Κινηματογραφος

Ο Φρανκενστάιν του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο είναι μια ωδή στον άνθρωπο και στο τέρας που γινόμαστε

Ο διάσημος σκηνοθέτης κατάφερε, 200 χρόνια μετά, να ζωντανέψει τόσο την ιστορία όσο και την ψυχή της, το νόημά της

Ελένη Χελιώτη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Γιατί να δεις τον «Φρανκενστάιν» του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, με τον Όσκαρ Άιζακ και τον Τζέικομπ Ελόρντι

«Το πιο ενδιαφέρον τοπίο είναι το ανθρώπινο πρόσωπο, αυτό είναι ένα τοπίο που δεν βαριέσαι ποτέ», είπε ο Γκιγιέρμο ντελ Τόρο σε μία πρόσφατη συνέντευξή του προωθώντας την τελευταία του ταινία «Φρανκεστάιν», και συνέχισε εξηγώντας πώς επέλεξε τον Τζέικομπ Ελόρντι, όταν ο Άντριου Γκάρφιλντ αποχώρησε, για να παίξει το Πλάσμα του. «Σε μια ταινία, το 50% είναι το να κοιτάς, και το υπόλοιπο 50% είναι να σε κοιτάνε (50% of film is looking at, and 50% of film is being looked at), και έτσι επέλεξε τον Ελόρντι για τα μάτια του και το βλέμμα του, τα οποία έδιναν ακριβώς αυτό που έψαχνε. 

Είδα το «Φρανκεστάιν» μόλις εχθές το βράδυ, και όταν τελείωσε στεναχωρήθηκα γιατί δεν έχουμε εδώ στην Ελλάδα την ευκαιρία να τη δούμε στον κινηματογράφο. Τον Ντελ Τόρο τον αγαπώ από τότε που είδα τον «Λαβύρινθο του Πάνα», και μετά το «Pacific Rim», αλλά δεν έχουν υπάρξει όλες του οι ταινίες το ίδιο συναρπαστικές. Οι εικόνες που δημιουργεί και η ατμόσφαιρα είναι πάντα εξαιρετικές, αλλά το συναίσθημα δεν είναι ίσως πάντα εκεί όπως θα το ήθελε. 

Ωστόσο, με αυτή την ταινία θεωρώ ότι κατάφερε όχι μόνο όσα είχε βάλει στόχο, αλλά ξεπέρασε τον εαυτό του από πολλές απόψεις. Ξεκίνησα να βλέπω την ταινία με μηδενικές προσδοκίες, κυρίως γιατί τον τελευταίο καιρό επηρεάζομαι θετικά από διάφορες κριτικές ή απόψεις και εντέλει απογοητεύομαι όταν η ταινία αποδεικνύεται επιεικώς μέτρια ή συμπαθητική. 

Το βιβλίο «Φρανκενστάιν» ή ο Σύγχρονος Προμηθέας της Μαίρη Σέλεϊ το διάβασα πριν πολλά χρόνια και με είχε εντυπωσιάσει τρομερά, ειδικά αν λάβουμε υπόψιν μας το γεγονός ότι η Σέλεϊ δεν ήταν καλά-καλά 20 ετών όταν το έγραψε το 1818. Το 1818! Έκτοτε έχουμε όλοι δει διασκευές και αποδόσεις είτε του βιβλίου καθαυτού ή της ιστορίας με την ευρύτερη έννοια. Η έμφαση συνήθως είναι στον ίδιο τον Φρανκενστάιν και πως έφτασε να δημιουργήσει το Πλάσμα του. Η απόδοση συνήθως είναι μονόπρακτη, κενή συναισθήματος, και μεταξύ μας ανεπαρκής, ειδικά όσον αφορά την ίδια την τόσο όμορφα γραμμένη ιστορία της συγγραφέα. 

Ο Ντελ Τόρο όμως κατάφερε 200 χρόνια μετά να ζωντανέψει τόσο την ιστορία όσο και την ψυχή της, το νόημά της. Πέραν από τις εικόνες, οι οποίες είναι για ακόμα μια φορά αισθητικά…όχι απλά άρτιες αλλά έκπαγλες, καταφέρνει επίσης να «λούσει» τόσο τις σιωπές όσο και τα λόγια της ταινίας με το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, και τι τέρας. 

Ναι, οι θεματολογίες γυρνάνε γύρω από την υπέρμετρη φιλοδοξία, τη ματαιοδοξία, την επιθυμία του ανθρώπου να το παίξει θεός, τη δύναμη της επιστήμης, την αντίληψή μας του τι σημαίνει δημιουργία, τι ευθύνη έχουμε μετά ως προς αυτή μας τη δημιουργία, και του πως αντιλαμβανόμαστε την εξέλιξή μας, αλλά στην καρδιά της ταινίας, αυτό που πάλλεται ακατάπαυστα είναι η ανθρωπιά μας, και η έλλειψη αυτής. 

Και οι δύο ηθοποιοί, Όσκαρ Άιζακ (Δρ. Φρανκενστάιν) και Τζέικομπ Ελόρντι (Πλάσμα), καταφέρνουν να δώσουν πνοή στον εκάστοτε χαρακτήρα τους, τόσο στην απλότητά του όσο και στην υπερβολή του, χωρίς να χάνουν τον πυρήνα και την ουσία του τι τους κάνει να θέλουν να συνεχίσουν να ζουν…ή να πεθάνουν.

Είναι πραγματικά εκπληκτική η πληθώρα συναισθημάτων που αισθανόμαστε για το Πλάσμα καθ’ όλη τη διάρκεια, αλλά ειδικά στην αρχή, όταν είναι ουσιαστικά ένα νεογέννητο μωρό, και ο «πατέρας» του, ο οποίος έκανε τα πάντα για να τον φέρει στη ζωή, εντέλει ντρέπεται για αυτό, και του συμπεριφέρεται σαν να είναι ένα κατώτερο ον. Ένα «αυτό», και όχι «αυτός». Όταν το απορρίπτει γιατί δεν ανταποκρίνεται άμεσα στις προσδοκίες του. Όταν αντιλαμβάνεται ίσως τι έκανε δίνοντας ζωή. Όταν αντιλαμβάνεται την ευθύνη του, και το επίτευγμα καθαυτό μπαίνει σε δεύτερη μοίρα. 

Τα γιγάντια σετ τα οποία δημιούργησε ο Ντελ Τόρο, ειδικά στο εργαστήρι, εντείνουν τόσο την υπερβολή του μεγαλεπήβολου αυτού σχεδίου, όσο και τη σημασία του τι λαμβάνει χώρα εκεί. Τα χρώματα που χρησιμοποιεί, τα οποία έχει επιλέξει με φοβερή επιμέλεια και προσοχή, προσφέρουν πινελιές που έρχονται να τελειοποιήσουν την αφήγηση και να στιγματίσουν τη κάθε σκηνή. 

Και χωρίς να θέλω να δώσω άλλα spoilers, ενώ λογικά γνωρίζετε την ιστορία, όλοι άλλωστε πάνω-κάτω τη γνωρίζουμε, θα σας πρότεινα να τη δείτε στην πιο μεγάλη οθόνη που διαθέτετε. Να αφήσετε τα κινητά σας στην άκρη. Να απολαύσετε αυτές τις 2,5 ώρες δημιουργίας και τέχνης, και να ανοίξετε έστω λίγο το παράθυρο της ανθρωπιάς σας.

Και μην ξεχάσετε να εστιάσετε στα μάτια, στο πιο όμορφο τοπίο του κόσμου.