Βιβλιο

Η Μάιρα Παπαθανασοπούλου μιλάει για τον αήθη εκφοβισμό που έχει δεχθεί ως συγγραφέας, ως γυναίκα και ως ΑμεΑ

Με την ευκαιρία της έκδοσης του νέου της βιβλίου «Τα παιδιά της μεγάλης σιωπής» (εκδ. Πατάκη) που βγαίνει στις 9/12 μιλήσαμε μαζί της και προδημοσιεύουμε ένα απόσπασμα

Δέσποινα Κουτσομητροπούλου
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Η Μάιρα Παπαθανασοπούλου σε μια προσωπική συνέντευξη με αφορμή το νέο της βιβλίο «Τα παιδιά της μεγάλης σιωπής» (εκδ. Πατάκη).

Η Μάιρα Παπαθανασοπούλου μιλάει. Για τον Σταύρο, τον ήρωα του πολυαναμενόμενου καινούριου της βιβλίου, που στέλνεται «σε ένα μέρος μαζί με άλλα παιδιά», στη νεοσύστατη τότε Ανατολική Γερμανία. Ο Σταύρος είναι ο χαρισματικός μονόχειρας ήρωας της, ο οποίος «ορκίστηκε ότι θα έπαιρνε την κατάσταση στα χέρια του. Στα δυο του χέρια. Μάλιστα, το δεύτερό του χέρι, φτιαγμένο από το γερό ξύλο που είχε φτιαχτεί και ο Δούρειος Ίππος, όπως του είχε πει ο Δάσκαλος, θα ήταν η μυστική του δύναμη». Όταν ο Σταύρος θα γνωρίσει την Μάρτα , θα είναι η αρχή μιας παθιασμένης ερωτικής ιστορίας που θα εξελιχθεί σε ένα ψυχροπολεμικό, κατασκοπευτικό θρίλερ, υπό το άγρυπνο μάτι της Στάζι. Η συγγραφέας, με τα μάτια θάλασσες, μιλάει για τον αήθη εκφοβισμό που έχει δεχθεί ως συγγραφέας, ως γυναίκα και ως ΑμεΑ, τους μηχανισμούς άμυνας και την εμμονή του ασπόνδυλου που περιμένει υπομονετικά στο σκοτάδι, έως ότου γραπώσει το αμέριμνο πόδι. Έχει συνειδητοποιήσει πως τα μοχθηρά σχόλια των άλλων για εμάς δεν λένε τίποτα για το άτομό μας, αλλά για εκείνους, έχουν ανάγκη να κρίνουν κάποιον σύμφωνα με τον τρόπο που ενεργούν οι ίδιοι. Μιλάει για ένα από τα πιο ισχυρά κοινωνικά ταμπού, το σεξ και αναπηρία, η οποία αν είναι πρόβλημα, είναι περισσότερο κοινωνικό και λιγότερο ιατρικό. Διαβάζοντας τη συνέντευξή της στην Α.V. θα διαπιστώσετε πως, εκτός από το συγγραφικό της ταλέντο, η Μάιρα Παπαθανασοπούλου έχει μεγάλη καρδιά και μεγάλα ψυχικά αποθέματα.

Το θέμα αναπηρία στη λογοτεχνία των ενηλίκων είναι φορτωμένο με στερεοτυπικά σχήματα, το συνηθέστερο εκ των οποίων μαρτυρά ότι η αναπηρία καθορίζει τη συνολική ταυτότητα του ατόμου

Στο νέο μυθιστόρημά σας «Τα παιδιά της μεγάλης σιωπής» ο κεντρικός σας ήρωας Σταύρος είναι ένας χαρισματικός εκ γενετής μονόχειρας. Γιατί επιλέξατε έναν χαρακτήρα που γεννήθηκε με ένα χέρι; 

