Βιβλιο

Αντώνη Τσιπιανίτη, είναι το Facebook ο «Παρασκευάς» της εποχής;

Ένας «διάλογος» με τον συγγραφέα Αντώνη Τσιπιανίτη

Σοφία Νέτα
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη με τον συγγραφέα Αντώνη Τσιπιανίτη για το βιβλίο του «Όταν πεθάνω θάψτε με στο facebook», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μαραθιά

Το τέταρτο μυθιστόρημα του Αντώνη Τσιπιανίτη κινείται με αξιοθαύμαστη ισορροπία ανάμεσα στο κωμικό και στο τραγικό, με τον συγγραφέα να μας δείχνει πως όσο ωριμάζει, τόσο πιο κοφτερό γίνεται και το «χειρουργικό» του νυστέρι.

Οι συγγραφείς, ως άλλοι χειρουργοί, τέμνουν (ή προσπαθούν τις περισσότερες φορές ανεπιτυχώς) αυτό που ονομάζουμε ανθρώπινη φύση, επιχειρώντας να διεισδύσουν στα άδυτα αυτού του όντος που ονομάζεται άνθρωπος. Κάποιοι γνωρίζοντας πως ένα νυστέρι πρέπει να κινείται με ακρίβεια χιλιοστών ώστε να γίνει σωστά η τομή. Κάποιοι απλώς ξεκοιλιάζουν άγαρμπα, ενίοτε και διασκεδαστικά, γιατί εξάλλου περιέργεια και φόβος πάνε στην περίπτωση αυτή αγκαλιά. Θέλουμε και δεν θέλουμε να ξέρουμε. Τα βάθη της ψυχής δεν μετρούνται. Αλλά η άβυσσος έλκει και ας ζαλίζει.

Με το νυστέρι του λοιπόν ο Αντώνης Τσιπιανίτης, μετά το ομώνυμο θεατρικό του έργο, προχωρά στην έκδοση του βιβλίου «Όταν πεθάνω θάψτε με στο facebook» όπου επιχειρεί να εισδύσει στο σκεπτικό μιας ζωής που συνδέεται άρρηκτα πλέον με τα φαινόμενο που ονομάζεται facebook.

Ο ήρωάς του, ο Σεραφείμ, κινείται σε μια πλασματική ασφάλεια που νομίζει ότι το μέσο αυτό του προσφέρει, ώστε να ζει μια πλούσια σε εμπειρίες, χωρίς κινδύνους ζωή, όπως αφελώς πιστεύει.

Διαβάζοντάς το ανέσυρα στη μνήμη μου αποσπάσματα από το βιβλίο του Michel Tournier «Παρασκευάς ή στις μονές του Ειρηνικού» (Vendrediou les limbes du Pacifique) που είχα διαβάσει το 1987 και τώρα το ξαναδιάβασα καθώς αναρωτήθηκα: Είναι το Facebook ο «Παρασκευάς» της εποχής μας;

Ο Τουρνιέ εξέδωσε το βιβλίο αυτό το 1967, το πρώτο του μυθιστόρημα, με εξαιρετική επιτυχία, παίρνοντας το Μεγάλο Βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας.

Δίνοντας μια άλλη διάσταση στο διάσημο βιβλίο του Daniel Defoe “Robinson Crusoe” αναλύει τη διάσταση του «άλλου», έναν «άλλο» που χρειαζόμαστε για να επιβεβαιώνει την ύπαρξή μας, όμως στα μέτρα που καλύπτει τις δικές μας ανάγκες: αυτός στον οποίο θα προβάλλουμε κάθε φόβο, κάθε προσδοκία, κάθε επιθυμία μας, κρατώντας όμως αποστάσεις: δεν θέλουμε να ξέρουμε τι φοβάται, τι προσδοκά, τι επιθυμεί.

