Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Λουκάς Καρυτινός: Η όπερα είναι η καρδιά μου και η συμφωνική μουσική η σκέψη μου
Λουκάς Καρυτινός: Συνέντευξη με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και διακεκριμένο μαέστρο.
Από το 1986, όταν ο Λουκάς Καρυτινός διηύθυνε για πρώτη φορά «Τόσκα» στο Ηρώδειο, έχουν περάσει σχεδόν 40 χρόνια. Τότε, είχε κοντά του τη Μαρίνα Κρίλοβιτς, τον Τζουλιάνο Τσιανέλλα και τον Κώστα Πασχάλη. Σε σχέση μ’ εκείνη την εμπειρία είχε πει: «Ηταν η πραγματοποίηση του παιδικού μου ονείρου! Η Ακρόπολη από ψηλά, το επιβλητικό Ηρώδειο, οι πρωταγωνιστές-ινδάλματα, το αγαπημένο έργο του Πουτσίνι, πλήρης ορχήστρα–χορωδία–τραγουδιστές, οι κερκίδες ξεχειλισμένες από ενθουσιασμένο κόσμο, το συναίσθημα δεν αναλύεται με λόγια. Βιώνεται και εκπέμπει ευτυχία». Από τότε έχει ανέβει πολλές φορές στον ιερό χώρο, έναν χώρο στον οποίο κάθε φορά νιώθει να αναβαπτίζεται. Συμπράττει με την Κάτια Μπουνιτιασβίλι στο 1ο Κοντσέρτο για πιάνο του Τσαϊκόφσκι και ερμηνεύει με την ΚΟΑ το Κοντσέρτο για Ορχήστρα του Μπέλα Μπάρτοκ. Για αργότερα μέσα στη χρονιά, σχεδιάζει την ερμηνεία της 9ης Συμφωνίας του Μπετόβεν και ως επιστέγασμα έρχεται η αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα του ΕΚΠΑ. Ανάμεσα από τη συνεχή του μελέτη στις παρτιτούρες που πρόκειται να μας παρουσιάσει και την τελετή της αναγόρευσης, νιώθω τυχερός που βρίσκει χρόνο για μια όμορφη και πολύ βαθιά συζήτηση, για την οποία τον ευχαριστώ θερμά.
Εκτός από τη μουσική που τιμάτε εδώ και 40 χρόνια, έχετε σπουδάσει και νομικά. Υπάρχει κάτι που έχετε κρατήσει, που νιώθετε ότι έχει σημασία από εκείνες τις σπουδές για εσάς μέχρι σήμερα;
Τους φίλους μου! Τους ανθρώπους που αποτελούν για μένα σημείο αναφοράς. Αυτούς με τους οποίους έχω μοιραστεί μνήμες ανεξίτηλες και μας συνδέουν ισχυροί δεσμοί αγάπης παρότι –ίσως κι ακριβώς γιατί– δεν ανήκουν στον καλλιτεχνικό χώρο.
Όμως οι νομικές σπουδές μου, πέραν των γνώσεων και του τρόπου επιστημονικής σκέψης που αποκόμισα, βοήθησαν και σε δυσκολίες και ερωτήματα που προέκυψαν κατά τις περιόδους που υπήρξα καλλιτεχνικός διευθυντής, παλαιότερα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και τώρα της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Όπως γνωρίζετε, κύριε Φλωράκη, μεταξύ των ανθρώπων προκύπτουν διαφωνίες στην καθημερινή συναναστροφή και συνεργασία, που απαιτούν νομικές γνώσεις. Ξέρετε, ελάχιστες φορές οι άνθρωποι συνομιλούν. Συνήθως συζητούν κι η συζήτηση εκ φύσεως εμπεριέχει την αντιπαράθεση.
Τι είναι για εσάς η όπερα και τι η συμφωνική μουσική;
Η όπερα, το πιο πολύπλοκο και ολοκληρωμένο έργο τέχνης, απευθύνεται στην ψυχή. Οι ανθρώπινες φωνές (που είναι ό,τι πιο κοντινό μας), η ορχήστρα, η σκηνική πράξη, τα κοστούμια, τα σκηνικά, οι φωτισμοί και κάθε τι που αποτελεί την παράσταση, μας αρπάζει από την καθημερινότητα και μας ωθεί σ’ έναν άλλο κόσμο. Αγγίζει τον συναισθηματικό μας κόσμο.
