Θεατρο - Οπερα

Ορέστης Τζιόβας: Η κωμωδία προκύπτει μέσα από μια τραγικότητα

Ο δημοφιλής ηθοποιός μας μίλησε με αφορμή την παράσταση «Χάσαμε τη θεία-Στοπ» στο Αίθριο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος»

Νίκη - Μαρία Κοσκινά
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Ορέστης Τζιόβας πρωταγωνιστεί στην κωμωδία «Χάσαμε τη θεία-Στοπ» του Γιώργου Διαλεγμένου, σε σκηνοθεσία Χρήστου Τριπόδη 

Ο Ορέστης Τζιόβας αυτό το διάστημα υποδύεται τον Θανάση στο «Χάσαμε τη θεία-στοπ» στο Αίθριο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», το οποίο με ένα μικρό διάλειμμα θα συνεχιστεί μέχρι και τα μέσα Σεπτεμβρίου. Με αφορμή αυτήν την παράσταση μιλήσαμε για τον ρόλο του, για τα σοβαρά ζητήματα που πραγματεύεται η κωμωδία αυτή του Γιώργου Διαλεγμένου αλλά και για τα σχέδιά του για την επόμενη σεζόν. 

Συνέντευξη με τον Ορέστη Τζιόβα για την παράσταση «Χάσαμε τη θεία-στοπ» στο Αίθριο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος»

Θέλω να μου πεις πρώτα απ' όλα πώς ήταν η πρώτη σου αντίδραση όταν διάβασες το σενάριο για το «Χάσαμε τη Θεία-στοπ»
Το κείμενο είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον και γραμμένο σε μια γλώσσα απλή και καθημερινή, όπως μιλάμε εμείς τώρα, με τις παύσεις μας, με το ότι πεταγόμαστε από το ένα θέμα στο άλλο. Ο Γιώργος Διαλεγμένος έχει μελετήσει με μεγάλη δεξιοτεχνία ακόμη και τα αποσιωπητικά ή τα «ε».  Ωστόσο, την πρώτη φορά που το διάβασα δεν μου φάνηκε πολύ αστείο. Το αναφέρω αυτό επειδή ο Χρήστος Τριπόδης, ο σκηνοθέτης και παραγωγός μας, μου είχε πει ότι θα μου στείλει μια κωμωδία. Σε μια δεύτερη και τρίτη ανάγνωση όμως και αφού μπήκαμε στη συνέχεια και στις πρόβες, το κείμενο μου φαίνεται πλέον ξεκαρδιστικό. Είναι πολύ ενδιαδέρον γιατί προκύπτει μέσα από την τραγικότητα η κωμωδία. Και νομίζω ότι αυτό είναι και τελικά που κάνει το έργο πολύ σημαντικό, το ότι είναι αρκετά σκληρό.

Μας μεταφέρει αρκετά χρόνια πριν, σε μια Ελλάδα μετά τον Εμφύλιο, έτσι δεν είναι;
Ακριβώς. Ο συγγραφέας γράφει ότι βρισκόμαστε γύρω στο 1950. Εμείς το τοποθετήσαμε 195050-52, από τις αναφορές που έχει μέσα. Υπάρχει μεγάλη φτώχια στην Ελλάδα εκείνη την περίοδο. Επίσης επικρατούν οι ταμπέλες: κομουνιστής ή δεξιός. Και μαζί τους και ο κίνδυνος του να είσαι τοποθετημένος σε ένα από τα δυο άκρα. Το ζευγάρι ζει στο Γκαζοχώρι, στην περιοχή του Γκαζιού, όπου δούλευε ακόμα το εργοστάσιο και ξυπνάγανε κάθε πρωί από την μπουρού, που καλούσε τους εργάτες για δουλειά.

Πώς είναι ο ήρωας που υποδύεσαι;
Ο Θανάσης είναι οδηγούς φορτηγού σε εκκενώσεις βόθρων ενώ η σύζυγός του, η Ουρανία δεν εργάζεται. Ζουν στο σπίτι της θείας, που την προσέχουν επειδή είναι ετοιμοθάνατη, προσβλέποντας στην κληρονομιά καθώς είναι οι πιο κοντινοί της συγγενείς, χωρίς να είναι σίγουροι ότι θα τους γράψει κάτι. Ο Θανάσης είναι ένας αρκετά στερεοτυπικός χαρακτήρας. Μας θυμίζει πολύ τον νεοέλληνα που του φταίνε συνεχώς οι άλλοι. Επίσης συνεχώς διαμαρτύρεται ότι δεν πληρώνεται καλά και προσπαθεί για ένα να εξασφαλίσει κάποια καλύτερη αμοιβή. Αλλά δεν τοποθετείται ούτε ως κομμουνιστής, ούτε ως δεξιός. Λόγω του φόβου που ενέχει το να ανήκεις σε κάποια από τις δύο ομάδες εκείνη την περίοδο.

