Μουσικη

Το πιο φρέσκο αθηναϊκό δισκάδικο είναι online και αγαπά το μουσικό χάος

Ο Ανδρέας Κυρίτσης και ο Στράτος Γελαγώτης μας καλωσορίζουν στην Entropia Records

Φιλίππα Δημητριάδη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σάββατο μεσημέρι στο σταθμό της Αττικής και οι άνθρωποι που συνθέτουν το τοπίο μοιάζουν σα να περιμένουν απλά τη ζωή να συμβεί. Πολλοί καταφθάνουν στην είσοδο του ηλεκτρικού φορτωμένοι ζαρζαβατικά, καθώς ένα - δυο στενά πιο πάνω έχει λαϊκή. Άλλοι προχωρούν σκυφτοί, φυσώντας με μανία τον καπνό του τσιγάρου τους που μπλέκεται με τα γκρίζα σύννεφα που έχουν σκεπάσει την περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα σα βρώμικο πάπλωμα. Στη Μιχαήλ Βόδα, κάποιοι δεν περίμεναν. Κινητοποιήθηκαν, αναζήτησαν και το έκαναν πραγματικότητα. Ο Ανδρέας Κυρίτσης και ο Στράτος Γελαγώτης «άνοιξαν» πριν λίγες εβδομάδες την Entropia Records, ένα online δισκοπωλείο με χαρακτηριστική αισθητική και αγάπη για το ακουστικό χάος.

Ο Ανδρέας υπήρξε ιδρυτικό μέλος και MC των Invisible Rockers Crew, ενώ εργάζονταν και στο ΘΡΙ ΣΙΣΞΤΙ στην Ελασιδών, στο Γκάζι, το οποίο στα τέσσερα χρόνια ζωής του διέγραψε μία σημαντική πορεία στον (πλούσιο) αθηναϊκό χάρτη των δισκοπωλείων. Ο Στράτος, αεικίνητος digger, λάτρης της Αφρικανικής μουσικής και περιστασιακά dj μπήκε μία μέρα στο μαγαζί ως πελάτης, ο Ανδρέας προσπάθησε να του πουλήσει ένα δίσκο των Invisible Rockers, χωρίς να του αποκαλύψει ότι είναι μέλος τους  (όπως θυμούνται και οι δύο γελώντας στις πρώτες κουβέντες που ανταλλάζουμε στα headquarters της Entropia), ξεκίνησαν να μιλούν και κλειδώσανε. Οκτώ περίπου χρόνια μετά, το όνειρό τους να φτιάξουν το δικό τους δισκάδικο αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά, καθώς η online μορφή του δεν είναι η τελική.

Στράτος και Ανδρέας στα headquarters της Entropia - Φωτογραφία: Θανάσης Καρατζάς

«Η αρχική ιδέα ήταν ένα μπαρ – δισκοπωλείο με σκοπό να εξελιχθεί σε μία πλατφόρμα. Όταν όμως είχαμε την ιδέα, πριν 4 – 5, ήμαστε εν μέσω κρίσης και ήταν κάτι πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί. Ζυμώθηκε όλο αυτό το πράγμα και 3 χρόνια πριν αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε online. Ψάξαμε να βρούμε ένα χώρο που να χωράει εμάς, αλλά και τους δίσκους και σιγά – σιγά ξεκινήσαμε. Θέλαμε να κάνουμε μία σοβαρή δουλειά με ένα ευρύ φάσμα ήχων και stock, που να μπορεί να σταθεί και στο εξωτερικό.

