Θεατρο - Οπερα

Ρόμπερτ Γουίλσον: Στην άκρη του φωτός, εκεί που ξεκινά η σιωπή

Από την Οδύσσεια του Εθνικού Θεάτρου και τον Οιδίποδα στην Επίδαυρο, έως τις εκθέσεις του στην Αθήνα, ο μεγάλος σκηνοθέτης ανέπτυξε μια διαρκή και βαθιά σχέση με την Ελλάδα.
Νίκη - Μαρία Κοσκινά
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ρόμπερτ Γουίλσον: ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ιστορία του παγκόσμιου θεάτρου με τη χαρακτηριστική του αισθητική βασισμένη στο φως και τη σιωπή

Την 31η Ιουλίου 2025, έσβησε ένας ρυθμός. Όχι ένα πρόσωπο. Ο Ρόμπερτ Γουίλσον, ένας από τους πιο ριζοσπαστικούς σκηνοθέτες και οραματιστές του παγκόσμιου θεάτρου, άφησε την τελευταία του πνοή στο Water Mill της Νέας Υόρκης, στα 83 του χρόνια. Και όμως, δεν φαινόταν ποτέ να έχει ηλικία. Όπως και οι εικόνες του: παρέμεναν αμετάβλητες, αναλλοίωτες, σαν να κινούνται αργά έξω από τον χρόνο, αιωρούμενες σε μια καθαρή ατμόσφαιρα σιωπής και φωτός. Ο Ουίλσον δεν άφησε πίσω του «έργο» με την παραδοσιακή έννοια. Άφησε έναν τρόπο να βλέπεις. Μια συνθήκη θεατρικής παρουσίας. Ένα είδος ακίνητης σκέψης, ρυθμικής, γεωμετρικής, εσωτερικής, που συναντούσε τη διάρκεια, τη μη αφήγηση, τη μεταφυσική του βλέμματος. Η τέχνη του δεν ήταν ποτέ περιγραφική. Ήταν μεταμορφωτική. Ο Γουίλσον είχε έρθει πολλές φορές στη χώρα μας παρουσιάζοντας παραστάσεις αλλά και εκθέσεις. Όπως είχε αναφέρει στην Athens Voice στην τελευταία του συνέντευξη με αφορμή τις «Τρεις ψηλές γυναίκες» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, «δημιουργώ μια εικόνα στην σκηνή, ένα είδος μάσκας για ένα κείμενο. Αυτό που βλέπουμε, όμως, δεν εικονογραφεί αυτό που ακούμε. Αναζητώ την οπτική φόρμα παράλληλα με την ηχητική και ελπίζω μέσα από αυτόν τον δυισμό να ενδυναμώσουν το ένα το άλλο, χωρίς να χρειάζεται να εικονογραφήσουν το ένα το άλλο».

Ρόμπερτ Γουίλσον: Από τον «Αïνστάιν στην ακρογιαλιά» στις «Τρείς ψηλές γυναίκες»

Από το Τέξας στην Avant-Garde της Νέας Υόρκης

Η πορεία του ξεκίνησε τη δεκαετία του ’60, όταν εγκατέλειψε τις σπουδές του στην αρχιτεκτονική για να ιδρύσει την Byrd Hoffman School of Byrds, μια ομάδα πειραματικής έκφρασης που κινούνταν στα όρια ανάμεσα στην περφόρμανς, την όπερα, τη ζωγραφική και τον χορό. Από τα πρώτα του κιόλας έργα προκάλεσε αίσθηση με την ιδιαίτερη ματιά του. «Το βλέμμα του κωφού» που πραγματοποίησε σε συνεργασία με έναν κωφάλαλο έφηβο είχε διάρκεια επτά ώρες. Αλλά σίγουρα η μεγάλη τομή στην καριέρα του έρχεται με το έργο «Αïνστάιν στην ακρογιαλιά»,Η μια επαναστατική όπερα που παρουσίασε μόλις το 1976, σε συνεργασία με τον Φίλιπ Γκλας (μουσική) και τη Λουσίντα Τσάιλντς (χορογραφία). Μια εμπειρία για όσους έχουν καταφέρει να το παρακολουθήσουν. Εκτελέστηκε λιγοστές φορές τις επόμενες δεκαετίες, όχι λόγω έλλειψης ενδιαφέροντος αλλά λόγω της πολυπλοκότητας της παραγωγής της. Ήταν ένα πειθαρχημένο σύμπαν από επανάληψη, γεωμετρία, φωνή και φως. Κανείς δεν έφευγε ίδιος από αυτή την εμπειρία.

