Θεατρο - Οπερα

Κική Μαυρίδου: Κατάθεση ψυχής και σώματος στο θέατρο

«Αν θες να ανέβεις στη θεατρική σκηνή, πρέπει να αποκαλυφθείς»

Villy Calliga
ΤΕΥΧΟΣ 883
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Προτζέκτορας: Η Κική Μαυρίδου, θεατρική συγγραφέας, ηθοποιός και ποιήτρια μιλάει για τη διαδρομή της στον χώρο του θεάτρου και της ποίησης

Κάμποσα χρόνια πριν, μια οκτάχρονη πιτσιρίκα ξεκινάει το ταξίδι της από τη Θεσσαλονίκη έως το Wiesbaden με τρένο. Μαζί με τις αποσκευές της κουβαλάει κάτι πολύτιμο. Την αγάπη της για το θέατρο. Στα δεκατέσσερά δημοσιεύει στη «Frankfurter Allgemeine» το πρώτο της ποίημα, στα δεκαέξι ανεβάζει την πρώτη της θεατρική παράσταση, παρουσία του υπεύθυνου Παιδείας του ελληνικού προξενείου. Το να ασχοληθεί με το θέατρο είναι για αυτήν τόσο αυτονόητο όσο και το ότι αναπνέει. Κατά παραίνεση της οικογένειάς της όμως δίνει εξετάσεις και γίνεται δεκτή στην Johannes Gutenberg University of Mainz. Παράλληλα δίνει εξετάσεις στην Ελλάδα και επιτυγχάνει στη Νομική Σχολή Κομοτηνής.

Είναι 2023 όταν το όνομα του κοριτσιού ακούγεται στα 12α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης. Κική Μαυρίδου. Η συγγραφέας του θεατρικού μονολόγου «Η μάνα αυτουνού» που απέσπασε το Β'Βραβείο Κοινού και έφερε το Βραβείο Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας στη Ράνια Σχίζα ως μητέρα του συγγραφέα Κώστα Ταχτσή. Μια παράσταση που παίζεται για τέταρτη συνεχή σεζόν στο θέατρο Vault. Γιατί το μικρό κορίτσι με τη μεγάλη αγάπη για το θέατρο έκανε αυτό που τελικά ήθελε. Κατέθεσε την ψυχή και το σώμα του σε αυτό.

Συναντηθήκαμε με την Κική Μαυρίδου και μιλήσαμε για τη διαδρομή της. Μια διαδρομή που διανύθηκε με πείσμα, αφοσίωση και αγάπη.

© Villy Calliga

Κική Μαυρίδου: Συνέντευξη για τη ζωή της και την τέχνη

Η αγάπη για το θέατρο ρίζωσε μέσα σου νωρίς.
Δεν ξέρω αν γεννήθηκα με την αγάπη ριζωμένη στα σπλάχνα μου ή αν μου τη μετέδωσε η μητέρα μου που το λάτρευε και με πήγαινε συνέχεια σε παραστάσεις. Από παιδί διψούσα για θέατρο, μακριά του δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Σκέψου ότι στη Γερμανία υπήρχε ένα γαλλικό κανάλι, το TV5, που έδειχνε θεατρικές παραστάσεις κι εγώ τις παρακολουθούσα ανελλιπώς κι ας μην καταλάβαινα λέξη.

Πώς προέκυψαν οι νομικές σπουδές;
Ήταν η εποχή που οι περισσότεροι γονείς, αν δεν άνηκαν στον καλλιτεχνικό χώρο, δεν ήθελαν το παιδί τους να γίνει καλλιτέχνης. Θυμάμαι πως η αγαπημένη μου γιαγιά, μια γυναίκα που είχε γεννηθεί το 1930, θεωρούσε τις ηθοποιούς ιερόδουλες. Πέρα από αυτό, νοσταλγούσα την Ελλάδα. Στη Γερμανία με αντιμετώπιζαν ως Ελληνίδα και στην Ελλάδα ως Γερμανίδα – και εκεί και εδώ, δηλαδή, ως ξένη. Οι σπουδές στην Κομοτηνή εξασφάλιζαν την επιστροφή μου στη χώρα που ήθελα να ανήκω.

Μίλησέ μας για την επιστροφή σου.
Με το που φτάνω, παράλληλα με τις σπουδές μου, ξεκινάω θέατρο στο Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κομοτηνής. Κάνω ραδιόφωνο, γράφω σε εφημερίδες, δημοσιεύω ποιήματά μου. Τελειώνω τις σπουδές, ασκώ δικηγορία στη Θεσσαλονίκη –παρέμεινα στο Δ.Σ. Θεσσαλονίκης μέχρι το 2011–, ενώ ξεκινώ σπουδές στο Τμήμα Θεάτρου της Καλών Τεχνών και στο εργαστήρι της Πειραματικής Σκηνής της Τέχνης με δασκάλους τους Σταμούλη, Ζηβάνο, Οικονόμου και τον Ναζίρη. Τελειώνω τις θεατρικές σπουδές μου και τον Ιούνιο του 2002 αποφασίζω εντελώς ξαφνικά και χωρίς να γνωρίζω κανέναν και τίποτα να μετακομίσω στην Αθήνα.

Ήταν όπως τα φανταζόσουν εδώ;
Οι πρώτες ακροάσεις με απογοήτευσαν. Συνειδητοποίησα ότι αν όχι σε όλες τις περιπτώσεις, στις περισσότερες, το να σε επιλέξουν δεν ήταν θέμα ικανοτήτων ή ταλέντου αλλά δημοσίων σχέσεων και κατάλληλων γνωριμιών.