Η Entropia έχει μία συγκεκριμένη αισθητική, αλλά περιλαμβάνει όλους τους ήχους. Στο store μας θα βρεις μουσικές του κόσμου, από όλες τις ηπείρους και ελληνικά και παραδοσιακά και ηλεκτρονική μουσική, house, techno, disco, hip hop, pop, funk, ό,τι είναι καλή μουσική και μας κάνει σαν ήχος το φέρνουμε. Υπάρχουν διάφοροι διανομείς σε όλο τον κόσμο από τους οποίους αγοράζουμε. Μας ενδιαφέρουν πολύ και οι μουσικές του σήμερα, αλλά και επανεκδόσεις από πράγματα που είναι εξαντλημένα. Μετά είναι και τα μεταχειρισμένα, που συνήθως είναι πράγματα που έχουμε βρει και έχουν μουσική αξία για εμάς, πράγματα από τη δική μας συλλογή που δε σταματά φυσικά να εμπλουτίζεται, καθώς πάντα υπάρχει κάτι να ανακαλύψεις».
Φωτογραφία: Θανάσης Καρατζάς

Ποια είναι η «ναυαρχίδα» της Entropia αυτή τη στιγμή; Ή έστω ένα top 3 τίτλων για τους οποίους είστε περήφανοι που διαθέτετε; Δε νομίζω ότι έχουμε ναυαρχίδα, έχουμε κάποιους τίτλους που θεωρούμε διαχρονικά άξιους να υπάρχουν, που θέλουμε πάντα να τους έχουμε. Το πρώτο που έρχεται στο μυαλό είναι ένας δίσκος του Brian Bennett, Βρετανού, το “Voyage” που θα το περιγράφαμε ως ψυχεδελική ντίσκο. Ένα άλλο είναι του κρουστού Βραζιλιάνου Pedro Santos, το “Krishnanda”, που είναι και ο μοναδικός του δίσκος, σε τραβάει μόνο και μόνο από το εξώφυλλο. Σχεδόν εφηύρε ρυθμούς που διατρέχουν όλο το βινύλιο. Ή ακόμα το “Enter” των Cybotron που είναι classic,  η απαρχή του techno ήχου. Θα μπορούσαμε να λέμε για ώρες, αν μας ρωτήσεις σε δέκα λεπτά θα σου πούμε άλλα».  

Το online δισκάδικο της Entropia δεν είναι ένα απλό store. Ο Στράτος γράφει στο site κείμενα για δίσκους που τους αρέσουν, ανεβαίνουν πολύ συχνά συνεντεύξεις από μουσικούς, παραγωγούς και labels που εκτιμούν οι οποίες συνοδεύονται και από ένα mixtape, όπως αυτό των Radio Martiko, καλεσμένων του opening party της Entropia που αποτελείται από 45άρια που βρήκαν εδώ στην Ελλάδα, κάθε δίσκος που υπάρχει στο store έχει και το αντίστοιχο tracklist όπου μπορείς να ακούσεις πριν αγοράσεις και τέλος κάθε Δευτέρα, 8 με 10 το βράδυ, η Entropia εκμπέμπει ζωντανά από τη Μιχαήλ Βόδα, μέσω του Intersonik Net Radio.

Με φόντο δύο αγαπημένες αφίσες - Φωτογραφία: Θανάσης Καρατζάς

Το revival του βινυλίου είναι πλέον γεγονός, δε συζητιέται καν σαν τάση, παρά περισσότερο σαν καθεστώς. Για τους μύστες, τους συλλέκτες, τους δισκοθέτες που επέμειναν στο βινύλιο παρά τη σαρωτική επέλαση του CD κι έπειτα της ψηφιακής μορφής μουσικής, δεν άλλαξε κάτι. Πολλοί όμως είναι και εκείνοι που έκλαψαν όταν συνειδητοποίησαν ότι το πικ – απ του μπαμπά πετάχτηκε στα σκουπίδια. Άλλοι τρέχουν στα παζάρια και επιδίδονται σε digging χωρίς να διαθέτουν καν ένα τέτοιο και, ίσως μέχρι να συμβεί αυτό, απλά  αγοράζουν ένα δίσκο (συνήθως φθηνό, γιατί το βινύλιο είναι σχετικά ακριβό σπορ) τον ινσταγκραμάρουν και τον στολίζουν στο ράφι. Το βινύλιο είναι αναμφίβολα και hype, σύμπτωμα της συνολικής ρετρολαγνείας που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Πώς το σχολιάζουν αυτό δύο άνθρωποι που εμπίπτουν στην πρώτη κατηγορία και εμπορεύονται αυτή τη στιγμή δίσκους;