Η γλώσσα της σιωπής

Το έργο του Ουίλσον συνδέθηκε με έναν αυστηρά προσωπικό θεατρικό ιδιωματισμό: μινιμαλισμός, στατικότητα, επαναληπτικότητα, έμφαση στο φως, σιωπή που λειτουργεί ως δραματουργία. Οι ηθοποιοί του δεν «έπαιζαν»· υπήρχαν. Κάθε κίνηση ήταν ενσυνείδητη, κάθε παύση δομημένη, κάθε στροφή του σώματος χρονομετρημένη σαν μουσική φράση. Όπως έλεγε: «Δεν ζητώ από τους ηθοποιούς να "παίξουν". Τους ζητώ να "είναι". Το πιο δύσκολο πράγμα πάνω στη σκηνή είναι η καθαρή παρουσία». Ο ίδιος δεν αντιμετώπιζε τη σκηνή ως αφήγηση, αλλά ως χωροχρονική αρχιτεκτονική. Δεν κατασκεύαζε ιστορίες, αλλά καταστάσεις ύπαρξης. Σε παλιότερη συνέντευξή του στην Athens Voice με αφορμή τον «Οθέλλο» στην Εθνική Λυρική Σκηνή (2022) είχε αναφέρει: «Όλη μου η δουλειά είναι ένα χωροχρονικό κατασκεύασμα. Σε μια πολύ σκοτεινή σκηνή που με ενδιαφέρει να είναι ακόμα πιο σκοτεινή, πρέπει να έχω κάτι σε φως. Αν θέλω να δω κάτι ακόμα πιο φωτεινό, χρειάζεται να έχω κάτι σκοτεινό. Εάν είμαστε πολύ ακίνητοι, συνειδητοποιούμε περισσότερο την κίνηση παρά όταν κάνουμε πολλές εξωστρεφείς κινήσεις. Όσο είμαστε ζωντανοί αναπνέουμε και κινούμαστε»

Το Watermill Center και οι εκθέσεις του Ρόμπερτ Γουίλσον στα μουσεία όλου του κόσμου

Όπως φαίνεται και από τις παραστάσεις του που λόγω του αργού ρυθμού τους έχουν χαρακτηριστεί συχνά ως «tableaux vivants», έβλεπε την τέχνη με έναν πιο ολιστικό τρόπο. Άλλωστε ο ίδιος δεν ήταν μόνο σκηνοθέτης αλλά σχεδίαζε και τα σκηνικά των παραστάσεών του. Πέρα από αυτό όμως, έκανε και πολλές εκθέσεις σε μεγάλα μουσεία όλου του κόσμου. Σε αυτή τη λογική, της τέχνης που αναπνέει και εξελίσσεται, ίδρυσε Το Watermill Center στις αρχές του 1990 στο Long Island. Στεγασμένο σε παλιές εγκαταστάσεις της Western Union, εξελίχθηκε σε κέντρο φιλοξενίας και πειραματισμού για δεκάδες καλλιτέχνες κάθε χρόνο. Εκεί, ανάμεσα σε σπάνιες καρέκλες, παραδοσιακά αντικείμενα, σχέδια και χειρόγραφα, καλλιεργήθηκε μια σχολή ύπαρξης στη σκηνή. Το Watermill φιλοξενούσε νέα ταλέντα, εμπειρίες από διαφορετικούς πολιτισμούς και πρότεινε έναν εναλλακτικό τρόπο δημιουργίας: χωρίς πρόβες με σκοπό, χωρίς τελικό αποτέλεσμα. Η διαδικασία ήταν το ίδιο το έργο. Το Watermill Center είναι ένα εργαστήριο για τις τέχνες και τις ανθρωπιστικές επιστήμες που παρέχει σε μια παγκόσμια κοινότητα το χρόνο, τον χώρο και την ελευθερία να δημιουργήσει και να εμπνευστεί και διοργανώνει συνεχώς εκδηλώσεις υπό αυτό το πρίσμα. 

Η Ελλάδα ως πεδίο συμφωνίας

Η σχέση του Ουίλσον με την Ελλάδα ήταν κάτι βαθύτερο από την πρόσκληση ενός σκηνοθέτη. Ήταν συντονισμός με τη φόρμα της τραγωδίας, με την παλαιότητα του φωτός, με το θέατρο ως τελετουργία. Οι παρουσιάσεις παραστάσεών του στην Ελλάδα έχουν αφήσει εποχή. Η πρώτη του φορά ήταν το 2012, όταν τον κάλεσε ο Γιάννης Χουβαρδάς για να σκηνοθετήσει στο Εθνικό Θέατρο την «Οδύσσεια». Το έργο που παρουσίασε δεν ήταν μια διασκευή του ομηρικού έπους αλλά περισσότερο μια ρυθμική αναπαράσταση του ίδιου του ταξιδιού. Ζήτησε από τους ηθοποιούς να περπατήσουν, να σταθούν, να ακούσουν — όχι να ερμηνεύσουν. Η παράσταση υπήρξε ακραία, ακατανόητη για πολλούς, αποκαλυπτική για άλλους: μια έρευνα πάνω στη χροιά της σιωπής.


Αν και αγαπούσε πολύ το αρχαίο δράμα, στην Επίδαυρο ήρθε για μια και μοναδική φορά, το 2019, παρουσιάζοντας τον «Οιδίποδα». Βασισμένος μεν στον «Οιδίποδα τύρρανο» του Σοφοκλή, έφτιαξε ένα έργο που απείχε πολύ από το κείμενο καθώς έπιασε το νήμα της ζωής του ήρωα από την αρχή. Με φόντο το πέτρινο θέατρο και φως που έπεφτε αργά, σαν χέρι στον ώμο, παρακολούθησε τον ήρωα από τη γέννηση ως την τύφλωση. Εικόνες σχεδόν ακίνητες, με τη Λυδία Κονιόρδου να αναλαμβάνει τον ρόλο της αφηγήτριας -μιας φωνής που ένωνε τον χρόνο και την ανάμνηση.

Στη συνέχεια, ακολούθησε η πρώτη του συνεργασία με την Εθνική Λυρική Σκηνή με τον εμβληματικό «Οθέλλο» του Πουτσίνι, που η φωνή της Τσέλιας Κοστέα ως Δυσδαιμόνα γινόταν εύθραυστο φως και ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος ενσάρκωσε έναν Ιάγο σκοτεινό, χειροποίητο. 

«Τρεις ψηλές γυναίκες» του Άλμπι: η τελευταία παράστασή του στην Ελλάδα

Το 2023, επέστρεψε στην Αθήνα με τις «Τρεις Ψηλές γυναίκες» του Άλμπι στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, όπου οι ηθοποιοί δεν «έπαιζαν» χαρακτήρες αλλά εκπονούσαν χρονικά σώματα, πολλαπλά επίπεδα εαυτού. «Μπορεί να είναι μία. Ή καμία. Δεν προσπαθώ να τις ερμηνεύσω», είχε πει.  Στους τρεις ρόλους η Ρέννη Πιττακή, η Καρυοφιλλιά Καραμπέτη και η Λουκία Μιχαλοπούλου. Η παράσταση παρουσιάστηκε και το 2024 στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και ήταν η τελευταία δική του παράσταση που παρουσιάστηκε στη χώρα μας.

Οι τρεις πρωταγωνίστριες είχαν μιλήσει στην Athens Voice με αφορμή τη συνεργασία τους και την εμπειρία τους με τον μεγάλο σκηνοθέτη Ρόμπερτ Ουίλσον. Η Ρέννη Πιττακή Ρέννη Πιττακή είχε παρακολουθήσει μια παράσταση του Γουίλσον στους Δελφούς το 1980 και μας είπε: «Πού να το φανταστώ εκείνο το βράδυ του ’80 στο στάδιο των Δελφών, όπου παίχτηκε η σπουδαία παράσταση του προσκεκλημένου από τον Θόδωρο Τερζόπουλο Μπομπ Ουίλσον «Το βλέμμα του κουφού» μπροστά σε λίγους θεατές ότι θα ’ρχόταν η στιγμή μιας συνάντησης μαζί του... Να λοιπόν μια απρόσμενη περιπέτεια, ένας άλλος δρόμος στο θεατρικό παιχνίδι, κάτι διαφορετικό από τις μέχρι σήμερα συνεργασίες, ένα αληθινό ρίσκο!». Η Καρυοφιλλιά Καραμπέτη  από την άλλη ανέφερε: «δουλεύοντας όμως μέσα σ’ αυτό το μοναδικό σύμπαν που δημιουργεί, η μαγεία διαποτίζει κάθε σου κύτταρο και θέλεις να δώσεις κι εσύ τον καλύτερό σου εαυτό. Και βέβαια διδάσκεσαι συνεχώς από την ανεξάντλητη σοφία του και την απίστευτη αισθητική του. Σπουδαία εμπειρία». Τέλος, η Λουκία Μιχαλοπούλου είχε δηλώσει: «Να ακούμε με τα μάτια και να βλέπουμε με τα αυτιά» είναι από τις πιο αγαπημένες μου παρατηρήσεις του. Και ενώ οι πρόβες είναι τρομερά απαιτητικές και πραγματικά δεν ξέρεις κάποιες στιγμές αν θα αντέξεις... μας λέει «Have fun» – και το εννοεί».

Οι εκθέσεις του στην Ελλάδα

Ο Ρόμπερτ Γουίλσον είχε παρουσιάσει τέσσερις εκθέσεις στην γκαλερί Bernier/ Eliades. H τελευταία του είχε τίτλο «Καρέκλες και κουκουβάγιες». Η τελευταία του συμμετοχή σε εικαστικό γεγονός της χώρας μας ήταν η συμμετοχή του στα Plasmata 3 της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση στο Πεδίον του Άρεως με το έργο του «Kool, Snowy Owl, (Horizontal Blue)». 

Αντί επιλόγου

Κλείνουμε με μια φράση που είχε ο ίδιος αναφέρει σε μια από τις συνεντεύξεις που είχε παραχωρήσει στην Αthens Voice το 2022: «Στο μέλλον όλα θα είναι διαφορετικά κι όμως όλα παραμένουν τα ίδια. Αυτό που βιώνουμε σήμερα, θα είναι διαφορετικό την επόμενη στιγμή. Το μόνο που είναι σταθερό είναι η αλλαγή».