην αψάδα της στιγμής, δίνουν ραντεβού για μονομαχία.

Η γραφή του είναι πυκνή, εσκεμμένα δυσνόητη, γεμάτη υπονοούμενα, κι αν της βγάλεις τις παρενθετικές προτάσεις και τα λατινικά αποφθέγματα είτε δεν βγάζει νόημα είτε το νόημα της ανάρτησης θα μπορούσε να αποδοθεί χωρίς τις παρενθετικές προτάσεις και τα λατινικά αποφθέγματα

Ο Viral
Ο άνθρωπος αυτός έγινε γνωστός από το Facebook (τις περισσότερες φορές). Είχε φτιάξει μια σελίδα αφιερωμένη σε ένα θέμα που το κατείχε καλά, επένδυσε πολύ χρόνο σ’ αυτήν, απέκτησε σιγά-σιγά κοινό, κατόπιν απέκτησε αφοσιωμένο κοινό, και οι εκδότες είδαν πως θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν τις αναρτήσεις του και να τις κάνουν βιβλίο. Ακούγεται σαν σούπερ ρίσκο όλο αυτό, αλλά η πραγματικότητα απέδειξε πως, αντιθέτως, ήταν η ιδέα τού ενός εκατομμυρίου δολαρίων. Το κοινό των σελίδων αγαπά να βλέπει αυτά τα κείμενα τυπωμένα, όχι τόσο σαν ένα είδος εξελικτικού τύπου επαναστροφής —αυτής τής ανάστροφης εξέλιξης—, αλλά μνημείωσης μέσω της ιεράς τυπογραφίας. Ο Viral ξέρει καλά το αντικείμενό του, χτίζει πάνω σ’ αυτό, και μπορεί, άρα, να βγάλει και δεύτερο, και τρίτο, και πολλοστό σχετικό βιβλίο: μια έντυπη σελίδα σε συνέχειες. Να σημειωθεί βέβαια πως δεν γίνονται όλες οι σελίδες βιβλία, και πως δεν πετυχαίνουν όλες εξίσου. Αυτό έλειπε. Παρά ταύτα, τα μισά βιβλία γενικών γνώσεων που πουλιούνται σήμερα ανήκουν σ’ αυτό το είδος. Μπράβο στον Viral!

Ο Μινχάουζεν
Αυτός είναι ο γνωστός συγγραφέας που κάθε μέρα τον πιάνουν στον δρόμο ιδρωμένοι από την αγωνία φαν του και πέφτουν στα γόνατα δακρυρροούντες για να του φιλήσουν τα χέρια — αυτά τα χέρια που έγραψαν το groundbreaking βιβλίο που τους άλλαξε τη ζωή. Και όχι μόνο τη δική τους ζωή. Μέσα στα κλάματά τους, αποκαλύπτουν προς έκπληξή του —ο Μινχάουζεν δεν παύει να εκπλήσσεται κι ας τα έχει δει όλα— πως αγόρασαν πολλά αντίτυπα και τα μοίρασαν σε σχολεία, φυλακές, νοσοκομεία και καταφύγια σκύλων. Και, ω! του θαύματος: οι μαθητές σταμάτησαν το μπούλινγκ και πέρασαν όλοι στην Πάντειο, οι φυλακισμένοι άρχισαν να φτιάχνουν artifacts που πουλάνε σε λογικές τιμές και τσοντάρουν έτσι στο εισόδημα της οικογένειας —κάποιοι αποφυλακίστηκαν και έγιναν ιεραπόστολοι—, οι άρρωστοι έγιαναν ή, έστω, ξεψύχησαν ευτυχισμένοι, και τα σκυλιά έγιναν οδηγοί τυφλών. Και μιλάμε, κάθε μέρα αυτά: αν δείτε σκύλο-οδηγό, λογικά διάβασε το βιβλίο του Μινχάουζεν. Ή ενός άλλου τέτοιου. Έχει πολλούς, δεν μας απολείπουν. Στον ελεύθερο χρόνο τους, φτιάχνουν φέικ προφίλ και βάζουν στον εαυτό τους 5 αστεράκια. Γιατί, σου λέει, αν όχι εγώ ποιος; Αν όχι έτσι, πώς; Κι αν όχι τώρα, πότε;

