Μουσικη

Tony Allen 1940-2020: Η ιστορία του πιο επιδραστικού ντράμερ

Ξεκίνησε δίπλα στον Fela Kuti κι έφτασε να συνεργάζεται με techno DJs

Δημήτρης Λιλής
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Tony Allen: Ο Δημήτρης Λιλής γράφει για τον ντράμερ που πέθανε σε ηλικία 79 ετών, κι από το Afrobeat στο Afrofunk, άλλαξε τη μουσική.

Τα νέα για τους φίλους του ρυθμού, της jazz και της Αφρικάνικης μουσικής κουλτούρας δεν είναι ευχάριστα σήμερα. Ο Tony Allen, ένας εκ των σπουδαιότερων ντράμερ στην σύγχρονη μουσική ιστορία άφησε την τελευταία του πνοή στις 30 Απριλίου στο Παρίσι (στα 79 του), από επιπλοκές στην καρδιά όπως ανακοινώθηκε αλλά χωρίς ακόμα να είναι γνωστή η αίτια που τις προκάλεσε.

Γεννημένος το 1940 στο Λάγκος της Νιγηρίας, έγινε γνωστός στους μουσικούς κύκλους ως ο αρχιτέκτονας πίσω από τον ήχο του συμπατριώτη του Fela Kuti και στην συνέχεια συνεργάστηκε με μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα της εναλλακτικής pop, rock, jazz, dance σκηνής, μετρώντας μάλιστα και αρκετές επισκέψεις και στην χώρα μας για συναυλίες.  

Χρόνια πριν ο Fela Kuti δηλώσει ότι «χωρίς αυτόν δεν θα υπήρχε το Afrobeat» είχε ζήσει από πρώτο χέρι την άνεση «της ανεξαρτησίας των άκρων» που είχε ο Allen όταν καθόταν στα τύμπανα. «Είναι απίστευτο, με τον τρόπο που παίζεις δεν θα χρειαστούμε ποτέ επιπλέον κρουστά» αναφώνησε από τις πρώτες κιόλας πρόβες η θρυλική μορφή της Αφρικάνικης μουσικής και μαζί ξεκίνησαν να περιοδεύουν τον κόσμο στα 70s ευαγγελίζοντας μέσα από την περίφημη «Africa 70» μπάντα τους τον ήχο της jazz, της Αφρικάνικης πολυρρυθμίας και της spiritual μουσικής σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Αξεπέραστες θεωρούνται για πολλούς οι ηχογραφήσεις της μπάντας στο Los Angeles το 1969.

Μαζί ηχογράφησαν πάνω από 30 albums, ενώ στα μέσα των 70s οπότε και ξεκίνησε τις δικές του solo κυκλοφορίες ο Allen, είχε πάντα την κάλυψη και την συνεισφορά του Fela Kuti. Το δίδυμο σταμάτησε την κοινή του δράση κάπου στο 1979 καθώς ο Allen δεν ήταν σύμφωνος με την απολυταρχική ιδεολογία που έδινε στην μουσική του κατεύθυνση τότε ο Kuti. 

Ως έφηβος θα μελετούσε τις ζωές και το έργο σπουδαίων jazz ντράμερ που θα έφτιαχναν τις δικές τους μπάντες όπως οι Max Roach και Art Blakey για τους οποίους διάβαζε στα περιοδικά του ραδιοφωνικού σταθμού της Νιγηρίας όπου εργαζόταν και σχεδόν φυσικά από τα 18 και μετά που έπιασε τα τύμπανα ανέπτυξε jazz τεχνικές βασισμένος στον Yoruba ήχο της Αφρικάνικης μουσικής κουλτούρας που τον περιτριγύριζε.

Όταν ξεκίνησε την σόλο πορεία του, εγκαταστάθηκε αρχικά στο Λονδίνο και έπειτα στο Παρίσι όπου ηχογράφησε μεταξύ άλλων και με τον Manu Dibango ενώ στις σόλο δουλειές του το ενδιαφέρον του στράφηκε στο να αποδομήσει τον Afrobeat ήχο με τρόπο τέτοιο ώστε να συγχωνευτεί πιο εύκολα στις ανερχόμενες τότε φόρμες της electronica, της rap και της dub μουσικής.

To «N.E.P.A.» άλμπουμ του (1984) είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό δείγμα αυτού του νέου μουσικού ιδιώματος που ο Tony Allen θα χαρακτήριζε afrofunk και τον θα τον απελευθέρωνε στο να συνδέσει την Αφρικάνικη πολυρρυθμική βάση του με νέες μουσικές φόρμες.

