Θεατρο - Οπερα

Οι Ginger Creepers και ο τελευταίος λύκος στο Γκύζη

Τι είναι το exhibition theatre; Ποια ήταν η ιστορία του τελευταίου λύκου της Εξτρεμαδούρα; Και γιατί να ανοίξεις μια... Παρένθεση στου Γκύζη; Οι Ginger Creepers μοιράζονται τα τελευταία τους νέα

Ιωάννα Γκομούζα
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Καθόμαστε Σε Ένα Τραπέζι. Ο Ένας Κοιτάει Τις Γρίλιες. Από Κάπου Ακούγεται Ο Τελευταίος Λύκος»: η παράσταση των Ginger Creepers στον νέο χώρο Παρένθεση.

Εικαστική έκθεση, θεατρική περφόρμανς ή κάτι ανάμεσα; Ο όρος exhibition theatre με τον οποίο οι Ginger Creepers συστήνουν τη νέα τους δράση σε προκαλεί να ανακαλύψεις τι προτείνουν. Πόσο μάλλον που η παράστασή τους με τον μακρόσυρτο, ανησυχαστικό τίτλο «Καθόμαστε Σε Ένα Τραπέζι. Ο Ένας Κοιτάει Τις Γρίλιες. Από Κάπου Ακούγεται Ο Τελευταίος Λύκος» βασίζεται σε ένα αμετάφραστο στην Ελλάδα έργο του Ούγγρου διάσημου συγγραφέα –και συνεργάτη του κινηματογραφιστή Μπέλα Ταρ– Λάσλο Κρασναχορκάι.

Ginger Creepers, «Καθόμαστε Σε Ένα Τραπέζι. Ο Ένας Κοιτάει Τις Γρίλιες. Από Κάπου Ακούγεται Ο Τελευταίος Λύκος»

Κολλητοί φίλοι, με κοινή καλλιτεχνική σκέψη και ανησυχίες, ο Γρηγόρης Χατζάκης και ο Χρήστος Καπενής επιδιώκουν μέσα από τις δουλειές τους να επαναδιαπραγματευούν τη λειτουργία των πραγμάτων στο θέατρο, ισορροπώντας κάποιες φορές σε ένα χώρο μεταξύ διαφορετικών τεχνών. Μέσα στην καραντίνα λάνσαραν το ραδιοπτικό θέατρο, ένα οπτικοακουστικό είδος που φλερτάρει με τη φόρμα της βίντεο τέχνης αλλά έλκει την καταγωγή του από το ραδιοφωνικό θέατρο, ενώ για μια μεταιχμιακή, πειραματική συνθήκη σε προδιαθέτει και ο τρόπος που συστήνουν το ντουέτο τους ως «θεατρική» μπάντα.

«Το Ginger Creepers προέκυψε από μία συζήτηση γύρω από την πρώτη παράσταση που ετοιμάζαμε με τίτλο “Ο ήχος που έχει το χώμα στο μικροσκόπιο”, όταν αναζητούσαμε όνομα για τη φανταστική μπάντα που θα πρωταγωνιστούσε στο έργο. Στη διαδικασία αυτή, αποφασίσαμε να ονομάσουμε έτσι και τη δική μας “θεατρική” μπάντα. Έτσι λίγο-πολύ θέλουμε να λειτουργούμε και εμείς σαν μία μπάντα, όσον αφορά στο παιχνίδι και τον προσωπικό αυτοσχεδιασμό που προκύπτει από την καθημερινή τριβή και τις πληροφορίες που μας ανατροφοδοτεί η καθημερινότητα. Να δοκιμάζουμε πράγματα, να τα πετάμε, να κρατάμε άλλα στο συρτάρι για κάποια άλλη περίπτωση, να πειραματιζόμαστε με τις φόρμες, να δοκιμάζουμε τελείως εξωγενή υλικά από τα βασικά θεατρικά και να βρίσκουμε νέους τρόπους να επικοινωνήσουμε».

Η νέα περφόρμανς των Ginger Creepers έχει ως αφετηρία το έργο "Ο τελευταίος λύκος" του Λάσλο Κρασναχορκάι

Επιστρέφοντας στη δράση με ζωντανό κοινό, αυτό το διάστημα μας προσκαλούν στη βάση τους, το νέο χώρο Παρένθεση, σε μια ανηφοριά πίσω από τον Άρειο Πάγo, στου Γκύζη, και νοερά στην Εξτρεμαδούρα της Ισπανίας. Εκεί όπου ένας καθηγητής φιλοσοφίας ταξιδεύει με στόχο τη συγγραφή ενός άρθρου για την ανάπλαση της περιοχής. Αναζητώντας έμπνευση για το κείμενό του, ο ήρωας του βραβευμένου με Booker συγγραφέα Λάσλο Κρασναχορκάι πέφτει πάνω σε ένα άρθρο που αναφέρει πως εκεί ήταν που «αποδήμησε ο τελευταίος λύκος» της ευρύτερης περιοχής. Η φράση κεντρίζει το ενδιαφέρον του και στρέφει όλη του την προσοχή στην αναζήτηση της ιστορίας του τελευταίου εκείνου λύκου...