Η συμφωνική μουσική, απευθύνεται στον νου. Είναι εν πολλοίς μια αφηρημένη τέχνη, που διαπερνά την ψυχή και οδηγεί προς τον νοητό κόσμο. Για την απόλαυσή της χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια κατανόησης, αλλά αξίζει τον κόπο. Για εμένα, η όπερα είναι η καρδιά μου και η συμφωνική μουσική η σκέψη μου.
Πώς νιώθετε που θα βρεθείτε και πάλι στο Ηρώδειο στις 12 Ιουλίου; Τι αντιπροσωπεύει το Ηρώδειο για εσάς;
Το Ηρώδειο είναι από τις κορυφαίες στιγμές στη ζωή του καλλιτέχνη. Για μένα, η κορυφαία. Όσες φορές και να βρεθώ στον συγκλονιστικό αυτό χώρο, είναι σαν να αναβαπτίζομαι. Σαν να ξεκινάει ένας νέος δρόμος που οδηγεί στην κατάκτηση μιας νέας κορυφής. Νιώθω μεγάλη συγκίνηση και γλυκιά ταραχή αναμονής, εν όψει της φετινής παρουσίας μου εκεί.
Τι σας έκανε να επιλέξετε την Κάτια Μπουνιτιασβίλι για το 1ο Κοντσέρτο του Τσαϊκόφσκι που θα παρουσιάσετε;
Τα τελευταία χρόνια, με την καλύτερη οικονομική υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού και πιο συγκεκριμένα της υπουργού κ. Λίνας Μενδώνη, έχουμε τη δυνατότητα να προσκαλούμε για τις συναυλίες μας σολίστ διάσημους, από τα «μεγάλα ονόματα» της διεθνούς σκηνής. Η Κάτια Μπουνιατισβίλι, είναι μια από τις πιο αναγνωρισμένες πιανίστες, που λάμπει με τη δεξιοτεχνία και την προσωπικότητά της. Είμαστε τυχεροί που βρέθηκε ο χρόνος για αυτήν τη συνύπαρξη και είμαι βέβαιος πως θα μαγέψει και το ελληνικό κοινό. Όσον αφορά το κοντσέρτο του Τσαϊκόφσκυ, είναι επιλογή της καλλιτέχνιδος, η οποία το παρουσιάζει αυτήν την περίοδο στις συναυλίες της. Ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία της και παράλληλα είναι τόσο δημοφιλές στο παγκόσμιο κοινό.
Τι σας έκανε, επίσης, να επιλέξετε το Κοντσέρτο για Ορχήστρα του Μπάρτοκ;
Το Κοντσέρτο για Ορχήστρα είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα του 20ού αιώνα. Είναι ιδιοφυές και, όπως λέει και ο τίτλος του, κάθε ορχηστρική ομάδα, κάθε μουσικός, ερμηνεύει σαν σολίστ το μουσικό του κείμενο. Είναι έργο εκτελεστικά πολύ δύσκολο, που αναδεικνύει το επίπεδο και τις ικανότητες της ορχήστρας, αλλά παράλληλα εξαιρετικά ευχάριστο και ενδιαφέρον για τον ακροατή. Είναι έργο που δεν παίζεται συχνά και γι’ αυτό το επέλεξα για τη συναυλία μας. Είναι ευκαιρία να το ακούσει και να το απολαύσει το κοινό μας και μάλιστα στο υποβλητικό Ηρώδειο.
