Μουσικη

Διασκευάζω άρα υπάρχω: Το μουσικό μότο του 21ου αιώνα

Η ποπ κουλτούρα ανακυκλώνει τα υλικά της αλλά μάλλον από αμηχανία κι όχι από οικολογική ευαισθησία

Μάκης Μηλάτος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Είναι πιο εύκολο από μια πρωτότυπη σύνθεση, είναι πιο πρόσφορο για επιτυχία και αποδοχή, ο κόσμος το θέλει, οι εταιρίες το ευνοούν και οι μουσικοί το έχουν βρει πιά σαν μια εύκολη λύση κι έτσι οι διασκευές πετυχημένων τραγουδιών από το παρελθόν είναι πιά ένα φαινόμενο μεγάλων διαστάσεων που δείχνει -μεταξύ άλλων- και την δημιουργική αμηχανία της εποχής. Πίσω ολοταχώς λοιπόν… Μετά από 60 χρόνια επιστρέφουμε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε, στα σινγκλάκια και στις διασκευές.

Η ποπ κουλτούρα στο ξεκίνημα της βασίστηκε στα μεμονωμένα τραγούδια και στις αλλεπάλληλες διασκευές των επιτυχιών. Τα πρώτα βασικά της υλικά ήταν τα 45άρια και το ίδιο τραγούδι σε πολλές διαφορετικές εκτελέσεις, πιο «βρώμικές» ή πιο «καθαρές», πιο «έντονες» ή πιο «ήσυχες», για το μαύρο ή το λευκό ακροατήριο ώστε να καλύπτει όλα τα είδη των καταναλωτών.

Στη συνέχεια ήρθαν τα άλμπουμ, τα κόνσεπτ άλμπουμ, συχνά διπλά, ακόμη και τριπλά για να πειστούν οι πάντες πως η ποπ μουσική, το rock ‘n’ roll, η soul, η jazz και όσα ακολούθησαν δημιουργώντας τον μύθο της ποπ κουλτούρας, ήταν κάτι παραπάνω από τρίλεπτα τραγουδάκια για ξαναμμένους έφηβους και κοριτσάκια που ουρλιάζουν.

Το: “Pet Sounds” των Beach Boys, το: “Sgt Pepper’s…” των Beatles, η «μπανάνα» των Velvets έκαναν την αρχή για όσα ακολούθησαν.

Ήταν η αφορμή ώστε όλοι να αρχίσουν να κατανοούν πως οι δημιουργοί αυτής της νέας κουλτούρας που ακουγόταν στην αρχή της τόσο ρηχή και επιπόλαιη, μπορούσαν να κάνουν πολλά περισσότερα από το να σκαρώσουν συμπαθητικά σπαραξικάρδια τραγουδάκια για ερωτοχτυπημένα παιδαρέλια.

Τα άλμπουμ έγιναν οι απτές αποδείξεις μιας κουλτούρας που ωρίμαζε και αποκτούσε οντότητα και ουσία για να γίνει σταδιακά η πιο επιδραστική κουλτούρα στα τέλη του 20ού αιώνα και στις αρχές του 21ου.

Όμως στις μέρες μας όλα δείχνουν πως προτιμάμε να κοιτάμε πίσω και οι κυρίαρχες τάσεις να είναι: vintage, retro, αναβίωση και αισθητική του παρελθόντος. Η μουσική, η τέχνη, το ντιζάιν, το στιλ, η περιρέουσα ατμόσφαιρα έχουν πολύ συχνά να κάνουν με το «ένδοξο παρελθόν».

Οι άνθρωποι δεν έχουν τον καιρό και την διάθεση να ακούνε άλμπουμ. Προτιμάνε και πάλι τα 3λεπτα τραγούδια, εύκολα, γρήγορα και συμπιεσμένα (σε mp3) αλλά ούτε καν αυτό. Όλες οι πληροφορίες από το YouTube και τις πλατφόρμες streaming λένε πως οι περισσότεροι απ’ όσους ξεκινάνε να ακούσουν ένα τραγούδι, δεν το αφήνουν ως το τέλος.