Και, ω! του θαύματος: οι μαθητές σταμάτησαν το μπούλινγκ και πέρασαν όλοι στην Πάντειο, οι φυλακισμένοι άρχισαν να φτιάχνουν artifacts που πουλάνε σε λογικές τιμές και τσοντάρουν έτσι στο εισόδημα της οικογένειας —κάποιοι αποφυλακίστηκαν και έγιναν ιεραπόστολοι—, οι άρρωστοι έγιαναν ή, έστω, ξεψύχησαν ευτυχισμένοι, και τα σκυλιά έγιναν οδηγοί τυφλών

Οι φυλές των συγγραφέων στα social media: Μια Εθνογραφία του Λογοτεχνικού Χάους

Ο Έντεχνος
Σε αντίθεση με τον Διανοούμενο, ο Έντεχνος πουλάει. Γράφει σταθερά ένα βιβλίο δέκα τυπογραφικών ή κάπου εκεί κάθε δύο χρόνια (ή και κάθε τρία οι πιο μερακλήδες), συχνά ακριβώς το ίδιο με τα προηγούμενα, αλλά κάνει ό,τι μπορεί για να φαίνεται πως όλα του τα βιβλία κυκλοφόρησαν σήμερα, και ότι είναι τρομερά relevant. Γράφει αποκλειστικά και μόνο literary fiction, θα ήθελε να είναι η Ανί Ερνό, αλλά γενικά πιστεύει ότι —μεταξύ μας τώρα— είναι πολύ καλύτερός της. Δεν υπάρχει παρουσίαση για παρουσίαση (της προκοπής, όχι στις βήτα) που να μην πηγαίνει, ενώ σε πολλές βρίσκεται και στο πάνελ, είτε χαμογελώντας όταν βλέπει κινητό να ζουμάρει επάνω του, είτε παίρνοντας ύφος Μποντλέρ που βγαίνει από ποιητική βραδιά σε μπορντέλο. Ή και τα δύο μαζί: μια δεξιότητα που απέκτησε με τα χρόνια και με τη λάτρα. Δεν περιγελά απλώς όλες τις άλλες κατηγορίες και όλα τα άλλα είδη της λογοτεχνίας, αλλά δείχνει να τα αγνοεί πλήρως. Μιλά για τον εαυτό του όπως όλοι οι άλλοι μιλούν για τρίτους, επιδαψιλεύοντας επαίνους για την πάρτη του που σπανίως επιφυλάσσουμε για συγγραφείς όχι άλφα-άλφα κλάσεως. Ζει για τα λογοτεχνικά σουαρέ, πηγαίνει αργά στα πάρτι των εκδοτικών, πίνει τον μεσημεριανό του καφέ σε γραφεία στελεχών και ατζέντηδων, και δεν υπάρχει περίπτωση να λείπει από κάποιο φεστιβάλ. Δεν έχει κάνει, σχεδόν ποτέ, κάποια κανονική δουλειά, γιατί το αντίθετο θα ήταν μια καθαρή προδοσία στην τέχνη. Γράφει σε Μακ, αλλά λέει πως προτιμά τις γραφομηχανές — άλλωστε συντηρεί, μαζί με τον μύθο του, και μια συλλογή από χαλασμένες Ρέμινγκτον. Πράος και προσηνής, φροντίζει πάντα να γράφει επαίνους για νεότερους συναδέλφους που είτε ξεχωρίζουν από τον σωρό, είτε πιστεύει ότι πατούν στα βήματά του, είτε έχουν στήλη σε κυριακάτικη εφημερίδα.

Ζει για τα λογοτεχνικά σουαρέ, πηγαίνει αργά στα πάρτι των εκδοτικών, πίνει τον μεσημεριανό του καφέ σε γραφεία στελεχών και ατζέντηδων, και δεν υπάρχει περίπτωση να λείπει από κάποιο φεστιβάλ