Με αφορμή τα 200 χρόνια από την πρώτη εκτέλεση της 9ης του Μπετόβεν, πρόκειται να παρουσιάσετε το μεγάλο αυτό έργο. Ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει ο μαέστρος και η ορχήστρα;
Η 9η του Μπετόβεν είναι το πιο γνωστό και αγαπημένο έργο της συμφωνικής μουσικής. Αν, δηλαδή, θα έπρεπε να διασωθεί μόνο ένα έργο αυτού του είδους, η 9η θα ήταν η παγκόσμια επιλογή. Αυτή η μοναδικότητα φέρει και το βάρος της ευθύνης για τους ερμηνευτές, ώστε να μπορέσουν να σταθούν στο ύψος της. Η μουσική του Μπετόβεν μιλάει μόνη της. Πρέπει, τόσο ο μαέστρος όσο και οι μουσικοί και οι τραγουδιστές, να ακούσουν τη φωνή της και να την ερμηνεύσουν με σεβασμό και πνευματική ανάταση.
Τι αποτελεί για εσάς η Ενάτη;
Πιστεύω ότι, με την Ενάτη, η συμφωνική μουσική οδηγήθηκε στα ανώτατα όριά της.
Έχετε συνεργαστεί με τους μεγαλύτερους μουσικούς του πλανήτη. Τι σας έχει εντυπωσιάσει περισσότερο;
Πως ανεξάρτητα από την ηλικία, τη διασημότητα, τον εύκολο ή πιο δύστροπο χαρακτήρα που μπορεί να έχει ο ερμηνευτής, η μουσική είναι η πεμπτουσία της ζωής τους. Η αναπνοή και η χαρά της κάθε ημέρας. Ζουν για την τέχνη τους κι εκείνη συνήθως τους το ανταποδίδει πλουσιοπάροχα με επιτυχίες, ευεξία και συνεχή δραστηριότητα. Δεν είναι τυχαίος ο ανατολίτικος μύθος για τον καλλιτέχνη που, αφιερωμένος καθώς είναι στην τέχνη του, σταματά τον χρόνο και μένει νέος για πάντα.
Υπάρχουν κάποιες ιστορίες που σας έχουν μείνει αξέχαστες;
Το μέγιστο επί σκηνής πλήθος χορωδών και κομπάρσων που είχε επιστρατευθεί για μια παραγωγή της «Κάρμεν», στο Ολυμπιακό στάδιο της Σεούλ. Μιλάμε για 700 άτομα –κυριολεκτικά– χορωδών και κομπάρσων, αριθμός που νομίζω, δεν έχει ξεπεραστεί. Βέβαια, πάμπολλοι ήταν και οι υπόλοιποι συντελεστές της παράστασης. Ήταν μια διεθνής παραγωγή, όπου τα μεγέθη υπήρξαν αδιανόητα. Δύσκολα ξεχνιέται η δύναμη κι η δυναμική που φέρει η εμπειρία ενός τέτοιου μεγέθους, που είναι λογικό το ότι γεννά δέος. Στο κοινό, αλλά και σε μας.
Ενδεχομένως και κάποιες αστείες ιστορίες;
Στην ίδια ακριβώς παραγωγή, γίνεται μια από τις πρώτες πρόβες σ’ ένα τεράστιο γυμναστήριο, όπου οι βοηθοί του σκηνοθέτη προσπαθούν να χωρίσουν το πλήθος των 700 ατόμων σε ομάδες και να εξηγήσουν τις κινήσεις που θα πρέπει να κάνει κάθε ομάδα. Οι βασικοί συντελεστές –ο σκηνοθέτης Ιταλός, ο διευθυντής χορωδίας, Ιταλός, ο βοηθός μαέστρου, Γάλλος, κι εγώ, Έλληνας– καθόμαστε σ’ ένα τραπέζι σκηνοθεσίας λίγο πιο απόμακρα και παρακολουθούμε την πρόβα συζητώντας. Οι 700 Κορεάτες, εργαζόμενοι, κινούνται σε πλήρη ησυχία. Οι 4 Μεσόγειοι καθήμενοι κάνουν τόση φασαρία συζητώντας, που αναγκάζουν τους βοηθούς σκηνοθέτες να μας ζητήσουν να χαμηλώσουμε τους τόνους!
