Μουσικη

Οι Prefabricated Quartet είναι το καλύτερα κρυμμένο μυστικό της Θεσσαλονίκης

 Ακούμε στο repeat τον τελευταίο δίσκο τους So Vague; So Clear, που περιλαμβάνει οκτώ ατμόσφαιρες «άλλης Θεσσαλονίκης»

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Οι Prefabricated Quartet είναι το καλύτερα κρυμμένο μυστικό της Θεσσαλονίκης
© Κυριάκος Αποστολίδης

Prefabricated Quartet: Συνέντευξη με το συγκρότημα της Θεσσαλονίκης για το νέο τους άλμπουμ So vague; So clear, που κυκλοφορεί από την Panorama Records.

Αν προσπαθήσεις να ταμπελάρεις τον ήχο τους, έχασες από χέρι: Post rock με jazzy υποδομές, cinematic δραματουργικές πινελιές, διαστήματα όπου ένα ηχητικό 80s new wave με 90s indie ακομπανιάρει μια κλασική τσελάτη και έγχορδη chamber music του 18ου αιώνα, που αίφνης, ξαφνικά, crash, boom, bang, αλά ούνο, αλά ντούε, αλά τρε, από την αυλή ενός βασιλιά της Αναγέννησης δίνει μια και προσγειώνεται καταμεσής ενός θρακιώτικου αυλόγυρου με ασκούς που βελάζουν και μπαϊντούσκες που αλαλιάζουν. Αυτοί είναι οι Prefabricated Quartet, η αταξινόμητη κολεκτίβα θεσσαλονικιών μουσικών: μια ακομπλάριστη και απαλλαγμένη από κάθε άγχος προσδιορισμού μπάντα, με τρομακτική συνέπεια στο να δημιουργούν έναν ήχο τόσο (μπα)ρόκ! Αλλά και τόσο dreamy pop, όσο δηλαδή και το συνολικό αποτέλεσμα του So Vague; So Clear, που μόλις κυκλοφόρησε από την Panorama Records. 

Αυτός είναι ο τελευταίος δίσκος των παιδιών που δεν έχουν καμιά σχέση (ποτέ δεν είχαν) με αυτό που λέμε εύκολη Θεσσσαλονίκη του κεφιού, του γλεντιού και του υπέρτατου city weekend προορισμού, μιας και ο ήχος τους δεν συνάδει με το γκρουβ της πόλης που οι ψυχαγωγικές αρετές αποθεώθηκαν πρόσφατα από το CNN Travel. Γιατί αυτοί εδώ, οι Χρήστος Γούσιος, Μιχάλης Σιώνας και Θοδωρής Παπαδημητρίου, που σε λίγο θα μιλήσουν, (ο ντράμερ Αλέκος Σπανίδης παίρνει δικαιολογημένη απουσία!), με τη συνδρομή μιας κολεκτίβας από φίλους μουσικούς που πλέον λειτουργούν σαν οικογένεια, είναι υπεύθυνοι για τις οκτώ ατμόσφαιρες «άλλης Θεσσαλονίκης». Νωχέλεια, ομίχλη, ποίηση, μελαγχολικός ορίζοντας, περίκλειστη πόλη, καταθλιπτική, μουντή, που όμως ξαφνικά από τα Κάστρα της σαλτάρει ο Διόνυσος, από τον Όλυμπο εφορμά ο Δίας και ένα αλλόκοτο πανηγύρι ξεκινάει. 

Prefabricated Quartet - So Vague; So Clear

Αυτούς άκουγα φανατικά όλη την περίοδο των γιορτών, σχεδόν μην πιστεύοντας τη μαγεία που διαχεόταν στο δωμάτιο, την ομορφιά που πλημμύριζε τα αυτιά και την ψυχή μου: οκτώ τραγούδια που το στερεοφωνικό μου αρνείται να τα αποχωριστεί τελώντας (με τις ευλογίες μου) σε λειτουργία ριπίτ. Κακώς, βέβαια, η έκπληξη! Χρόνια τώρα οι Prefabricated Quartet, είτε γράφουν μουσική για τις ταινίες του Πέτρου Σεβαστίκογλου (Τρεις στιγμές, Attractive Illusion, Ηλέκτρα, Βοή του Κόσμου) και άλλων Θεσσαλονικιών σκηνοθετών (Βασίλης Κεχαγιάς, Χρήστος Νικολέρης), είτε ντύνουν με ζωντανό ηχητικό υπερθέαμα ταινίες όπως το Εργαστήρι του Δόκτωρα Κάλγκαρι (τέτοιον καιρό δυο χρόνια πριν στο σινέ Φαργκάνη Art), είτε σκοράρουν για θεατρικές παραστάσεις, όπως το Ελεύθερο Ζευγάρι των Ντάριο Φο και Φράνκα Ράμα, μας έχουν εθίσει -αυτή είναι η σωστή λέξη- σε έναν ήχο που όμοιός του δεν βγήκε ποτέ από μπάντα αυτής της πόλης. Υπάρχει σάμπως κάτι πλησίον τους και αν περάσουμε τα διόδια των Μαλγάρων; Αμφιβάλλω.

Prefabricated Quartet - So Vague; So Clear

So vague; So clear: Ποιο είναι το ολότελα σαφές και το τόσο ξεκάθαρο μήνυμα που κρύβεται μέσα στο ομώνυμο τραγούδι που ονομάτισε και το άλμπουμ; 
Χρήστος Γούσιος: η ασάφεια της εποχής που ζούμε.

Δε θα το κρύψω: τον ακούω μανιωδώς όλες τις μέρες των εορτών και πιάνω τον εαυτό μου να ανακαλεί μια γκάμα από πολύ αγαπημένους μου καλλιτέχνες: Robert Wyatt, Tindersticks, ArcadeFire, Walkabouts, Mick Harvey, Waterboys, Sigur Ros, The Lush, Barry Adamson, Still Corners, Julee Cruz. Αλήθεια, τι είχατε στο μυαλό σας όταν μπαίνατε στο στούντιο; Επίσης θα ήθελα να μάθω ποιες είναι οι επιρροές του καθένα σας και πόσο τα ατομικά ακούσματά σας καθορίζουν συνολικά τον ήχο της μπάντας;
Xρήστος Γούσιος: Δεν μπήκαμε ακριβώς στο στούντιο. Θα έλεγα μπαινοβγαίναμε. Το μόνο πράγμα που είχαμε στο μυαλό μας νομίζω ήταν να καταγράψουμε αυτό που πιστεύαμε ότι ήταν το πιο ταιριαστό για τη δεδομένη στιγμή. Είναι σαν 8 πίνακες ζωγραφικής που έγιναν από κοινού. Όλοι όσοι συμμετέχουμε στον δίσκο βάζαμε κάτι: ό,τι θεωρούσαμε πως χωρούσε ή πως έπρεπε να μπει. Οι κύριες επιρροές μου είναι το (πειρατικό και μετέπειτα ελεύθερο) ραδιόφωνο της Θεσσαλονίκης 1982-1990 καθώς και η μουσική από τις τηλεοπτικές εκπομπές των πρώτων δορυφορικών καναλιών την περίοδο 1988-1991 (MTV, Super, Sky). Πιστεύω ότι ο ήχος μας καθορίζεται ακριβώς από τη μεγάλη απόσταση ανάμεσα στα ατομικά μας ακούσματα. Νομίζω ότι είναι πολύ μικρό το ποσοστό των κοινών ακουσμάτων μας. Αυτό κάποιες φορές έχει και μεγάλη πλάκα μεταξύ μας. Δεν θα κρύψω ότι ο Mick Harvey είναι ένας από τους μουσικούς μου ήρωες.
Μιχάλης Σιώνας: Οι επιρροές μου θα ήθελα να λέω ότι είναι ο J. S. Bach, o Maurice Ravel, o Igor Stravinsky, o John Coltrane, o Jeff Buckley, η Toni Morrison, o Mark Rothko, o Paul Motian, ενώ νομίζω πρέπει να λέω ότι είναι ο Andrew Wood, oEddie Vedder, o Shannon Hoon, ο Μatt Cameron, οι Public Enemy και οι Cure.
Θοδωρής Παπαδημητρίου: Ακούσματα (που τους έχω λιώσει αλλά δεν ξέρω αν θα αποκαλούσα επιρροές) είναι οι αγαπημένοι J. S. Bach, L. Van Beethoven, György Ligeti, Alfred Schnittke, Jonny Greenwood, Jóhann Jóhannsson. Επιρροές, όσοι με έκαναν να χορεύω στα 90s: Prodigy,F aithless (R.I.P. αγαπημένε Maxi Jazz), Fatboy Slim, Chemical Brothers, Daft Punk, Jamiroquai).

Mackeson Road NW

Προσκυνώ τα Mackeson Road και Morning Music, τα δυο μελοποιημένα ποιήματα του Piers Plowright, με λέξεις που «στοιχειοθέτησε» αλλά και σας τις εκφώνησε ο ίδιος κατά τη διάρκεια των λοκντάουν. Αναρωτιέμαι: πόσο ευλογημένοι νιώθετε σαν μπάντα με αυτή τη συνεργασία; Θα ήθελα να μάθω πώς γνωριστήκατε, πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία και πώς καταφέρατε να εκμηδενίσετε την απόσταση και να ηχογραφήσετε, τεχνικά μιλώντας, την εποχή που όλος ο πλανήτης ήταν έγκλειστος… 
Χρήστος Γούσιος: Γνωρίστηκα με τον Piers (BBC Radio Producer, 1937-2021) το 2009 στο Λονδίνο και από τότε καλλιεργήθηκε μια πολύ όμορφη σχέση, η οποία την περίοδο του εγκλεισμού επεκτάθηκε και καλλιτεχνικά. Ο Piers έστελνε κάποια ποιήματα κι αυτά μετατρέπονταν σε τραγούδια μέσα από έναν όμορφο διάλογο. Ναι, ευλογία είναι η συναναστροφή με έναν τέτοιον γενναιόδωρο άνθρωπο, που ήξερε να μοιράζει τις εμπειρίες και γνώσεις του. Ευτυχώς κατάφερε και άκουσε ολοκληρωμένα τα δύο τραγούδια πριν τον θάνατό του. Γενικά οι ηχογραφήσεις του δίσκου έγιναν με τους πιο παράδοξους τρόπους, καθώς όλες πραγματοποιήθηκαν στην περίοδο του covid. Κάποια πράγματα είναι ηχογραφημένα με κινητά τηλέφωνα, η σειρά που ηχογραφήθηκαν τα όργανα αντιβαίνει κάθε κανόνα, αλλά όλα αυτά δεν έχουν καμία σημασία, καθώς είναι το συνολικό αποτέλεσμα που εισπράττει κανείς. Όμως αυτές οι παραδοξότητες πιθανόν και να αντανακλούν στο τελικό προϊόν/έργο. Ελπίζω κάτι θετικό.

Morning Music

Ο δίσκος είναι κατάφορα ποιητικός: εκτός από τον Piers Plowright, υπάρχει και ο Θεσσαλονικιός Ανέστης Ευαγγέλου με την Πληγή. Αυτή η σύζευξη του τοπικού ποιητικού και της παγκόσμιας πρόζας, κάτι που γίνεται και στο μουσικό πεδίο, θεωρώ πως θα μπορούσε να είναι και μια από τις ρήτρες της ιδρυτικής(;) διακήρυξης των Prefabricated Quartet. Διορθώστε με αν δεν ισχύει.
Χρήστος Γούσιος: Οι Prefabricated είμαστε μια τοπική μπάντα, αλλά όλοι μας προσπαθούμε να αφουγκραζόμαστε και σίγουρα επηρεαζόμαστε και πέρα από το εγγύς πεδίο. Ακόμα και μεταξύ μας, ακόμα και οι μουσικές μας καταβολές, θα έλεγα ότι ικανοποιούν τη σύζευξη στην οποία αναφέρεσαι. Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ, αλλά ναι, ισχύει. 

