Βιβλιο

Σέρχιο Άλβαρες: Κολομβιάδα

Ο Κολομβιανός συγγραφέας μιλάει στην A.V.

Θανάσης Μήνας
ΤΕΥΧΟΣ 471
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σέρχιο Άλβαρες, 35 νεκροί, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 591, μτφ. Βασιλική Κνήτου.Το δεύτερο μυθιστόρημα του 49χρονου Σέρχιο Άλβαρες διατρέχει την κολομβιανή ιστορία από το 1965 ως το 2001.

Το πρώτο επεισόδιο, αφηγηματικά δοσμένο σε κινηματογραφικό χρόνο α λα Ταραντίνο, περιγράφει την τυχαία ερωτική συνεύρεση δύο ανθρώπων στην Μπογκοτά, στη διάρκεια μιας αιματοβαμμένης επιχείρησης για τη σύλληψη ενός διαβόητου δολοφόνου. Καρπός αυτής τη συνεύρεσης είναι ο ανώνυμος αφηγητής του μυθιστορήματος, ο οποίος εξιστορεί τα τριανταπέντε πρώτα χρόνια της ζωής του στην πολυτάραχη πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα της Κολομβίας. Ο νεαρός ήρωας ενηλικιώνεται σε ένα περιβάλλον όπου η βία και η διαφθορά, το βρώμικο χρήμα, ο χυδαίος πλούτος της ολιγαρχίας και η εξαθλίωση του λαού, αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία της καθημερινότητας. Διασταυρώνεται με αδίστακτους κακοποιούς και έμπορους ναρκωτικών, διαφθαρμένους πολιτικούς, εκπροσώπους του Κλήρου και μεγιστάνες που κινούν τα νήματα της εξουσίας από το παρασκήνιο∙ με μαοϊκούς και γκεβαριστές αντάρτες, συμμορίες παραστρατιωτικών και με εγκληματίες του κοινού ποινικού∙ με ριζοσπάστες καλλιτέχνες του underground και με στοιχεία του λούμπεν προλεταριάτου∙ με γοητευτικές γυναίκες που τον μυούν στα μυστικά του έρωτα αλλά και στη διαλεκτική της επανάστασης.

Αν και έχει χαρακτηριστεί ως narcοliterature (νεολογισμός που αναφέρεται σε μυθιστορήματα που έχουν ως θέμα τους τον κόσμο των ναρκωτικών), το 35 νεκροί είναι ένα απολαυστικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης και συγχρόνως μια ξέφρενη saga της πρόσφατης κολομβιανής ιστορίας. Είναι επίσης ένας καθρέφτης της λαϊκής κολομβιανής κουλτούρας και ιδιαίτερα της ντόπιας μουσικής. Εξάλλου οι υπότιτλοι στα επιμέρους κεφάλαια προέρχονται από στίχους τραγουδιών, με μια ιδιαίτερη προτίμηση στους ρυθμούς της cumbia.

Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο σε μια ζωντανή γλώσσα που ρέει αβίαστα και ενσωματώνει εκφράσεις από την αρκγό και τις ιδιολέκτους του δρόμου. Ο Άλβαρες συγγενεύει με δύο κυρίως λατινοαμερικανούς συγγραφείς: με τον συμπατριώτη του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (χωρίς όμως να διαθέτει τη δραματικότητα του τελευταίου) και, κυρίως, με τον Χιλιανό Ρομπέρτο Μπολάνιο. Είναι κι αυτός ένας πληθωρικός αφηγητής, που η κάθε ιστορία του γεννά μια σειρά από επάλληλες δευτερεύουσες ιστορίες οι οποίες συμπλέκονται σε ένα κουβάρι, που ξεδιπλώνεται χωρίς σταματημό.

