Μουσικη

Κάτια Πάσχου

Πώς σκέφτεται μια νεαρή (ταλαντούχα) σοπράνο που ζει για (και αγαπάει) τις τραγικές ηρωίδες της όπερας; Η ασχολία της με το λυρικό τραγούδι πόσο την κάνει διαφορετική;

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 290
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πώς σκέφτεται μια νεαρή (ταλαντούχα) σοπράνο που ζει για (και αγαπάει) τις τραγικές ηρωίδες της όπερας; Η ασχολία της με το λυρικό τραγούδι πόσο την κάνει διαφορετική; Η Κάτια Πάσχου λύνει τις απορίες τής Α.V.

Σε ποια όπερα οφείλεις την πορεία σου;  Νομίζω στην «Κάρμεν» με τη Μαρία Κάλλας. Δεκαπέντε χρόνων την άκουσα από CD. Στο σπίτι μου ακούγαμε κλασική μουσική και όπερα, αλλά δεν ξέρω γιατί ειδικά αυτή… με κυρίεψε. Σ’ εκείνη την ηλικία μάθαινα φλαμέγκο – ήθελα να γίνω χορεύτρια. Θυμάμαι πως ντύθηκα με τα ρούχα του χορού και άρχισα να χορεύω ξανά και ξανά… Από τότε επαναλήφθηκε πολλές φορές το σκηνικό, κάθε φορά που ήθελα να κάνω διάλειμμα από το διάβασμα για τις πανελλαδικές εξετάσεις. Αργότερα, όταν είδα την όπερα έβαλα τα κλάματα ακούγοντας την εισαγωγή. Ο μουσικός όγκος της έπεσε πάνω μου και με διέλυσε.

Σε βρήκε σε ευάλωτη στιγμή; Όχι. Απλά, βρέθηκε στην πόρτα μια έφηβης που αναζητούσε το μέλλον της. Εγώ της άνοιξα και παρέμεινε εκεί όσο είχα στο μυαλό μου να σπουδάσω θεατρολογία και να γίνω ηθοποιός – γι’ αυτό ήθελα να σπουδάσω και τραγούδι. Η δασκάλα στο τραγούδι κατάλαβε πως έχω το υλικό για να ασχοληθώ με την όπερα – ευτυχώς!

Με ποια ηρωίδα ταυτίζεσαι; Την Ντόνα Ελβίρα από τον «Ντον Τζιοβάνι».

Γιατί; Διότι ερωτεύεται το κάθαρμα, το χειρότερο χαρακτήρα όλης της όπερας.

Την καταλαβαίνεις από πείρα; Μα, ναι! Τα καθάρματα δεν είναι αυτά που έχουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον;

Κατ’ εξακολούθηση έγκλημα; Μου έτυχε τρεις-τέσσερις φορές. Αλλά φτάνει, έμαθα πια. Ωρίμασα.

Είσαι, λοιπόν, μια οπερετική ηρωίδα! Καθόλου, δεν ζω ένα δράμα στη ζωή μου! Ένα μετρημένο κορίτσι ήμουν και είμαι, που του αρέσει να χαίρεται, να γελάει, να βρίσκεται με φίλους και αγαπημένους ανθρώπους, να τραγουδάει και μονίμως ερωτευμένο με τη ζωή. Αλλά, φυσικά, είμαι αφιερωμένη στη μουσική – τη σχέση μου μαζί της την περιγράφει ένα τραγούδι του Σούμπερτ: «Ιερή μου μουσική, πάντα είσαι δίπλα μου στις δύσκολες στιγμές· έτσι κι εγώ πρέπει να σε υπηρετώ».

Η αξία του λυρικού τραγουδιού είναι ανυπέρβλητη αλλά οι ηρωίδες της όπερας είναι τόσο… παλιές! Κατανοείς τις συμπεριφορές τους; Τις κατανοώ απόλυτα! Δεν με αφορά αν έχουν «παλιομοδίτικες» συμπεριφορές. Για μένα δεν είναι πρόσωπα αλλά συναισθήματα – μια πηγή με απύθμενο βάθος! Όσο για τη «μουσειακότητα» της όπερας έχει δευτερεύουσα σημασία – για μένα σημασία έχει η μελωδία. Φυσικά δεν θα έλεγα όχι σε μια όπερα από ένα νέο συνθέτη, με σύγχρονο προβληματισμό. Αλλά και πάλι αυτό που περισσότερο θα μετρούσε είναι η μουσική και η αλήθεια των ηρώων.

Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το «διασκέδασα» για μια όπερα; Φυσικά! Θα προτιμούσα όμως τη λέξη «ψυχαγωγία». Γιατί η συγκίνηση με την ψυχή έχει να κάνει.

Μπορείς να ξεχάσεις την επαγγελματία και να χαρείς ως θεατής; Ευτυχώς, ναι! Την περίοδο που σπούδαζα στην Αμερική πήγαινα πάρα πολύ συχνά στη Μετροπόλιταν Όπερα. Στην αρχή παρατηρούσα τεχνικές, αλλά γρήγορα αφηνόμουν να με κυριεύσει η συγκίνηση. Το μόνο που δεν αντέχω είναι οι επιτηδευμένες σκηνοθεσίες που λειτουργούν εις βάρος των τραγουδιστών.