Στα λογοτεχνικά διαβάσματά μου όλα αυτά τα χρόνια έχω συναντήσει ελάχιστους κεντρικούς ήρωες με αναπηρία που τυγχάνουν καλής μεταχείρισης από τους εμπνευστές τους (εξαιρώ την παιδική και εφηβική λογοτεχνία, όπου είναι εμφανής η διαφορά στον τρόπο διαχείρισης της κινητικής αναπηρίας από τους σύγχρονους συγγραφείς). Το θέμα αναπηρία στη λογοτεχνία των ενηλίκων είναι φορτωμένο με στερεοτυπικά σχήματα, το συνηθέστερο εκ των οποίων μαρτυρά ότι η αναπηρία καθορίζει τη συνολική ταυτότητα του ατόμου. Δεν θυμάμαι ποιος Αμερικανός συγγραφέας έχει πει ότι η λογοτεχνία υπήρξε διαχρονικά ο προμαχώνας της παραπληροφόρησης αναφορικά με την αληθινή εικόνα ενός ΑμεΑ. Είναι σαφές ότι ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται τα ΑμεΑ στα βιβλία αντανακλά την κοινωνική στάση της εποχής απέναντί τους. Ως συγγραφέας θεώρησα πρόκληση να αποτυπώσω πειστικά τη συμπεριφορά αναπήρων και του περίγυρού τους σε μια εποχή που απέχει παρασάγγας από τη δική μας, που είναι πιο ευαισθητοποιημένη σε τέτοια ζητήματα. Στο βιβλίο μου «Τα παιδιά της μεγάλης σιωπής» η βαριά άρρωστη μητέρα του Σταύρου, που διαισθάνεται ότι το χαρισματικό παιδί της δεν έχει μέλλον στο αδυσώπητο χωριό της ελληνικής επαρχίας κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, βλέπει το Παιδομάζωμα με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο. Επειδή ξέρει ότι θα πεθάνει και κανείς δεν θα βρεθεί να περιμαζέψει τον μονόχειρα γιο της, το βλέπει ως ευκαιρία να στείλει το ανάπηρο παιδί της «σε ένα μέρος μαζί με άλλα παιδιά», όπου θα έχουν καλύτερη τύχη. Ο Σταύρος, που στέλνεται μαζί με εκατοντάδες παιδιά αρχικά στη Βουλγαρία και ακολούθως στην τότε νεοσύστατη Ανατολική Γερμανία, θα μεγαλώσει με την ψευδαίσθηση ότι βρίσκεται στο κράτος των ίσων ευκαιριών. Αλλά η βίαιη γνωριμία του με τη Στάζι, τη μυστική αστυνομία, θα γκρεμίσει αυτή την ψευδαίσθηση. Η συνέχεια επί των σελίδων… 

Ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται τα ΑμεΑ στα βιβλία αντανακλά την κοινωνική στάση της εποχής απέναντί τους

Αμέτρητα θύματα της Στάζι επιλέγουν συνειδητά να μην ασχοληθούν και να συνεχίσουν να αγνοούν ποιοι ήταν οι καταπιεστές τους, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνεςΕίναι η άγνοια μια μορφή ψυχολογικής άμυνας; 

Θα πω απερίφραστα πως είναι μία από τις πολύ βασικές μορφές άμυνας απέναντι στην ψυχολογική βία και στον εκφοβισμό, για τα οποία ήταν διαβόητο το ολοκληρωτικό καθεστώς της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Αυτός ο μηχανισμός άμυνας ενεργοποιείται όμως απέναντι σε πολλές μορφές βίας, όχι μόνο της πολιτικής. Μπορώ να φέρω στο μυαλό μου αρκετά παραδείγματα κατά τη διάρκεια της 25ετούς συγγραφικής μου καριέρας, όταν επέλεγα να αγνοώ περιστάσεις που θα με έκαναν να στενοχωρηθώ. Ο εκφοβισμός που δέχτηκα από το κατεστημένο την εποχή της εκκωφαντικής επιτυχίας του Ιούδα δεν έχει προηγούμενο. Εξαιρετικά σαστισμένη, ζεματισμένη και βαθύτατα πληγωμένη, επέλεξα να έρχομαι σε όσο λιγότερη έκθεση γινόταν απέναντι σε αυτή τη φρενίτιδα. Δεν διάβαζα κακόβουλα δημοσιεύματα από χολωμένους συγγραφείς και κριτικούς που είχαν εκπλαγεί από την ξαφνική επιτυχία μιας κοπέλας που δεν ανήκε στους «ημέτερους». Αλλά εκεί λες ότι αυτό έχει προφανή εξήγηση και αφορά το συγγραφικό πεδίο.