Ο Άσχετος
Ο πρωτάρης που ρωτάει «Πώς ανεβάζω βιβλίο στο Amazon;» με 10 hashtag από πίσω, αγνοώντας βασικά εργαλεία της δουλειάς. Συχνά πέφτει θύμα τρολ ή σπαμ, αν και η αθωότητά του προσθέτει, όσο να πεις, φρεσκάδα στο feed. Το πρόβλημα είναι όταν τον πείθουν ότι το βιβλίο που κουτσοέγραψε πρέπει οπωσδήποτε να μεταφραστεί στα αγγλικά (πέντε καφετούλια) και μετά να του γίνει επιμέλεια από υπήκοο της Κοινοπολιτείας (άλλα πέντε), αλλά μπρος στο παγκόσμιο μπεστ-σέλερ και στην προοπτική διασκευής σε μίνι σειρά 8 επεισοδίων στο Netflix, τι είναι δέκα-δεκαπέντε χιλιάρικα; Ψίχουλα είναι. Οπότε δουλεύει σεζόν και τα δίνει.

Ο Σκασμένος
Αυτός ο τύπος δεν αντέχει τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνική σκηνή, είναι έτοιμος να πει ένα μεγαλειώδες «Ηλία, ρίχ’ το», αλλά τελικά επιλέγει να γίνει τρολ, που σχολιάζει από τις σκιές, πίσω από τις κουίντες, με υπονοούμενα και αιχμηρή γλώσσα. Δεν θα κάτσει να γράψει μανιφέστο, όχι δα, αλλά θα γεννήσει μια κάποια ένταση. Το κείμενό του είναι κρυπτικό, σαν σκαλισμένο σε πέτρα, όχι στην οθόνη του κινητού. Έχει μούσι, και συχνά μόνο μουστάκι.

Οι φυλές των συγγραφέων στα social media: Μια Εθνογραφία του Λογοτεχνικού Χάους

Ο Έμπορος
Αυτός ο τύπος συγγραφέα έχει έναν και μόνο σκοπό στα social media: να πουλήσει. Κάθε του ανάρτηση είναι και ένα Call to Action. Ακόμα και αυτές που δεν μιλούν για το βιβλίο του: έχει μοχθήσει να τις φκιάξει έτσι που στο τέλος το Κεντρικό Νόημα, το Ηθικό Δίδαγμα, η Κατηγορική Προσταγή του κειμένου του να είναι η ανάγκη να συμμορφωθεί κανείς με την καθολικότητα του προσωπικού του νόμου, που δεν είναι άλλος από το να αγοράσουμε το βιβλίο του, ή έστω να γράψουμε γι’ αυτό ώστε να το αγοράσει ένας τρίτος. Το πάθος του τον καίει με μια αργή φωτιά. Αν το τελευταίο του μυθιστόρημα πουλήσει από μισή παλέτα μέχρι μισό αντίτυπο λιγότερο από το προηγούμενο, πέφτει στα μαύρα πανιά — μέχρι να επανέλθει δριμύτερος με σειρά αυτοδιαφημιστικών κειμένων για το επόμενο. Δεν πρόκειται να πει τίποτε καλό για άλλον κανέναν, γιατί έτσι στερεί κατά ένα Χ ποσοστό από τον εαυτό του (μηδέν κόμμα τόσο τοις χιλίοις) την πιθανότητα να κάνει ακόμη μία ανατύπωση των εκατό αντιτύπων. Δεν πρόκειται να εκφραστεί ποτέ για κάποιο πολιτικό θέμα, για να μη χάσει πελάτες τής άλλης απόψεως. (Από αυτό βέβαια πάσχει και σχεδόν το σύνολο των συγγραφέων — εξαιρούνται κάποια θέματα SOS που έχουν να κάνουν με το θυμικό του κοινού). Όλη του η ζωή στρέφεται γύρω από την πούληση των βιβλίων του, βλέπει εφιάλτες με δαύτα, παθαίνει κρίσεις — μα δεν το βάζει κάτω. Κάθε Σαββάτο βράδυ ψάχνει τις λίστες ευπωλήτων στις κυριακάτικες, και άπαξ και δεν δει δικό του τίτλο παίρνει τηλέφωνο για βόμβα. Στην εφημερίδα, στο βιβλιοπωλείο, και στο Ελευθέριος Βενιζέλος. Σκέφτεται σοβαρά να πάρει ένα καταναλωτικό δάνειο για να δίνει λεφτά σε ράντομ κόσμο για να αγοράζουν τα βιβλία του. Δεν τον νοιάζει να διαβαστεί (έχει και κάποιες επιφυλάξεις ως προς την ποιότητα των κειμένων του), τον νοιάζει να πουλήσει. Δεν έχει προφίλ, αλλά μαγαζί. Το content του πάντως διαθέτει εξαιρετική ποικιλία: μας λέει ότι βρήκε μια τέλεια ιδέα, ότι ξεκίνησε να το γράφει, ότι συνεχίζει να το γράφει, ότι το έγραψε, ότι το έστειλε στον εκδότη του, ότι γίνεται η επιμέλεια, ότι μπήκαμε στο τυπογραφείο, ότι έχουν ανοίξει οι προπωλήσεις, ότι φτιάχτηκε το εξώφυλλο, ότι το έχει στα χέρια του, ότι το έχει η θεία του στα χέρια της, ότι το έχει ο παπάς του χωριού του στο ιερό του ναού, ότι ξεκινάει περιοδεία στην επαρχία, ότι θα έχει book signing σε δύο μέρη ταυτόχρονα αλλά θα τα προλάβει, ότι έχει giveaway στο IG και κάντε μένσιον δύο φίλους σας: #newbook #mustread #supportauthors #booklover.