Έχετε διευθύνει τρεις όπερες του Μίκη Θεοδωράκη. Ποια είναι η θέση του Μίκη Θεοδωράκη στην ελληνική μουσική, λόγια και μη;
Είχα τη μεγάλη τύχη να συμπορευτώ με τον Μίκη Θεοδωράκη για πολλά χρόνια. Πέρα από τις πρώτες εκτελέσεις έργων του, περιοδεύσαμε σε πολλά κράτη παρουσιάζοντας τα μεγάλα λαϊκά ορατόρια και το μπαλέτο «Ζορμπάς». Θεωρώ πως η προσφορά του Θεοδωράκη στην ελληνική μουσική είναι αξεπέραστη. Δεν είναι μόνο ο όγκος της δουλειάς του, δεν είναι η ευρύτατη γκάμα των έργων του (από συνθέσεις για ένα-δύο όργανα μέχρι 200 ερμηνευτές και από λαϊκή μουσική μέχρι όπερα), αλλά το πλήθος των σκέψεων και των συναισθημάτων που προβάλλεται στις μουσικές του συνθέσεις. Θεωρώ πως, κατά τη διάρκεια της ζωής του, υπήρξε ο πιο γνωστός Έλληνας και εκτός από την Ελλάδα επηρέασε το κοινό παγκοσμίως. Αναμφίβολα η «λαϊκή» του μουσική είναι γνωστή και αγαπητή σε πολύ μεγάλο πλήθος κόσμου ανά την υφήλιο. Αλλά και στον χώρο της «σοβαρής» έχει κατακτήσει μια αξιοσημείωτη θέση. Η θέση του Θεοδωράκη στην ελληνική μουσική χαρακτηρίζεται με μια λέξη: παγκόσμια.
Και ο Μάνος Χατζιδάκις;
Ο άλλος ογκόλιθος της μεταπολεμικής ελληνικής μουσικής. Ο συνθέτης με τις απαράμιλλες, ερωτεύσιμες και μοναδικές μελωδίες. Εκείνος που τραγούδησε και τραγουδήθηκε από τις δεκαετίες της «αθωότητας», των ιδανικών και της χίμαιρας. Ένας εμπνευσμένος μουσικός, ένα πνεύμα οξύ κι ατίθασο, ένας άνθρωπος που προσπάθησε να μας αφυπνίσει για να γλιτώσουμε από την παρακμή μας.
Ποιες είναι για εσάς οι σημαντικότερες στιγμές της ελληνικής μουσικής (λόγιας και μη λόγιας);
Σκέφτομαι προσωπικότητες που παρήγαγαν έργο υπερβατικό παραμέτρων όπως ο χώρος και ο χρόνος. Ογκόλιθους της τέχνης και του πνεύματος με παγκόσμιο εκτόπισμα και ακτινοβολία: Κάλλας, Μητρόπουλος, Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Μπάλτσα, Καβάκος…
Τι αρετές πρέπει να έχει ένας μαέστρος;
Πέραν του ταλέντου και των γνώσεων, πρέπει να έχει ηγετικά προσόντα, ευελιξία, υπομονή και συνεχές πάθος για μουσική γνώση. Για να γίνω πιο λεπτομερής: Οι μουσικές του βάσεις πρέπει να είναι στέρεες και ολοκληρωμένες. Αυτό σημαίνει 10-12 χρόνια βασικών σπουδών. Στη συνέχεια, είναι οι σπουδές για το δίπλωμα διεύθυνσης ορχήστρας, άλλα 5 χρόνια. Καθώς η ορχήστρα είναι το όργανο που χειρίζεται ο μαέστρος, χρειάζεται όσο το δυνατόν πιο συχνή εξάσκηση μαζί της για να τελειοποιηθούν οι μαεστρικές του ικανότητες. Σε όλη αυτήν την πορεία ωριμάζει και η προσωπικότητά του. Πρέπει, όπως είπα, να έχει ηγετικά προσόντα, μια και η δουλειά του είναι να καθοδηγήσει και να εμπνεύσει το ορχηστρικό σώμα. Πολλές φορές, ο μαέστρος καλείται να διευθύνει άγνωστες σε αυτόν ορχήστρες. Πρέπει μέσα στα πρώτα λεπτά της πρώτης πρόβας να αντιληφθεί με τι επιπέδου ορχήστρα έχει να κάνει, ποιες είναι οι δυσκολίες της, πώς αντιδρούν οι μουσικοί της, και ανάλογα να τους συμπεριφερθεί αναζητώντας το καλύτερο αποτέλεσμα. Η ερμηνεία της μουσικής είναι μια συνεχής αναζήτηση, μια πορεία στον κόσμο της γνώσης και της εκτέλεσης, που για να επιτύχει χρειάζεται φαντασία, συναίσθημα, πειθαρχία και πολύ κόπο.