«Πολύ όμορφο είναι αυτό. Είμαστε πολύ χαρούμενοι με τον κόσμο που ψάχνει. Το να ασχολείσαι με τη μουσική είναι επιλογή, είναι άλλωστε ένα πράγμα που σε κάνει πιο ζωντανό. Για εμάς και αρκετούς ακόμα ανθρώπους, το βινύλιο δεν έχει σταματήσει ποτέ, είτε ήταν πάνω, είτε κάτω. Το revival υπάρχει ναι, δεν ξέρω αν είναι ρετρολαγνεία, hype, ή οτιδήποτε, αλλά και έτσι να είναι, αν από τους 100 που για αυτούς του χρόνου δε θα είναι hype, μείνουν 5, οι οποίοι πουν, “Nαι, είναι ωραίο το βινύλιο”, θα έχουν βγει κερδισμένοι», λέει ο Ανδρέας και ο Στράτος συμπληρώνει, «επειδή υπάρχει έλλειμμα παιδείας, ένας τρόπος για να ανοίξει το κεφάλι σου είναι να ακούσεις μουσική και με το βινύλιο μαθαίνεις μουσική, κουλτούρες. Είναι σα να διαβάζεις ένα βιβλίο, να πηγαίνεις ένα ταξίδι, να φτιάχνεις ένα ωραίο φαγητό

Με τον Έσσε - Φωτογραφία: Θανάσης Καρατζάς

... και με τον Νούρι - Φωτογραφία: Θανάσης Καρατζάς

Το να ακούσεις ένα δίσκο είναι ιεροτελεστία, μία διαδικασία που απαιτεί χρόνο. Να τον βγάλεις προσεκτικά από το μανίκι, να δεις τα αυλάκια, να τοποθετήσεις τη βελόνα, έπειτα να σηκωθείς να αλλάξεις πλευρά, αυτό τα λέει όλα. Το βινύλιο είναι το καλύτερο φορμά για να ακούσεις μουσική. Μόνο και μόνο το γεγονός ότι κάθε φορά που παίζεις ένα βινύλιο αλλάζει ο ήχος του, ότι την επόμενη φορά θα έχει γλυκάνει ακόμα περισσότερο, σημαίνει ότι αυτό το πράγμα είναι ζωντανό», καταλήγουν ομόφωνα.

 «Στο μόνο που διαφωνούμε σε όλη αυτή τη φάση είναι το pricing», τονίζει ο Ανδρέας και εξηγεί, «το πως ξαφνικά ένας δίσκος που θα μπορούσες να βρεις με 2 ευρώ, πωλείται online ξαφνικά 300€ χωρίς συγκεκριμένο λόγο. Αυτό είναι ελιτίστικο, κλείνεις την πρόσβαση στη μουσική σε αρκετό κόσμο. Για αυτό συμφωνούμε με τις επανεκδόσεις, γιατί επανεκδίδοντας ένα δίσκο που δεν τον βρίσκεις ή τον βρίσκεις σε τρελά χρήματα, μπορείς  με 20 – 25€ μπορείς να ανακαλύψεις κάτι που  δεν είχε την περίοδο που κυκλοφόρησε τη σωστή απήχηση στον κόσμο».

Στόχος των ιδρυτών της Entropia είναι να βγάλουν και τις δικές τους κυκλοφορίες, αμέσως μόλις νιώσουν σίγουροι ότι το online δισκοπωλείο τρέχει σωστά. «Το αρχικό teasing όταν συζητούσαμε να φτιάξουμε την Entropia και το ενδεχόμενο να έχουμε και δικές μας κυκλοφορίες ήταν η δουλειά ενός Έλληνα, από την δεκαετία του ’80, που έπεσε στα χέρια μας, τον οποίο ωστόσο δεν έχουμε καταφέρει να εντοπίσουμε ακόμα. Αυτό θα είναι μάλλον το πρώτο πράγμα που θα θέλαμε να βγάλουμε. Είναι όμως ένα επόμενο βήμα για εμάς». Στους στόχους φυσικά δεν έπαψε ποτέ να είναι και η δημιουργία ενός φυσικού καταστήματος. «Με το online κάτι κερδίζεις - κάτι χάνεις. Αυτό που χάνεις και μας “στεναχωρεί” είναι η επαφή με τον κόσμο. Το να σου προτείνω κάτι και να σου αρέσει, είναι το πιο ωραίο πράγμα στη συναλλαγή του βινυλίου, οπότε μας ενδιαφέρει να κάνουμε pop up πράγματα, όπως στο opening, που να συνδυάζονται με κάποιο set ή live, μέχρι να αποφασίσουμε να πάμε σε φυσικό χώρο, όπως άλλωστε ήταν το αρχικό μας πλάνο».

Με φόρα από τη Μιχαήλ Βόδα - Φωτογραφία: Θανάσης Καρατζάς

Η μουσική είναι μία ανεξάντλητη συζήτηση και αφού μιλάμε για πολλά με τον Ανδρέα και τον Στράτο, στεκόμαστε λίγο στο γεγονός ότι πολλά label του εξωτερικού κυκλοφορούν ελληνικές μουσικές που εμείς εδώ είτε ξεχνάμε, είτε παραβλέπουμε, είτε σνομπάρουμε,  ενώ εκείνοι τους συμπεριφέρονται σαν μικρά διαμάντια, έπειτα μας τα επανασυστήνουν και μας κάνουν να τα αγαπάμε από την αρχή. «Έτσι είναι ο Έλληνας, χρειάζεται πάντα τον ξένο να του πει τι έχει κάλο», ενίσταται ο Στράτος, «Έχουμε απίστευτη μουσική, παραδοσιακή και όχι μόνο, που στο εξωτερικό θεωρείται πολύ εξωτική. Κάθε τόπος στην Ελλάδα έχει τη δική του μουσική που θα μπορούσε να ακουστεί άνετα στο εξωτερικό», με τον Αντρέα να συμπληρώνει «Η λαϊκή μουσική είναι μία καλή μουσική, ακόμα και στα σκυλάδικα μπορείς να βρεις φοβερούς οργανοπαίχτες, απλά εμείς εδώ την έχουμε συνδυάσει με το καλτ, είναι η μουσική που άκουγαν οι γονείς μας ίσως και δε μας άρεσε γιατί τότε ακούγαμε κάτι άλλο».

Το να θεωρείς ίσως δεδομένα αυτά που παράγεις εσύ και να σε ενθουσιάζει το ξένο, δεν είναι κάτι που συμβαίνει και στους άλλους λαούς; Είναι μονάχα ελληνικό ιδίωμα;

«Δε το έχουν όλοι οι λαοί αυτό νομίζω. Πολλοί είναι εκείνοι που  εκτιμούν πολύ την παραδοσιακή μουσική τους. Τον αντίστοιχο Καζαντζίδη της Αιγύπτου π.χ. δεν τον πουλάνε 1 ευρώ στο παζάρι. Κάπου φτάσαμε να θεωρούμε ότι ό,τι είναι ελληνικό είναι και ευτελές. Ένας από τους Martiko άκουσε ένα κομμάτι του Καζαντζίδη που έχει φαρφίσες και τρελάθηκε όταν μετά συνειδητοποίησε και το μέγεθός του. Βέβαια, για παράδειγμα, οι νησιώτες λατρεύουν τη μουσική τους, οι Κρητικοί, οι Θράκες, οι Πόντιοι, απλά στην Αθήνα είναι λίγο θολό το τοπίο».

Περιηγηθείτε στην Entropia Records εδώ