- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Beirut: Ένα ρέκβιεμ για τα μικρά πράγματα που χάθηκαν για πάντα
Ο νέος δίσκος, η επίγνωση της θνητότητας και η εφήμερη φύση μας
Ο νέος δίσκος των Beirut, ένα παλαιότερο βιβλίο της Γιούντιτ Σαλάνσκυ και μερικά μικρά πράγματα που έχουν χαθεί…
Ο νέος δίσκος των Beirut λέγεται "A Study Of Losses" κι είναι ολόκληρος βασισμένος στο βιβλίο της Γιούντιτ Σαλάνσκυ «Κατάλογος Απωλεσθέντων» που κυκλοφορεί στα ελληνικά σε μετάφραση του Γιάννη Καλιφατίδη από τις Εκδόσεις Αντίποδες. Κι αν εδώ και πολλά χρόνια νιώθω ότι ο Zack Condon τραγουδάει ξανά και ξανά το ίδιο τραγούδι προσπαθώντας να κρατήσει με το ζόρι στη ζωή τους Beirut - ένα σχήμα που πιθανότατα εξαντλήθηκε στον δεύτερο δίσκο του, το 2007 - η επιλογή του να ασχοληθεί με το βιβλίο της Σαλάνσκυ με κάνει να τεντώσω τ’ αυτιά μου: και ναι, ο δίσκος έχει αρκετό ενδιαφέρον. Το βιβλίο έχει περισσότερο. Κι η ζωή μας ακόμα πιο πολύ.
Η Σαλάνσκυ ασχολείται στο βιβλίο της με τους τρόπους που θυμόμαστε, αφηγούμαστε και ανακατασκευάζουμε όσα έχουν χαθεί για πάντα. Πρόκειται για μια συλλογή αφηγήσεων, όπου κάθε κεφάλαιο αφιερώνεται σε κάτι που έχει χαθεί: ένα αρχιτεκτονικό μνημείο, ένα έργο τέχνης, ένα είδος ζώου, ένας άνθρωπος, ένα νησί, ένα χειρόγραφο. Ωστόσο, η Σαλάνσκυ δεν μένει στην ιστορική καταγραφή. Το βιβλίο αυτό λειτουργεί ως ένας ιδιαίτερος συνδυασμός δοκιμίου, λογοτεχνικής αφήγησης και φιλοσοφικής σκέψης, όπου ό,τι χαμένο αποκτά ξανά υπόσταση μέσα από την αφήγηση. Πρόκειται ενδεχομένως για έναν διαφορετικό αλλά αρκετά συγγενικό δρόμο με αυτόν που επέλεξε ο Μαρσέλ Προυστ για να αναζητήσει και τελικά να ξανακερδίσει τον χαμένο χρόνο μέσω της μνήμης και της γραφής.
Καταλαβαίνω ότι η Ατόλη Τουανάκι, η Τίγρη της Κασπίας, ή οι Ερωτικές Ωδές της Σαπφούς που αναφέρει η Σαλάνσκυ στο βιβλίο της είναι πράγματα μεγάλα και σημαντικά. Τι γίνεται όμως μ’ εκείνα τα μικρά πράγματα που έχουν χαθεί από την καθημερινότητά μας, εκείνα τα ελάχιστης σημασίας αντικείμενα ή καταστάσεις που για κάποιον ακατανόητο λόγο κρατούν μια ιδιαίτερη θέση στη μνήμη μας και δεν πρόκειται να επιστρέψουν ποτέ ξανά; Όχι, δεν είναι -ακριβώς- ζήτημα νοσταλγίας. Φέρνοντας το ζήτημα στα πολύ δικά μας πράγματα, τους δίσκους ας πούμε, θυμάμαι που κάποτε κυκλοφορούσαν ελληνικής εγγραφής οι περισσότεροι από τους δίσκους του ξένου ρεπερτορίου. Επειδή ακριβώς ήταν αρκετά φθηνότεροι από τους «εισαγωγής», όπως τους λέγαμε, προτιμούσαμε να αγοράζουμε ενάμιση ελληνικής εγγραφής αντί για έναν εισαγωγής - αυτή ήταν πάνω κάτω η αναλογία. Κι έτσι, τα άλμπουμ του Τομ Γουέιτς, του Van Morrison, των Beatles, του Νιλ Γιανγκ, των Led Zeppelin, των Rolling Stones, οι πιο πολλοί τα πήραμε ελληνικά.