Ο εκφοβισμός που δέχτηκα από το κατεστημένο την εποχή της εκκωφαντικής επιτυχίας του Ιούδα δεν έχει προηγούμενο.

Έχετε υποστεί εκφοβισμό ως συγγραφέας, ως γυναίκα, ως ΑμεΑ;

Λοιπόν, υπήρξε εκείνη την εποχή μια περίπτωση δημοσιογράφου που συνδύασε και τα τρία. Σε μία συνέντευξη που ζήτησε να μου πάρει στο σπίτι του, κι εγώ πήγα απολύτως ανίδεη για το τι μου επιφύλασσε, η εισαγωγή του άρθρου είναι πάνω κάτω η εξής: Μια κοντή κοκκινομάλλα ανεβαίνει τα σκαλιά κουτσαίνοντας. Δύο πράγματα από εκείνη τη φορά. Πρώτον, οι φωτογραφίες που μου τράβηξε ο φωτογράφος για να ντύσουν το κείμενο ήταν υπέροχες. Δεύτερον, κρίμα που χαραμίστηκαν σε μια γραφή υποκινούμενη από τα χαμηλότερα ένστικτα του ανθρώπου. Ειδικά η εισαγωγή του είναι εμπνευσμένη από τα ρατσιστικά ανέκδοτα του τύπου ένας κουτσός κι ένας τυφλός μπαίνουν σε ένα μπαρ… Πολύ λυπηρό να χρησιμοποιείς την ευφάνταστη πένα σου για τέτοιες αθλιότητες.

Αρνήθηκα να διαβάσω όλη τη συνέντευξη (μηχανισμός άμυνας) και το άφησα πίσω μου, κυρίως επειδή η άποψή μου (η οποία αποτελεί και κοσμοθεωρία μίας εκ των ηρωίδων των «Παιδιών της μεγάλης σιωπής») είναι ότι πρέπει να βλέπουμε τον κόσμο όπως ακριβώς είναι. Να αντιλαμβανόμαστε ότι τα μοχθηρά σχόλια των άλλων για εμάς δεν λένε τίποτα για το άτομό μας, αλλά για εκείνους. Έχουν ανάγκη να κρίνουν κάποιον σύμφωνα με τον τρόπο που ενεργούν οι ίδιοι.

Αυτό το περιστατικό συνέβη το 1998 ή το 1999, δεν θυμάμαι ακριβώς. Και ξαφνικά, το 2017 που κυκλοφόρησε το βιβλίο μου Η ιεραποστολική στάση (το πρώτο μέρος της άτυπης τριλογίας της Ανατολικής Γερμανίας, που αφορά την περίοδο λίγο πριν και λίγο μετά την πτώση του Τείχους) μου είπαν ότι εκείνη η συνέντευξη προ εικοσαετίας έκανε την επανεμφάνισή της σε ηλεκτρονική μορφή. Χωρίς λόγο. Ούτε καν ως κακέκτυπο διαφήμισης του βιβλίου μου που κυκλοφορούσε εκείνο το διάστημα. Χωρίς λοιπόν να υπάρξει έστω η υποτυπώδης αναφορά της Ιεραποστολικής στάσης, που θα δικαιολογούσε -με την καταχρηστική έννοια του όρου- την επανεμφάνιση εκείνου του βδελύγματος, υπήρξε η ξερή προτροπή προς τους αναγνώστες ενός σάιτ, «δείτε τι είχε πει πριν από είκοσι χρόνια η συγγραφέας του Ιούδα».