Πριν περάσω στη συνέντευξη με τον Κολομβιανό συγγραφέα, θερμές ευχαριστίες στην Βασιλική Κνήτου για τη μετάφραση των ερωταπαντήσεων προς και από τα ισπανικά.


n

Ο τίτλος του μυθιστορήματος αναφέρεται στα 35 χρόνια της ζωής του κεντρικού ήρωα και όχι σε ένα σαφή αριθμό θυμάτων. Σχετίζεται αυτό με το γεγονός ότι ποτέ δεν υπολογίστηκαν με ακρίβεια τα θύματα του εμφυλίου πολέμου στην Κολομβία;

Τα πάντα στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, συμπεριλαμβανομένου και του τίτλου, αναφέρονται στον ακαθόριστο αριθμό των θυμάτων των συγκρούσεων στην Κολομβία. Το γεγονός πως ο πρωταγωνιστής είναι ανώνυμος αποτελεί μία επιπλέον απόδειξη αυτής της φιλοσοφίας.

Σας πήρε περίπου δέκα χρόνια για να ολοκληρώσετε το μυθιστόρημα. Σε τι επικεντρώθηκε η έρευνα που διεξήγατε;

Η δουλειά μου είναι πέρα για πέρα αποτέλεσμα μιας διαισθητικής διεργασίας, δεν ανταποκρίνεται σε κάποια συγκεκριμένη μέθοδο. Κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων ταξίδευα στη χώρα προσπαθώντας να την καταλάβω, άκουσα ιστορίες, γνώρισα πρόσωπα αληθινά που αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για πολλά από τα επιμέρους επεισόδια του βιβλίου και για πολλούς ήρωες. Εκείνο που ήθελα ήταν να μάθω, να νιώσω, να διαποτιστώ απ’ το ρυθμό και τη γλώσσα που χρησιμοποιούν για να επικοινωνούν οι άνθρωποι των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων.

Πώς επηρέασε (αν επηρέασε) η δημοσιογραφική σας ιδιότητα τη μυθοπλασία σας;

Έχω συνεργαστεί με κάμποσες εφημερίδες και περιοδικά, αλλά ποτέ μου δε δούλεψα ως δημοσιογράφος, ποτέ δεν μπόρεσα να κάνω μια δουλειά που απαιτεί να κυνηγάς την επικαιρότητα. Παρ’ όλα αυτά, μέσω της δημοσιογραφίας έμαθα ότι αν θέλεις να περιγράψεις με ακρίβεια μία κατάσταση, θα πρέπει πρώτα να βουτήξεις σ’ αυτήν, να τη γνωρίσεις από πρώτο χέρι.

Ο αφηγητής στο βιβλίο γίνεται αρχικά μέλος μιας ακροαριστερής οργάνωσης και στην πορεία αναγκάζεται να συνταχθεί με τους παραστρατιωτικούς για να επιβιώσει. Πιστεύετε ότι τα ιδεολογικά όρια είναι τόσο ρευστά;

Γνωρίζετε παραδείγματα ανθρώπων που επίσης άλλαξαν στρατόπεδο με τον ίδιο τρόπο; Στην Κολομβία υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που κάνουν ό,τι και ο ήρωάς μου, είναι άτομα που δεν υπακούν σε μία ιδεολογία, παρά στις εκάστοτε ανάγκες. Αν μάθουν να χρησιμοποιούν ένα όπλο, δουλεύουν για όποιον τους πληρώνει κι αν μάθουν να ασκούν πολιτική, πάλι το ίδιο θα κάνουν, ενώ επίσης αποτελεί παράδοση από τον καιρό των αποικιών το να έχουν οι πολιτικοί και κάποιους διανοούμενους στο τσεπάκι τους, για να τους χρησιμοποιούν κατά βούληση.

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα «πικαρέσκο». Ήταν αυτό μια συνειδητή επιλογή προκειμένου να υπερβείτε τα στενά όρια της ρεαλιστικής αφήγησης;

Η παράδοση του πικαρέσκο σχετίζεται με την προηγούμενη απάντησή μου, με το γεγονός ότι πολλοί κινούνται σ’ αυτόν τον κόσμο βάσει συμφερόντων και όχι βάσει αρχών. Ταξιδεύοντας στη χώρα συνειδητοποίησα ότι το πικαρέσκο είναι κάτι που μας βγαίνει από φυσικού μας και γι’ αυτό ο ήρωάς μου έχει και τα ανάλογα χαρακτηριστικά. Δεν ξέρω αν η πραγματικότητα είναι μόνο αυτό που βλέπουμε ή κι αυτό που ονειρευόμαστε ή επιθυμούμε - μου είναι γενικά πολύ δύσκολο να μιλάω για ρεαλισμό. Ένας καλός μυθιστορηματικός ήρωας, παρόλο που μπορεί να κινείται σε έναν «ρεαλιστικό κόσμο», έχει ενδιαφέρον μόνο αν διαθέτει και κάποια «μαγεία».

Πιστεύετε ότι η μυθοπλασία σας παρουσιάζει ομοιότητες με άλλους σύγχρονους Νοτιοαμερικανούς συγγραφείς;

Προσωπικά μου έρχεται στο μυαλό ο Χιλιανός Ρομπέρτο Μπολάνιο… Θα πρέπει να σας πω ότι το 35 νεκροί είναι ένα μυθιστόρημα που ωρίμασε μέσα μου ενόσω ήμουν ακόμα υπό την επίδραση της ανάγνωσης των Άγριων ντετέκτιβ και του 2666. Έχω μια φυσική σύνδεση με τους χιλιανούς συγγραφείς, γιατί το προηγούμενο μυθιστόρημά μου προέκυψε αφού είχα διαβάσει Λουίς Σεπούλβεδα. Σε γενικές γραμμές, όμως, είτε διαβάζουμε ο ένας τα έργα του άλλου είτε όχι, όλοι οι συγγραφείς που μοιραζόμαστε έναν κοινό κόσμο, μοιραζόμαστε και κοινά μέσα για να τον αφηγηθούμε.

Οι ιστορίες που συνθέτουν το μυθιστόρημα είναι σαν να γεννούν από μόνες τους νέες ιστορίες. Κατά πόσο σας έχει επηρεάσει με τις αφηγηματικές του τεχνικές ο Μπόρχες;

Ο Μπόρχες είναι ένας συγγραφέας που έχει επηρεάσει όλους τους συγγραφείς της αμερικανικής ηπείρου, οπότε δεν μπορεί κανείς να αποφύγει την επίδρασή του έμμεσα ή άμεσα. Όπως σας είπα και προηγουμένως, η μέθοδος της δουλειάς μου είναι πέρα για πέρα διαισθητική, αλλά είναι βέβαιο πως μεγάλη μερίδα των συγγραφέων που έχω διαβάσει ήταν επηρεασμένοι από τον Μπόρχες, οπότε κάπως έτσι θα πρέπει να έχουν περάσει οι τεχνικές του και σ’ εμένα.

Κατά πόσο είναι εύκολο για ένα νεότερο Κολομβιανό συγγραφέα να ξεφύγει από τη σκιά του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες;

Στην περίπτωσή μου δεν υπάρχει η σκιά του Γκαρσία Μάρκες, αν και ανέκαθεν τον θαύμαζα και τον είχα ως πρότυπο. Η όλη ιστορία της σκιάς έχει κυρίως να κάνει με τη φήμη και το χρήμα παρά με τη δουλειά του λογοτέχνη. Το να είναι κανείς κληρονόμος του Γκαρσία Μάρκες αποτελεί προνόμιο και το να μιλάει κανείς εν προκειμένω για σκιές είναι εκτός τόπου και χρόνου. Ποτέ μου δεν άκουσα κανέναν Γάλλο συγγραφέα να παραπονιέται που πριν απ’ αυτόν υπήρξαν ο Δουμάς, ο Προυστ, ο Μπαλζάκ ή ο Βίκτορ Ουγγό.