Τι κάνετε στη Θεσσαλονίκη; Κατά πόσο μετέχετε ή απέχετε από τη βοή της πόλης; Το ρωτώ αυτό γιατί, χρόνια που σας παρακολουθώ, θεωρώ πως η ψυχογεωγραφία της μπάντας δείχνει να ορίζεται περισσότερο από ωκεανούς σαν τον Ατλαντικό ή τη Βόρεια θάλασσα, παρά από τον Θερμαϊκό κόλπο. Παρ’ όλα αυτά, εφόσον υπάρχετε, ζείτε, εργάζεστε και κινείστε εντός του ιστού, θα σας ρωτήσω για το πώς βλέπετε την πόλη σήμερα. Κυκλοφορώ, από παντού ακούω γκρίνια, αλλά πάντα έτσι δεν ήταν εδώ επάνω, πλην της φωτεινής έκλαμψης του Μπουτάρη; 
Μιχάλης Σιώνης: Είμαι από αυτούς που γκρινιάζουν. Αν είχα τα φράγκα, και τα κότσια, θα έφευγα από τη χώρα και θα επέστρεφα μόνο για μπάνιο το καλοκαίρι. Η Θεσσαλονίκη πιο συγκεκριμένα, παρά το μεγάλο λιμάνι, εξελίσσεται εδώ και πολλά χρόνια σε μια πόλη εξαιρετικής αρχιτεκτονικής ασχήμιας και φασιστικής μιζέριας. 
Θοδωρής Παπαδημητρίου: Εγώ πάλι είμαι από αυτούς που ούτε αποφεύγουν τη βοή της πόλης, ούτε θέλουν να γκρινιάζουν, χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει ότι δε συμφωνώ με τον Μιχάλη για όλα τα αρνητικά της πόλης. Αγαπώ τη Θεσσαλονίκη και μένω εδώ από επιλογή, μπας και (όσοι θέλουμε) καταφέρουμε να αλλάξουμε κάπως κάτι από όλη αυτή την ασχήμια προς κάτι πιο προοδευτικό.
Χρήστος Γούσιος: Προσωπικά αποφεύγω τη βοή της πόλης. Τη Θεσσαλονίκη όμως τη λατρεύω. Κι αν η μουσική μας θυμίζει άλλες θάλασσες, πιστεύω πηγάζει από τον βυθό του Θερμαϊκού, γιατί τελικά η πόλη που λέω ότι λατρεύω, είναι αυτή που βρίσκεται σήμερα κρυμμένη: κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και μέσα στα στρώματα των προηγούμενων εποχών της. Στην κοσμοπολίτικη ιστορία της, τον δημοκρατικό της χαρακτήρα, το βάρος του γκρίζου ουρανού της και την πολύ-πολιτισμική της παράδοση.

Τώρα μιλάει ο Ξανθιώτης που κρύβω μέσα μου, οπότε δεν μπορώ να μην υπερθεματίσω: στο τραγούδι In Disguises η χρήση της γκάιντας μέσα στο ποστ ροκ ξέσπασμα κυριολεκτικά στέλνει το τραγούδι σε άλλη διάσταση. Αυτή η σύνδεση με τη Θράκη από πού προκύπτει, παιδιά; 
Θοδωρής Παπαδημητρίου: Για μένα η γκάιντα πέρα από τη Θράκη παραπέμπει σε κάτι οικουμενικά διονυσιακό/παγανιστικό που όντως σε ταξιδεύει σε άλλη διάσταση. Χωρίς να έχω καμία σχέση (καταγωγή/κατοικία) με τη Θράκη, τα μέτρα, οι ρυθμοί και οι χοροί της με τρέλαιναν από μικρό παιδί (σαν τη μπαϊντούσκα δεν έχει!).
Χρήστος Γούσιος: Θράκη, Μακεδονία, Βορράς. Αυτές είναι οι ρίζες μας, οπότε κάπως είμαστε φορείς ακόμα και των ηχοχρωμάτων, άσχετα αν είμαστε εκτεθειμένοι σε αυτά στην (αστική) καθημερινότητά μας.

Ritual

Στο οκτάλεπτο Ritual (να ξανά η θρακιώτικη γκάιντα!), έχω την εντύπωση πως ακούω το σάουντρακ μιας ταινίας. Τα ίδια περί ταινίας ισχύουν και για το The Way, οπότε αναπόφευκτα τολμώ να αναρωτηθώ μήπως όλος ο δίσκος So Vague; So Clear δεν είναι παρά το σάουντρακ ενός φιλμ που δεν γυρίστηκε ποτέ ή υπάρχει, αλλά το ξέρουν και το βλέπουν λίγοι.
Χρήστος Γούσιος: Όμορφο αυτό. Θα ευχηθώ ο κάθε άνθρωπος που ακούει τον δίσκο να βλέπει με το εσωτερικό του μάτι ένα φιλμ, αυτό που του ταιριάζει καλύτερα.
Μιχάλης Σιώνης: Η ενασχόληση της μπάντας με το σινεμά δεν μπορεί να αφήνει ανεπηρέαστες μουσικές που, όπως στην περίπτωση του εν λόγω δίσκου, δεν απαντώνται ως επί το πλείστον σε κάποια ταινία.

the Way

Υπάρχει μια συνδρομή μουσικών στο μπάσο, τα πιάνα, τις έξτρα κιθάρες, αλλά και ενός Subaru Forester! Στο τραγούδι The Way, από ό,τι κατάλαβα, χρησιμοποιήσατε τους υαλοκαθαριστήρες του παρμπρίζ του! Μιλήστε μου για αυτή τη διευρυμένη «οικογένειά» σας, ας την αποκαλέσω.
Χρήστος Γούσιος: Στο So Vague; So Clear συμμετέχουν οι Πελαγία Χατζηνικήτα, Γιάννης Καράμπελας, Θανάσης Καφετζής & Αναστάσης Πετρέλης. Καλοί φίλοι και ιδιαίτεροι μουσικοί, όλες κι όλοι με διαφορετικό προσανατολισμό. Ενδιαφέρον έχει ο κοινός τόπος τους, που είναι -πέρα από τη μουσική- η επαγγελματική σχέση όλων με τον κινηματογράφο. Η συνεισφορά τους στον δίσκο είναι πολύ σημαντική και πέρα από τη διεύρυνση της μουσικής μας οικογένειας, διεύρυνε και όλο το ηχητικό κι αρμονικό μας σύμπαν. Θα μου επιτρέψετε όμως να υπογραμμίσω τη σχέση με τον Γιάννη με τον οποίο συνδεόμαστε και συνεργαζόμαστε από τα σχολικά μας χρόνια τη δεκαετία του '80 και, ναι, τον θεωρώ οικογένειά μου. 
Μιχάλης Σιώνης: Μακάρι να ήταν περισσότεροι, η συνεργασία είναι ευλογία.

Τέτοιες μέρες, τέτοια λόγια: Τι καλό ακούσατε το 2022 και αξίζει να το μοιραστούμε; Είτε κάτι νέο που ανακαλύψατε είτε κάτι παλιό που σας διέφευγε έως τώρα.
Χρήστος Γούσιος: Προσωπικά φοβάμαι ότι παραμένω προσκολλημένος σε περασμένα ακούσματα, τα οποία διαρκώς επανεξετάζω.
Μιχάλης Σιώνης: Little Simz, Broken
Θοδωρής Παπαδημητρίου: Κι εγώ με τον Χρήστο, δηλώνω της παρελθοντολογικής προσκολλήσεως!

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