Άλλωστε το παίξιμο του σε albums όπως το «Afrodisiac» του 1973 είχαν επηρεάσει μπάντες όπως οι Talking Heads στο περίφημο «Remain In Light» του 1980, οπότε ο δυτικός μουσικός κόσμος έτρεφε ήδη απεριόριστο σεβασμό στην τέχνη του, κάτι το οποίο ο Allen εξαργύρωσε όντας περιζήτητος studio drummer στα 80s και τα 90s.

Και όταν ήρθαν τα 00s η φήμη του σαν επιδραστικός μουσικός είχε πλέον εκτοξευθεί και η επιρροή του ήχου του θα άρχιζε να παντρεύεται με την σύγχρονη pop. 

Είναι το χαρακτηριστικό πολυρυθμικό παίξιμο του πίσω από το ραδιοφωνικό χιτ «La Ritournelle» (2004) του Sebastien Tellier και o καλός του φίλος και συχνός συνεργάτης Damon Albarn (από τους Blur) τον έκανε μέλος στο super group «The Good, The Bad & The Queen» μαζί με τον Paul Simonon από τους Clash και τον Simon Tong των Verve. Λίγο αργότερα, το δίδυμο Allen και Albarn με την συμβολή του μπασίστα των Red Hot Chilly Peppers, Flea, θα ηχογραφήσουν το one off άλμπουμ - project των Rocket Juice & The Moon ενώ το 2014, o Damon θα τραγουδήσει και το «Go Back» από το album «Film Of Life» ίσως πιο γνωστό solo κομμάτι του Allen στην τελευταία δεκαετία.

H Grace Jones, η Charlotte Gainsbourg έπειτα την παρότρυνση των Air και με την συμβολή του Jarvis Cocker των Pulp, o Gonjasufi και η Angelique Kidjo είναι μερικοί ακόμα που είχαν την τύχη να συνεργαστούν την τελευταία δεκαετία με τον Allen. Ο ήχος των τυμπάνων του μάλιστα σφράγισε το περσινό και βραβευμένο με Grammy album της Angelique Kidjo, «Celia».

Σε όλο αυτό το διάστημα των τελευταίων 20 χρόνων γύρισε στις ρίζες του δύο φορές. Το 2017 που απέδωσε τον δικό του φόρο τιμής στον Art Blakey και τους Jazz Messengers ηχογραφώντας το «Tribute» ep του για την Blue Note και μόλις στις αρχές της χρονιάς που κυκλοφόρησε το «Rejoice» άλμπουμ στο οποίο είχε συνεργαστεί για τελευταία φορά με τον Hugh Masekela.

Tόσο στην βιογραφία του «Tony Allen : Master Drummer Of Afrobeat» όσο και στις συνεντεύξεις του ο Tony Allen τόνιζε ότι δεν του αρέσει να επαναλαμβάνεται και επιδιώκει μονίμως τον πειραματισμό και την εξέλιξη.

Έχοντας ηχογραφήσει μερικά από τα πιο χορευτικά drum μοτίβα της μουσικής ιστορίας ήταν μόνο δίκαιο να επηρεάσει και το κοινό της ηλεκτρονικής μουσικής.

Αυτό το remix του Motor City Drum Ensemble στο κομμάτι του «Asiko» (από το «Black Voices» άλμπουμ του 1999), όπως και η Ricardo Villalobos 29λεπτη εκδοχή του κομματιού κοσμούν την συλλογή για τα 10 χρόνια του Dekmantel festival στην Ολλανδία και κυκλοφόρησαν την ίδια χρονιά (2018),που ο 78χρονος Νιγηριανός συνεργάστηκε με τον θρύλο της Detroit techno σκηνής Jeff Mills στο «Tomorrow Comes The Harvest» ep.

Ψιλά γράμματα για κάποιους που θέλουν να κρατήσουν για πάντα την εικόνα του Tony Allen να δημιουργεί μαζί με τον Fela Kuti το περίφημο Afrobeat ηχητικό τοίχος, αλλά ο ίδιος ο Allen ήθελε να μείνει στην ιστορία σαν πρωτοπόρος, ντράμερ και μουσικός που στα 78 του προτιμούσε να κάνει Techno με τον Jeff Mills παρά να επαναπαύεται στο παρελθόν. 

«I’m a cool person» παραδεχόταν, «I’m playing my drums the way…I behave in life».

Στο πρώτο άκουσμα της είδησης νωρίς το πρωί, σκεφτόμουν τον δεκαπεντάχρονο εαυτό μου να παίρνει μαθήματα drums για να μοιάσει στον John Bonham ή τον Keith Moon και αμέσως συνειδητοποίησα ότι αν ποτέ τελείωνα εκείνα τα μαθήματα θα ήθελα σίγουρα να ακούγομαι σαν τον Tony Allen ή τον Joseph «Zigaboo» Modeliste.

Ακούστε περισσότερη μουσική στον Athens Voice 102.5