Παίρνω βαθιά ανάσα και σας ρωτώ: Πόσο απύθμενο είναι το βαρέλι της αήθειας; Πού σταματά η μαλακία και πού αρχίζει η εμμονή του ασπόνδυλου που περιμένει υπομονετικά στο σκοτάδι κάτω από την πέτρα μέχρι να συρθεί στο φως και να επιτεθεί στο ανυποψίαστο πόδι;

Αν έχετε εσείς απάντηση, θα χαρώ να την ακούσω. Αλλά επειδή έχω μάθει πως όταν η ζωή σού δίνει λεμόνια, φτιάχνεις λεμονάδα, αποφάσισα στο νέο βιβλίο να αξιοποιήσω αυτή την εμπειρία δημιουργικά. Υπάρχει ένας μαθητής που εκφοβίζει συστηματικά τον μονόχειρα ήρωα στο σχολείο του Ράντεμποϊλ, Ελεύθερη Ελλάδα. Τρέφεται από την αδυναμία του θύματος και θεριεύει με την ταπείνωσή του. Ανήκει σε εκείνους που αντλούν χαρά βλέποντας τους άλλους να υποφέρουν. Στην πορεία του βιβλίου τον συναντάμε ξανά ως νεαρό φοιτητή που προσεγγίζει έναν καθηγητή του στην εμβληματική Γερμανική Ακαδημία Επιστημών του Βερολίνου. Πρόκειται για έναν ηλικιωμένο διανοούμενο που στα νιάτα του ήταν μέλος του Ναζιστικού Κόμματος, όπως άλλωστε πολλοί άλλοι που κατείχαν πλέον αξιώματα στο Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Η Στάζι τού ζητά να προσεγγίζει φοιτητές για να κατασκοπεύουν τους συμφοιτητές τους, με αντάλλαγμα την προώθηση της καριέρας του στην Ακαδημία. Ένας από τους φοιτητές είναι εκείνος ο παλιός μαθητής, που δεν διστάζει να πουλήσει έρωτα στον ομοφυλόφιλο καθηγητή για να αναρριχηθεί στο συγγραφικό σύστημα. Καταποντίζει χωρίς αναστολές τους ανυποψίαστους συμφοιτητές του και γίνεται άλλο ένα γρανάζι στην καλοκουρδισμένη μηχανή του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος. Αυτός λοιπόν ο «νταής» των σχολικών χρόνων του κεντρικού μου ήρωα, είναι εμπνευσμένος από τον δημοσιογράφο που σας έλεγα πιο πάνω. Χρησιμοποιώ ακόμη και το μικρό του όνομα. Του έχω αποδώσει βέβαια υπερβολικά όμορφα εξωτερικά χαρακτηριστικά, κάτι που δεν ισχύει στην πραγματικότητα. Αλλά τι να πεις, έχω μεγάλη καρδιά.

Θα μιλήσω ως γυναίκα: Το ότι δυσκολεύομαι κινητικά δεν σημαίνει ότι έχω ραμμένο αιδοίο. Επίσης πρέπει να πάψει αυτή η παρανόηση ότι άνθρωποι με αναπηρία καθίστανται παθητικοί στο σεξ λόγω έλλειψης κίνησης.

ΑμεΑ και σεξ είναι ταμπού;

Αυτό το θέμα θίγεται καθ’ όλη τη διάρκεια των «Παιδιών της μεγάλης σιωπής». Όχι μονάχα ο έρωτας ως σεξουαλική πράξη που είναι βασική βιολογική ανάγκη, αλλά και ως επιθυμία για συντροφικότητα. Ο μονόχειρας Σταύρος, μεγαλώνοντας βασανίζεται στη σκέψη της απόρριψης από μια γυναίκα. Αυτός ο φόβος διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό τον χαρακτήρα του. Γίνεται ανασφαλής και αφήνει παθητικά τις περιστάσεις να ορίσουν την τύχη του στο θέμα του έρωτα, μέχρι που βιώνει μια εμπειρία αφύπνισης. Τα υπόλοιπα στο βιβλίο.

