Μουσικη

H afrobeat δύναμη του Τony Allen

O θρυλικός ντράμερ έγραψε μέρος της μουσικής ιστορίας με τη δημιουργία του afrobeat και την επιρροή του στον future jazz ήχο

Γιώργος Δημητρακόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο νιγηριανός ντράμερ και συνθέτης Tony Allen έφυγε από τη ζωή στα 80 του χρόνια στο Παρίσι. Θυμόμαστε και ακούμε τη μοναδική του κληρονομιά

Γεννημένος το 1940 στη Νιγηρία ο Τony Allen έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 80 ετών στο Παρίσι στις 30 Απριλίου. Ηγετική φιγούρα της afrobeat θεωρείται ένας από τους καλύτερους ντράμερ όλων των εποχών ενώ υπήρξε μουσικός διευθυντής των Africa '70 του Felα Κuti από το 1968 ως το 1979 πριν ανανεώσει εκ νέου το afrobeat με ανοιχτούς ορίζοντες σε πολλές συνεργασίες με μουσικούς όπως ο Sébastien Tellier ή ο Damon Albarn των Blur και ο Paul Simonon των Clash στο πρότζεκτ The Good, the Bad & the Queen.

Ο αυτοδίδακτος μουσικός ξεκίνησε στα 18 του χρόνια ενώ δούλευε σε ραδιοφωνικό σταθμό. Με επιρροές από την αμερικανική τζαζ, την ανερχόμενη σκηνή της Νιγηρίας και της Γκάνα αλλά και της δημοφιλούς Yoruba μουσικής των 40s Jùjú που άκουγε ο πατέρας του. 

Μελέτησε τον ήχο μάστερ της τζαζ όπως οι Max Roach, Art Blakey και του γκανέζου ντράμερ Guy Warren, γνωστός με το όνομα Kofi Ghanaba που ανέμιξε την tribal τεχνική της Γκάνα με την bebop.

To 1964 ξεκίνησε η συνεργασία με τον Fela Kuti δημιουργώντας έναν μοναδικό πολυρυθμικό ήχο με επιρροές  από soul, jazz, yoruba και αφρικανική παράδοση. Ηχογράφησε περισσότερα από 30 άλμουμ με τον Fela Kuti ενώ  ξεκίνησε την προσωπική του πορεία με τους Αfrica '70 και παραγωγό τον Κuti με τα άλμπουμ Jealousy (1975), Progress (1977), No Accommodation For Lagos (1979). Το 1979 αποφάσισε να δημιούργησε το δικό του afrobeat σχήμα με μέλη από τους Africa '70 ηχογραφόντας το άλμπουμ No Discrimination το 1980.

4 χρόνια αργότερα μετακόμισε στο Λονδίνο και στη συνέχεια στο Παρίσι όπου συνεργάστηκε με ονόματα όπως οι King Sunny Adé, Ray Lema, Manu Dibango. Δημιούργησε ένα νέο afrofunk ήχο με βάση το afrobeat και στοιχεία από electronica, dub, R&B, rap.

Ως περιζήτητος και δημιουργικός μουσικός συνεργάστηκε πλήθος μουσικών από διαφορετικά μουσικά είδη και ρεύματα δίνοντας το δικό του μοναδικό στίγμα.

Όπως με τον γάλλο Sébastien Tellier στο άλμπουμ «Politics»  συνδημιουργώντας με τον ρυθμό και το ταλέντο του το beat στο κλασικό αγαπημένο «La Ritournelle».



Το 2006 ο Allen μαζί με τους Damon Albarn, Paul Simonon, Simon Tong δημιούργησε τους The Good, the Bad & the Queen διευρύνοντας και πάλι τον ήχο του.



Το 2007 έπαιξε σε δύο κομμάτια του άλμπουμ 5:55 της Charlotte Gainsbourg με τους Air και τον Jarvis Cocker των Pulp. Με το γαλλικό ντουέτο συνεργάστηκε την ίδια χρονιά και στο τραγούδι «Once Upon a Time». Έπαιξε και τραγούδησε στην εξαιρετική Zap Mama και τα άλμπουμ της Supermoon (2007) και  ReCreation (2009).

Το 2017 κυκλοφόρησε ένα homage άλμπουμ στον Art Blakey για την Blue Note Records με μια δυνατή afrobeat εκδοχή του περίφημου «Moanin».

To 2018 συνεργάτηκε με τον mastermind της techno Jeff Mills στο ΕP «Tomorrow Comes The Harvest» για την Blue Note με future jazz, afrobeat ήχο.

Το Μάρτιο του 2020 κυκλοφόρησε το τελευταίο άλμπουμ του Tony Allen «Rejoice» με ημιτελείς ηχογραφήσεις που είχαν ξεκινήσει με τον τρομπετίστα Hugh Masekela -πριν τον θάνατό του το 2018- σε ένα καθηλωτικό τζαζ άλμπουμ μαζί με τη νέα γενιά των βρετανών μουσικών της τζαζ Tom Herbert (The Invisible), Joe Armon-Jones (Ezra Collective), Mutale Chashi (Kokoroko) και Steve Williamson. Mεταφέροντας το πνεύμα, το ρυθμό και το αίσθημα στις επόμενες γενιές. Και αυτή είναι η πιο σπουδαία του συνεισφορά στην εξέλιξη του ήχου της afrobeat, του breakbeat, της future jazz που θα φέρει για πάντα τη σφραγίδα του.

Ακούστε περισσότερη μουσική στον Athens Voice 102.5