Κάθε Σαββάτο βράδυ ψάχνει τις λίστες ευπωλήτων στις κυριακάτικες, και άπαξ και δεν δει δικό του τίτλο παίρνει τηλέφωνο για βόμβα. Στην εφημερίδα, στο βιβλιοπωλείο, και στο Ελευθέριος Βενιζέλος

Ο Αργοπορημένος
Αυτός που ξεκίνησε αργά, και τα ’χει χάσει βλέποντας τόσα νεαρούδια να μοιράζονται την πίτα μαζί με συνομηλίκους του που είναι χρόνια στην πιάτσα, και αρχίζει έναν αγώνα με νύφες και μ’ αγγόνια για να κερδίσει κάποιο από το χαμένο έδαφος. Ισχυρίζεται πως η δουλειά που έκανε μέχρι τώρα (πολιτικός μηχανικός, ιχθυοκαλλιεργητής, χορευτής φλαμένκο) είχε μεγάλη και στενή συνάφεια με τη συγγραφή, κάνει δέκα αναρτήσεις με σχεδόν το ίδιο περιεχόμενο για το ίδιο βιβλίο, μιλά για επερχόμενα σχέδια σαν να έχει ήδη στο βιβλιοδετείο το νέο «Μαγικό Βουνό», αρχίζει και βάζει καρδούλες σε άσχετες αναρτήσεις κριτικών ή εκδοτών βιβλιοφιλικών σάιτ για να τον προσέξουν — και γενικώς δίνει τον καλό αγώνα για να πείσει. Και γιατί όχι; Το θέμα είναι να τρουπώσεις.

Ο Ιδίοις Εξόδοις
Έχει εκδώσει δύο και τρεις φορές περισσότερα βιβλία από τον μέσο όρο της γενιάς του, γιατί έχει βρει το κόλπο για να παρακάμψει τις Συμπληγάδες της αξιολόγησης: υπάρχουν μερικές ντουζίνες «οίκοι»-φωτοτυπάδικα, τύπου Η Μπάντα Που Παίζει Τα Πάντα, που βγάζουν το βιβλίο σου σε ντετέ εφόσον πληρώσεις καναδυό φορές επάνω το κόστος του. Καθαρές κουβέντες. Από τον δεύτερο-τρίτο τίτλο και μετά, ο Ιδίοις Εξόδοις συναγελάζεται αποκλειστικά και μόνο με ανθρώπους που επίσης εκδίδουν ιδιωτικά τα βιβλία τους, μπαίνοντας μέσα σε ένα echo chamber από τα πιο γερά χτισμένα στο διαδίκτυο. Οι καλοί αυτοί άνθρωποι επαινούν ο ένας τον άλλον, πιάνονται με συγκίνηση από το χέρι, κάνουν φεστιβάλ, διοργανώνουν διαγωνισμούς και μοιράζονται τα βραβεία, και όλοι είναι ευτυχείς.

Από τον δεύτερο-τρίτο τίτλο και μετά, ο Ιδίοις Εξόδοις συναγελάζεται αποκλειστικά και μόνο με ανθρώπους που επίσης εκδίδουν ιδιωτικά τα βιβλία τους, μπαίνοντας μέσα σε ένα echo chamber από τα πιο γερά χτισμένα στο διαδίκτυο

Ο Ποιητής
Βλ. Έντεχνος, αλλά με ποιητικό έργο για κάποιο λόγο. Βλ. επίσης και Ιδίοις Εξόδοις.