Σχετικά με την πραγματική ζωή: Το σεξ στην αναπηρία αποτελεί ένα από τα πιο δυνατά κοινωνικά ταμπού. Δυστυχώς έχουμε μάθει να απορρίπτουμε οτιδήποτε διαφέρει από τα κυρίαρχα κανονιστικά πρότυπα. Ο κόσμος έχει συνηθίσει να θεωρεί ότι τα ΑμεΑ έχουν πιο επείγοντα προβλήματα από το σεξουαλικό. Δεν είναι έτσι. Άτομα που έχουν περιορισμένη ή μηδενική πρόσβαση στο σώμα τους λόγω κάποιου νοητικού ή κινητικού προβλήματος έχουν τις ίδιες ανάγκες με τους υπόλοιπους ανθρώπους. Θα μιλήσω ως γυναίκα: Το ότι δυσκολεύομαι κινητικά δεν σημαίνει ότι έχω ραμμένο αιδοίο. Επίσης πρέπει να πάψει αυτή η παρανόηση ότι άνθρωποι με αναπηρία καθίστανται παθητικοί στο σεξ λόγω έλλειψης κίνησης. Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που κινούν τα άκρα τους σε ρυθμούς φρενήρεις ή αλλάζουν κατά τη διάρκεια του σεξ διαφορετικές στάσεις, συχνά εντελώς άβολες, κι όμως είναι εγκλωβισμένοι σε έναν παθητικό ρόλο, με πρόσωπα ανέκφραστα, με τις σκέψεις να τρέχουν αλλού, να διεκπεραιώνουν περιμένοντας να τελειώσει η πράξη. Πιστέψτε με, ένα ΑμεΑ μπορεί να επιδείξει ενθουσιασμό, εφευρετικότητα, πάθος και ενδιαφέρον χωρίς να εξαρτάται από τη λειτουργικότητα των άκρων του. Όσοι έχετε δει τη γαλλική ταινία «Οι Άθικτοι» θα θυμάστε τη σκηνή στην οποία ο τετραπληγικός πρωταγωνιστής νιώθει ερωτική απόλαυση όταν μια γυναίκα χαϊδεύει απαλά το αυτί του με ένα φτερό.

Ο κόσμος έχει συνηθίσει να θεωρεί ότι τα ΑμεΑ έχουν πιο επείγοντα προβλήματα από το σεξουαλικό. Δεν είναι έτσι. 

Όταν δεν γράφετε, όταν δεν εργάζεστε τι σας αρέσει να κάνετε;

Ρωτήστε με καλύτερα τι θα μου άρεσε να κάνω αλλά κωλύομαι. Θα μου άρεσε να ακολουθήσω τη συμβουλή των ειδικών: «όταν δεν έχεις κέφια, κάνε μια μεγάλη βόλτα για να αλλάξεις παραστάσεις και να ξελαμπικάρει το μυαλό σου». Ή «τηλεφώνησε σε φίλους και κανονίστε επιτόπου μια έξοδο για φαγητό». Ή «βγες για αυθόρμητες αγορές άχρηστων πραγμάτων». Όλες οι συμβουλές περί ψυχικής ευεξίας έχουν τη βάση τους στον τυραννικό συνδυασμό της αρχαίας ρήσης «νους υγιής εν σώματι υγιεί» και της νεόκοπης «βρες χρόνο για τον εαυτό σου πέρα από τα πιεστικά προγράμματα και χρονοδιαγράμματα». Δυστυχώς, εμείς τα ΑμεΑ (που έχουμε ζωτική ανάγκη να διατηρούμε ψυχική ισορροπία αφού δεν έχουμε τη σωματική) στερούμαστε τις αυθόρμητες στιγμές. Όλα, ακόμα και η βόλτα, πρέπει να είναι προϊόν υπολογισμού, συνεννοήσεων, ευθυγράμμισης των πλανητών. Κι ενώ ζω σ’ ένα μέρος που ενδείκνυται για βόλτες στο πράσινο, όταν θελήσω να περπατήσω τη στιγμή που το έχω ανάγκη, δεν μπορώ. Ή δεν μπορώ να το κάνω μόνη μου, οπότε στερούμαι και το δικαίωμα της μοναχικής απόλαυσης του μακρινού περιπάτου όπως τον εννοεί ο Θορώ. Έτσι δημιουργώ μαγική ατμόσφαιρα μέσα στο σπίτι μου, στο οποίο νιώθω -ή έχω πειστεί ότι νιώθω- πολύ πιο όμορφα από ό,τι έξω. Κατά τα άλλα, διαβάζω πολύ, βλέπω Netflix, τρέφομαι ανθυγιεινά, απολαμβάνω ένα ποτήρι κρασί (με πάγο, επειδή το αλκοόλ χαλαρώνει τους μυς και οι δικοί μου είναι ήδη ξεχειλωμένοι).

