Βιβλιο

«Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες»: Ταξίδι ενηλικίωσης

Το πρώτο μυθιστόρημα της Ντέλια Όουενς είναι σκληρό και επώδυνο αλλά συναρπαστικό (εκδ. Δώμα)

Κέλλη Κρητικού
ΤΕΥΧΟΣ 735
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Κέλλη Κρητικού διαβάζει το μυθιστόρημα της Ντέλια Όουενς «Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες» (εκδ. Δώμα)

Βάλτος. Έλος. Σιωπή. Ξάφνου, η ατμόσφαιρα δονείται από το τραγούδι των καραβίδων. Και η ζοφερή εικόνα γεμίζει φως, χρώματα, ήχους, μυρωδιές. Γεμίζει από τη σπαρακτικά μοναχική φιγούρα της μικρής Κάια και πλημμυρίζει από την αθωότητά της. Μια ιστορία ανθεκτικότητας, επιβίωσης, ελπίδας, απώλειας, προκαταλήψεων, απελπισίας, αποφασιστικότητας, πίστης και δύναμης, γεννιέται από τις στάχτες μιας πληγωμένης ψυχής. Μια τρυφερή ιστορία με έντονους συμβολισμούς, συγκινητικές εικόνες, δυνατές στιγμές, που σκίζουν βίαια το συναισθηματικό κουκούλι του αναγνώστη και τον βυθίζουν στα θολωμένα νερά της αβύσσου.

Μπάρκλι Κόουβ, ένα ήσυχο ψαροχώρι της Βόρειας Καρολίνας. Ένα κορίτσι μπαίνει στο πλάνο. Ένα εξάχρονο κορίτσι που παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα μια γαλάζια βαλίτσα να απομακρύνεται. Στα χέρια της μητέρας της. Σταθερά και αποφασιστικά να ξεμακραίνει από το κάδρο. Να εξαφανίζεται. Για πάντα; Μυριάδες σκέψεις κατακλύζουν το μυαλό της μα δεν προλαβαίνει να τις επεξεργαστεί. Γιατί οι εξελίξεις δεν της το επιτρέπουν. Τα αδέρφια της εγκαταλείπουν την οικογενειακή εστία το ένα μετά το άλλο, και μένει με τον μέθυσο και βίαιο πατέρα της. Και η Κάια πρέπει να επιβιώσει. Να τιθασεύσει τους φόβους της, να θάψει τις ανάγκες της για μητρική αγκαλιά, να ξεπεράσει τις ανασφάλειές της και να βρει φαγητό και ρούχα. Πόσο εύκολο είναι να τα καταφέρει;

Χρόνια αργότερα, η μικρή κοινωνία του Μπάρκλι Κόουβ συνταράσσεται από τον βίαιο θάνατο του νεαρού Τσέις Άντριους. Οι υποψίες πέφτουν αμέσως στο αγριοκόριτσο που ζει απομονωμένο χρόνια τώρα στα βάθη του βάλτου. Εύκολο θύμα, με ανύπαρκτες δυνατότητες υπεράσπισης. Μα η ζωή δεν έχει πει ακόμα την τελευταία της λέξη…

Το «Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες», σε εξαιρετική μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου, είναι ένα μυθιστόρημα που γεννιέται μέσα στο μεγαλείο της φύσης και αποκαλύπτει με γλαφυρότητα το συναρπαστικό, σκληρό και επώδυνο ταξίδι της ενηλικίωσης. Αλλά και τις συμπεριφορές επιβίωσης που είναι αποθηκευμένες στα γονίδια του ανθρώπου και κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες εκδηλώνονται και θριαμβεύουν, κόντρα σε κάθε κοινωνικό στερεότυπο. Είναι μια ωδή στη φιλία που γεννάει αγάπη, στην προσφορά που ξεπερνάει καθωσπρεπισμούς, στον έρωτα που ξυπνάει συναισθήματα πρωτόγνωρα, στη μοναξιά που ψάχνει πάντα το άλλο της μισό για να ολοκληρωθεί και να φανερώσει το μεγαλείο της, στη σιωπή που μπορεί να θρομβώσει τον αέρα.

 

«Δεν το 'ξερα πως οι λέξεις μπορούν να χωράνε τόσο πράγμα. Δεν το 'χα φανταστεί πως τα λόγια μπορούν να είναι έτσι γεμάτα»

Η Κάια είναι μια ηρωίδα που καθηλώνει, μαγεύει, συναρπάζει, σαγηνεύει. Ευαίσθητη και έξυπνη. Ένα κορίτσι που βιώνει σταδιακά και απρόσμενα την εγκατάλειψη των ανθρώπων που αγαπά. Μένει μόνη με τον δύσκολο πατέρα της και επιζητεί τη συντροφιά του μέσα στην απέραντη μοναξιά που βιώνει. Και ενώ η νηνεμία κυριαρχεί για λίγο στη σχέση τους, ένα γράμμα τη φέρνει και πάλι αντιμέτωπη με την αμείλικτη σιωπή, τη στέρηση, την πείνα, τον φόβο. Και θα κληθεί να ανακαλύψει μόνη της τους κύκλους και τα τερτίπια της ζωής.