Μέσα σε αυτό το πνεύμα φαίνεται να ευδοκιμούν και οι διασκευές, οι οποίες πάντα υπήρχαν (αλλά με μέτρο), όμως στις μέρες μας φαίνεται να έγιναν μία ακμάζουσα βιομηχανία στην οποία συμμετέχουν μουσικοί όλων των ηλικιών αλλά και οι εταιρίες δίσκων μερικές από τις οποίες μάλιστα δημιούργησαν ειδική ετικέτα μόνο με διασκευές.

Φαίνεται πως το «διασκευάζω άρα υπάρχω» δικαιώνεται διαρκώς. Μουσικοί που βρίσκονται στη δύση της καριέρας τους κάνουν άλμπουμ με διασκευές (για να τιμήσουν τα αγαπημένα τους τραγούδια και καλά…) αλλά στην ουσία γιατί είναι πιο εύκολο και σίγουρο να ακουστούν από τους ακροατές τους αλλά και να παιχτούν στο ραδιόφωνο τραγούδια που είναι ήδη γνωστά. Ξέρουν καλά πως ένας δίσκος με καινούργια τους τραγούδια δεν θα είχε καμία τύχη.

Όμως το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και με τις νεότερες ηλικίες μουσικών καθώς ένα γνωστό και ήδη πετυχημένο τραγούδι που θα διασκευάσουν έχει πολλές περισσότερες πιθανότητες να γνωρίσει αποδοχή, επιτυχία και να ακουστεί στο ραδιόφωνο -όπως συμβαίνει άλλωστε- απ’ ότι ένα ακόμη καινούργιο τους τραγούδι.

Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι οι Weezer που γνώρισαν την μεγαλύτερη επιτυχία της καριέρας τους με το: “Africa” των Toto. Ένα από τα πιο γνωστά και δικαιωμένα «εναλλακτικά» συγκροτήματα των ΗΠΑ με 25 χρόνια ζωής και μια ντουζίνα δίσκους στο ενεργητικό τους, γνωρίζουν τώρα μια επιτυχία που δεν είχαν ποτέ και μάλιστα με ένα τραγούδι που αν τους έλεγες στην αρχή της καριέρας τους ότι κάποτε θα το διασκευάσουν μάλλον θα σε πέταγαν έξω.

Αλλά δεν είναι οι μόνοι. Το τελευταίο διάστημα το φαινόμενο επαναλαμβάνεται διαρκώς. Ενδεικτικά αναφέρω μερικές από τις πιο πετυχημένες διασκευές του τελευταίου διαστήματος οι οποίες πρόσφεραν στα συγκροτήματα που τις έκαναν, απρόσμενη δημοσιότητα, αποδοχή και επιτυχία:

Avenged Sevenfold – “Wish You Were Here” (Pink Floyd)

Hellyeah – “I Don’t Care Anymore” (Phil Collins)

Theory of a Deadman – “Wicked Game” (Chris Isaak)

The Bad Wolves – “Zombie” (Cranberries)

Gary Clark – “Come Together” (Beatles)

Five Finger Death Punch – “Gone Away” (Offspring) + “Bad Company” (Bad Company)

Όμως αν κοιτάξουμε και λίγο πιο πίσω θα θυμηθούμε εύκολα χαρακτηριστικές περιπτώσεις συγκροτημάτων που γνώρισαν -σε πολλές περιπτώσεις- την μεγαλύτερη επιτυχία τους με μία διασκευή. Το «διασκευάζω άρα υπάρχω» θα μπορούσε να είναι το μουσικό μότο του 21ου αιώνα:

Cake – “I Will Survive” (Gloria Gaynor)

Smashing Pumpkins – “Landslide” (Fleetwood Mac)

Lemonheads – “Mrs Robinson” (Simon & Garfunkel)

Jeff Buckley – “Hallelujah” (Leonard Cohen)

Urge Overkill – “Girl You’ll Be A Woman Soon” (Pulp Fiction)

Pearl Jam – “Last Kiss” (Wayne Cochran)

Limp Bizkit – “Faith” (George Michael)

Ataris – “Boys of Summer” (Don Henley)

Alien Ant Farm – “Smooth Criminal” (Michael Jackson)

Marilyn Manson – “Sweet Dreams” (Eurythmics)

Bjork – “It’s Oh So Quiet” (Betty Hutton)

Fugees – “Killing Me Softly With This Song” (Lori Lieberman > Roberta Flack)

Soft Cell – “Tainted Love” (Gloria Jones)

Atomic Kitten – “The Tide Is High” (Paragons+Gregory Isaacs > Blondie)