Δεν διάβαζα κακόβουλα δημοσιεύματα από χολωμένους συγγραφείς και κριτικούς που είχαν εκπλαγεί από την ξαφνική επιτυχία μιας κοπέλας που δεν ανήκε στους «ημέτερους».

Καθημερινότητα και προσβασιμότητα. Στην Αθήνα μπορείτε να κυκλοφορήσετε; Υπάρχει ιδανική πόλη για όλους;

Σε ό,τι αφορά το εξωτερικό, σίγουρα τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα από ό,τι εδώ. Σε εμάς τώρα αρχίζει να γίνεται κάτι πιο ουσιαστικό πέραν των μηνυμάτων περί ενσυναίσθησης που άκουγα τα προηγούμενα χρόνια από «ευαισθητοποιημένες» κυβερνήσεις με εμπνευσμένα συνθήματα και μηδενικό έργο. Αυτό που πρέπει να καταστεί σαφές είναι ότι εμποδιζόμενα άτομα δεν είναι μόνο τα ΑμεΑ, αλλά και οι μανάδες με τα δίδυμα στο καρότσι, ο υπερήλικας με το μπαστούνι, ο άνθρωπος που επιστρέφει με το καρότσι από τη λαϊκή. Εγώ ζω στη Ραφήνα και τα πεζοδρόμια στους δύο βασικούς δρόμους του κέντρου δεν έχουν καν την προβλεπόμενη χαμηλή διάβαση. Σε κάποια οικοδομήματα οι ράμπες είναι προϊόν φαντασίωσης αλπινιστή. Αν καταφέρω να φτάσω στην κορυφή, νιώθω ότι μου λείπει μονάχα το σημαιάκι του σερ Έντμουντ Χίλαρι. Όταν με είχαν πάρει από μια εταιρεία δημοσκοπήσεων για να με ρωτήσουν αν βρίσκω επαρκείς τις πρωτοβουλίες της πόλης μου αναφορικά με τις υποδομές, όπως παιδικές χαρές, πάρκα, χώρους άθλησης, βιβλιοθήκη κ.λπ., τους ρώτησα πού είναι η ερώτηση για τα έργα βελτίωσης της προσβασιμότητας των αναπήρων και μου απάντησαν ότι δεν υπάρχει τέτοια ερώτηση στο ερωτηματολόγιο. Αυτό λοιπόν εμένα μου δείχνει ότι το να προσφέρεις βοήθεια σε άτομα με αναπηρία είναι σπατάλη πόρων κι ότι υπάρχουν άλλες προτεραιότητες. Αν η αναπηρία είναι πρόβλημα, είναι περισσότερο κοινωνικό και λιγότερο ιατρικό. Κι αυτό σημαίνει ότι οφείλει να έχει κοινωνικές παρά ιατρικές λύσεις όταν οι τελευταίες δεν είναι εφικτές. Η αληθινή αναπηρία δεν βασίζεται στην ανικανότητα να κινηθείς, να δεις, να ακούσεις, αλλά στην αδυναμία της κοινωνίας να διευκολύνει την έλλειψη κινητικότητας, όρασης, ακοής. Εγώ είμαι περισσότερο ανάπηρη στην Αθήνα και λιγότερο στο Βερολίνο. Κι όμως έχω την ίδια πάθηση και στις δύο πόλεις.

Μάιρα Παπαθανασοπούλου «Τα παιδιά της μεγάλης σιωπής» (εκδ. Πατάκη): Διαβάστε ένα απόσπασμα από το βιβλίο 

