Βιβλιο

Η Μανίνα Ζουμπουλάκη λέει «Μη φοβάσαι»

Το νέο της βιβλίο ολοκληρώνει μία αθηναϊκή τριλογία με ηρωίδα μια Αθηναία

Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 750
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Η Μανίνα Ζουμπουλάκη μιλάει για το νέο της βιβλίο με τίτλο «Μη φοβάσαι», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος.

Είναι εκείνη η εποχή του χρόνου που η Μανίνα Ζουμπουλάκη κυκλοφορεί νέο βιβλίο κι εγώ τη συναντάω και υποδυόμαστε τους ξένους και της κάνω συνέντευξη. Το αστείο είναι ότι, κάθε φορά, μαθαίνω κάτι καινούργιο για αυτήν που, ίσως, σαν φίλη μου, να μην το είχα προσέξει. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τα βιβλία της: ξέρεις το γράψιμό της, είναι πολυγραφότατη και busybody, αλλά πάντα, κάθε νέος τίτλος, δίνει και κάτι καινούργιο. Τώρα, την ιδανική στιγμή, καλοκαίρι πριν τις διακοπές, έρχεται με το νέο της βιβλίο «Μη φοβάσαι» (εκδ. Παπαδόπουλος) και ολοκληρώνει μία αθηναϊκή τριλογία με ηρωίδα μια Αθηναία που, όσο κι αν νομίζεις ότι την ξέρεις, τελικά ανακαλύπτεις πράγματα και σκέψεις της που δεν φανταζόσουν. Όπως κάνουν σε όλες τις καλές συνεντεύξεις πια, μιλήσαμε εξ αποστάσεως – και στο τέλος δώσαμε ραντεβού και με τους υπόλοιπους για να πάμε για καφέ.

Να ’μαστε πάλι εδώ, με το καινούργιο βιβλίο σου, Μανίνα. Το οποίο έρχεται να συνεχίσει την τριλογία που είχες ξεκινήσει πριν λίγα χρόνια. Μπορείς να μας βάλεις ξανά στην ιστορία αυτών των τριών βιβλίων;
Η ηρωίδα και στα τρία είναι η Δώρα, ευκαιριακή ξεναγός. Στα πρώτα μυθιστορήματα («Κάτι μου κρύβεις», «Ακουσέ με») τη γνωρίσαμε μέσα από τις περιπέτειες, την όχι συνηθισμένη οικογένεια και τα όχι στάνταρ ερωτικά της: είναι χωρισμένη, ο πρώην της είναι γκέι, έχουν δύο μεγάλα παιδιά και καλές σχέσεις μεταξύ τους. Η Δώρα έχει διαίσθηση ή 7η αίσθηση, «βλέπει» μέσα στο μυαλό των άλλων μερικές φορές. Στο τρίτο βιβλίο η ιστορία της συνεχίζεται, τα παιδιά της βρίσκουν προσωρινές δουλειές, χωρίζει ή δεν χωρίζει με τον φίλο της, λύνει ή δεν λύνει το μυστήριο των δολοφονιών, ο πρώην της κάνει ή δεν κάνει επιτέλους outing στον φασίστα αδερφό του… Αρχικά σκεφτόμουν ότι είναι η τριλογία του φασισμού – και στα τρία βιβλία, η Δώρα αντιμετωπίζει κάποιο είδος φασισμού. Αλλά η Αθήνα είναι η βάση της ιστορίας της (στο «Μη φοβάσαι», η Αττική) οπότε φάνηκε καλύτερο το «Τριλογία της Αθήνας».

