- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Bolek & Lolek: Οι DJs που μας έβγαλαν από τη λογική τού δεν ακούω ελληνικά
«Η τριβή με το λαϊκό ήρθε μέσα από τα πάρτι και την κατανόηση του τι ήθελε πραγματικά ν’ ακούσει ο κόσμος»
Γιατί είναι κουλ η ελληνική μουσική στα πάρτι
Τον Γιώργο Σκαλίδη και τον Γιάννη Ουμουδουμίδη τους γνώρισα στην Τήνο στα εγκαίνια του Santiago. Ο Γιώργος μού εξηγούσε πώς σκέφτηκε το logo του μαγαζιού και με τον Γιάννη μιλήσαμε αργότερα, γιατί ήταν συνέχεια με μια κάμερα στο χέρι. Ο πρώτος branding designer κι ο δεύτερος φωτογράφος. Οι αισθητική και τον δύο έχει βοηθήσει στην επιτυχία αρκετών μαγαζιών, όπως το Santiago ή το Diego, και κατά τη γνώμη μου αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι βλέπουν τη δουλειά τους ως χόμπι. Ίσως να μην τους ξέρετε με τα ονόματά τους ή με τις παραπάνω ιδιότητες, αλλά ως τους δυο τύπους που κατάφεραν να κάνουν τα ελληνικά cool again και να στήσουν ίσως το πιο επιτυχημένο ελληνικό trash πάρτι: οι DJs Μπόλεκ και Λόλεκ (Bolek και Lolek).
Οι djs Μπόλεκ και Λόλεκ έχουν μια πολύ ωραία ιστορία
Όπως είναι λογικό, το πρώτο πράγμα που θέλω να μάθω, ως παιδί των 90s, είναι πώς αποφασίσατε να υιοθετήσετε τα ονόματα των πιο αγαπημένων τηλεοπτικών διδύμων!
B: Το Μπόλεκ και Λόλεκ έχει μια πολύ ωραία ιστορία. Ο Λόλεκ, δηλαδή ο Γιάννης, όταν ήταν μικρός ήθελε να γίνει dj. Πολλές φορές, όταν συναντιόμασταν και κάναμε αυτές τις σκέψεις για το πάρτι, είχε στο μυαλό του αυτό το δίδυμο και ότι θα ήταν τέλειο όνομα για dj duo. Έτσι, λοιπόν, όταν ήρθε η ώρα να αποφασίσουμε το όνομά μας ως djs, ο Γιάννης έριξε κατευθείαν την ιδέα. Κι εγώ συμφώνησα αμέσως.
Μετά την επιτυχία του πρώτου πάρτι κι έχοντας στο μυαλό μας να κάνουμε κάτι δημιουργικό, αποφάσισα σε κάθε πάρτι ν’ αλλάζουμε το όνομά μας με ένα διάσημο duo (π.χ. Μπάτμαν και Ρόμπιν). Βάζοντας όμως στο δεύτερο πάρτι διαφορετικό όνομα, ο κόσμος αναρωτήθηκε αν θα παίζαμε εμείς ή κάποιοι άλλοι. Οκ, το πήρα το μήνυμα ότι πρέπει να κρατήσουμε ένα όνομα-συνώνυμο του πάρτι μας.
Εγώ σας ξέρω από παλιά. Εσένα Γιάννη ως φωτογράφο και εσένα Γιώργο ως branding designer. Ουσιαστικά αναλαμβάνετε την εικόνα ενός μαγαζιού όπως το Santiago και το Diego. Πώς από εκεί γίνατε dj;
Β: Αυτό που κάνουμε ουσιαστικά είναι να χτίζουμε την ταυτότητα ενός brand, π.χ. έχω αναλάβει την ΠΑΕ ΑΕΚ. Tο πώς από εκεί γίναμε dj, είναι λίγο random ιστορία. Ο φίλος μου ο Γιάννης κι εγώ αρεσκόμασταν να κάνουμε πάρτι στο σπίτι μου. Μπορούσε να έρθει ο οποιοσδήποτε. Ο καθένας έβαζε τις μουσικές του, όλο αυτό είχε μια ελευθερία. Το ένα πάρτι έφερε το άλλο... Τότε δουλεύαμε στο Diego ως φωτογράφος και ως branding designer και μας έγινε μια πρόταση από τον Βασίλη Στεφανάκη να μεταφέρουμε εκεί το πάρτι που τότε κάναμε στο σπίτι. Μας πρότεινε Δευτέρα ή Πέμπτη.