Η αλληλεπίδραση δεν είναι το ζητούμενο, είμαστε αφεντικά που ζητάμε πλήρη έλεγχο και υπακοή. Όμως στο σημείο ακριβώς που νομίζουμε ότι αυτό έχει επιτευχθεί πλήρως τότε αρχίζει η αμφιβολία: ποιος τελικά εξουσιάζει;

«Δεν είναι το εγώ, είναι ο άλλος ως δομή που καθιστά την αντίληψη δυνατή» σημειώνει για το βιβλίο του Τουρνιέ ο Giles Deleuze στη «Λογική του Νοήματος».

Να ρωτήσουμε όμως καλύτερα τον ίδιο τον συγγραφέα Αντώνη Τσιπιανίτη για τον Ροβινσώνα και τον Παρασκευά του βιβλίου του:

Είναι η ζωή του Σεραφείμ ένα έρημο νησί;
Η ζωή του Σεραφείμ έχει, όπως οι ζωές όλων μας, μια αναλογία επιθυμιών/φόβων. Όσο μειώνουμε τους φόβους αυξάνουμε την υλοποίηση των επιθυμιών. Στην περίπτωση όμως του Σεραφείμ, η εμμονική ηλεκτρονική επικοινωνία με τους ανθρώπους μειώνει πλασματικά τους φόβους του και αυξάνει εικονικά την πραγματοποίηση των επιθυμιών. Ο Σεραφείμ έχει απόλυτη επίγνωση γι’ αυτό, δεν τρέφει αυταπάτες. Έχει επιλέξει συνειδητά αυτό που τον γεμίζει αποστροφή και τον κάνει να λυπάται τον εαυτό του αλλά και την ίδια στιγμή να τον διακωμωδεί. Τον αγαπώ τον Σεραφείμ κι ας έχουμε αρκετές διαφορές σε πολλά.

«Φυλαχτείτε από την αγνότητα: είναι το βιτριόλι της ψυχής» προειδοποιεί ο καπετάνιος τον Ροβινσώνα πριν το ναυάγιο.
Ποια είναι όμως η αγνότητα; Τι περιεχόμενο έχει αυτή η λέξη; Και σε ποιον τομέα της ζωής αναφέρεται; Προσωπικά, προσπαθώ να φυλαχθώ από ό,τι δεν μου ταιριάζει. Και, όπως ο Σεραφείμ, από το λάθος. Μόνο που συχνά αγνοώ, όπως κι εκείνος, ποιο είναι το σωστό.

«Όμως και οι ίδιες οι σχέσεις μου με τα πράγματα εκφυλίζονται από τη μοναξιά μου» λέει ο ναυαγός στο έρημο νησί.
«Το μυαλό του ανθρώπου μόνο του καίγεται» λέει ένας στίχος. Ο Σεραφείμ προσπαθεί να αποφύγει το βάλτο της μοναξιάς κάνοντας σεξ με όσες περισσότερες γυναίκες μπορεί. Προσπαθεί βέβαια και για πιο βαθιά επικοινωνία και κάποιες φορές φτάνει πολύ κοντά. Και τότε διαπιστώνει πως η μοναξιά δεν είναι κατάσταση είναι πάθηση. Και υπό την έννοια της ασθένειας, της έλλειψης δηλαδή σθένους, δύναμης να αντέξεις τον άλλο στη ζωή σου, αλλά και υπό την έννοια του πάθους, του νοσηρού πάθους να θέλεις πεισματικά να είσαι μόνος.

«Κάποια μέρα θα μπορούσε να συμβεί και τούτο, να χαθώ χωρίς να αφήσω κανένα ίχνος, σαν να με είχε καταπιεί το μηδέν που θα είχα δημιουργήσει γύρω μου». Ο φόβος του Ροβινσώνα είναι και ο φόβος του Σεραφείμ;
Χαχαχα... για να μιλήσω φεϊσμπουκικά, αυτό δεν είναι φόβος για τον Σεραφείμ, είναι ίλιγγος, η έλξη του κενού. Κι είναι επίσης μια ανακουφιστική δυνατότητα. Εν ολίγοις, δεν φοβάται μην χάσει κάτι που θεωρεί ήδη χαμένο. Το αντιμετωπίζει σαν απαλλαγή από ένα βάρος. Το βάρος του τίποτα.