Τι είδους επικοινωνία πρέπει να έχει με τους μουσικούς;
Με τους μουσικούς πρέπει ο μαέστρος να είναι πολύ προσεκτικός. Να μην ξεχνά πως κι εκείνοι έχουν δώσει μεγάλο μέρος από τη ζωή τους (από μικρά παιδιά) για να μάθουν το όργανό τους, πως κι εκείνοι έχουν προσωπική άποψη για το πώς πρέπει να ερμηνευτεί ένα μουσικό κομμάτι. Συχνά υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ μουσικών και αρχιμουσικού σχετικά με την ερμηνεία ενός έργου. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο μαέστρος πρέπει με το κύρος και τον σεβασμό που θα έχει κερδίσει από την ορχήστρα, να περάσει την άποψή του και να εμπνεύσει τους μουσικούς να τον ακολουθήσουν.
Και τι αρετές πρέπει να έχει μια ορχήστρα;
Η ορχήστρα ουσιαστικά είναι ένα σώμα. Όπως κάθε σώμα έχει τα επιμέρους όργανά του, έτσι και η ορχήστρα αποτελείται από όργανα που, για να μπορέσει να κινηθεί καλά, πρέπει όλα τα επιμέρους τμήματα να συλλειτουργήσουν αρμονικά. Όσο καλύτερος είναι ο κάθε εκτελεστής, όσο κάθε ομάδα οργάνων συντονίζεται άψογα και όσο ολόκληρη η ορχήστρα συνδυάζεται με μια κίνηση κι αναπνοή, τότε ανάλογη είναι και η εκτελεστική της δεινότητα.
«Το Ηρώδειο είναι από τις κορυφαίες στιγμές στη ζωή του καλλιτέχνη. Για μένα, η κορυφαία. Όσες φορές και να βρεθώ στον συγκλονιστικό αυτό χώρο, είναι σαν να αναβαπτίζομαι» - Λουκάς Καρυτινός
Πώς βλέπετε σήμερα την ΚΟΑ;
Νομίζω πως η ΚΟΑ βρίσκεται τώρα στην καλύτερή της καλλιτεχνική φάση. Το επίπεδο σε όλες τις ομάδες οργάνων έχει ανέβει, οι οργανικές θέσεις που για καιρό ήταν άδειες, με τη βοήθεια του ΥΠΠΟ, έχουν πληρωθεί –με αποτέλεσμα το σώμα της ορχήστρας να είναι ομοιογενές– υπάρχει εργασιακή ειρήνη και κυριότερο απ’ όλα, μεγάλη διάθεση να γίνει καλή μουσική. Μπορούμε να πούμε πως η ορχήστρα προσφέρει αξιοσημείωτες ερμηνείες.
Πώς προετοιμάζεστε προκειμένου να διευθύνετε ένα έργο για πρώτη φορά;
Μελετώ πάρα πολύ. Πιστεύω πως η καθημερινή, συστηματική μελέτη, είναι το κλειδί για την κατανόηση και την κατά το δυνατόν καλύτερη ερμηνεία κάθε μουσικού έργου. Η πρώτη φορά δημιουργεί και επιπρόσθετες ευθύνες, τόσο για την αποκρυπτογράφηση των μουσικών σκέψεων του συνθέτη όσο και για τις ιδιαιτερότητες της εποχής της σύνθεσης. Όλα πρέπει να ληφθούν υπόψη, να μελετηθούν και σιγά σιγά να αποκρυσταλλώνεται η ερμηνεία τους.