To αστείο είναι ότι ρώτησα, με ύφος: «Σόρρυ, ρε Γιάννη, ποιος κάνει πάρτι τις Δευτέρες;» (σ.σ.: Το Socialista έκανε πάρτι με ελληνικά τις Δευτέρες. Αυτό). Το πρώτο μας πάρτι έγινε σε έναν μικρό χώρο του μαγαζιού, και, παρά το άγχος και τις αμφιβολίες μας, πήγε τάπα.
Πάντως ας το παραδεχτούμε, μας αρέσει λίγο η δηθενιά του «εγώ δεν ακούω ελληνικά, μόνο house». Με λίγα λόγια, πριν 3-4 χρόνια τα ελληνικά δεν ήταν cool κι εσείς καταφέρατε να τα κάνετε mainstream και να μας οδηγήσετε στο να παραδεχτούμε περήφανα «ε, ναι, λοιπόν, τη βρίσκω με “Σοκερντέ”». Πώς το καταφέρατε αυτό;
Λ: Θα πω το μυστικό του «ξα», του Γρηγόρη. Ποιος είναι αυτός; Ο Γρηγόρης αρχικά είναι όντως ξάδερφος του Γιώργου, ο οποίος ερχότανε στα πάρτι που κάναμε στο σπίτι. Έβαζε trash μουσική και του λέγαμε για πλάκα ότι είναι ο «club 3000».
Β: Επί της ουσίας ποιο είναι το θέμα; Εμείς δεν είμαστε του λαϊκού. Εγώ, για του λόγου το αληθές, ακούω metalcore, ο Γιάννης ακούει γενικά τα πάντα, αλλά περισσότερο hip-hop. Η τριβή μας με το λαϊκό ήρθε μέσα από τα πάρτι και μέσα από την κατανόηση του τι ήθελε πραγματικά ν’ ακούσει ο κόσμος που είχαμε απέναντί μας. Επί της ουσίας, όταν ξεκινήσαμε το εγχείρημα αυτό, τα πάρτι είχαν πολύ λιγότερο λαϊκό και περισσότερο trash. Όμως σιγά σιγά, επειδή το πάρτι μας έχει μια μεγάλη ελευθερία, ο κόσμος άρχισε να ζητάει λαϊκό ελληνικό – από ελαφρολαϊκό μέχρι και τσιγγάνικο. Αυτό έγινε η ουσία του event. Θα έλεγα όμως ότι η επιτυχία δεν είναι απλά τα λαϊκά, αλλά αυτή η μείξη του ότι εμείς δεν μοιάζουμε λαϊκοί, παίζουμε όμως λαϊκά, κι ότι το πάρτι συνδυάζει πολλά μουσικά ακούσματα – θεωρώ ότι αυτό είναι το μαγικό συστατικό.
Λ: Νομίζω ότι σημαντικό ρόλο σε όλο αυτό έπαιξε και το μικρόφωνο.
Ναι, το μικρόφωνο από πού προέκυψε;
Λ: Απλά φέραμε ένα μικρόφωνο. Δεν είχαμε ιδέα τι θα κάναμε μ’ αυτό. Το παίρναμε εγώ ή ο Γιώργος κι αργότερα ο Steve – το παιδί που εντάξαμε στην ομάδα μας. Αυτό, για κάποιο λόγο, χαΐπαρε τον κόσμο, μπορούσε να συμμετέχει, να τραγουδήσει ή να αφιερώσει ένα τραγούδι. Άρα το μικρόφωνο δημιούργησε την επαφή με τον κόσμο. Απ’ όλο αυτό που χτίζουμε και μέσω της επικοινωνίας, βγαίνει η αγάπη και η συνέπεια. Θεωρώ ότι δημιουργήσαμε έναν νέο τρόπο αντίληψης της διασκέδασης, χρησιμοποιώντας το μικρόφωνο ως μεγάλο όπλο του πάρτι.