«Δεν ξέρω που θα με οδηγήσει αυτή η συνεχιζόμενη δημιουργία του εαυτού μου» αναρωτιέται ο Ροβινσώνας, έχοντας την αυταπάτη της αυτοεξέλιξης μέσα στη μοναξιά του.
Το ακριβώς αντίθετο ισχύει για τον Σεραφείμ, δεν έχει την παραμικρή αυταπάτη για το τέλμα στο οποίο βρίσκεται. Για την περίπτωση λοιπόν του Σεραφείμ θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εξής: Δεν ξέρω πού θα με οδηγήσει αυτή η συνεχιζόμενη αδυναμία να γίνω ο εαυτός μου, ειδικά όταν δεν έχω ιδέα τι είναι αυτό που ονομάζω «εαυτός μου».

Ο Ροβινσώνας, «δέσμιος» πλέον του Παρασκευά του, προσεύχεται: «Μάθε μου την ελαφρότητα, τη γελαστή αποδοχή των άμεσων δώρων της μέρας, χωρίς υπολογισμούς, χωρίς ευγνωμοσύνη, χωρίς φόβο».
Α ναι, αυτά τα «χωρίς» απασχολούν πολύ τον Σεραφείμ, κι όχι μόνον αυτά, έχει να προσθέσει και πολλά άλλα ακόμη.

Ο συγγραφέας Αντώνης Τσιπιανίτης

«Η κυκλικότητα του χρόνου ήταν πάντα το μυστικό των θεών» σημειώνει ο Ροβινσώνας «κι η σύντομη ζωή μου ήταν για μένα ένα ευθύγραμμο τμήμα που ο δύο άκρες του σκόπευαν χωρίς νόημα το άπειρο».
Θα εστιάσω στη φράση «χωρίς νόημα». Αυτό είναι που συντρίβει τον Σεραφείμ καθημερινά, η έλλειψη νοήματος στο οτιδήποτε. Γι’ αυτό και αναβάλλει διαρκώς την επί την ουσίας απόδραση από τον ηλεκτρονικό κόσμο - ποιο το νόημα και να το πετύχει; Τι θα αλλάξει; Η περίπτωσή του θυμίζει το ποίημα Παράθυρα, του Καβάφη. Μήπως θα είναι χειρότερα αν τα ανοίξει και μπει φως να αποκαλύψει τα σκοτάδια του;

Στο τέλος του βιβλίου ο Σεραφείμ νιώθει ότι απελευθερώνεται υποκρινόμενος έναν άλλο, έναν νεκρό. Απελευθέρωση ή πλέον πλήρης άρνηση της ελευθερίας;
Α, αυτό, θα ένιωθες ήδη Σοφία μου, όταν το έγραφες, πως μάλλον δεν θα στο απαντούσα. Την απάντηση τη δίνει, αν μπορεί να τη δώσει, ο αναγνώστης. Θα σου πω μόνο πως όταν προσπαθούμε να δώσουμε περιεχόμενο στις έννοιες ελευθερία και εαυτός (που ανέφερες παραπάνω) μας πιάνει αμηχανία, σαστιμάρα και εντέλει φόβος υπαρξιακός. Όταν πολυσκεφτούμε τη ζωή και τις έννοιες που την ορίζουν, μόνο στο κενό καταλήγουμε. Δεν υπάρχει τίποτα, δεν είμαστε τίποτα παρά μόνο αυτό που μεταξύ μας συμφωνούμε να ισχύει. Ύστερα από όλα αυτά θα φανεί παράδοξο να πω πως το βιβλίο είναι αισιόδοξο. Γιατί; Διότι ο Σεραφείμ έχει απόλυτη επίγνωση όλων αυτών των πραγμάτων και γελάει σαρκαστικά με όλα. Και το γέλιο του ανθρώπου είναι ίσως η μόνη, η τελευταία του απόδειξη ελευθερίας και αξιοπρέπειας.