Τι συμβαίνει στο τρίτο βιβλίο; Μέχρι πού μπορείς να πεις χωρίς να κάνεις spoiler;
Είχα τελειώσει την πρώτη γραφή το φθινόπωρο του ’19, ξεκινάει με κάποιες δολοφονίες ηλικιωμένων στα Βόρεια Προάστια – είχα διαβάσει κάτι σχετικό στις ειδήσεις. Η Δώρα διαισθάνεται ότι αυτός που σκοτώνει, και κλέβει αρχαία νομίσματα από ηλικιωμένους συλλέκτες, δουλεύει για ένα Αφεντικό. Κι ενώ ξεναγεί το «ιδιαίτερο» γκρουπ αμερικανών τουριστών στο Λαύριο, αισθάνεται ότι ο δολοφόνος θεωρεί τους γέρους άχρηστους, γι’ αυτό τους σκοτώνει. Έχει και ρομάντσο η υπόθεση – η κυρίως σχέση της είναι στον αέρα, ενώ παίζει ένας σέξι Πολωνός σοφέρ που την αποδιοργανώνει, και λίγα λέω… Μετά ο μεγάλος της γιος αρχίζει κι αυτός να «βλέπει», ενώ η κόρη της μπλέκει χωρίς να το καταλάβει, και κινδυνεύει. Κινδυνεύει και η Δώρα, αλλά αυτά έχει το σασπένς!

© Γιώργος Καλφαμανώλης

Κρίνοντας και από την ηρωίδα του αμέσως προηγούμενου βιβλίου σου, το «Ημερολόγιο μιας 82χρονης», βλέπω να σε απασχολεί ιδιαίτερα η τρίτη ηλικία. Θες να μου μιλήσεις λίγο για αυτό;
Με απασχολεί επειδή μεγαλώνουμε εμείς, η παρέα μας, και οι γονείς μας, όσοι ζούνε ακόμα. Με το «Ημερολόγιο της 82χρονης» ασχολήθηκα πολύ με τα θέματα της Τρίτης και Τέταρτης Ηλικίας, αλλά το «Μη φοβάσαι» το δούλευα από πριν. Είναι κανα-δυο χρόνια τώρα που το Τέλος έρχεται όλο και πιο κοντά. Οπότε, γράφω για να το ξορκίζω, ή και για να το διασκεδάζω όσο γίνεται.

Πιστεύεις ότι η ελληνική κοινωνία είναι εχθρική προς την τρίτη ηλικία; Έχει τοποθετήσει τους ηλικιωμένους σε στερεότυπα και αρνείται να τους δει οπουδήποτε αλλού;
Η ελληνική κοινωνία είναι καλύτερη από τη σουηδική, που βάζει τη μαμά σε ίδρυμα από τα 70, κι ας είναι ωραίο το ίδρυμα, με σιντριβάνια και κλαίουσες (ιτιές). Στην Ελλάδα, η γιαγιά μεγαλώνει τα εγγόνια, μαγειρεύει για τα παιδιά της, συχνά μένει μαζί ή από πάνω/κάτω τους. Είμαστε κοντά στους Κινέζους, που σέβονται τους ηλικιωμένους, αλλά είμαστε και γαϊδούρια όσον αφορά τους ξένους γέρους, τους μη συγγενείς μας. Έχεις δει πώς κορνάρουν οι οδηγοί, όταν προσπαθεί να βγει από ταξί ένας ηλικιωμένος; Ή το πώς κανείς δεν δίνει τη θέση του στον παππού, όλοι κάνουν ότι δεν τον βλέπουν…

Η τωρινή σου ηρωίδα τι γυναίκα είναι; Πού τη συναντάς στην Αθήνα; Πώς ζει;
Είναι περίεργο άτομο, όπως όλοι μας. Προσπαθεί να τα βγάλει πέρα, κι αυτή δεν πιστεύει πώς έχει καταφέρει να μεγαλώσει τα παιδιά της. Δεν είναι νοικοκυρά, μια ζωή δούλευε, άντε να ανοίξει φύλλο στα 40φεύγα. Ερωτεύεται λάθος γκόμενους, δεν το κάνει θέμα, σηκώνει τους ώμους και προχωράει. Μένει στους Αμπελόκηπους, σε (νοικιασμένο) διαμέρισμα. Ο γιος της είναι 22, η κόρη της 19, μένουν μαζί της αλλά ξενοκοιμούνται συνέχεια, όπως όλα τα συνομήλικα τους. Η κολλητή της έχει το πρακτορείο στο οποίο δουλεύει η Δώρα – στην Αθήνα, με έδρα το Σλίβεν της Βουλγαρίας.