Το να δώσεις το μικρόφωνο σε έναν άγνωστο, σ’ ένα χώρο διασκέδασης όπου ο άλλος μπορεί π.χ. να είναι μεθυσμένος και ν’ αρχίσει να λέει τα δικά του, είναι ριψοκίνδυνο. Σας έχει τύχει κάτι ακραίο;
Β: Μας έχει τύχει ένας τύπος να κάνει πρόταση γάμου σε μια κοπέλα, αλλά εν τέλει δεν το εννοούσε (σ.σ. πάτε καλά μερικοί;). Παρ’ όλα αυτά, από τότε έχουμε καθιερώσει ως παράδοση σε κάθε πάρτι να κάνουμε μια πρόταση γάμου σε κάποιον που έρχεται. Δεν παίζει να μην το έχεις δει!
Κοιμάμαι από τις 10, ρε συ... Πάντως, πριν αρκετό καιρό, έβλεπα στο TikTok την ουρά από κόσμο που είχε δημιουργηθεί έξω από τη ΣΤΟΑ – μιλάμε για ολόκληρο τετράγωνο. Ρε φίλε, τι έχετε φτιάξει εδώ; Πώς πετύχατε να κάνετε ένα από τα πιο περιζήτητα πάρτι; (Δεν χρησιμοποιώ επίτηδες τον χαρακτηρισμό «ελληνικό πάρτι».)
Β: Και πολύ καλά κάνεις και δεν βάζεις το «ελληνικό», γιατί, χωρίς να θέλω να φανώ ψώνιο ή κάτι (γέλια), πιστεύω ότι είναι σίγουρα στα top 3 πάρτι αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα – για να μην πω το νούμερο 1. Θεωρώ πως η μυστική συνταγή είναι η αγάπη γι’ αυτό που κάνουμε και η αλληλεπίδραση με τον κόσμο. Η επαφή μας είναι μοναδική.
Λ: Να σημειώσουμε ότι κάναμε 0 promotion. Μονάχα ό,τι προωθήσαμε εμείς οι 3, ό,τι ανεβάζαμε στο προφίλ μας. Αυτή ήταν η «διαφήμιση».
Έχουμε χημεία οι 3 μας. Μπορεί να υπάρχουν μέρες που τσακωνόμαστε. Οκ. Αλλά κατά τη διάρκεια του event δεν υπάρχει περίπτωση να μην είμαστε 100% καλά.
Αυτό το πάρτι θα το κρατήσετε και για το μέλλον; Ουσιαστικά ανακαλύψατε και οι δύο μια καινούργια επαγγελματική ταυτότητα.
Β: Αρχικά είναι κάτι που όντως προέκυψε. Είμαστε και οι δύο 30+. Δεν περιμέναμε ότι θα ανακαλύπταμε μια καινούργια επαγγελματική ταυτότητα σε αυτή την ηλικία. Παρ’ όλα αυτά, το ότι προέκυψε δεν σημαίνει ότι είναι κάτι που το κάνουμε παρεμπιπτόντως. Το αγαπάμε πολύ, είναι τα καλύτερά μας χρόνια – αλήθεια το λέω. Περνάμε το ίδιο καλά όσο κι ο κόσμος. Και θέλουμε να το κρατήσουμε όσο «τραβάει». Σίγουρα όλα κάνουν τον κύκλο τους. Μέχρι τότε, εμείς θα είμαστε εκεί.
Λ: Όταν τραβήξει τον δρόμο του, θα τραβήξουμε κι εμείς τον δικό μας. Όσο αγαπάς κάτι και το πουσάρεις, δεν θα σε αφήσει. Αν ο κόσμος συνεχίζει να στηρίζει έτσι το πάρτ, θα συνεχίσουμε κι εμείς να είμαστε εκεί.
Β: Αντέχουμε!