Κινηματογραφος

10 ψυχεδελικές καλτ ταινίες του ιαπωνικού κινηματογράφου

Ταινίες, κυρίως από το Νέο Κύμα —συχνά με πολλά «avant-garde» στοιχεία— που ξεχώρισαν για την εκκεντρική τους πλοκή και τις δυνατές τους εικόνες, αποκτώντας με τα χρόνια καλτ «status»

Γιώργος Δήμος
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

10 ιαπωνικές καλτ ταινίες που αξίζει να δεις

Ο ιαπωνικός κινηματογράφος, τόσο ξένος για τα δυτικά πρότυπα αλλά και τόσο στενά συνδεδεμένος με την παράδοση της Ιαπωνίας, είναι γεμάτος από πλούσιες εικόνες, παρά την απλότητα που τον διέπει. Τόσο οι τοπικοί θρύλοι, όσο και οι διαφορετικές θρησκείες που συνυπάρχουν στον αρχαίο αυτό τόπο, καθόρισαν από νωρίς τη θεματολογία του ιαπωνικού σινεμά, δημιουργώντας μια ονειρική, σχεδόν ψυχεδελική νέα κινηματογραφική γλώσσα. Η επιρροή, βέβαια, της Δύσης δεν απουσιάζει εντελώς, καθώς τόσο το Χόλιγουντ, όσο και η γαλλική Nouvelle Vague ώθησαν το ιαπωνικό σινεμά στο να αλλάξει μορφή, στα τέλη της δεκαετίας του 1960, υιοθετώντας στοιχεία από τα κινήματα αυτά και προσαρμόζοντάς τα στην ιδιαίτερη κουλτούρα του.

Ιαπωνικές καλτ ταινίες

«Καϊντάν» (1964)

Παίρνοντας ως βάση τις συλλογές ιαπωνικών θρύλων του γεννημένου στην Ελλάδα συγγραφέα, Λευκάδιου Χερν και δανειζόμενος τον τίτλο του έργου από μία από αυτές, ο Μασάκι Κομπαγιάσι γύρισε την έγχρωμη ανθολογία τρόμου, «Καϊντάν» (που μεταφράζεται ως «Ιστορίες φαντασμάτων») το 1964, γνωρίζοντας επιτυχία τόσο στην Ιαπωνία, όσο και διεθνώς. Η ταινία συμπεριλαμβάνει μερικές από τις διασημότερες ιστορίες φαντασμάτων από την ιαπωνική παράδοση, όπως εκείνη της «Γιούκι-Όννα» (της «γυναίκας του χιονιού») και του «Μίμι-Νάσι-Χόιτσι», παραπέμποντας άλλοτε σε όνειρο και άλλοτε σε εφιάλτη.

«Γυναίκα στους Αμμόλοφους» (1964)

Η «avant-garde» μεταφορά του παραβολικού μυθιστορήματος του Κόμπο Αμπέ, «Γυναίκα στους Αμμόλοφους» (1964), στη μεγάλη οθόνη από τον Χιρόσι Τεσιγκαχάρα, δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία του, αποτελεί ένα σημαντικό γεγονός στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Η σουρεαλιστική ασπρόμαυρη ταινία κέρδισε ένα βραβείο στο Φεστιβάλ των Καννών και μια υποψηφιότητα για Όσκαρ, ενώ εντυπωσίασε δύσκολους κριτικούς κινηματογράφου (όπως τον Ρότζερ Έμπερτ) με τη φωτογραφία της και μπήκε στην λίστα με τις αγαπημένες ταινίες του θρυλικού Ρώσου σκηνοθέτη, Αντρέι Ταρκόφσκι. Ο ίδιος ο Αμπέ υπογράφει το σενάριο της ταινίας.

«Branded to Kill» (1967)

Ποτέ πριν από το «Branded to Kill» του Σέιτζουν Σουζούκι δεν είχε γυριστεί μια τόσο σουρεαλιστική ταινία με θέμα τη Γιακούζα. Αναρχική, σατιρική και ταυτόχρονα σέξι, η ταινία «σπάει» τις κλασικές φόρμες του είδους της, δανειζόμενη στοιχεία τόσο από τη σειρά ταινιών με τον Τζέιμς Μποντ, όσο και από τη Nouvelle Vague που αναπτυσσόταν την ίδια εποχή στη Γαλλία. Η εταιρία παραγωγής Nikkatsu, που είχε συλλάβει την ταινία σαν ένα ακόμη γκανγκστερικό φιλμ β’ διαλογής, κατέληξε να απολύσει τον Σουζούκι, δυσαρεστημένη με το τελικό προϊόν. Η ασπρόμαυρη νεο-νουάρ ταινία αναγνωρίστηκε αργότερα ως αριστούργημα στη Δύση, ασκώντας επιρροή σε «indie» σκηνοθέτες, όπως τον Τζον Γου, τον Τζιμ Τζάρμους και τον Κουέντιν Ταραντίνο.

«Pastoral: To Die in the Country» (1976)

Επηρεασμένος από το σινεμά του Φελίνι και του Αλεχάντρο Χοδορόφσκι, ο Σούτζι Τεραγιάμα γύρισε αυτή την πειραματική ταινία με την ιδιότυπη πλοκή στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Τολμηρή και ψυχεδελική, όσο αφορά τις εικόνες που μας παραθέτει, η σχεδόν αυτοβιογραφική ταινία του Τεραγιάμα προβλήθηκε στο Φεστιβάλ των Καννών και σήμερα απολαμβάνει καλτ φήμη. Η ταινία-μέσα-στην-ταινία που ταξιδεύει πίσω στην παιδική ηλικία του σκηνοθέτη πρωταγωνιστή, ο οποίος προσπαθεί να ολοκληρώσει ένα αυτοβιογραφικό πρότζεκτ, επηρέασε αμέτρητους μεταγενέστερους δημιουργούς.

«House» (1977)

Αν υπάρχει μία καλτ ταινία του ιαπωνικού κινηματογράφου που δεν θα μπορούσε να λείπει με τίποτα από αυτή τη λίστα, τότε αυτή είναι σίγουρα το σουρεαλιστικό «House» του Νομπουχίκο Ομπαγιάσι. Πειραματική και ενίοτε κωμική, η ταινία θυμίζει την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων», συνοδευόμενη από βία που συγκρίνεται μόνο με εκείνη στις ταινίες του Ντάριο Αρτζέντο. Προσθέτοντας στοιχεία «animation» για τα ειδικά εφέ, ο Ομπαγιάσι φαίνεται πως δεν ήθελε η ταινία του να μοιάζει ρεαλιστική, αλλά να παρασύρει τον θεατή σε ένα ψυχεδελικό ταξίδι, όπου όλα είναι πιθανά και όλα επιτρέπονται.

 «Ο σιδερένιος άνθρωπος» (1989)

Η σειρά «cyber-punk» ταινιών, «Tetsuo», του Σίνια Τσουκαμότο, ξεκίνησε με αυτή την «avant-garde» ταινία από τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Επηρεασμένος από το σινεμά του Λικ Μπεσόν, του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ και του Ντέιβιντ Λιντς, ο Τσουκαμότο τοποθετεί στο κέντρο της ιστορίας του τη μεταμόρφωση του ανώνυμου πρωταγωνιστή του από καθημερινό άνθρωπο σε ένα ανθρωποειδές με σιδερένια μέλη. Χωρίς ιδιαίτερη πλοκή, με φόντο ένα «industrial» σάουντρακ και εξαιρετική ασπρόμαυρη φωτογραφία, που μοιάζει να έχει ξεπηδήσει από κάποιο εφιάλτη, η ταινία γνώρισε επιτυχία πέρα από τα σύνορα της Ιαπωνίας και επέτρεψε στον σκηνοθέτη να γυρίσει δύο σίκουελ, το «Tetsuo II: Body Hammer» (1992) και το «Tetsuo: The Bullet Man» (2009).

«Όνειρα» (1990)

Ο μεγάλος κινηματογραφιστής της Ιαπωνίας, Ακίρα Κουροσάβα, σκηνοθέτησε αυτή την ψυχεδελική ανθολογία στην αρχή της τελευταίας δεκαετίας της ζωής του, όταν ήταν 80 χρονών. Πρωτότυπη και μαγευτική, η ταινία παρουσιάζεται μέσα από οκτώ φαινομενικά ασύνδετες ιστορίες, που μόνο κοινό τους στοιχείο φαίνονται να έχουν τον ονειροπόλο πρωταγωνιστή, που μοιάζει να είναι το ίδιο πρόσωπο σε διαφορετικές ηλικίες. Ο Κουροσάβα αποτίνει το φόρο τιμής του στον ιαπωνικό κινηματογράφο, συμπεριλαμβάνοντας ιστορίες φαντασμάτων κατά την παράδοση του «Καϊντάν» (1964), αλλά η επιρροή του και από τη Δυτική Τέχνη είναι εμφανής, ιδιαίτερα στο επεισόδιο όπου εισέρχεται σε έναν πίνακα του Βαν Γκογκ. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών (εκτός συναγωνισμού) και αγαπήθηκε από κοινό και κριτικούς.

«Gozu» (2003)

Γνωστός για τις βίαιες και σουρεαλιστικές του ταινίες, συχνά με πρωταγωνιστές μέλη του ιαπωνικού υποκόσμου, ο Τακάσι Μίικε δεν σκηνοθέτησε ποτέ άλλη ταινία τόσο ψυχεδελική όσο το «Gozu». Αν και είχε ήδη σημειώσει διεθνή επιτυχία με τις ταινίες του, «Audition» (1999) και «Ichi the Killer» (2001), η ταινία αυτή του Μίικε προοριζόταν αρχικά για να κυκλοφορήσει κατευθείαν σε βιντεοκασέτα. Τελικά, το «Gozu» προβλήθηκε στις Κάννες, εδραιώνοντας τη φήμη του σκηνοθέτη ως έναν από τους πιο απρόβλεπτους Ιάπωνες κινηματογραφιστές.

«Ghost in the Shell 2: Innocence» (2004)

Μετά την επιτυχία του φιλοσοφικού «anime», «Ghost in the Shell» (1995), ο Μαμόρου Οσίι θέλησε να πάρει μία εντελώς διαφορετική κατεύθυνση για το σίκουελ της ταινίας επιστημονικής φαντασίας, που βασίστηκε στο ομώνυμο «manga». Το «Innocence» στέκεται από μόνο του, χωρίς να χρειάζεται να γνωρίζει ο θεατής την πλοκή της πρώτης ταινίας, ενώ το παραδοσιακό «anime» εναλλάσσεται εδώ με πολύ περισσότερα «computer graphics». Η ταινία υπήρξε το πρώτο και το μόνο «anime» που διαγωνίστηκε ποτέ επίσημα για το «Χρυσό Φοίνικα» στο Φεστιβάλ των Καννών, όμως τα σύνθετα νοήματά του, που αφορούν κυρίως την Τεχνητή Νοημοσύνη, δεν του επέτρεψαν να έχει και εμπορική επιτυχία.

«Paprika» (2006)

Ο Ιάπωνας σκηνοθέτης και «animator», Σατόσι Κον, γνώρισε αρχικά επιτυχία στη Δύση με την ταινία του, «Perfect Blue» (1997). Η ταινία του, «Paprika», που έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας, είναι και αυτή ένα «anime» επιστημονικής φαντασίας, οι επιρροές του οποίου διαφαίνονται ακόμα και στην ταινία «Inception», του Βρετανού σκηνοθέτη Κρίστοφερ Νόλαν. Ψυχεδελική και γεμάτη από εικόνες που αψηφούν τη λογική, η ταινία έχει αποκτήσει καλτ φήμη, που διευρύνεται πέρα από τον στενό κύκλο των φαν των ιαπωνικών ταινιών κινουμένων σχεδίων.