Κι επειδή οι δίσκοι ελληνικής εγγραφής είχαν από μέτρια έως κακή χάραξη, και πάνω απ’ όλα επειδή τους λιώσαμε ακούγοντάς τους ξανά και ξανά στο πέρασμα του χρόνου, τους πιο αγαπημένους, τους πιο σημαντικούς τους αγοράσαμε ξανά, αμερικάνικους ή αγγλικούς, το κατά δύναμιν αυθεντικούς τέλος πάντων. Είναι αλήθεια ότι το αυθεντικό αμερικάνικο "Rust Never Sleeps" του Νιλ Γιανγκ ακούγεται πολύ καλύτερα από το λιωμένο ελληνικό που πρωτοαγόρασα το 1979. Κι όμως, το ελληνικό ακούγεται πιο οικείο καθώς μέσω κάποιας ιδιοτροπίας της λειτουργίας της μνήμης, είναι χαραγμένο μέσα μου -όπως ακριβώς και πάνω στον δίσκο- κάθε σκρατς, κάθε παραμόρφωση. Κι εκεί ακριβώς, σ’ αυτή την ανωμαλία της λειτουργίας της μνήμης, σ’ αυτόν τον υπέροχο κόσμο των φθαρμένων και ατελών αντικειμένων, βασιλεύει η ανείπωτη μαγεία.
Το Ρέκβιεμ είναι μια τελετουργία για την ανάπαυση των νεκρών και ταυτόχρονα για την παρηγοριά των ζωντανών. Η Σαλάνσκυ στον «Κατάλογο Απωλεσθέντων» κάνει λόγο για την «επίγνωση της θνητότητας και για τη ματαιόδοξη επιθυμία του ανθρώπου να αψηφήσει την εφήμερη φύση του». Πίσω από την επιθυμία μας να παρηγορηθούμε για την εφήμερη φύση των μικρών πραγμάτων, κρύβεται ενδεχομένως η απωθημένη επίγνωση της δικής μας θνητότητας. Έτσι -χάριν παραδείγματος- οι δίσκοι ελληνικής εγγραφής, το λευκό τετράγωνο σαπούνι Μασσαλίας με σήμα το καραβάκι, η ζεστή τηγανητή μηλόπιτα των πάλαι ποτέ Wendy’s, τα πλαστικά στρατιωτάκια της Airfix ή τα κόμιξ με πρωταγωνιστές τον Σεραφίνο και τον Τιραμόλα γίνονται τα χάρτινα σωσίβια που θα λιώνουν την ώρα ακριβώς που εμείς -αναγεννημένοι μέσω εκείνης της ιδιόρρυθμης νοσταλγίας που μας θεραπεύει άμα της εμφανίσει- θα ταξιδεύουμε περήφανα προς το μέλλον: το ολοκαίνουργιο τραγούδι των Pulp, τη νέα φωτογραφία του Μπέκαμ και την κριτική που δημοσίευσε προ δυόμιση λεπτών το Pitchfork για τον δίσκο της PJ Harvey που θα κυκλοφορήσει αύριο. Όσο για τη θνητότητα, είναι βέβαιη από την πρώτη μέρα της εμφάνισης της ζωής πάνω στη Γη. Και αν καταλαβαίνω καλά, αυτό δεν πρόκειται ν’ αλλάξει…