«…Ο Σταύρος δεν ήθελε να αφήσει τους άλλους να καταλάβουν τι περνούσε, συνηθισμένος τόσα χρόνια να κρύβει τον ψυχικό πόνο που του προκαλούσε η αναπηρία του. Έτσι, έδινε στην ομήγυρη την εντύπωση του κεφάτου παιδιού, που σκεφτόταν μονάχα το καινούριο του χέρι. Κανείς δεν αντιλήφθηκε πως οι σκέψεις κατέρρεαν μέσα στο κεφάλι του όταν έφερνε στα μάτια του την εικόνα της Γερακίνας και πως αυτή η επίφαση ευρυθμίας ήταν η άμυνά του απέναντι σε αχρείαστες ερωτήσεις συμπόνιας. Δεν ήθελε πια να βλέπει τον οίκτο στα μάτια των άλλων. Αυτό τους το βλέμμα τον εξόργιζε από τότε που ήταν μικρό παιδί. Μέσα σε αυτό το βλέμμα υπήρχε, ήδη πριν από τη συνάντηση μαζί του, η κοινωνική αναπαράσταση του μειονεκτήματός του.

Ο Σταύρος ορκίστηκε ότι θα έπαιρνε την κατάσταση στα χέρια του. Στα δυο του χέρια. Μάλιστα, το δεύτερό του χέρι, φτιαγμένο από το γερό ξύλο που είχε φτιαχτεί και ο Δούρειος Ίππος, όπως του είχε πει ο Δάσκαλος, θα ήταν η μυστική του δύναμη, αυτή με την οποία θα κέρδιζε τις μάχες στη ζωή του, αιφνιδιάζοντας όσους τον λογάριαζαν για αδύναμο και τελειωμένο. Πλέον μπορούσε να επιλέξει πώς θα τον αντιμετώπιζαν οι άλλοι. Το κρυφό αίσθημα της αδικίας και της απώλειας έπαψε να υφίσταται. Ούτε καν το πένθος για τη μεγαλύτερη απώλεια της ζωής του δεν είχε χώρο στη συμπεριφορά του. Μόνο η ψυχική δύναμη και η αισιοδοξία καθρεφτίζονταν στα μάτια του. Όλοι το απέδιδαν στο καλό που του είχε συμβεί.

Ωστόσο τις ώρες που κανείς δεν τον έβλεπε άνοιγε το μικρό κουτί με τα ενθύμια από τη μάνα του, αυτά που του είχε δώσει να πάρει μαζί του στο μακρύ ταξίδι. Ο Λάζος είχε αναλάβει τη φύλαξή του σε όλο τον δρόμο. Η γαλάζια χάντρα για να τον φυλά από το κακό μάτι εκεί στα ξένα, το μαντιλάκι με το αρχικό γράμμα του ονόματός της κεντημένο στη μια του άκρη, μια μπούκλα από τα μαλλιά της πιασμένη με ένα ξέφτι της βελέντζας στην οποία καθόταν ο Σταύρος, το βοτσαλάκι από το μακρινό χωριό της στη θάλασσα. Η ορμή του νερού, ο ήλιος και το αλάτι το είχαν στρογγυλέψει σαν μπίλια. Όταν ήταν τριών, ο Σταύρος είχε κοντέψει να το καταπιεί, αλλά το γερακίσιο μάτι της μάνας του είχε προλάβει τα χειρότερα. 

Πόσο εύγλωττα ήταν αυτά τα ασάλευτα πράγματα. Η μυρωδιά της μπούκλας, που είχε διατηρηθεί παρά τα χρόνια, έκανε τα μάτια του Σταύρου να βουρκώνουν στη θύμηση των ξέπλεκων μαλλιών της Γερακίνας. Η αίσθηση του βότσαλου στο στόμα του –κρύο και λίγο αλμυρό– του έφερνε στ’ αυτιά τη φωνή της, όλο τρυφερή κατσάδα για την απερισκεψία του. Όταν σκεφτόταν την τελευταία αγκαλιά που του είχε κάνει πριν τον αφήσει να δρασκελίσει το κατώφλι, δεν μπορούσε να καταπιεί από τον κόμπο στον λαιμό. Τα απλωμένα χέρια της, που τον καλούσαν, του είχαν φανεί τεράστια σαν τις Ηράκλειες Στήλες. Σε αυτές τελείωνε ο κόσμος…»

Το μυθιστόρημα «Τα παιδιά της μεγάλης σιωπής» (εκδόσεις Πατάκη) θα βρίσκεται στα βιβλιοπωλεία από τις 9 Δεκεμβρίου