Μουσικη

Βάσω Παπαντωνίου: Η σημαντικότερη και πλέον αναγνωρίσιμη Ελληνίδα λυρική τραγουδίστρια

Γιατί είναι αναγκαία η Όπερα και η Λυρική Ακαδημία στην Ελλάδα

2642-204777.JPG
Δημήτρης Φύσσας
ΤΕΥΧΟΣ 262
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
9961-22671.jpg

Βάσω Παπαντωνίου: Η λυρική τραγουδίστρια μιλάει για την όπερα και το όραμά της να αποκτήσει η Αθήνα ένα Λυρικό Θέατρο (Όπερα) και μια Λυρική Ακαδημία

Η υψίφωνος κ. Βάσω Παπαντωνίου είναι σήμερα η σημαντικότερη και πλέον αναγνωρίσιμη Ελληνίδα λυρική τραγουδίστρια στο εξωτερικό. Συζητήσαμε μαζί της στα γραφεία της δραστήριας Εταιρείας, της οποίας είναι πρόεδρος, με σκοπό ν’ αποκτήσει η Αθήνα αφενός ένα Λυρικό Θέατρο (Όπερα) άξιο του ονόματός του και αφετέρου μια Λυρική Ακαδημία, που ποτέ δεν είχε και που είναι, αυτή τη στιγμή, ζήτημα αιχμής.

Πού βρίσκεται το ζήτημα του κτιρίου της Όπερας;
Το κτίριο της Όπερας θα γίνει. Το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» είναι αποφασισμένο και θα το κάνει, στο χώρο όπου ήταν κάποτε ο Ιππόδρομος. Είναι μέρος της μεγάλης ανάπλασης, που περιλαμβάνει και τη νέα Εθνική Βιβλιοθήκη. Μόνο με εθνική χορηγία μπορούσε να γίνει. Αν ήταν να το κάνει το κράτος, δεν θα γινόταν ποτέ. Γιατί; Διότι οι μουσικοί προσφέρουν, αλλά δεν διαδηλώνουν. Οι άλλοι φωνάζουνε πολύ, οι μουσικοί όχι. Ο Παβαρότι έλεγε: «Ο τραγουδιστής πρέπει να τραγουδάει, δεν πρέπει να μιλάει».

Εκτός από την Όπερα, γιατί είναι αναγκαία η Ακαδημία;
Μόνο του το κτίριο της Λυρικής δεν αρκεί. Χρειάζεται να γίνει κι ένα ανώτατο σχολείο για τη λυρική τέχνη. Οι υποτροφίες που δίνονται τώρα είναι γνωστό πώς δίνονται, ανεξάρτητα αν κάποιοι υπότροφοι είναι αξιόλογοι. Εγώ όμως θέλω ένα σχολείο όπου να μπορεί να πάει και το φτωχόπαιδο, το ταλέντο που θα μπει με εξετάσεις. Γιατί τώρα, όσοι δεν έχουνε τη δυνατότητα να πάνε έξω, σκορπίζονται, ή στρέφονται στην τηλεόραση, στην εύκολη αναγνώριση. Όταν όμως γίνει η Ακαδημία, θα κληθούνε να διδάξουν άξιοι άνθρωποι και θα έρχονται σπουδαστές από παντού. Θα έχουμε χωριστές τάξεις για το ιταλικό, γαλλικό, γερμανικό και ελληνικό τραγούδι. Η Ακαδημία και η Όπερα θα είναι πόλοι έλξης, σύμβολα. Τελικά, θ’ ανεβεί και το επίπεδο των Ωδείων μας.

Και η στέγαση της Ακαδημίας;
Δυστυχώς δεν μπορεί, χωροταξικά, να χτιστεί κι αυτή στον παλιό Ιππόδρομο. Προσανατολιζόμαστε λοιπόν σ’ ένα κτίριο ιστορικό, γοητευτικό, διατηρητέο, που σχετίζεται με τη Μαρία Κάλλας και είναι κομμάτι από τη μουσική ιστορία της Αθήνας. Το κτίριο αυτό, που δεν μπορώ ακόμα να πω ποιο είναι, έχει καταλήξει στο ΙΚΑ.

Το ΙΚΑ τι λέει;
Το συζητάει κι ελπίζω να συμφωνήσει. Το ζήτημα θα τελειώσει μέσα στο καλοκαίρι. Θα είναι τιμή για το ΙΚΑ να παραχωρήσει το κτίριο στην Εταιρεία μ’ ευνοϊκούς όρους. Θα δείξει μια ευρεία αντίληψη ως ασφαλιστικός οργανισμός, θα συμβάλει στη μουσική πρόοδο της χώρας. Παιδιά εργαζομένων θα έρθουν να σπουδάσουν το τραγούδι. Δεν θέλω να εμπλακούν ευθέως υπουργεία, θα πάει αλλού το πράγμα. Μακάρι μόνο να συμβάλουν στην αναπαλαίωση, αν βέβαια μας δοθεί το κτίριο. Βεβαίως έχουμε ανάγκη και ευαίσθητους ιδιώτες χορηγούς.

Η όπερα και η κλασική μουσική στην Ελλάδα;
Βγαίνουνε σπανιότατα ταλέντα, που διαπρέπουνε παντού: ένας νεαρός αρχιμουσικός, ένας τραγουδιστής, ένας σολίστ. Αυτό το παιδί το δεκεφτάχρονο, Γραμμένος λέγεται, που πήρε στη Βιέννη το πρώτο βραβείο στο κλαρινέτο.

Πώς λειτουργείτε ως καλλιτέχνις;
Ήθελα να επικοινωνήσω με τους άλλους, γιατί είμαι ένα πολύ μοναχικό άτομο. Μου δόθηκε μια δύναμη, που άλλοτε με πάει ψηλά κι άλλοτε με καταβαραθρώνει. Υπάρχει αγωνία, υπάρχει τρόμος. Δεν είσαι πάντα σίγουρος ότι η φωνή θα βγει σωστά. Τραγουδάμε χωρίς δίχτυ ασφαλείας, χωρίς μικρόφωνο. Είναι και οι στερήσεις. Έχω τραγουδήσει σ’ όλο τον κόσμο, όμως έμενα κλεισμένη μέσα στο ξενοδοχείο, μην κρυώσω, μη μου συμβεί κάτι. Υπάρχουν και τ’ απρόβλεπτα. Στην πρεμιέρα της «Τραβιάτας», που έκανα με τον Μορίς Μπεζάρ στο Παρίσι, ξεκόλλησε η ψεύτικη βλεφαρίδα –είμαστε αναγκασμένοι να έχουμε έντονο μακιγιάζ– και μπήκε στο μάτι μου. Ε, τότε όλη η φωνή, όλος ο οργανισμός μου, άρχισε να χύνει δάκρυα επί σκηνής. Η ισορροπία χάλασε, η απόδοση μειώθηκε. 

Πώς βλέπετε γενικά τη λυρική τέχνη σήμερα; Όπως μου έγραψε κάποτε ο Τζουζέπε ντι Στέφανο, «η λυρική τέχνη κινδυνεύει». Γιατί; Πριν την εποχή της Κάλλας, ήταν «η δικτατορία των τραγουδιστριών», ο απόλυτος ναρκισσισμός. Από τον Τοσκανίνι και από τον Κάραγιαν, περάσαμε στη «δικτατορία των μαέστρων». Σήμερα, ζούμε τη «δικτατορία των σκηνοθετών» (και μαζί τους οι σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι κ.λπ.), οι οποίοι ανατρέπουν για την ανατροπή. Πολλοί νέοι καλλιτέχνες είναι σε σύγχυση. Πολλοί λειτουργούν ερήμην και του λιμπρέτου και της μουσικής ακόμα. Δεν μπορείς όμως να τ’ ανακατεύεις όλα.

Αναφέρεστε πολύ στην Κάλλας.
Δεν την είχα γνωρίσει, αλλά την υπηρετώ, την υπερασπίζομαι, το όνομα «Μαρία Κάλλας» θα έχει η Ακαδημία. Πιστεύω ότι η Κάλλας θα ζήσει μέσα από ένα σπίτι που θα εκφράζει τη βαθύτερή της θεώρηση για τη λυρική τέχνη. Μέσα από την τέχνη της έχω καταλάβει εγώ την αυταπάρνηση, την έλλειψη του ναρκισσισμού, την επίγνωση του προορισμού.

Το ζήτημα του ταλέντου;
Ο λυρικός τραγουδιστής ξεκινάει με τη φωνή του, μια δύναμη που είναι κάτι το ξεχωριστό. Ο παράγων «τύχη» παίζει μεγάλο ρόλο, το αν θα πέσει σε καλό, συνειδητό δάσκαλο. Υπάρχουν κι άλλα: αν θα πάει έξω, αν έχει τη δύναμη να μη γίνει υπάλληλος, αν θα θελήσει να ρισκάρει.

Εσείς πώς γίνατε λυρική τραγουδίστρια;
Οι δικοί μου είναι Μικρασιάτες. Ήρθαν καραβοτσακισμένοι. Μεγάλωσα στο Νέο Φάληρο, σε προσφυγικό συνοικισμό, δεν άκουγα τέτοια μουσική. Έξι χρονών είπα στη μάνα μου «θέλω να κάνω πιάνο» κι όλοι πάθανε πλάκα. Δεκατριών χρονών, στο Ωδείο, μια μέρα που περίμενα στο διάδρομο, κάποια μαθήτρια τραγουδούσε μια άρια από τη «Φαβορίτα» του Ντονιτσέτι κι εγώ άρχισα να τη μουρμουρίζω. Μπαίνω μέσα και μου λέει ο δάσκαλος: «Ποιος τραγουδούσε;». «Εγώ, κύριε Οικονομίδη». «Παιδί μου, εσύ έχεις φωνή». Κι έτσι ξεκίνησα. Με πήρε ένα σύννεφο, με κράτησε κι από από κει ποτέ δεν βγήκα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