Υπάρχουν σημεία σε όπερες που έχετε διευθύνει πολλές φορές, που σας εκπλήσσουν όταν μελετάτε ξανά την παρτιτούρα; Σημεία που δεν είχατε προσέξει τις προηγούμενες φορές;
Ασφαλώς! Αυτή είναι μια θεμελιώδης γοητεία του διαβάσματος της παρτιτούρας. Έχει πάντα να σου υποδείξει νέα σημεία που μπορούν να τονιστούν, άλλα να περάσουν σε δεύτερη μοίρα, όργανα που μπορούν να ξεχωρίσουν, στιγμές που βγαίνουν στο φως. Είναι ένα διαρκές παιχνίδι, μια διαρκής αναζήτηση για νέες φράσεις, νέους ρυθμούς, νέα δυναμική, αλλά πάντα με μεγάλο σεβασμό προς τον συνθέτη και το έργο.
Υπάρχουν κάποια έργα που είναι τα απολύτως αγαπημένα σας;
Συνήθως είναι τα έργα με τα οποία ασχολούμαι για το ανέβασμά τους. Υπάρχει όμως ένας συνθέτης που είναι ο αγαπημένος μου, ο Σούμπερτ, με τον οποίο όμως έχω ασχοληθεί ελάχιστα. Προτιμώ να κρατώ αγνή την εικόνα του μέσα μου και να τη χαίρομαι από τους συναδέλφους.
Ποιους νέους μαέστρους βλέπετε αυτήν τη στιγμή να ξεχωρίζουν σε διεθνές επίπεδο;
Η νέα γενιά Ελλήνων μουσικών διακρίνεται από μεγάλο ταλέντο και βαθιές γνώσεις. Μου είναι δύσκολο να αναφέρω κάποιους, χωρίς να ξεχάσω ή να αδικήσω κάποιους άλλους. Το βέβαιο είναι ότι αισιοδοξώ για την ολοένα εντονότερη παρουσία των Ελλήνων στην τόσο ανταγωνιστική διεθνώς μουσική σκηνή.
Υπάρχουν κάποια έργα που θα θέλατε, αλλά δεν έχετε διευθύνει ποτέ;
Φυσικά και υπάρχουν. Βεβαίως, η μουσική που έχει καταγραφεί ανά τους αιώνες είναι τεράστια και μια ζωή είναι μια σταγόνα στον ωκεανό της.
Πόσο σας ενδιαφέρει η γνώμη των κριτικών σε σχέση με κάποια ερμηνεία σας;
Με ενδιαφέρει η γνώμη τους, γιατί είναι πρόσωπα που αγαπούν τη μουσική, αρκετοί την έχουν σπουδάσει, και προσέρχονται με περισσότερες απαιτήσεις και προσλαμβάνουσες απ’ ό,τι το απλό κοινό. Σε κάθε ερμηνεία, ένα τρίτο, ειδικευμένο, πρόσωπο που βρίσκεται στο κοινό την ώρα της εκτέλεσης, μπορεί να διακρίνει στοιχεία αρνητικά ή θετικά, που ο ερμηνευτής να μην τα παρατηρεί εκείνη την ώρα. Άρα, μια καλόπιστη κριτική δίνει αφορμή για σκέψη και πιθανή διόρθωση. Θεωρώ δε, ότι στις μέρες μας που ο καθένας άκριτα μπορεί και δημοσιοποιεί τη γνώμη του, η εμπεριστατωμένη κριτική είναι πιο απαραίτητη από ποτέ.
Και η γνώμη του κοινού;
Για το κοινό χτυπάει η καρδιά μας. Όλη η συναυλία ή η παράσταση γίνεται για να την ευχαριστηθεί το κοινό. Είμαστε κρεμασμένοι από τις διαθέσεις του και περιμένουμε με αγωνία τις αντιδράσεις του. Το χειροκρότημα είναι η επιβράβευσή μας για τους κόπους και τις προσπάθειές μας. Συνηθίζω να λέω, ότι το κοινό με την ατμόσφαιρα που δημιουργεί, επηρεάζει ζωτικά μια ερμηνεία. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στις διαδικτυακές συναυλίες που έδωσε η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών επί COVID με τίτλο «Σολίστες της ΚΟΑ». Παρά το κατά γενική ομολογία υψηλό επίπεδο, τα χιλιάδες views, και τις ευνοϊκές κριτικές, κάτι έλειπε. Μια απουσία μεταφυσικών διαστάσεων, που θα την παρομοίαζα με απουσία ζωτικής ομάδας οργάνων.