Πώς προσέγγισες τον χαρακτήρα; Τι δυσκολίες ενδεχομένως αντιμετώπισες;
Αυτό το κείμενο είναι έτσι γραμμένο ώστε ήρθε και κούμπωσε στο στόμα μου πάρα πολύ εύκολα. Όχι γιατί έχω κοινά με τον Θανάση. Δεν θα έλεγα ότι έχω κοινά. Αλλά είναι ένας χαρακτήρας πάρα πολύ «καθαρός» και αναγνωρίσιμος. Αυτή την γκρίνια, αυτό το «έλα μωρέ τώρα, εγώ ξέρω. Είμαι πιο έξυπνος, με έχουν ανάγκη, άρα θα τους χρησιμοποιήσω, θα τους εκμεταλλευτώ». Το κείμενο σχολιάζει το καπιταλιστικό σύστημα, γιατί ο ήρωας μιλάει πολύ για το αφεντικό του και για το γεγονός ότι κερδοφορεί εις βάρος του. Εδώ υπάρχει σαφώς μια αναλογία με το σήμερα. 

Επομένως θεωρείς ότι είναι ένα έργο που παραμένει διαχρονικά επίκαιρο δηλαδή ειδικά στο σήμερα που βρισκόμαστε πάλι και σε κρίση και σε οικονομική κρίση και υπάρχουν και οι πόλεμοι γύρω γύρω;
Θα έλεγα ότι παραμένει επίκαιρο, αλλά με τις αναλογίες. Πρώτον σχετικά με τους πολέμους, πιστεύω ότι πάντα σε αφορούν, είτε έμμεσα είτε άμεσα. Από εκεί και πέρα, στο ζήτημα της οικονομικής κρίσης, στο έργο σίγουρα μιλάμε για μεγαλύτερη φτώχια από αυτή που βιώνουμε στις μέρες μας. Διαφορετικά είναι το πράγματα που σου λείπουν τώρα από εκείνα που σου έλειπαν τότε. Τώρα υπάρχει σαφώς η πίεση του πώς θα βγάλουμε τον μήνα, όταν κατά μέσο όρο κάποιος παίρνει 800-900 ευρώ μηνιαίως ενώ πληρώνει ενοίκιο τουλάχιστον 500 ευρώ. Μετά σκέφτεται να συγκατοικήσει είτε με φίλους είτε με τη σχέση του αναγκαστικά γιατί θα είναι πιο οικονομικό. Αυτήν την αναλογία την κάνουμε όλοι πολύ εύκολα στο μυαλό μας βλέποντας το έργο. Τέλος, στο ζήτημα της κληρονομιάς, δεν νομίζω ότι έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα, σε σχέση με αυτά που περιγράφει το κείμενο.

Ο Ορέστης Τζιόβας στον ρόλο του Θανάση στο «Χάσαμε τη θεία-STOP»

Γνωριστήκατε κιόλας με τον συγγραφέα του έργου, Γιώργο Διαλεγμένο κατά τη διάρκεια των προβών. Σας έδωσε κάποια tips;
Ήρθε σε μια πρώιμη πρόβα, όταν ακόμα δουλεύαμε πάνω στους ρόλους μας. Και μας έδωσε πολλές κατευθυντήριες γραμμές. Αυτός μάλιστα έχει υποδυθεί τον Θανάση σε παράσταση. Οπότε , μου έδωσε λίγο από το χρώμα του ήρωα, από τον ήχο του. Αυτό πήρα περισσότερο. Και με τη συμβολή του πήγα τον ρόλο μου ένα βήμα παραπέρα.

Τι feedback έχεις πάρει μέχρι τώρα από τον κόσμο;
Η παράσταση εξελίσσεται συνεχώς, σε όλο αυτό το διάστημα. Το feedback είναι πάρα πολύ θετικό. Στον κόσμο αρέσει πάρα πολύ. Και κρατάω περισσότερο από όλα το ότι ενώ γελάει πάρα πολύ στο έργο, στο τέλος μας λέει ότι είναι σκληρό. Είναι πολύ σημαντικό να το καταφέρνει αυτό μια κωμωδία. Δηλαδή να μην προκαλεί μόνο το γέλιο αλλά να αγγίζει και πιο βαθιά τον θεατή. 

Πιστεύεις ότι χαλαρώνει έναν ηθοποιό μια κωμωδία ή μπορεί να τον προβληματίσει εξίσου όσο και ένα δραματικό κείμενο. Εσύ το προηγούμενο διάστημα υποδύθηκες πιο δραματικούς ρόλους. Με τον Θανάση χαλάρωσες;
Κωμωδία έχω αρκετό καιρό να κάνω. Ωστόσο σε όλους τους ρόλους υπήρχαν κωμικά στοιχεία. Και στο «Ριχάρδο». Και στο «Όσα παίρνει ο άνεμος». Δεν θα έλεγα ότι ήταν δύσκολη μετάβαση. Η κωμωδία είναι ένα είδος που το αγαπώ πολύ, ειδικά όταν μπορεί να μας προβληματίσει και να μας κάνει να σκεφτούμε πιο βαθιά. Και νομίζω ότι αυτό έρχεται να κάμψει κάπως και τις άμυνες του θεατή. Το ζουμί του έργου το λαμβάνει λίγο πιο ανώδυνα, γιατί χαλαρώνει από τις στιγμές γέλιου. Και στη συνέχεια είναι πιο ανοιχτός στο να αγγίξει αυτή την πολιτική διάσταση της παράστασης, δηλαδή τα μηνύματα που μεταφέρει για την εποχή, για την Ελλάδα του τότε, για την Ελλάδα του σήμερα, για το πώς είναι ο Έλληνας. Θεωρώ ότι η κωμωδία έχει αυτό το όπλο.  Οπότε δεν θα έλεγα ότι σε χαλαρώνει. Νομίζω ότι δεν μπορείς να βγάλεις πολύ καλή κωμωδία αν δεν ακολουθείς αυτήν την τραγικότητα του ήρωα σαν ηθοποιός. Το κοινό γελάει όταν πάσχει ο ήρωας αλλά μέσα του, σε ένα δεύτερο επίπεδο, αναρωτιέται για την πηγή των δεινών.

Σε κάθε σεζόν καταπιάνεσαι με πολλούς ρόλους. Για παράδειγμα αυτήν την περίοδο συνέπεσαν οι παραστάσεις του «Όσα παίρνει ο άνεμος» με τις πρόβες του «Χάσαμε τη θεία-στοπ». Εκεί σε αυτή τη μετάβαση, επειδή οι δύο ρόλοι ήταν τελείως διαφορετικοί, υπήρχε μια δυσκολία στο να μπορέσεις να μπεις από τον ένα ρόλο στον άλλο;
Είμαι πια αρκετά χρόνια ενεργός επαγγελματίας -από το 2007- οπότε δεν με δυσκολεύει καθόλου η μετάβαση. Ούτως ή άλλως αυτό αποτελεί και το πιο βασικό κομμάτι της δουλειάς μου, δηλαδή το να ερμηνεύω χαρακτήρες και να παίρνω προσλαμβάνουσες από τη δική μου ζωή.  Αυτό που κάνω εγώ όταν δουλεύω έναν χαρακτήρα είναι ότι προσπαθώ να τον φέρω πιο κοντά σε μένα. Σαν να υπάρχει μια γραμμή ανάμεσα στον ρόλο και στον δικό μου χαρακτήρα και τα δικά μου βιώματα και εγώ προσπαθώ να ισορροπήσω πάντα κάπου στη μέση.

Στο θέμα του συγκεκριμένου έργου υπάρχει και η έννοια της οικογένειας. Τι σηματοδοτεί για σένα η έννοια της οικογένειας, κυρίως όπως αποτυπώνεται στην παράσταση.
Στην παράσταση αποτυπώνεται ένα πολύ σκληρό κομμάτι της οικογένειας. Βλέπουμε σε αυτό το ζευγάρι ότι τους κρατάει κοντά ένα συμφέρον και μία ανάγκη του ενός για τον άλλον πολύ πρακτική και μόνο και όχι τόσο συναισθηματική και ουσιαστική. Όσο για το ζήτημα της κληρονομιάς, είναι σαν να ακολουθείται το γράμμα του νόμου που λέει ότι αν χαθεί ένα συγγενικό πρόσωπο θα πάρει στην κληρονομιά αυτός που έχει τη συγγένεια πρώτου βαθμού. Όλο αυτό μου φαίνεται μια πολύ συμφερολοντολογική λειτουργία της οικογένειας και δεν έχει καμία σχέση με το πώς βλέπω εγώ τον θεσμό. Για μένα η οικογένεια είναι οι ισχυροί δεσμοί που τιμώνται από τη ζωή και από τις πράξεις των μελών της. Δεν έχει να κάνει με την εξ αίματος σχέση. Εγώ άλλωστε δεν έχω δημιουργήσει μια οικογένεια με τη στενή έννοια του όρου (σύζυγο, παιδιά κτλ). Ωστόσο, έχω ανθρώπους που έχω επιλέξει να είναι παρόντες στη ζωή μου και να υπάρχει μεταξύ μας μια ανταλλαγή συναισθημάτων -αλλά και υλικών αγαθών ακόμα- πολύ αληθινή που βασίζεται στην πραγματική αγάπη και όχι στην εξ αίματος συγγένεια. Θεωρώ ότι στο όνομα της εξ αίματος συγγένειας έχουν γίνει πολλές φορές τα μεγαλύτερα τέρατα, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει στο κομμάτι της κληρονομιάς που θίγει και το έργο.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου;
Το «Χάσαμε τη θεία-Στοπ» παίζεται μέχρι τις 3 Αυγούστου στο Αίθριο του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος». Μετά κάνουμε μια παύση και 28/8 ξανα-ξεκινάμε μέχρι μέσα Σεπτέμβρη. Με κάποιες αντικαταστάσεις θα συνεχιστεί στο ανακαινισμένο Φιλίπ στην Κυψέλη, το φθινόπωρο. Ο παλιός κινηματογράφος αναδιαμορφώνεται ως θέατρο από τον παραγωγό και σκηνοθέτη μας Χρήστο Τριπόδη. Και θα είμαστε εκεί μέχρι και τον Ιανουάριο. Τον Σεπτέμβριο θα συνεχιστεί για λίγες παράστάσεις το «Όσα παίρνει ο άνεμος» στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Παράλληλα, έχω ξεκινήσει πρόβες με την Ελένη Σκότη για το Σύγχρονο Θέατρο. Θα ανεβάσει ένα αμερικάνικο κείμενο του Σαμ Σέπαρντ του 1985 με τον τίτλο «Ένα ψέμα του μυαλού». Είναι τεράστια τιμή που μου ζήτησε να συνεργαστούμε γιατί δεν έχουμε ξαναδουλεψει μαζί και είναι μια πάρα πολύ καλή σκηνοθέτις. Ακόμη, θα συμμετέχω και σε μια ανεξάρτητη σειρά που θα προβληθεί στο εξωτερικό και ενδέχεται να έρθει και στην Ελλάδα. Αλλά δεν μπορώ να αποκαλύψω περισσότερα για αυτό το πρότζεκτ. Τέλος, συζητάω και για μια κινηματογραφική δουλειά.

O Ορέστης Τζιόβας ως Ρετ Μπάτλερ στο «Όσα παίρνει ο άνεμος» © Κική Παπαδοπούλου

Στη μέχρι τώρα πορεία σου στον χώρο υπήρχαν άνθρωποι δάσκαλοι ή ακόμα και συνεργάτες σου οι οποίοι έπαιξαν κομβικό ρόλο στην εξέλιξή σου που σε ενέπνευσαν που θα ήθελες να αναφέρεις
Δεν συνηθίζω να το κάνω αυτό. Ο μόνος που μπορώ να αναφέρω -και το κάνω πάντα- είναι ο Κώστας Χαλκιάς που με βοήθησε πολύ στο ξεκίνημά μου πριν δώσω καν εξετάσεις για τη δραματική σχολή. Είναι ο πατέρας του Ορέστη Χαλκιά, ένας άνθρωπος γεννημένος δάσκαλος που ασχολείται πάρα πολύ με τα παιδιά. Κατά τα άλλα σε όλη αυτή την πορεία μου συνάντησα πάρα πολλούς ανθρώπους που με ενέπνευσαν. Και θα πω ότι ακόμα κι από αυτούς που δεν μου έδωσαν κάτι καλό, κάτι κέρδισα και από την αρνητική εμπειρία μαζί τους. Γενικώς, ωστόσο, θα μπορούσα να πω ότι στην πορεία μου μέχρι τώρα συνάντησα ανθρώπους με πολύ φως. 

INFO
«Χάσαμε τη Θεία Στοπ» στο θέατρο Φιλίπ Ελληνικό
Διάρκεια: 90 λεπτά'

<p>Μαύρη κωμωδία για τη φτώχεια και τα όνειρα της δεκαετίας του ’50</p>

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Χρήστος Τριπόδης
  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Ορέστης Τζιόβας, Τζόυς Ευείδη, Γιώργος Σουξές, Τζένη Διαγούπη, Αντριάνα Ανδρέοβιτς, Νατάσσα Κοτσοβού, Βασίλης Γιαννέλος, Βαλεντίνο Βαλάσης.
  • ΘΕΑΤΡΟ: Θέατρο Φιλίπ
Δες αναλυτικά