«Πού 'σαι τώρα, Μαμά; Γιατί δεν έμεινες;»

Η Μητέρα Φύση αναλαμβάνει να παίξει τον ρόλο της προστάτιδας και έτσι η μικρή Κάια αντί να βυθιστεί στα ελώδη νερά και να φυτοζωεί, ανθίζει και ομορφαίνει. Δεν κατορθώνει να πάει στο σχολείο και όμως μαθαίνει να διαβάζει, δεν έχει ποιον να εμπιστευτεί και όμως βρίσκονται άνθρωποι στο διάβα της που την αγκαλιάζουν τρυφερά. Μέσα από μια σειρά συγκλονιστικών στιγμών όπου πρωταγωνιστές είναι τα φτερά, εισβάλλει στη ζωή της ένα αγόρι. Εκείνος. Τα αγνά τρυφερά συναισθήματα που κάνουν την καρδιά της να χτυπάει ξέφρενα. Μια νέα πόρτα ανοίγεται μπροστά της και εκείνη διστακτικά αποφασίζει να περάσει το κατώφλι της. Τρέμει από ανασφάλεια, γιατί δεν έχει μάθει στην ανθρώπινη επαφή. Και έπειτα έρχεται και άλλο ένα αγόρι. Και μαζί η προδοσία, το ψέμα, η εξαπάτηση, ο πόνος της πληγωμένης καρδιάς.

Εγκατάλειψη και θλίψη, μελαγχολία και φόβος, αγωνία και προσμονή, είναι οι συνοδοιπόροι της Κάια. Κύματα συγκρούονται βίαια μεταξύ τους και σπάνε στην ακτή όπως ακριβώς και τα αισθήματά της καθώς παλεύει να ξεχωρίσει τις αποχρώσεις και την ένταση της αγάπης, της οργής, του μίσους, της μελαγχολίας, της χαράς, της ευγνωμοσύνης. Τζιτζίκια, βατράχια, γλάροι, μύδια, πουλιά, βελανιδιές, λιόπρινα, κοράκια, μύδια, γλάροι, ερωδιοί, στρείδια, καπνιστά ψάρια, μια βάρκα, το καλύβι. Αυτοί είναι οι σύμμαχοί της στο αμείλικτο παιχνίδι της μοίρας.

«Ο βάλτος είναι ό,τι οικογένεια έχω και δεν έχω»

Και ενώ το βιβλίο κινείται στην τροχιά της μοναχικότητας της απόλυτης πρωταγωνίστριάς του, μια ιστορία που λαμβάνει χώρα το 1969 έρχεται να δώσει μια άλλη χροιά στην ιστορία. Πιο αστυνομική, με έντονα στοιχεία θρίλερ. Η εξιχνίαση ενός παράξενου φόνου φέρνει στο φως άγνωστες πτυχές του παρελθόντος, κινητοποιεί το παρόν να ξεπεράσει εγωισμούς και λάθη, και επιτρέπει στο μέλλον να πάρει τα ηνία και να φέρει τη γαλήνη. Εκείνη τη γαλήνη που υπάρχει πριν ξεσπάσει η μεγάλη καταιγίδα και οι αστραπές φωτίσουν την ανείπωτη αλήθεια. Μέσα από ανατροπές που ανεβάζουν την αδρεναλίνη στα ύψη και τη συγκίνηση στο κατακόρυφο, και προσφέρουν ένα γενναίο φινάλε.

Η γραφή της Ντέλια Όουενς είναι με μια λέξη συγκλονιστική. Με δωρικότητα η συγγραφέας αποτυπώνει στο χαρτί μια τραγική ιστορία, χωρίς συναισθηματικές κορώνες. Καταγράφει, με λόγο φιλοσοφικό και αποστασιοποιημένο, την αλήθεια των καταστάσεων, αξιοποιώντας στο έπακρο τις πανίσχυρες δυνάμεις της φύσης. Χτίζει με ήρεμες και προσεκτικές κινήσεις το περιβάλλον μέσα στο οποίο καλείται να μεγαλώσει, να ωριμάσει και να επιβιώσει η μικρή Κάια, και με χάρη της επιτρέπει να ξεδιπλώσει την αθωότητα που ξεπερνά τη σύγχρονη σκέψη. Η λυρική πένα της, προσδίδει μια ποιητική χροιά στην αποτύπωση μοναδικών στιγμών που στέκονται σαν κόμπος στον λαιμό και περιμένουν τη λύτρωση και την κάθαρση.

Οι περιγραφές άλλοτε γαληνεύουν την ψυχή και μεταφέρουν νοητά τον αναγνώστη σε μια ήρεμη βόλτα στη λίμνη, και άλλοτε προκαλούν μέσα του οργισμένες θύελλες που επιζητούν να τις θερίσει με σθένος και πυγμή. Η υγρασία, η ζέστη και το κρύο κυριαρχούν και καλλιεργούν τις κατάλληλες συνθήκες για να αναδειχθούν τα συνταρακτικά γεγονότα μιας συναρπαστικής ζωής. Οι καιρικές συνθήκες είναι λες και εναρμονίζονται απόλυτα με τις αναταράξεις της καθημερινότητας της Κάια και συμβάλλουν αποφασιστικά στη διαμόρφωση των εξελίξεων.

«Έφερε την πυξίδα στο στήθος της. Δεν υπήρχε μέρος που η πυξίδα θα ήταν πιο χρήσιμη απ' ό,τι εκεί μέσα»

«Εκεί που τραγουδάνε οι καραβίδες», ο αναγνώστης θα αντικρίσει μια μοναδική ηρωίδα, το μυστήριο ενός φόνου, τη γοητεία της φύσης, τον ρομαντισμό, την αγνότητα της εφηβείας, την καλοσύνη και τον φθόνο, την ασύνορη αγάπη και τις ανυπέρβλητες δυνάμεις της ανθρώπινης ψυχής. Και θα υποκλιθεί στο μεγαλείο της Κάια.