Έχετε χρόνο εκτός μουσικής; Πώς τον αξιοποιείτε;
Υπάρχει λίγος χρόνος που τον αξιοποιώ συναντώντας φίλους, τους οποίους παρασύρω σε συναυλίες και παραστάσεις στις οποίες προσέρχονται εκόντες άκοντες. Σοβαρά πάντως, εγώ, όπως κι όλοι όσοι ασχολούμαστε με την Τέχνη –όχι μόνο της μουσικής–, έχουμε ανάγκη να βγούμε από το καλλιτεχνικό συνεχές.
Ποιες είναι οι πιο αγαπημένες σας εξωμουσικές συνήθειες;
Ποδόσφαιρο, που κάποτε έπαιζα και τώρα δυστυχώς μόνο παρακολουθώ. Διάβασμα βιβλίων με ιστορικό λογοτεχνικό περιεχόμενο. Τελευταία με εντυπωσίασε το «Ημερολόγιο ενός Κοριτσιού» της Μαργαρίτας Θεοδωράκη. Παράλληλα, μου αρέσει το θέατρο. Η θεατρική ζωή που γεννιέται και ολοκληρώνεται σε πεπερασμένο χρόνο, Με συνεπαίρνει ιδιαίτερα μια παράσταση, της οποίας το timing προσομοιάζει στο μουσικό τέμπο.
Τι σημαίνει για εσάς η αναγόρευσή σας σε επίτιμο διδάκτορα του ΕΚΠΑ;
Με έκπληξη, αλλά και χαρά, αποδέχτηκα την αναγόρευσή μου σε επίτιμο διδάκτορα. Κι αυτό γιατί, μέχρι τώρα οι πανεπιστημιακές μουσικές σπουδές αφορούν κυρίως το θεωρητικό κομμάτι της μουσικής και πολύ λιγότερο το πρακτικό. Όμως η μουσική, για εμένα η κορωνίδα των παραστατικών τεχνών, είναι κατ’ εξοχήν παράσταση και λιγότερο θεωρία. Έτσι, χαίρομαι πολύ που θα μπορέσω να προσφέρω τις γνώσεις και τις εμπειρίες που έχω αποκτήσει μετά από πάνω από 40 χρόνια συνεχούς ενασχόλησης με την τέχνη αυτή.
Για ποια από τις τιμητικές διακρίσεις αισθάνθήκατε πιο υπερήφανος;
Δεν ξέρω αν θα φανεί υπεροπτικό, αλλά οι διακρίσεις δεν ήταν ποτέ στον στόχο μου. Όχι πως δεν είναι πηγή ικανοποίησης, αλλά δεν τις επεδίωξα. Μια διάκριση που έρχεται ως αναγνώριση σωστής πορείας, είναι μια επιβεβαίωση πως «ως εδώ, προχωρώ καλά».
Πώς σχολιάζετε την τόσο κολακευτική ανακοίνωση της Ένωσης Κριτικών;
Η Ένωση Κριτικών, όπως έγινε με το βραβείο που μου απένειμε το 2008, έτσι και τώρα, στέκεται στο πλευρό μου και επικροτεί τις προσπάθειές μου στον χώρο της Μουσικής.
Τι να περιμένουμε την επόμενη σεζόν από το πρόγραμμα της ΚΟΑ;
Θα κινηθούμε στους ίδιους άξονες των προηγούμενων ετών που έδειξαν ότι ενδιαφέρουν το κοινό μας. Μετακαλούμε όσο πιο πολλούς διεθνώς καταξιωμένους σολίστ και μαέστρους. Παρουσιάζουμε έργα γνωστά και αγαπητά, έργα που θεωρούμε πως πρέπει να ακούσει το κοινό, έργα σε πρώτες εκτελέσεις. Προωθούμε τους Έλληνες συνθέτες και σολίστ. Αναζητούμε ποικιλία και ποιότητα στις συναυλίες μας. Ελπίζουμε οι φίλοι μας, που κάθε χρόνο πολλαπλασιάζονται, να μας τιμήσουν και πάλι.
Δειτε περισσοτερα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού