Θεατρο - Οπερα

Ρίζες από βαμβάκι: Ποιος είναι ο Αίαντας της μικρής Επιδαύρου;

Βασισμένο στον Αίαντα του Σοφοκλή, το νέο έργο του κύκλου Contemporary Ancients διαδραματίζεται σε ένα χωριό του Έβρου το 1978

Ιωάννα Γκομούζα
ΤΕΥΧΟΣ 836
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Κάλλια Παπαδάκη και η Έφη Θεοδώρου μιλούν για το «Ρίζες από βαμβάκι» που παρουσιάζεται στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2022.

Το σκηνικό στην ορχήστρα του μικρού θεάτρου, ανάμεσα στα περιβόλια της Αρχαίας Επιδαύρου και τη θάλασσα, λιτό. Ένα σιδερένιο τραπέζι στεγάζει μια μάζωξη οικογενειακή σε πλήρη απαρτία μετά από καιρό. Θα μπορούσε να βρίσκεται μες στα βαμβακοχώραφα στον Έβρο που τα χορεύει ο άνεμος, εκεί που η οικογένεια του Αίαντα κερδίζει το βιος της, εκεί που κι ο ίδιος επιστρέφει το 1978 ως νεοδιορισμένος φιλόλογος με όνειρα να κάνει μια καινούργια αρχή καλλιεργώντας χωρίς χημικά τα στρέμματα που του αναλογούν. Η διάψευση δε θα αργήσει να έρθει. Κοφτή και κοφτερή σαν τις κουβέντες που ανταλλάσουν οι χαρακτήρες μεταξύ τους. Τα πατρογονικά χωράφια όλα κληρονομιά στον αδελφό του Οδυσσέα που έμεινε πίσω να δουλέψει τη γη, ενώ εκείνος έφυγε για σπουδές και «πέρασε η ώρα του». «Πού να βρεις λίγη αγάπη; Μια αγκαλιά να θυμηθείς πώς κάποτε ήσουν κι εσύ παιδί» μονολογεί νιώθοντας την αδικία, πως κανείς δεν τον λογαριάζει. Και η αγάπη του γίνεται λαίλαπα. Καίει τα σπαρτά, το πατρικό σπίτι. Αφανίζει τελικά και τον ίδιο.

Κάπως έτσι ξετυλίγεται το νήμα στο «Ρίζες από βαμβάκι» που κάνει πρεμιέρα στις 15 και 16 Ιουλίου. Ανάθεση του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου στην Κάλλια Παπαδάκη, στο πλαίσιο του κύκλου Contemporary Ancients για τη δημιουργία νέων θεατρικών έργων με αφετηρία κείμενα της αρχαίας δραματουργίας, είναι εμπνευσμένο από τον Αίαντα του Σοφοκλή. «Επίλεξα να συνομιλήσω με τον “Αίαντα” γιατί θέλησα να μιλήσω για τη βία που κατοικεί στα λόγια, στις πράξεις, στα όνειρά μας όταν συνθλίβονται» λέει η συγγραφέας. «Κράτησα την αρχική δραματουργική συνθήκη, της προσωπικής ματαίωσης, και την έσπειρα σε μια αγροτική οικογένεια της επαρχίας, φύτεψα τους σπόρους ενός οικογενειακού εμφυλίου που έχει ρίζες βαθιές – ακόμα και στην Ιστορία του τόπου. Μέχρι πού μπορεί να φτάσει κανείς για να υπερασπιστεί τον εαυτό του απέναντι σε ό,τι θεωρεί άδικο; Κληροδοτείται η βία; Παύει ποτέ ο σπόρος του κακού; Ο Αίαντας με συγκινεί γιατί φέρει αυτή την προσωπική ματαίωση. Το να σε ξεπερνά η εποχή σου, να πιστεύεις ότι αξίζεις και να μη σου δίνεται η ευκαιρία να λάμψεις».

Την πρό(σ)κληση του πρώτου ανεβάσματος (αν)έλαβε η καλλιτεχνική διευθύντρια του ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης Έφη Θεοδώρου. Τη γοήτευσε το έργο, ομολογεί, γιατί εντόπισε στο υπόβαθρό του έννοιες κλασικές και διαχρονικές. «Δεν αφορά απλώς στην ελληνική οικογένεια, την παθογένειά της, την αυτοχειρία ενός νέου. Κάτω από αυτά μπορείς να μιλήσεις για το έλλειμμα της αγάπης και της εμπιστοσύνης στους νέους ανθρώπους, τη ματαίωση. Το κεντρικό θέμα είναι το αίτημα για αγάπη –η αγάπη για την ελευθερία, την αυτοδιάθεση, την αποδοχή της διαφορετικότητας. Η παρουσία του Αίαντα προσλαμβάνει έναν αποκαλυπτικό χαρακτήρα  για τους άλλους. Με την αυτοκτονία του είναι σαν να υψώνει καθρέφτες για να αντικρίσουν τους εαυτούς τους και να απελευθερωθούν. Πλέον τα ξαναβλέπουν όλα αλλιώς». Διαβάζοντας το κείμενο είδε μπροστά της ήρωες μοναχικούς, πονεμένους, εύθραυστους, που δεν τολμούν να μιλήσουν ανοιχτά, ψυχές που σκλήρυνε ο μόχθος. Είδε, όμως, και τη διαφυγή μέσα από το όνειρο. «Υπάρχει ένα δίπολο αγριότητας-τρυφερότητας, σ’ αυτό προσπάθησα να στηριχθώ» συμφωνεί η Κάλλια Παπαδάκη.

Το κείμενο έχει γρήγορο ρυθμό και η Θεοδώρου με τη σκηνοθεσία της θα επιδιώξει να διαστέλλει και να συστέλλει τον χρόνο, με παράλληλες δράσεις/εικόνες και όλα τα πρόσωπα –του αυτόχειρα συμπεριλαμβανομένου– διαρκώς στην σκηνή. Παίζει με τη μολιερική συνθήκη, στην οποία και οι νεκροί ήρωες ορθώνονται ξανά, σημειώνει. Μέχρι τέλους μπροστά μας, λοιπόν, ο Αίας θα αναζητά την αγάπη και την αποδοχή. «Θα ’θελα να ’μουν ρίζα να με φροντίσεις. Κλαδάκι να με στηρίξεις. Φύλλο φαγωμένο να με γιατρέψεις. Μπουμπούκι να με κρατήσεις. Κι αν τύχει και μαραθώ να με κάνεις λίπασμα να ξαποστάσω»…

Πώς θα ’θελαν να βγει το κοινό από την παράσταση; Συγκινημένο, με διάθεση για αναστοχασμό, αλλά και πιο έτοιμο να ανοιχτεί. «Ο καθρέπτης του Αίαντα να στραφεί στους θεατές και να πυροδοτήσει την έκφραση, τις εξομολογήσεις, την επικοινωνία, συναισθηματικές εκρήξεις. Να σηκωθεί εκείνη τη στιγμή κάποιος και να πει μια μεγάλη αλήθεια του μπροστά σε όλους».