Βιβλιο

«Οι φαροφύλακες» της Έμα Στόνεξ: Στον φάρο των ονείρων μου

Η συγγραφέας παίρνει μια πραγματική ιστορία που συνέβη σε έναν φάρο της Αγγλίας πολλά χρόνια πριν και τη μεταφέρει αριστουργηματικά μερικές δεκαετίες αργότερα

Άρης Σφακιανάκης
ΤΕΥΧΟΣ 804
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αναγνώστης με αιτία: Ο Άρης Σφακιανάκης γράφει για το βιβλίο «Οι φαροφύλακες» της Έμα Στόνεξ, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Τη δεκαετία του ’90 έκανα κάθε χρόνο το πάρτι γενεθλίων μου σε κάποιο μπαρ του κέντρου όπου μαζεύονταν φίλοι και γνωστοί για να διασκεδάσουμε έως πρωίας καταναλώνοντας άφθονες ποσότητες αλκοόλ, φλερτάροντας ασύστολα και έχοντας ένα προδιαγεγραμμένο hang over την επομένη. Αργότερα τα βαρέθηκα όλα αυτά, έκοψα τις πολυπληθείς μαζώξεις κι έβγαινα απλώς με κάποιους στενούς φίλους για γενέθλιο δείπνο. Όμως κάθε δεκαετία που περνούσε γινόμουν και πιο μισάνθρωπος. Έτσι έκοψα κι αυτές τις εξόδους και τα τελευταία χρόνια της ζωής μου παίρνω είτε την αγαπημένη μου της εποχής είτε έναν καλό φίλο και ταξιδεύουμε σε μέρη που θα ήθελα να γνωρίσω πριν εγκαταλείψω τον μάταιο τούτο κόσμο.

Πριν πέντε χρόνια περνούσα μια βαθιά υπαρξιακή κρίση κι είχα αποφασίσει να γιορτάσω μόνος τα γενέθλιά μου. Ναι, αλλά ήθελα να βρεθώ και κάπου περίεργα. Πού; Και τότε σκέφτηκα τους φάρους. Γιατί όχι σε έναν φάρο, μονάχος, με τα κύματα να σκάζουν στον πέτρινο όγκο, τις αλμυρές ψεκάδες να ραντίζουν το πρόσωπό μου, να ακούω τον βρυχηθμό του αέρα ενώ θα διαβάζω για μια ακόμη φορά το «Εις εαυτόν» του Μάρκου Αυρήλιου;

Βάλθηκα να ψάχνω για φάρους στο διαδίκτυο. Η Κροατία είχε μετατρέψει κάποιους παροπλισμένους φάρους της σε πολυτελή καταλύματα. Εξαίσια ιδέα. Μου άρεσε ιδιαίτερα ένας θαλασσόπυργος που υψωνόταν θαρραλέα σε μια γκρίζα θάλασσα που έδειχνε ταραγμένη ενώ πάνω της πετούσαν θαλασσοβάτες. Ήμουν ενθουσιασμένος. Είχα μάλιστα αρχίσει επαφές με τον ξενοδόχο, όταν γνώρισα μια κοπέλα στεριανή που δεν συμμεριζόταν το πάθος μου για τους φάρους. Το σχέδιό μου εξόκειλε κι έκανα τα γενέθλιά μου μαζί της στη Βουδαπέστη. Όμως η λαχτάρα μου παρέμεινε κι αδημονώ να πείσω την καινούργια μου αγαπημένη να με συνοδεύσει στον φάρο των ονείρων μου.

Αυτές τις μέρες διάβασα το μυθιστόρημα «Οι Φαροφύλακες» της Έμα Στόνεξ, που κυκλοφόρησε μόλις από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση της Ιωάννας Ηλιάδη. Εξαιρετικό εξώφυλλο που, σε συνδυασμό με τον τίτλο, με τράβηξε αμέσως.

Είναι μια ιστορία μυστηρίου που κεντρίζει την ανυπομονησία του αναγνώστη να μάθει (στο τέλος) πώς διάβολο έγινε και εξαφανίστηκαν τρεις φαροφύλακες από έναν φάρο που οι πόρτες του είχαν κλειδωθεί από μέσα. Το αίνιγμα θυμίζει κάπως το «Μυστήριο του κίτρινου δωματίου». Ωστόσο, στους «Φαροφύλακες», η Έμα Στόνεξ παίρνει μια πραγματική ιστορία που συνέβη σε έναν φάρο της Αγγλίας πολλά χρόνια πριν και τη μεταφέρει αριστουργηματικά μερικές δεκαετίες αργότερα.

Ο αναγνώστης ζει στον φάρο με τους τρεις άντρες που έχουν αναλάβει να φροντίζουν την άψογη λειτουργία των μηχανημάτων αλλά παράλληλα βιώνει και τις σχέσεις τους με τον έξω κόσμο, τον κόσμο εκείνο της καθημερινότητας και των προσδοκιών τους. Σχέσεις που εμπλέκονται, πορείες που εκτροχιάζονται, ανθρώπινοι γαλαξίες που συγκρούονται μεταξύ τους.

Η μοναξιά δεν ταιριάζει σε όλους. Χρειάζεται γερά νεύρα να είσαι Ροβινσώνας Κρούσος σ’ έναν φάρο. Όμως δεν έχω πάψει να γοητεύομαι από την ιδέα των γενεθλίων μου σ’ έναν τέτοιο τόπο. Μένει να πείσω κι εκείνην. (Στο μεταξύ, της έδωσα να διαβάσει το βιβλίο.)