© Villy Calliga

Πώς το διαχειρίστηκες;
Πιστεύω στη συνεχή εκπαίδευση του ηθοποιού οπότε άρχισα να παρακολουθώ κύκλους σεμιναρίων, όπως για παράδειγμα με τον Ιάπωνα Yoshi Oida, ενώ δούλευα σέρβις και μπαρ για να εξασφαλίσω τα προς το ζην. Και φυσικά έγραφα πυρετωδώς.

Και κάπως έτσι γεννήθηκε η πρώτη ποιητική σου συλλογή...
Το 2010, με τίτλο «Έρωτας σε πρώτο πρόσωπο». Είχε ανέλπιστα θερμή υποδοχή, ξεπούλησε τους πρώτους έξι μήνες και για τρεις μήνες βρισκόταν στα δέκα πρώτα ευπώλητα του περιοδικού «Διαβάζω». Ποίημα από αυτή τη συλλογή επιλέχθηκε από τον Κακλέα για τη «Λυσιστράτη» του, στην Επίδαυρο. Πολλές φορές λέω «Μπορεί να μην έχω παίξει εγώ Επίδαυρο, αλλά έχει παίξει ποίημά μου» (γέλια).

Το 2011, γνωρίζεις έναν άνθρωπο με τον οποίο συνεργάζεστε μέχρι σήμερα. Τον Δημήτρη Καρατζιά.
Πρωτοανέβηκα στο σανίδι του Vault με την παράσταση «Η μαμά μου ποτέ δεν πεθαίνει» σε σκηνοθεσία δική του. Μια παράσταση βασισμένη στο βιβλίο της Claire Castillion, δώρο φίλου λόγω της ασθένειας της μητέρας μου από καρκίνο. Όταν το είδα, κρίνοντας από το εξώφυλλο που ήταν κόμικ, το σνόμπαρα. Όταν όμως το διάβασα συγκλονίστηκα και το πρότεινα στους συνεργάτες του Vault ώστε να μετουσιωθεί σε παράσταση.

Η Κική Μαυρίδου στην παράσταση «Elizadeath», σε σκηνοθεσία Δ. Καρατζιά © Χριστίνα Φυλακτοπούλου

H μακροχρόνια σχέση σου με το Vault σημαίνει ότι δεν είσαι ανοικτή σε άλλες συνεργασίες;
Κάθε άλλο. Εννοείται ότι είμαι ανοικτή! Οι καλλιτέχνες είναι σαν τα πουλιά, ελεύθεροι πάντα να ταξιδέψουν, να ανακαλύψουν και να γνωρίσουν νέους κόσμους.

Παρατηρώ από την κουβέντα μας ότι η μορφή της μητέρα σου είναι παρούσα καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής σου.
Η σημαντικότερη μορφή στη ζωή μου και η σημαντικότερη απώλεια. Τα συναισθήματα και οι μνήμες μου γέννησαν την ποιητική συλλογή «Εξάρτηση» που της αφιέρωσα.

Μνήμες, εμπειρίες, βιώματα. Τι σημαίνουν για έναν ηθοποιό;
Ο ηθοποιός παίζει με αυτά, τα ανακαλεί. Η τεχνική δεν έχει νόημα αν δεν περιέχει συναίσθημα. Αν θες να ανέβεις στη σκηνή, πρέπει να αποκαλυφθείς. Αυτό είναι επίπονο. Το θέατρο δεν είναι μόνο η παράσταση, είναι και η δουλειά που έχουμε κάνει με τον εαυτό μας μέχρι να φτάσουμε ως εκεί.

Αυτό είναι κάτι που μεταφέρεις στους μαθητές σου στα σεμινάρια υποκριτικής στο Vault;
Ναι. Άλλωστε δεν αποβλέπουν όλοι στο να γίνουν ηθοποιοί, κάποιοι θέλουν να δουλέψουν τους φόβους τους, τις αναστολές τους. Όσο πιο απελευθερωμένος είσαι στη ζωή τόσο θα είσαι και στο σανίδι. Και είναι συγκινητικό να βλέπεις ανθρώπους να σπάνε τελικά το σκληρό τους περίβλημα και να ανακαλύπτουν δυνατότητες που δεν γνώριζαν ότι είχαν.

© Villy Calliga

«Μεθυσμένοι κόνδορες», το νέο υπό έκδοση βιβλίο σου. Τι αφορά;
Είναι μικρά ταξίδια μνήμης και ποίησης. Ζήτησα από δεκαεφτά ανθρώπους να με πάνε σε ένα σημείο της Αθήνας που είναι για αυτούς σημαντικό γιατί έγινε εκεί κάτι πολύ «δικό» τους και να το μοιραστούν μαζί μου. Μεταξύ τους οι Σπύρος Ορνεράκης, Μελίνα Κανά, Γιάννης Ξανθούλης, Γιάννης Κακλέας, Γιούλικα Σκαφιδά, Φωτεινή Βελεσιώτου κ.ά. Οι κουβέντες μας περιστρέφονται γύρω από τον έρωτα, τη φιλία, τη μοναξιά κ.λπ. και κάθε μια από αυτές συνοδεύεται από δύο ποιήματά μου.

Πάνω σε τι δουλεύεις αυτή την εποχή;
Γράφω τηλεοπτικά σενάρια και δουλεύω τους διαλόγους μιας κωμωδίας που θα βγει σύντομα σε μεγάλο τηλεοπτικό κανάλι.