Τι ποσοστό δικό σου υπάρχει μέσα σε αυτήν την ηρωίδα; Ποια δικά σου στοιχεία χρησιμοποιείς στα βιβλία σου γενικότερα;
Κάμποσα! Η Δώρα τρώει σαν κι εμένα –χάλια, μικροποσότητες–, κοιμάται επίσης χάλια αλλά οπουδήποτε, σκοτώνεται για τα παιδιά της, βλέπει όνειρα, είναι αισιόδοξη αν και «πέφτει» πότε-πότε, δεν συνεννοείται με τους γκόμενους παρόλο που πάντα είναι κολλημένη με κάποιον/οιους… οι ηρωίδες μου είναι πολύ καλύτερες από εμένα αλλά όχι σούπερ-γούμεν – άμα δεν χάνει στροφές μια ηρωίδα, δεν σε αγγίζει. Οι δικές μου χάνουνε ολόκληρους δρόμους, όχι μόνο στροφές.

Έχεις γράψει και θεατρικά έργα. Τι σε εμπνέει περισσότερο να γράφεις; Και τι μεθόδους χρησιμοποιείς;
Δεν έχω ιδέα, απλώς δεν μπορώ να ΜΗ γράφω κάτι. Έγραψα π.χ. ένα θεατρικό για τον Θοδωρή Γκόνη, για να ανέβει στην Καβάλα, σε αφιέρωμα στα κλειστά σπίτια... αυτός μου είπε την ιδέα. Μερικές φορές ακούω κάποια φίλη, ή διαβάζω ένα βιβλίο ή άρθρο, και μου κατεβαίνει μια εικόνα. Σίγουρα κάτι δεν πάει καλά – ό,τι και να συμβαίνει, ψάχνομαι πώς θα το επεξεργαστώ γράφοντας….

Μίλα μου λίγο για τα μαθήματα δημιουργικής γραφής. Δίνεις συχνά τέτοια σεμινάρια, έχεις κυκλοφορήσει και βιβλίο σχετικό. Γιατί γίνονται όλο και πιο δημοφιλή αυτά τα courses; Θέλει ο κόσμος να γράψει ενώ η εποχή του Τουίτερ σου λέει μόνο 160 χαρακτήρες;
Το να ξέρεις να γράφεις είναι πάντα επίκαιρο. Αισθάνομαι πολύ περήφανη για τους ανθρώπους που πέρασαν από σεμινάριά μου – κι έγραψαν μετά βιβλία, διηγήματα, θεατρικά, οτιδήποτε. Καλά, για μένα οι 160 χαρακτήρες είναι βουνό, πιο εύκολα σου γράφω 1.600 ή 16.000 λέξεις με νόημα, παρά 160!

Τι συμβουλή έχεις να δώσεις σε έναν ή μία επίδοξο συγγραφέα;
Κάτι που μου έχει πει ο Φρέντυ Γερμανός: όσο περισσότερο γράφεις, τόσο καλύτερα γράφεις.

Τι κάνεις αυτό τον καιρό; Είμαι σίγουρος ότι έχεις ήδη γράψει ένα σενάριο ή έχεις αρχίσει το επόμενο βιβλίο ή ετοιμάζεσαι για δημιουργικό course σε κάποιο όμορφο νησί ή τελειώνεις κάποιο νέο θεατρικό ή…
Σενάριο, τελειώσαμε και περιμένουμε. Θεατρικό, επίσης. Βιβλίο, βγαίνει όπου να ’ναι. Θα πάω στη Θάσο για τον Ιούλιο με την οικογένεια, μετά δεν έχω σκεφτεί ακόμα. Αλλά όλο και κάτι θα μου κατέβει αύριο μεθαύριο…