Θεατρο - Οπερα

Γυναίκες προηγούμενου αιώνος

«Με δύναμη από την Κηφισιά» των Κεχαΐδη-Χαβιαρά στο Θέατρο του Νέου Κόσμου

Γιώργος Σαμπατακάκης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το Θέατρο του Νέου Κόσμου και ο σκηνοθέτης Δ. Καραντζάς επιχορηγήθηκαν από το Υπουργείο Πολιτισμού για να ανεβάσουν ένα ενοχλητικά παρωχημένο και προσβλητικό για τις γυναίκες έργο. Εδώ και χρόνια εξάλλου το Ελληνικό Δημόσιο περιβάλλει τον σκηνοθέτη αυτόν με την ίδια ευπροσήγορη γενναιοδωρία, ανοίγοντάς του τον δρόμο από το Φεστιβάλ στο Εθνικό και πάλι πίσω στο Φεστιβάλ και τώρα στο επιχορηγούμενο ελεύθερο θέατρο. Εύλογα, λοιπόν, θα αναρωτιόταν κανείς: Ποια είναι αυτή η εθνική ανάγκη που θέλει να επιβάλει τον Δ. Καραντζά ως εθνικό πολιτισμικό κεφάλαιο πάνω στο οποίο θα επενδύουν όλοι οι θεσμοί;

Σήμερα πια που οι στήλες του «Είδαμε την παράσταση» έχουν καταστεί διαδικτυακή μάστιγα, θα πρέπει να γίνει κατανοητό πως, γράφοντας για μια παράσταση, σίγουρα δεν κάνουμε όλοι την ίδια δουλειά και σιγουρότερα δεν είμαστε όλοι συνάδελφοι. Τα σχετικά με τη μιντιακή μυθοποίηση και προκλητική προώθηση του καλλιτέχνη αυτού σχολιάσαμε πέρυσι. Για την ιστορία και μόνο αναφέρω ότι υπήρξε σάιτ το οποίο ειρωνεύτηκε ακόμη και τις «θεατρολογικές σπουδές» κάποιων κριτικών, πράγμα που επαγωγικά μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι για να κρίνει κάποιος τη δουλειά αυτού του σκηνοθέτη, πρέπει καλύτερα να έχει σπουδάσει πυρηνικός φυσικός ή κομμωτής ή οτιδήποτε άλλο άσχετο με το θέατρο.

Αναμφίβολα, ο κατασκευασμένος «μύθος» «Δ. Καραντζάς» έχει μια δυναμική και μια προσαρμοστικότητα που τον καθιστούν πανίσχυρο ανεξάρτητα από τις μεταβαλλόμενες συνθήκες, συνεργώντας ταυτοχρόνως στην οικοδόμηση ενός ελάσσονος κατεστημένου που προβάλλεται εν τέλει ως αναγκαία λύση. Το πρόβλημα όμως με τους μύθους είναι συχνά η αγαπητική τους επιρρέπεια προς τις εξουσιαστικές δομές, και η ελκυστική για τις μάζες απολιτικότητά τους.  

 

Μισώντας τις γυναίκες

Το έργο αυτό μισεί τις γυναίκες...

Από το 1995 αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να είναι έγκυρες σκηνικά ως ιδεολογημένα δραματικά πρόσωπα τέτοιας ενοχλητικής υστερίας γυναικούλες, όταν όλα πλέον τα ευεργετικά κύματα του Φεμινισμού έχουν οριστικά διαλύσει τις στερεοτυπικές αντιλήψεις για τη «φυσικά» νευρική και προσαρτημένη στον φαλλό γυναίκα. Επιπλέον, το δραματικό ήθος των γυναικών αυτών τάσσεται ως εκ της γραφής στο πλευρό των ανδρών, χωρίς να προσφέρει καμιά καταφατική εικόνα για τη γυναίκα ως κοινωνικό, ψυχολογικό και ερωτικό υποκείμενο. Και σίγουρα δεν πρόκειται για «αδυναμία» των γυναικών αυτών να ξεφύγουν «από τα καλά χτισμένα μοτίβα και τις αγκυλώσεις» τους (όπως γράφει ο σκηνοθέτης στο σημείωμά του με τον τίτλο «Κλαυσίγελος»), αλλά για απόλυτη άρνηση της γραφής να στρατευτεί υπέρ των γυναικών. Αυτός ήταν και ο λόγος που οι σπουδαίες ηθοποιοί της πρώτης παράστασης του έργου σχεδόν αρνήθηκαν να κατέβουν σε αυτό το χαμηλότατο επίπεδο ενός «γυναικείου» ψυχολογισμού της υστερικοποίησης, που είναι βαθιά υποτιμητικός για το γυναικείο φύλο, ενώ για τον ίδιο ακριβώς λόγο η δεύτερη «μεγάλη» διανομή του έργου με τις πιο «τηλεοπτικές» ηθοποιούς αποκάλυπτε εκφραστικότερα την ιδεολογική απαξία του έργου (και γενικότερα είχαμε περάσει πολύ καλύτερα, βρε αδερφέ, στην παράσταση του Ν. Μαστοράκη το 1998-99).