Τους ρωτώ τι κέντρισε το ενδιαφέρον τους ώστε να καταπιαστούν με αυτή την ιστορία και κατά πόσον υπάρχει κάποια σύνδεση σ’ αυτή την επιλογή τους με την κατάστασή μας σήμερα. «Επί της ουσίας αφορά στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση και τα βασικά ένστικτα επιβίωσής του μέσα από ένα ακραία υπαρξιακό πρίσμα. Αναζητά τους συσχετισμούς του ανθρώπου με το ζώο για να μπορέσει να κατανοήσει καλύτερα την μοναδικότητα, τη διαφορετικότητα και την ουσία του ανθρώπινου πνεύματος. Βασικά στοιχεία είναι η ανθρώπινη μισαλλοδοξία, η καταπάτηση του φυσικού τοπίου. Φυσικά είναι ακραία επίκαιρη η οικολογική αφύπνιση, αλλά πέρα από αυτό, την εποχή αυτή, κυρίως μετά από τα δύο χρόνια του lockdown που μας οδήγησε σε μία απομάκρυνση από τις κοινωνικές συναναστροφές, μας έφερε σε μία διαδικασία εσωστρέφειας και προσωπικής αναζήτησης και καλλιτεχνικά και κοινωνικά μας οδηγεί σε μία συζήτηση γύρω από τον άνθρωπο, από την κοινωνική του φύση και από την αναθεώρηση της θεατρικής πράξης».

«Καθόμαστε Σε Ένα Τραπέζι. Ο Ένας Κοιτάει Τις Γρίλιες. Από Κάπου Ακούγεται Ο Τελευταίος Λύκος»: η νέα περφόρμανς των Χρήστου Καπενή και Γρηγόρη Χατζάκη στην "Παρένθεση"

Ο ήρωας του Κρασναχορκάι είναι ένας καθηγητής φιλοσοφίας ο οποίος έχει παραιτηθεί από τα πάντα. Τι κερδίζει μέσα από αυτή την αναζήτηση του λύκου και τι θα θέλατε να κερδίσει ο θεατής;
Το τι κερδίζει ο ήρωας του συγγραφέα είναι κάτι που ούτε ακριβώς το ξεκαθαρίζει μέσα από το κείμενο ο συγγραφέας και σίγουρα είναι κάτι που θα ήταν προτιμότερο να το αναζητήσει και να το ανακαλύψει ο θεατής μέσα από την παράσταση. Όσον αφορά στο τι θέλουμε εμείς να κερδίσει ο θεατής μέσα από αυτό, μέσα από τη διαδικασία αυτή, θα ήταν ίσως να γίνει πιο ενεργός, όχι τόσο σωματικά όσο εγκεφαλικά. Να συλλέξει πληροφορίες τόσο από τα διαφορετικά έργα που βρίσκονται στον χώρο όσο και από την αφήγηση αλλά και τη δική μας δράση και να τα συναρμολογήσει με τη δική του διαδικασία, χωρίς να τον κατευθύνουμε μέσω μίας θεατρικής γραμμής, οριοθετώντας όσο το δυνατόν λιγότερο την αλληλουχία των σκέψεων και συσχετισμών του.

Τι είναι το exhibition theatre; Πώς θέλετε να λειτουργεί και γιατί νιώσατε την ανάγκη δημιουργίας αυτής της παραστατικής φόρμας;
Στην πραγματικότητα το exhibition theatre είναι μία έκθεση με θεατρική δομή. Ο θεατής παρακολουθεί μία έκθεση σύγχρονης τέχνης με διαφορετικά εκθέματα στο χώρο που όλα όμως συνθέτουν μία κοινή ιστορία. Παρατηρεί διάφορα έργα τα οποία μπορεί να αποκωδικοποιήσει ενδεχομένως κάπως πιο εγκεφαλικά στην αρχή, ενώ στην πορεία, όσο μπαίνει περισσότερο στην όλη λογική και εισάγεται και η αφήγηση στον χώρο, μπορεί να δώσει μία επιπλέον ερμηνεία των έργων που πλέον όμως αγγίζει πιο συναισθηματικά κέντρα. Αυτή η μετακίνηση εντός του θεατή είναι που κατά βάθος μας αφορά. Γιατί δεν είναι μία μετακίνηση που στοχευμένα κατευθύνουμε εμείς προς κάτι δικό μας, αλλά μία μετακίνηση που αν επιτευχθεί, οδηγείται μέσα από την υποκειμενική, προσωπική του διαδρομή.