Εγκιβωτίζετε στη μυθοπλασία σας στίχους λαϊκών λατινοαμερικανικών τραγουδιών. Πιστεύετε ότι η λαϊκή μουσική αποτελεί ένα είδος κοινής «συναισθηματικής ιστορίας» των χωρών της Λατινικής Αμερικής;

Δείχνετε επίσης μια ιδιαίτερη προτίμηση στον Hector Lavoe… Η λαϊκή μουσική αποτελεί την τέλεια έκφραση της Λατινικής Αμερικής. Μια ήπειρος που δεν έχει καταφέρει να βρει μία πολιτική, κοινωνική ή οικονομική ταυτότητα, προσπάθησε και πέτυχε να βρει την αρμονία στη μουσική. Κατάφερε να ενώσει τα αφρικανικά, ινδιάνικα και δυτικά της στοιχεία και να δημιουργήσει ήχους που έχουν κατακτήσει όλο τον κόσμο. Αν θαυμάζω τον Έκτορ Λαβόε δεν είναι μόνο για τη φωνή και τα τραγούδια του· τον θαυμάζω ως έναν άντρα που, όπως ακριβώς και η Λατινική Αμερική, είχε τα πάντα και δεν ήξερε τι να τα κάνει.

Έχετε ξεκινήσει να γράφετε το επόμενο βιβλίο σας;

Κάθε σας ερώτηση σχετίζεται με την προηγούμενη. Το επόμενο μυθιστόρημά μου θα έχει ως θέμα τη μουσική της Λατινικής Αμερικής, αλλά δεν μπορώ να σας πω περισσότερα.

Πώς θα σχολιάζατε τη σημερινή πολιτική κατάσταση στην Κολομβία; Παραμένει ισχυρή η επιρροή των καρτέλ; Τι ρόλο παίζουν τα αμερικάνικα συμφέροντα;

Η πολιτική κατάσταση στην Κολομβία παραμένει ιδιαίτερα περίπλοκη, καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν κοινωνικά προβλήματα, ανισότητες, φτώχεια. Τα οικονομικά συμφέροντα των κεφαλαίων του εξωτερικού εξακολουθούν να παίζουν έναν πολύ σκοτεινό ρόλο – μιλάμε για αμερικανικά, ευρωπαϊκά και εσχάτως και ασιατικά κεφάλαια. Εκτός αυτού υπάρχει και η ανοησία του λεγόμενου «πολέμου κατά των ναρκωτικών» και η μικροπρέπεια των ηγετικών μας τάξεων. Όπως βλέπετε, λίγες ελπίδες υπάρχουν για το λαό μας.

Θα επιθυμούσατε να δείτε την Κολομβία να ακολουθεί παρόμοιο δρόμο με γειτονικές της χώρες όπως η Βενεζουέλα και η Βολιβία;

Οι διεργασίες που πραγματοποιούνται στη Βενεζουέλα και τη Βολιβία είναι πολύ σημαντικές σε ένα συμβολικό επίπεδο, αλλά δεν παύουν να είναι ακόμα στην αρχή τους και πάντα υπό την απειλή των συμφερόντων των ισχυρών. Επιπλέον είναι διεργασίες που πραγματοποιούνται από ανθρώπους δίχως προηγούμενη εμπειρία στην άσκηση της εξουσίας, που ως εκ τούτου κάνουν πολλά λάθη. Για την ώρα πιστεύω ότι όλοι μας πρέπει να στηρίξουμε αυτές τις διεργασίες και να τους δώσουμε χρόνο για να ωριμάσουν. Όσον αφορά την Κολομβία, εμείς δεν έχουμε καν αυτή την ελπίδα, ο λαός μας είναι ένας λαός συντηρητικός, που παραμένει υπό τα δεσμά της Εκκλησίας. Θα χρειαστεί να περάσουν χρόνια πριν μπορέσουμε να πάρουμε κι εμείς μέρος σ’ αυτές τις αλλαγές.