Πώς ήταν η εμπειρία της Αμερικής; Ανακάλυψα ξανά τον κόσμο. Είχα πάει με υποτροφία του Ωνασείου στο Mannes College of Music στη Νέα Υόρκη, αφού τελείωσα τη θεατρολογία και πήρα πτυχίο αρμονίας και μονωδίας εδώ. Ηθελημένα, πήγα άγραφο χαρτί. Όλα από την αρχή. Τραγούδι και υποκριτική. Ήταν δύσκολα, αλλά εκεί έμαθα τι σημαίνει λυρικό τραγούδι και τι σημαίνει αφοσίωση. Προς το τέλος των σπουδών συμμετείχα και σε συναυλίες. Το πρόβλημα με την Αμερική είναι πως για να βρεις δουλειά πρέπει να αντέξεις όλο αυτό το ψυχοφθόρο σύστημα και να έχεις και χρήματα για να μπορείς να επιμένεις ξανά και ξανά μέχρι να σου τύχει κάτι καλό. Με τη συναυλία μου στο Carnegie Hall αισθάνθηκα πως μπορώ ν’ ανοίξω τα φτερά μου. Ήταν και οι καθηγητές μου, οι οποίοι πίστευαν πως ταιριάζω στην «αγορά» της Γερμανίας και ως φωνή αλλά και ως προσωπικότητα. Η Αμερική είναι του εντυπωσιασμού, κάτι που δεν ταιριάζει σ’ εμένα.

Και επέστρεψες στην Ελλάδα; Αντ’ αυτού λέω επέστρεψα στην Ευρώπη, αφού βρίσκομαι συνέχεια με μια βαλίτσα στο χέρι για συναυλίες σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις.

Μιλάς όλες τις γλώσσες της όπερας; Ναι, ιταλικά, γαλλικά, και λιγότερο καλά γερμανικά –  η φωνή μου δεν ταιριάζει τόσο στη γερμανική όπερα. Είμαι ιταλική σοπράνο.  

Οι πιο αυστηροί κριτές σου; Η δασκάλα μου Ζανέτ Πηλού και η μητέρα μου. Τη μητέρα μου τη λέω «κουκουβάγια» – η κουκουβάγια που βλέπει το παιδί της το πιο όμορφο απ’ όλα. Πέρα όμως από τη μεταξύ μας πλάκα, εμπιστεύομαι την κρίση της γιατί γνωρίζει τη δουλειά μου, αλλά και παρακολουθώντας όλες μου τις εμφανίσεις μπορεί να κρίνει πώς και με ποιον τρόπο επηρεάζει η ψυχολογία μου τις ερμηνείες μου.

Τελικά για να σε παρασύρει το λυρικό τραγούδι χρειάζεται να ακούει κάποιος από μικρός; Δεν το πιστεύω. Σε μια συναυλία μου με βοήθησε για να μεταφέρω κάποια πράγματα ένας συνεργάτης του πατέρα μου. Ήταν εξηντάρης, υπεύθυνος αποθήκης. Από περιέργεια έμεινε στη συναυλία και στο τέλος εξομολογήθηκε πως δεν περίμενε ποτέ πως θα τον συγκινούσε τόσο πολύ κάτι τόσο ξένο σε αυτόν.

Επιδίωξε ξανά ν’ ακούσει; Ομολογώ πως δεν το ξέρω. Αλλά, θα ρωτήσω…

Το απλό τραγούδι μπορεί να συνοδέψει χαρές και λύπες. Με το λυρικό μπορείς να περάσεις χωρισμούς, για παράδειγμα; Φυσικά και μπορείς. Πολλές δυσκολίες με βοήθησε να προσπεράσω …

Δεν θέλω να μου πεις τη γνωστή ατάκα των καλλιτεχνών για το πώς λειτουργεί θεραπευτικά η σκηνή. Θέλω επεισόδιο ζωής… Θα με αναγκάσεις να εξομολογηθώ κάτι το οποίο γνωρίζουν μόνο κοντινοί μου άνθρωποι. Ήμουν μικρή, να το θυμάσαι αυτό! Σαντορίνη, με φίλες και… όχι μόνο, τρεις η ώρα το βράδυ σ’ ένα μπαρ κι… εκείνος δεν μου τα έλεγε και τόσο καλά. Άκουγα, άκουγα, ώσπου απηυδισμένη ανέβηκα στο τραπέζι και άρχισα να τραγουδάω την άρια της Μουζέτας –«Εμένα όλοι με θέλουν, κι εσύ που ξέρεις, κάνεις πως δεν με θέλεις»– από την όπερα «Λα Μποέμ». Έπεσε σιγή, έκλεισε τελείως η μουσική, όλοι οι θαμώνες είχαν στραφεί προς το τραπέζι μας κι εγώ τραγουδούσα μεθυσμένη από το κρασί και τη στιγμή!

Και μετά; Ο νεαρός; Ο νεαρός είχε πάψει να υπάρχει όταν ανέβηκα στο τραπέζι. Δεν τραγουδούσα σ’ αυτόν αλλά για μένα. Μετά όλοι χειροκρότησαν, μου προσέφεραν κρασί και ύστερα φύγαμε… χωρίς τον νεαρό.

Τυχερή που έχεις τέτοια σκηνή στο βιογραφικό σου! Η σκηνή που περιέγραψα ήταν ένα ξέσπασμα, μια λυτρωτική κίνηση. Και δεν είναι η μόνη – τι πιο τρανταχτή απόδειξη γι’ αυτό που έλεγα: η όπερα είναι η πιο πλούσια πηγή συναισθημάτων!