Οι Ginger Creepers συστήνουν το νέο του έργο, ως exhibition theatre, μία έκθεση με θεατρική δομή

Είναι μια φόρμα που σκοπεύετε να διατηρήσετε και να εξελίξετε και σε επόμενες δουλειές σας ή συνδέεται αποκλειστικά με τη συγκεκριμένη περφόρμανς;
Δύσκολο να απαντήσουμε. Είναι μία φόρμα που μας έχει δημιουργήσει τρομερό ενδιαφέρον τόσο κατά τη σύλληψη της όσο και κατά τη δημιουργική διαδικασία, που πιστεύουμε πως κάπως θα συμβάλλει στον τρόπο που θα δούμε και θα επεξεργαστούμε επόμενα πρότζεκτ. Παρόλα αυτά δε γνωρίζουμε αν θα ακολουθήσουν κι άλλες παραστάσεις με την ίδια φόρμα. Προς το παρόν είναι κάτι που θα μπορούσαμε να το σκεφτούμε έντονα.

Για τις ανάγκες της παράστασης δημιουργήσατε οι ίδιοι εικαστικά έργα. Μιλήστε μας γι’ αυτό. Ποια η σχέση σας με τα εικαστικά και τι θέση έχει για σας η εικαστική δημιουργία μέσα στον χώρο/σώμα μιας παράστασης;
Είναι σημαντικό πως και οι δύο λειτουργούμε πολύ οπτικά, μεταφράζουμε τις πληροφορίες άμεσα σε εικόνα, οπότε δεν ήταν δύσκολο να σκεφτούμε πιο «εικαστικά». Από την άλλη αυτό που ονομάζουμε εικαστικό, δεν είναι απαραιτήτως το ωραίο, το ευχάριστο στο μάτι –είτε μιλάμε για την τέχνη ευρύτερα, είτε για το θέατρο– όσο κάτι που η εικόνα το αποκωδικοποιεί, δίνει κλειδιά για να αποκωδικοποιηθεί η σκέψη. Η εικόνα δηλαδή λειτουργεί πολύ πιο πολύπλοκα, κάτι που συγγενεύει με τη θεατρική ανάγνωση ενός χαρακτήρα.

Τι ρόλο έχει ο λόγος σε αυτή την παράσταση; Γιατί επιλέγετε τη φόρμα της αφήγησης;
Υπάρχει το ηχητικό στοιχείο έντονα στην παράσταση και στο κομμάτι της αφήγησης αλλά και σε διάφορα έργα τα οποία φέρουν ηχητικά στοιχεία. Επιλέγουμε τη φόρμα της αφήγησης, για να μπορούμε να είμαστε πιο αποστασιοποιημένοι. Να συνδέει συνολικά τον χώρο και όχι μία συγκεκριμένη περφόρμανς. Και όσο πιο αποστασιοποιημένα να οδηγεί τον αποδέκτη στην αποκωδικοποίηση των έργων όπως και της δράσης που κάνουμε εμείς στον χώρο.

Με αυτή τη δουλειά εγκαινιάζετε και την «Παρένθεση», που αποκαλείτε «χώρο πειραμάτων». Γιατί ανοίγετε έναν καινούργιο χώρο (σε μια πόλη στην οποία γίνεται πολύς λόγος για το πλήθος των θεατρικών σκηνών) και γιατί, επίσης, στη συγκεκριμένη περιοχή;
Η Παρένθεση περισσότερο ξεκίνησε ως χώρος πειραμάτων. Δηλαδή ένας χώρος στον οποίο θα κάνουμε πρόβες, σεμινάρια και που θα μπορούμε να συναντηθούμε καλλιτεχνικά με άλλους δημιουργούς ή ομάδες. Στην πορεία σκεφτήκαμε να τον ανοίξουμε λίγο, να μπορέσουμε να παρουσιάσουμε εκεί με ένα τρόπο δικά μας πράγματα. Έτσι, λοιπόν, δε θα το βάζαμε κατευθείαν στον ευρύτερο θεατρικό χάρτη, το πώς θα εξελιχθεί φυσικά δεν το γνωρίζουμε. Στόχος είναι να είναι ένας χώρος αναζήτησης και δημιουργίας.

Και μετά τι; Τα επόμενα πλάνα σας;
Είναι πάρα πολλά τα πλάνα που ως ομάδα έχουμε στο μυαλό μας για το άμεσο μέλλον. Εν αναμονή όμως αυτών, θα εστιάσουμε σε δύο πολύ πιο βραχυπρόθεσμα πρότζεκτ, πέρα από τη δουλειά της ομάδας. Από τη μία «Η κυρία Ντάλογουεϊ», η παράσταση που θα παρουσιαστεί από 2 Μαΐου στην Παρένθεση, με τη Δώρα Παρδάλη και την Ελένη Σιδηροκαστρίτη, σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Χατζάκη, εμπνευσμένη από το ομώνυμο βιβλίο της Βιρτζίνια Γουλφ, και από την άλλη, μία περφόρμανς του Χρήστου Καπενή στο Μπάγκειον, που θα παρουσιαστεί για μία και μοναδική φορά στις 10 Απριλίου το μεσημέρι στο πλαίσιο του Heart Project, με τίτλο F.O.G. που είναι το ακρώνυμο του Fear Of Grief.


Η ATHENS VOICE είναι χορηγός επικοινωνίας της παράστασης

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο City Guide της Athens Voice