 

Κλαυσίγελος, δηλαδή για γέλια και για κλάματα

Η φυσικότητα της γραφής του έργου και η υποτιθέμενη «ανάγλυφη προφορικότητά» του έρχονται με τον φαλλό στο χέρι από την ηγεμονική επικράτεια του πιο ανδροκρατικού λόγου, ελπίζοντας να καταστήσουν τα γυναικεία υποκείμενα «κλινικές περιπτώσεις».  

Η σκηνοθεσία (με τη βοήθεια μιας σκηνογραφίας μεικτής αισθητικής από τα 70s και 80s, αλλά και με τα έξοχα larger-than-life κοστούμια) επιθυμούσε να φτάσει σε μια αλμοδοβαρική «αναβίωση» του έργου, αλλά το μόνο που κατάφερνε να κάνει ήταν να το καταστήσει βαθύτερα γραφικό. Διότι, όταν αποτείνεσαι στο κιτς, την ειρωνεία και τη σκηνική αταξία ως εργαλεία κριτικής αναπαράστασης του κόσμου τον οποίο ελπίζεις να υπονομεύσεις, θα πρέπει και ο λόγος που χρησιμοποιείται να είναι ανάλογος. Και εκεί που θέλεις να φτάσεις στα Ψηλά τακούνια, καταλήγεις ως ύφος στη Λάμψη ή, καλύτερα, στη Δυναστεία και τα Εγκλήματα. Και από τις μεγάλες πολιτικές αισθητικές καταλήγεις στην ενύπαρκτη τηλεοπτικότητα.

Η Λ. Φωτοπούλου έπαιξε τον ρόλο της στερεοτυπικά αμοραλίστριας Αλέκας με ύφος «Αχ, Στέλιο ήρθες!», υπογραμμίζοντας ότι αυτή η γυναίκα δεν είναι μόνο ηθικά αφελής, αλλά και ηθικά αφυής. Η Ε. Κολιανδρή επέμεινε με μεγάλη επιτήδευση στην ψυχαναγκαστικότητα της Φωτεινής που σαν (και όχι ως) γυναίκα φοβάται τα πάντα. Και η εξαιρετική Γ. Χατζηπασχάλη έδωσε τον ρόλο της Μάρως με μια camp κωμικότητα στο ύφος και το ύψος ηθοποιού μεγάλης στόφας. Και αυτές οι ανήθικες, φοβισμένες και καθηλωμένες στην αναμονή ενός άντρα γυναίκες ήρθαν από άλλους αιώνες ενσαρκωμένες ως μισογυνικές ιδεολογίες.

Την Ευ. Ανδρουλιδάκη είχα ξεχωρίσει για την εκφραστικότητά της στις παραστάσεις των Vasistas, αλλά εδώ έμεινε πολύ πίσω ως νεαρή χειριστική κόρη της Αλέκας σε σχέση με τις σαρωτικές παρουσίες των τριών άλλων γυναικών. 

Η παράσταση έπασχε ειδικότερα από ρυθμολογική αστοχία, όταν οι ηθοποιοί είτε παρελαύναν σαν υπνωτισμένα ρομπότ με τα σκηνικά στα χέρια για να γίνουν οι αλλαγές των εννέα σκηνών μπρεχτικώ τω τρόπω, είτε τραβούσαν τους χρόνους με ανώφελες παύσεις (ιδιαίτερα στις πρώτες σκηνές).

Παρ' όλα αυτά, με ωραία χρώματα, ωραία φώτα (αν και σαν επίδειξη φωτιστικών σχεδιασμών) και ωραία σκηνικά είδαμε μια γενικώς όμορφη παράσταση ενός πολύ κακού έργου που δεν χρειαζόταν να ξαναδούμε. Εκτός αν ο Καραντζάς θέλει να σκηνοθετήσει όλα πια τα έργα που ανέβασε ο αείμνηστος Λευτέρης Βογιατζής.

 

Υστερόγραφο

Για εμάς που παρακολουθούμε εδώ και είκοσι χρόνια το ελληνικό θέατρο, θα ήταν ατόπημα να μην υπογραμμίσουμε τη σημαντικά ποιοτική παρουσία της Λ. Φωτοπούλου στη σκηνή για περισσότερο από τρεις δεκαετίες. Είναι μια ηθοποιός που έχει κατακτήσει τη δική της δυναμική εκφραστικότητα (του τύπου του ψυχοσωματικού πορτρέτου) με αυτή τη χαρακτηριστική φωνή να κατέρχεται στο βάθος μιας αποστασιοποιητικής ειρωνείας, και αυτό το φως που συχνά αφοπλίζει τους σκηνικούς παρτενέρ της.


Δείτε περισσότερες πληροφορίες στο Guide της Athens Voice

INFO
Με δύναμη από την Κηφισιά Ελληνικό
Διάρκεια: 120'

Τέσσερις γυναίκες, μοντέρνες αλλά και μοναχικές, που επιθυμούν να αλλάξουν τη ζωή τους. (ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΚΟΣΜΟΥ)

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Δημήτρης Καραντζάς
  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Λυδία Φωτοπούλου, Έμιλυ Κολιανδρή, Γαλήνη Χατζηπασχάλη, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη
  • ΘΕΑΤΡΟ: Θέατρο του Νέου Κόσμου
Δες αναλυτικά