Οι φυλές των συγγραφέων στα social media: Μια Εθνογραφία του Λογοτεχνικού Χάους

Ο Συγγραφέας-Φάντασμα
Μας πληροφορεί εδώ και πολλά χρόνια πως είναι στη φάση της επιμέλειας, αλλά είναι πραγματικά τόσο πολλά αυτά τα χρόνια, και τόσο γλίσχρες οι αποδείξεις, που κανείς δεν τον πιστεύει. Είναι πραγματικά συγγραφέας; Είναι συγγραφέας-φάντασμα; Ή μήπως είναι απλώς φάντασμα; Ω Θεέ μου… Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και αυτοί που πράγματι γράφουν, γεμίζοντας μπλοκ, σπιράλ τετράδια, τεφτέρια, ωραία σημειωματάρια από το Flying Tiger, με λέξεις, λέξεις, και δώσ’ του περισσότερες λέξεις. Κανείς δεν ξέρει τι είναι γραμμένο εκεί. Ίσως τίποτε. Ίσως μια φράση μόνο, επαναλαμβανόμενη επί ένα εκατομμύριο φορές (All work and no play makes Jack a dull boy. All work and no play makes Jack a dull boy). Ίσως το επόμενο «Finnegans Wake». Ο καιρός θα δείξει.

Ο Περιπλανώμενος
Αυτός πάλι δεν είναι 100% συγγραφέας, γιατί για τον Περιπλανώμενο σημασία έχει το ταξίδι. Ο Περιπλανώμενος δεν ενδιαφέρεται τόσο για το βιβλίο, όσο για την περιοδεία για να το πουλήσει. Έτσι, πρώτα καταρτίζει το πλάνο τής τουρνέ, και μετά γράφει το μυθιστόρημα. Πρώτα φτιάχνει τα σόσιάλ του, και μετά σκέφτεται τους χαρακτήρες — που τέλος πάντων δεν θα ήταν ίσως τής εγκρίσεως του Τσέχοφ. Αλλά και τι μας νοιάζει; Γίνεται ο Γύρος της Ελλάδος σε Έξι Μήνες; Γίνεται. Μαζεύεται ο κόσμος; Μαζεύεται. Δίνονται συνεντεύξεις εδώ κι εκεί και παντού; Εννοείται, τι είμαστε, παιδιά είμαστε; Πουλιούνται τα βιβλία; Αν πουλιούνται λέει;… Σαν φρέσκα κουλούρια Θεσσαλονίκης. Τα μισά βιβλία πουλιούνται ούτως ή άλλως στις παρουσιάσεις, στα φεστιβάλ και στα παζάρια. Όχι για τον Περιπλανώμενο: τα μισά ελληνικά βιβλία γενικώς.

Ο Βλαξ
Σαν τους παλαιάς κοπής πολιτικούς που έχριζαν γενικούς γραμματείς σε υπηρεσίες και υπουργεία κάτι συγγενείς τους επειδή δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε άλλο γιατί δεν είχαν τα προσόντα, ούτε ο Βλαξ είχε φόντα για κάτι άλλο, αλλά είδε φως και ανέβηκε. Του αρέσει εδώ, έχει πλάκα. Δεν έχει διαβάσει, όχι τα σωστά βιβλία, αλλά βιβλία γενικώς. Το καλοκαίρι έπεσαν στα χέρια του κάτι παλιά τεύχη τού Κόναν από τις Εκδόσεις Καμπανάς Ελλάς, αλλά ήταν ασπρόμαυρα και δεν ξετρελάθηκε. Προχθές, μετά την έκδοση του δεύτερου δικού του, ανακάλυψε τον Χέρμαν Έσσε («ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΙ!1») και έχει μαγευτεί. Του χρόνου θα ασχοληθεί με τον Καζαντζάκη, για τον οποίο έχει ακούσει τα καλύτερα. Όχι όμως και με τον Παπαδιαμάντη (τον οποίο λέει σκέτα «Αλέξανδρο») γιατί με τα αρχαία στο σχολείο δεν τα πήγαινε καλά. Είναι μοντέρνος άνθρωπος. Εκτός από το να γράφει, είναι και influencer. Ανεβάζει βιντεάκια στο TikTok, όχι με τις εντυπώσεις του από τα βιβλία, αλλά διαβάζοντας τα κείμενα οπισθοφύλλου και συνάγοντας, έτσι, πως είναι ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΙΑ 1! Του αρέσουν όλα τα είδη, δεν κάνει διαχωρισμούς γιατί αγαπά το βιβλίο πάν’ απ’ όλα («Αγάπη μόνοοο»), αλλά με πρώτο-πρώτο το ψυχολογικό θρίλερ, γιατί ο ίδιος έχει βγάλει και ένα ΙΕΚ Ψυχολογίας στη Σπάρτη. Στα πάρτι των εκδοτικών οίκων χορεύει πριν καν τελειώσει το πρώτο του ενεργειακό ποτό.

Προχθές, μετά την έκδοση του δεύτερου δικού του, ανακάλυψε τον Χέρμαν Έσσε («ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΙ!1») και έχει μαγευτεί. Του χρόνου θα ασχοληθεί με τον Καζαντζάκη, για τον οποίο έχει ακούσει τα καλύτερα

Ο Μοχθηρός
Αυτός 99 στις 100 φορές έχει φάει τόσες απορρίψεις που του έχει στρίψει (γενικά στην ομοταξία των συγγραφέων το Στρίψιμο της Βίδας ενδημεί) και αρχίζει να χύνει χολή προς όλους τους άλλους, με παραληρητικές αναρτήσεις, λιβέλους στο Goodreads, σχόλια με πέντε διαφορετικά ψευδώνυμα στο Facebook κάτω από βιβλιοφιλικές αναρτήσεις, σε ομάδες που φτιάχνει ο ίδιος, σε σελίδες μίσους κ.ο.κ. Μια λύση: Βγάλτε τους το βιβλίο, τόσα βγάζετε! Νισάφι.

Ο Ταλαιπωρημένος
Αυτός, τέλος, είναι ο συγγραφέας που κάνει ό,τι μπορεί, όσο το μπορεί, όπως το μπορεί. Το σύνολο των Ταλαιπωρημένων συγκροτεί το μεγαλύτερο μέρος τού corpus της σύγχρονης λογοτεχνικής σκηνής, και σε αυτήν ακριβώς την κατηγορία ανήκουν οι 9 στους 10 συγγραφείς (οι 9 στους 10 συγγραφείς γενικώς, όχι ντε και καλά οι 9 στους 10 συγγραφείς που ξέρει και ψωνίζει ο πολύς κόσμος). Μάλιστα, σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν και πολλοί από τους προαναφερθέντες. Είπαμε: κανείς μπορεί να ανήκει σε περισσότερες από μία κατηγορίες. Κάποια από τα βιβλία των Ταλαιπωρημένων είναι πολύ καλά, κάποια καλά, κάποια έτσι κι έτσι, και πολλά είναι, ασφαλώς, κάτω του μετρίου ή και κακά. Τι να κάνουμε τώρα, σε όλους τυχαίνει αυτό. Το θέμα είναι να δουλεύεις. Με το κεφάλι κάτω, με τη μέση σου να πονάει, με μουδιασμένο σβέρκο, με το παιδί να φωνάζει από μέσα, με τους λογαριασμούς να περιμένουν να πληρωθούν, με όλο το καλό και το κακό του κόσμου πάνω από το κεφάλι σου. Το θέμα είναι να γράφεις. Καμιά φορά, όλοι βρίσκουμε τον εαυτό μας εδώ. Μα όχι πάντα.

Με το κεφάλι κάτω, με τη μέση σου να πονάει, με μουδιασμένο σβέρκο, με το παιδί να φωνάζει από μέσα, με τους λογαριασμούς να περιμένουν να πληρωθούν, με όλο το καλό και το κακό του κόσμου πάνω από το κεφάλι σου

Οι φυλές των συγγραφέων στα social media: Μια Εθνογραφία του Λογοτεχνικού Χάους

* * *

Στα social media, όπου η γραφή θέλοντας και μη μετατρέπεται σε performance art, οι συγγραφείς δεν είναι απλώς δημιουργοί: είναι φυλές σε ψηφιακή εξορία, οργανωμένες γύρω από αόρατα τείχη. Και είναι λογικό αυτό, δεν γίνεται για πλάκα: οι φυλές των συγγραφέων αναδύονται από την ανάγκη επιβίωσης σε ένα οικοσύστημα όπου η προσοχή (του κοινού, των κριτικών, των ανθρώπων επιρροής) είναι νόμισμα. Στην ψηφιακή σαβάνα —για να μην πούμε ζούγκλα και φανούμε περισσότερο από όσο είμαστε συναισθηματικοί—, οι συγγραφείς δεν επιβιώνουν αποκλειστικά και μόνο συγκροτώντας ομάδες που μοιάζουν (ή και είναι) κλίκες, όπως τον παλιό καλό καιρό, ούτε με το να γίνουν διαφημιστές και μαρκετίστες του εαυτού τους· αλλά και μέσω της κατασκευής μιας νέας ταυτότητας, μιας ταυτότητας με πίξελ.

ΥΓ. Δεν μιλήσαμε εδώ για «ελάσσονες κατηγορίες, όπως για τον Λάγνο Ερασιτέχνη που, ψάχνοντας ακόμα το στιλ του, κάνει πολύ-πολύ δημιουργικά πράγματα τελικά, ή για τον Instapoet που καταφέρνει με την επιφανειακή του απλότητα να φέρνει ολοζώντανη την ποίηση στο ψηφιακό ρεύμα, ή για τον Alt Lit δημιουργό με το γυμνό, «διαδικτυακό» ύφος και την ειλικρινή τραχύτητα που διακρίνει τη γραφή του, για τον Αισθητιστή που επιμελείται τη σελίδα του σαν να είναι γκαλερί ή γιαπωνέζικο ανθοπωλείο, ή και για τη φυλή των Journo-influencers, των δημοσιογράφων που συνταιριάζουν σχολιασμό με lifestyle, που πλέκουν λόγο και εικόνα, που μετατρέπουν ειδήσεις σε μικρές ιστορίες, σε threads, κ.ο.κ. Δεν μιλήσαμε για τους νεότατους συγγραφείς, επίσης, και για τους —πλέον— ηλικιωμένους (περνάνε τα άτιμα τα χρόνια, όσο κι αν τα σόσιαλ το κρύβουν μέχρις ενός σημείου). Ούτε για τους εγγράμματους και αυτούς που δεν τα πάνε (καθόλου) καλά με τη γλώσσα. Και για τόσους και τόσους άλλους. Κανείς δεν γλιτώνει από τα ΜΚΔ, και όλοι είμαστε εκεί. Ίσως το κάνουμε μιαν άλλη φορά.

ΥΓ2. Ευχαριστούμε που μας διαβάσατε. Και σας ευχαριστούμε διπλά που διαβάζετε βιβλία.

Οι φυλές των συγγραφέων στα social media: Μια Εθνογραφία του Λογοτεχνικού Χάους

* * *

Το Ημερολόγιο κυκλοφορεί τρεις φορές την εβδομάδα: κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή. Τις Κυριακές, η στήλη μεταμορφώνεται στο Βιβλίο της Εβδομάδας. Στείλτε μας μέιλ αν θέλετε να μας πείτε ή να μας ρωτήσετε κάτι — οτιδήποτε. Σας ευχαριστούμε πολύ.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση

Σμαρώ Τζενανίδου,  «Η Βενετία αλλιώς»
15 συγγραφείς συνομιλούν με τον αγαπημένο τους πίνακα στο Ίδρυμα Κακογιάννης

Η συλλογή διηγημάτων «Οι Αόρατοι της Γης» είναι το αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των συγγραφέων με ένα έργο της ομότιτλης έκθεσης της Σμαρώς Τζενανίδου

Δημήτρης Τσεκούρας: Είναι αδιανόητο να μην νικάει το καλό
Δημήτρης Τσεκούρας: Είναι αδιανόητο να μη νικάει το καλό

Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για το νέο του μεταφραστικό έργο, τη συλλογή του Γεωργιανού συγγραφέα Έρλομ Αχβλεντιάνι «Ο άντρας που έχασε τα λογικά του», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY