Κινηματογραφος

Ο Σωτήρης Γκορίτσας στο νεοελληνικό Φαρ Ουέστ

Μια καθόλου σοβαρή συζήτηση με αφορμή τη νέα του ταινία «Εκεί που ζούμε» που θα δούμε από τις 27/10 στις αίθουσες

4835-79724.jpg
Αγγελική Μπιρμπίλη
ΤΕΥΧΟΣ 846
15’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Σωτήρης Γκορίτσας
© Θανάσης Καρατζάς

Σωτήρης Γκορίτσας: Συνέντευξη με αφορμή την ταινία «Εκεί που ζούμε» βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Χρίστου Κυθρεώτη (εκδ. Πατάκης)

Η πρώτη φορά που μίλησα στον Σωτήρη Γκορίτσα ήταν την εποχή που γύριζε τις Παρέες στο Πήλιο. Είχα μάθει ότι βαριέται τις συνεντεύξεις κι ότι μιλάει με τις ταινίες του, που εννοείται αν του το έλεγες αυτό έσκαγε στα γέλια ή θύμωνε, ανάλογα τα κέφια του. Του πρότεινα να μου δώσει, όχι συνέντευξη, και εγώ τις βαριέμαι, είπα για να τον καλοπιάσω γιατί μουρμούριζε στο τηλέφωνο, αλλά το ημερολόγιο των γυρισμάτων. Ημερολόγιο; δεν κρατάω ημερολόγιο. Φωτογραφίες εννοώ ημερολόγιο, με λεζάντες δικές σου, τις παρεϊκές φωτογραφίες σας από τα γυρίσματα. Το έπιασε αμέσως, του άρεσε και η ιδέα, να δω τι μπορώ να κάνω, είπε και είχαμε το θέμα. Από τότε πέρασαν τα χρόνια, τις ταινίες του τις έβλεπα έτσι κι αλλιώς γιατί μέσα από την ξεχωριστή ματιά του και το χιούμορ του (όλες οι καλές ταινίες άλλωστε χαρακτηρίζονταν από κάποιο είδος χιούμορ) έβλεπα τη ζωή μας να ξετυλίγεται μαζί με όλο το χάος, τον παραλογισμό, την κωμικοτραγωδία της ελληνοβαλκανικής μας ταυτότητας. «Απ’ το χιόνι» το ’93, στο «Βαλκανιζατέρ» το ’97, το «Μπραζιλέρο» το 2001, στις «Παρέες» το ’07, στο «Απ’ τα κόκαλα βγαλμένα» το ’10. Μέτα τον έχασα. Από τη μεγάλη οθόνη, γιατί η ζωή, που λένε, τα ’φερε και γίναμε φίλοι. Με έναν περίεργο τρόπο επιβεβαίωσε εκείνη την πρώτη τηλεφωνική εντύπωση: έξυπνος, αστείος, θυμωμένος, χαριτωμένος, όλα ταυτόχρονα.

Φέτος, μια ηλιόλουστη Κυριακή του Απριλίου πήγα στην Ευελπίδων. Έξω από το κτίριο 6 φορτηγά, καλώδια, κάμερες, τραπέζια με πίτσες, σάντουιτς και εμφιαλωμένα. Ηθοποιοί, τεχνικοί, βοηθοί, κομπάρσοι σκορπισμένοι στα σκαλιά, στα παγκάκια, κάνουν διάλειμμα, τσιμπάνε, συζητάνε, γελάνε. Η ατμόσφαιρα των γυρισμάτων. Εκεί που ζούμε. Η νέα ταινία του Σωτήρη σε δικό του σενάριο βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Χρίστου Κυθρεώτη. Το εικοσιτετράωρο των γενεθλίων ενός νεαρού δικηγόρου, ενός «κανονικού» ανθρώπου αναγκασμένου να διασχίζει καθημερινά το νεοελληνικό «Φαρ Ουέστ» κι η δύσκολη σχέση με τους γονείς του, ειδικά με τον πάτερα. Μια ταινία τόσο σοβαρή όσο κι ανάλαφρη, συγκινητική χωρίς να εκβιάζει συγκίνηση, το σινεμά του Γκορίτσα, σύγχρονο και με ουσία. Και ένα δυνατό soundtrack από τον Νίκο Πορτοκάλογλου.

Οι ηθοποιοί της σκηνής του δικαστηρίου είναι εκεί. Ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος, ο πρωταγωνιστής, και η δικηγόρος των αντιδίκων Γιούλικα Σκαφιδά, ο Μάκης Παπαδημητρίου και η μητέρα του Χριστίνα Τσάφου, η πρόεδρος του δικαστηρίου Μαρία Καλλιμάνη. Ακούω τον Σωτήρη να «παίζει» στον Παπαδημητρίου μια σκηνή, όπως τη φαντάζεται, πετάνε και κάτι αστεία. Πιάνω κουβέντα με τον Προμηθέα, πρώτη του συνεργασία με τον Γκορίτσα. «Μου αρέσει που δουλεύω με έναν άνθρωπο άλλης γενιάς που έχει κάνει κάποιες ταινίες που θαυμάζω. Έχει αίσθηση υποκριτική που δεν την έχουν όλοι οι σκηνοθέτες, έχει άποψη για το πώς πρέπει να ειπωθούν τα πράγματα και το βασικό είναι ότι ψάχνει για μια αλήθεια. Μια φορά του είπα για κάτι στο σενάριο, εμείς, η γενιά μου, θα το λέγαμε αλλιώς. Πες το όπως θέλεις, μου απάντησε, εμένα με ενδιαφέρει να είναι αλήθεια. Εσύ κοιτάς το ψυχολογικό, εγώ κοιτάω το κοινωνικό».

Α, ναι, αυτός είναι ο Σωτήρης. Πολιτικοποιημένος, διαβάζει πολύ και βλέπει πολύ σινεμά και με τον κοβιντ κόλλησε και με τις σειρές, έχει φίλους αγαπημένους, έχει και μερικούς που έχουν εκνευριστεί γιατί τα λέει έξω από τα δόντια και έχει πλάκα. Έχει, δηλαδή, αυτό το χάρισμα να διηγείται ιστορίες που δεν βαριέσαι να ακούς, έχει ταλέντο να μιμείται και να περιγράφει ζωντανά και με τον πιο αστείο τρόπο που μπορείτε να φανταστείτε. Εξάλλου, όπως είπε και ο Χίτσκοκ, το καλό σινεμά τι άλλο είναι παρά μια σπουδαία ιστορία, σαν τη ζωή χωρίς τα βαρετά μέρη.

— Σωτήρη, τι ήταν αυτό στο μυθιστόρημα «Εκεί που ζούμε» του Χρίστου Κυθρεώτη που σε έκανε να σκεφτείς ότι μπορεί να γίνει σενάριο ταινίας; Η πρώτη σκέψη ποια ήταν;

Σελίδα τη σελίδα έβρισκα πράγματα που με απασχολούσαν, γραμμένα όμως από έναν πολύ νεότερό μου. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ανακουφιστικό από το να νιώθεις ότι συνομιλείς με νεότερους και διαφορετικούς από σένα. Το επιβεβαίωσα σύντομα με τον ίδιο τον Χρίστο Κυθρεώτη που συνεργαστήκαμε στο σενάριο. Το επιβεβαίωσα ακόμα και με τους ανθρώπους που δούλεψαν στην ταινία. Μετά από πολύ καιρό ένιωσα ξανά αισιόδοξος για τη χώρα.

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ - trailer

— Από πού ξεκινάς το σενάριο; Έχεις ολοκληρωμένη στο μυαλό σου την ιστορία που θέλεις να πεις ή τη διαμορφώνεις σιγά σιγά;

Όταν το σενάριο βασίζεται σε βιβλίο προϋπάρχει ένας βασικός σκελετός. Υπάρχει λοιπόν το πλαίσιο. Από τη στιγμή που μου αφήνει χώρο να ενταχθούν και δικές μου ανησυχίες ξεκινάω. Κατά τη διάρκεια όμως της γραφής αποκτούν το πάνω χέρι οι ήρωες και η μυθοπλασία και έτσι στο τέλος έχω απομακρυνθεί κάπως από το βιβλίο. Φροντίζοντας πάντα να μην έχω απομακρυνθεί από τον πυρήνα, την καρδιά του βιβλίου, που ήταν ο αρχικός λόγος για να ασχοληθώ μαζί του.

— Είπες ότι συνεργάστηκες με τον συγγραφέα στο σενάριο. Χρειάστηκες τη γνώμη του;

Χρειάζομαι στη διάρκεια της δουλειάς τη γνώμη τρίτων. Πόσο μάλλον του συγκεκριμένου συγγραφέα, του Χρίστου Κυθρεώτη, που δεν είχε εμμονές, προκαταλήψεις και ανάγκη «μη βεβήλωσης» του έργου του. Αν και νέος, έχει καταλάβει ότι άλλο είναι το βιβλίο και άλλο η μεταφορά του σε ταινία. Δεν είναι σύνηθες, ειδικά στους μεγαλύτερους ηλικιακά συγγραφείς.

— Το σενάριο έχει τον πρώτο λόγο ή η εικόνα;

Στο σινεμά δεν υπάρχει πρωτιά σε αυτό. Δεν είναι ούτε λογοτεχνία, ούτε ζωγραφική, ούτε μουσική. Είναι μάλλον όλα αυτά μαζί. Και κάμποσα ακόμα. Οπότε αναγκαστικά το πάντρεμα όλων αυτών είναι εκείνο που θα έχει πάντα τον πρώτο λόγο.

— Η σκηνή με τον πατέρα (Στέλιος Μάινας) και τον γιο (Προμηθέας Αλιφερόπουλος) στην ταινία, όπου «δίνονται εξηγήσεις» ακόμα και με τις σιωπές, είναι η πιο δυνατή και συγκινητική. Είσαι και γιος και πατέρας.. Νιώθεις ότι υπάρχουν πράγματα που θα ήθελες να είχες πει στον δικό σου πατέρα και δεν πρόλαβες;

Η δύσκολη ισορροπία κάποιου που από γιος γίνεται αργότερα πατέρας και είναι πλέον συγχρόνως και γιος και πατέρας  δεν νομίζω ότι είναι μόνο για εμένα μια δύσκολη ισορροπία.

— Η πιο σημαντική ημέρα, λέει ο πατέρας στον γιο, ήταν η μέρα που γεννήθηκες. Είναι κάτι που «λες» με τον τρόπο σου στον δικό σου γιο;

Όχι, δεν το έχω πει. Άλλη υπόθεση το τι έχω αισθανθεί. Όμως η ημέρα της γέννησης ενός παιδιού δεν είναι για κανέναν «άλλη μια ημέρα».

Ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος και ο Στέλιος Μάινας στην ταινία «Εκεί που ζούμε» του Σωτήρη Γκορίτσα
Ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος και ο Στέλιος Μάινας

— Ποιο θα προσδιόριζες ως το βασικό συναίσθημα που οδηγεί τους ήρωές σου αυτή τη φορά;

Την ανάγκη να ζήσουν απαλλαγμένοι από αυτά που κληρονόμησαν χωρίς να ερωτηθούν. Να διεκδικήσουν την ελευθερία τους χωρίς όμως να καταστρέψουν τη ζωή τους. Δεν είναι εύκολο, ειδικά όταν πρέπει να συγκρουστούν με αγαπημένους τους ανθρώπους.

— Η ταινία αφορά ένα θέμα απλό, συνηθισμένο, τη σχέση ενός γιου με τον πατέρα του κατά βάση. Γιατί διαλέγεις να κάνεις ταινίες για απλές, καθημερινές ιστορίες; Τι θέλεις να πεις (εμμέσως) στο κοινό;

Να φωτίσω όσα χάνονται μέσα στον ορυμαγδό των ειδήσεων, των τίτλων, των πρωτοσέλιδων και την επιπολαιότητα της «είδησης - πληροφορίας - εικόνας» που δυναστεύει πια τα πάντα χωρίς να μπορεί να προχωρήσει λίγο κάτω από την επιφάνεια.

— Τι γοητευτικό έχει για έναν σκηνοθέτη που έρχεται από τη γενιά που κατά κάποιο τρόπο μυθοποίησε το περιθώριο, η καθημερινότητα και οι ζωές των ανθρώπων της διπλανής πόρτα; Θεωρείς ότι είναι δύσκολο σήμερα να βρεις και να αναδείξεις ηρωικές στιγμές;

Οι σούπερ ήρωες του σινεμά πάντα μου προκαλούσαν γέλιο. Στη ζωή μου συναντώ «κανονικούς» ανθρώπους, αν και δεν έχω καταλάβει ακριβώς τον όρο «κανονικός». Αυτούς πάντως θεωρώ ήρωές μου, τους σέβομαι και με αυτούς θέλω να ασχοληθώ. Όσο για τη γενιά μου δεν νομίζω ότι είχε κάποια ιδιαίτερη κάψα για το περιθώριο. Πιο πολύ μια πόζα ήταν –και συνεχίζεται– καθώς είναι το διαβατήριο για να θεωρηθείς «αμφισβητίας, προοδευτικός καλλιτέχνης».

— Στις ταινίες σου γενικά υπάρχει μια αίσθηση θυμού και απογοήτευσης και βέβαια έρχεται το χιούμορ για να ελαφρύνει το θέμα. Είναι το χιούμορ μια δικλείδα ασφαλείας; 

Δεν το «επιστρατεύω» με σκοπό να ελαφρύνω οτιδήποτε, είναι σύμφυτο με τη ματιά μου. Την ίδια στιγμή που λέω ή σκέφτομαι κάτι γεννιέται συνήθως με χιούμορ και η αμφισβήτησή του. Είναι ο δικός μου τρόπος εσωτερικού διαλόγου ώσπου να καταλήξω κάπου.

— Τι σε θυμώνει; Τι σε κάνει να γελάς;

Με θυμώνουν οι άλλοι και ακολουθεί ο εαυτός μου. Γελάω με τον εαυτό μου και ακολουθείτε οι υπόλοιποι.

— Πώς αντιμετωπίζεις τους ηθοποιούς σου και πόση ελευθερία τους επιτρέπεις για αυτοσχεδιασμό; Θέλεις να έχεις όσο το δυνατόν μεγαλύτερο έλεγχο ή μπορεί να αλλάξεις, ας υποθέσουμε, κάποιο διάλογο;

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευχαρίστηση από όταν ανατρέπεται αυτό που έχω σχεδιάσει μόνος μου στο γραφείο. Το ζητάω, σχεδόν εκλιπαρώ. Αλλιώς το γύρισμα είναι μια απλή διεκπεραίωση κάποιου πράγματος που έχει ήδη ολοκληρωθεί. Δεν το βρίσκω όμως εύκολα. Ίσως οφείλεται στο ότι έχω γράψει το σενάριο καμιά δεκαπενταριά φορές, ξέρω καλά την κάθε ατάκα, το πώς πρέπει να γίνει το καθετί και πολλές φορές το έχω ακόμα και υποδυθεί. Υπάρχει λοιπόν ο κίνδυνος όλοι οι ήρωες να γίνουν κόπιες δικές μου. Καλύτερα όμως να ρωτήσεις τους ηθοποιούς γι’ αυτό.

Σωτήρης Γκορίτσας
Σωτήρης Γκορίτσας © Θανάσης Καρατζάς

— Στο κάστινγκ βλέπουμε τους συνήθεις ύποπτους από παλιότερες ταινίες. Πώς ήταν η συνεργασία σας μετά από καιρό; Έχουν αλλάξει; Ο πρωταγωνιστής από την άλλη είναι ένα πρόσωπο της νεότερης γενιάς. Σε καταλάβαινε;

Οι «συνήθεις ύποπτοι» είναι καλοί ηθοποιοί και κυρίως ταιριάζουν στον ρόλο. Δεν δουλεύω μαζί τους επειδή δουλέψαμε στο παρελθόν μαζί. Δεν νιώθω καμία δέσμευση να επαναλάβω συνεργασίες χωρίς να υπάρχει λόγος. Ο νεότερός μου πρωταγωνιστής, Προμηθέας Αλειφερόπουλος, πέρα από την τεχνική του μέσου που κατέχει πολύ καλά, έχει το βασικό που με ενδιαφέρει σε κάθε συνεργασία: την ικανότητα να μπορούμε να πιούμε έναν καφέ και να μιλήσουμε για τα πιο άσχετα με την ταινία θέματα. Εάν καταφέρουμε να συνεννοηθούμε σε αυτά που είναι πολύ πιο δύσκολα από το σινεμά και «ποιες ταινίες σου αρέσουν», τότε θα συνεννοηθούμε μια χαρά και για τον ρόλο. Όπως και έγινε.

— Πολλοί σκηνοθέτες είναι τύραννοι στο σετ. Εσύ πώς θα χαρακτήριζες τον εαυτό σου;

Ρώτησε ηθοποιούς και συνεργείο γι’ αυτό. Τύραννος όμως ως τώρα δεν τα έχω καταφέρει πουθενά στη ζωή μου. Πρέπει να είναι πολύ κουραστικό.

— Είχα διαβάσει σε μια συνέντευξη του Τριφό ότι στις ταινίες του έμενε σε ένα ποσοστό 60% ικανοποιημένος. Εσύ; Πόσο ευχαριστημένος έμεινες με το τελικό αποτέλεσμα;

62%, για να σκάσει από τη ζήλια του ο Φρανσουά! Αυτό που ξέρω είναι ότι έχω καταφέρει στις συνθήκες που μου προσφέρθηκαν να έχω δώσει το 100% αυτών που μπορούσαν να γίνουν από μένα. Τώρα το πόσο κοντά σε αυτό που είχα φανταστεί είναι κάθε φορά το αποτέλεσμα, ας περιοριστούμε στον Γούντι Άλεν που λέει «γράφω αρχικά στο σενάριο μια σκηνή δεξίωσης με 300 άτομα σε ένα παλάτι και μετά, στο γύρισμα, την προσαρμόζω σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο».

— Πού θεωρείς ότι «φτιάχνεται» μια ταινία, στην κάμερα ή στο μοντάζ;

Στο σενάριο και στο γύρισμα. Στο μοντάζ διορθώνονται αστοχίες του σεναρίου και του γυρίσματος. Ευτυχώς.

— Το μπάτζετ σε περιορίζει αναγκαστικά. Πού θα κάνεις εκπτώσεις; Στους ηθοποιούς, στους χώρους, σε σκηνές…;

Προσπαθώ πουθενά. Αλλά ένα από τα λίγα πράγματα που σου προσφέρει η πείρα είναι να τα έχεις όλα αυτά υπόψη σου από όταν γράφεις το σενάριο ή μετά όταν αναζητάς τους χώρους. Ναι, καλά κατάλαβες, μιλάμε δυστυχώς για προληπτική λογοκρισία.

— Υπάρχουν σκηνές που κόπηκαν εντελώς και γιατί;

Κόπηκε μια σκηνή όταν νύχτα κάπου κοντά στο Λαύριο είχα ζητήσει ένα αδέσποτο κουτάβι και η υπεύθυνη μου έφερε μες στα μαύρα μεσάνυχτα ένα άσπρο λαμπραντόρ σαν καλοθρεμμένο αρνί.

— Πόσο σε επηρεάζουν οι αναποδιές στα γυρίσματα; Στο «Εκεί που ζούμε» συνέβη κάτι αστείο ή καταστροφικό να μας διηγηθείς;

Προσπαθώ να συγκρατούμαι. Όπως εκείνο το βράδυ σε μια αλάνα της εθνικής οδού όπου είχαμε στήσει τα πάντα έρχεται με το BMW τζιπ του ένας 60ρης με μουστακάκι, κοιλιά, δαχτυλίδι και δίπλα την ξανθιά κυρία του με κόμμωση και λέει «δρόμο!». Απαγορεύει το γύρισμα γιατί είναι δική του, λέει, μια αποθήκη στο βάθος της αλάνας. Αλλιώς, ήθελε πέντε χιλιάδες εδώ και τώρα για να μας το επιτρέψει. Ευτυχώς ο εύσωμος παραγωγός Ηρακλής κράτησε εμένα και εγώ εκείνον και δεν είχαμε τα χειρότερα. Στα δε άσπρα στόρια της δήθεν αποθήκης του είχαμε μόλις σβήσει το γραμμένο με μαύρο σπρέι «Πούτιν αρχηγέ, μόλις γαμ…σεις τους Ουκρανούς κατέβα και προς τα εδώ να γαμ…σεις και κάτι δικούς μας».

Σκηνή από την ταινία «Εκεί που ζούμε» του Σωτήρη Γκορίτσα

— Ποια είναι η ιδανική ώρα να κάνεις γύρισμα; Σου αρέσουν τα νυχτερινά;

Προτιμώ να είμαι σπίτι μου ή σε φίλους. Ούτε όμως και τα ημερήσια με ενθουσιάζουν καθώς πέρα από τον αφόρητο ελληνικό ήλιο έχουμε και τις δυσκολίες της καθημερινότητας της πόλης και τον αγώνα της παραγωγής να μας εξασφαλίσει ειρηνικές συνθήκες για να κάνουμε την δουλειά μας. Διόλου δηλαδή «καλλιτεχνικά» θέματα. Δεν ξέρω πώς θα ήταν αν είχα κάποτε τον απαραίτητο προϋπολογισμό που χρειάζεται για να γυριστεί κανονικά μια ταινία. Και φοβάμαι δεν θα το μάθω ποτέ. 

— Το να πηγαίνεις στον κινηματογράφο έχει μια μοναδική ποιότητα, απαιτεί συγκέντρωση, επίσης μια συλλογική ανταπόκριση. Σημαίνει ότι σηκώνεσαι από τον καναπέ και βγαίνεις έξω από το σπίτι σου, κοινωνικοποιείσαι και επίσης πληρώνεις το εισιτήριο. Τώρα που το τοπίο των μέσων έχει αλλάξει, πιστεύεις ότι ο κινηματογράφος θα καταφέρει να επιβιώσει;

Δύσκολο το βλέπω! Και σίγουρα δεν θα επιβιώσει με τη μορφή που τον ξέρουμε σήμερα και πολύ περισσότερο με τη μορφή εκείνη που μας γοήτευσε νέους όταν αποφασίσαμε να ασχοληθούμε επαγγελματικά μαζί του. Ήδη η τηλεόραση, στο εξωτερικό, έχει μπει για τα καλά στα κινηματογραφικά χωράφια και σε κάποια τα έχει ξεπεράσει κιόλας. Όπως στο σενάριο, στην παραγωγή ή στην ηθοποιία όπου συναντάμε εξαιρετικές δουλειές. Μαζί φυσικά και με άφθονη σαβούρα.

— Οι ταινίες έχουν τη δυνατότητα να πυροδοτήσουν αλλαγές;

Όχι! Και ευτυχώς! Φαντάζεστε να είχε αφεθεί η πολιτική στα χέρια καλλιτεχνών; Δεν βλέπετε τις δηλώσεις ή τις υπογραφές τους σε «συλλογικά κείμενα»; Θεός φυλάξοι.

— Πώς αντιλαμβάνονται οι νεότεροι συνεργάτες σου την κοινωνικό-πολιτική ματιά των ταινιών σου;

Με κατανόηση και ελαφρύ μειδίαμα. Περισσότερο τη σέβονται, παρά συμφωνούν. Ή, πιο σωστά, σέβονται τον τρόπο που την εκφράζω, όχι κατ’ ανάγκη το περιεχόμενό της. Δεν με ενοχλεί, το αντίθετο θα έλεγα. Νέοι είναι, καλλιτέχνες είναι, έχουν τις δικές τους αγωνίες και όπως λέει και μια ηρωίδα της ταινίας «Χέστηκα, Αντώνη μου, για τη χώρα, η ζωή με ενδιαφέρει!».

Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Λένα Παπαληγουρα και Γιώργος Καφετζόπουλος στην ταινία «Εκεί που ζούμε» του Σωτήρη Γκορίτσα
Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Λένα Παπαληγουρα και Γιώργος Καφετζόπουλος

— Είχες καιρό να κάνεις ταινία. Γιατί; Το να κάνεις ταινία στην Ελλάδα είναι περιπέτεια;

Μόνο περιπέτεια; Πεδίο μάχης είναι που μέσα του συγκρούονται όλες οι γνωστές παθογένειες της χώρας και μερικές ακόμα. Από τη γραφειοκρατία έως την έλλειψη πόρων και από την έλλειψη παιδείας έως την εγωκεντρικότητα κάθε άσχετου.

— Πιο εύκολα βρίσκει στις μέρες μας χρηματοδότηση (και κοινό) το «weird Greek cinema» από το σινεμά με ανθρώπινες ιστορίες, υποδόριο χιούμορ και κοινωνικοπολιτικό σχολιασμό… Μπήκες ποτέ στον πειρασμό;

Και να ήθελα δεν είχα τα φόντα. Ήμουν, από ανατροφή, τόσο εναντίον της «πόζας» που και να ήθελα δεν μπορούσα. Εδώ πέρασαν καμιά εικοσαριά χρόνια και αρκετές ταινίες για να τολμήσω να δηλώσω «σκηνοθέτης». Δήλωνα το ανώδυνο «κινηματογραφιστής». Ενώ τώρα με μια μικρού μήκους και βραβείο στο Άμπου Ντάμπι καθάρισες. 

— Δηλαδή δεν θα ήθελες να κάνεις μια χολιγουντιανή υπερπαραγωγή;

Ούτε εγώ, ούτε το Χόλιγουντ καιγόμαστε.

— Στα 32 έκανες την πρώτη ταινία, το «Κάποιος ξαγρυπνά», και μετά το 1987 τη «Δέσποινα», που βραβεύτηκε. Πώς ήσουν και τι σε προβλημάτιζε τότε;

Κυρίως με προβλημάτιζε το αν είχα κάνει σωστά που διάλεξα να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο. Αν είχα δηλαδή την ικανότητα να αφηγηθώ μια ιστορία με αρχή, μέση, τέλος («έστω και όχι αναγκαστικά με αυτή την σειρά», όπως με ενθουσίαζε τότε ο Γκοντάρ). Δεν με έπειθε ούτε η αποδοχή των ταινιών μου. Σαν να υπήρχε μέσα μου ένας πολύ ψηλός πήχης από παλιές ταινίες που είχα θαυμάσει. Το σύμπτωμα του νεαρού σινεφίλ. Που σου παίρνει καιρό να απαλλαγείς. Κάποιοι μάλιστα δεν απαλλάσσονται ποτέ.

— Όλα αυτά τα χρόνια έχουν αλλάξει τα κινηματογραφικά σου γούστα;

Φυσικό δεν είναι; Θα ανησυχούσα πολύ εάν μετά από όσα συνέβησαν στη ζωή μου δεν άλλαζε και το τι μου αρέσει, τι εκτιμώ και τι όχι. Μου φαίνεται αστεία η στάση «του συνεπούς». Με στεναχωρεί να βλέπω ανθρώπους που στα 60 τους πιστεύουν ακόμη αυτά που πίστευαν στα 20 τους. Σαν να πέρασε η ζωή ξώφαλτσα χωρίς να τους ακουμπήσει.

Γεράσιμος Σκιαδαρέσης και Στέλιος Μάινας στην ταινία «Εκεί που ζούμε» του Σωτήρη Γκορίτσα
Γεράσιμος Σκιαδαρέσης και Στέλιος Μάινας

— Πες μας μερικές από τα αγαπημένες σου ταινίες.

«Ρόμα», «Νονός», «Το παιδί», «Η γειτονιά των καταφρονεμένων», «Οι γυναίκες ας περιμένουν».

— Φοβήθηκες σε κάποια περίοδο της ζωής σου, ίσως στην περίοδο της παύσης, ότι θα χάσεις το πάθος σου για το σινεμά;

Εάν χάσω το πάθος για κάτι, δεν έχω πρόβλημα να χάσω και αυτό το ίδιο το κάτι. Πράγματι κλονίστηκε μέσα μου η αναγκαιότητα να κάνεις ταινίες ενώ η χώρα κινδυνεύει να βρεθεί αγκαλιά με Ρωσίες, Κίνες και Ιράν. Ήταν πταίσμα μπροστά σε αυτό που κινδυνέψαμε να πάθουμε όντας τόσο πολύ «περήφανοι» για τα «νταούλια που θα βαράμε και θα χορεύουν οι αγορές», τρομάρα μας…

— Έχεις βραβευθεί πολλές φορές και οι ταινίες σου έχουν μεγάλη εμπορική επιτυχία και επιπλέον είναι διαχρονικές. Αισθάνεσαι επιτυχημένος;

Πλάκα μου κάνεις; Τι επιτυχημένος να νιώσεις όταν βλέπεις ταινίες από τα πέρατα της γης αληθινά διαμάντια; Δεν έχω όμως ιδιαίτερη καούρα πώς θα θεωρηθώ. Μου αρκεί, αν εγώ κατάφερα να δώσω αυτό που είχα μέσα μου. Όσο και να ήταν αυτό. Ήταν το μεγάλο μάθημα, πρώτη φορά από τον πατέρα μου και αργότερα από τον διάλογό μας σε ένα ντοκιμαντέρ με τον μεγάλο Κύπριο ζωγράφο Διαμαντή.

— Ανάμεσα στους σταθερούς σου συνεργάτες είναι ο Νίκος Πορτοκάλογλου ο οποίος έχει συνθέσει τα περισσότερα soundtrack των ταινιών σου με τραγούδια που έγιναν εμπορικές επιτυχίες. Τι σας συνδέει;

Φιλία τριάντα πέντε χρόνων. Δεν είναι εύκολο αυτό. Ειδικά μεταξύ καλλιτεχνών που, όπως και να το κάνεις, σέρνουν μαζί τους πάντα και ένα κάπως ευτραφές «εγώ» (όχι «χοντρό», προσοχή στην ορθότητα).

— Μετά από αυτή την ταινία, πού βλέπεις τον εαυτό σου;

Στην Πάρο, στο γήπεδο του Βοτανικού και το ΟΑΚΑ, σε καμιά δυτική πρωτεύουσα που δεν έχω ακόμα πάει, στο σινεμά, σε καμιά τηλεοπτική πλατφόρμα, σπίτι μου με φίλους και μάλλον ξανά στο γραφείο μου να σκαλίζω κάποιο σενάριο και να αναρωτιέμαι αν έχει νόημα να γίνει ταινία.

— Τι θα συμβούλευες ένα νέο σκηνοθέτη; Να πάει σε σχολή; Να δει τους κλασικούς; Να μάθει τεχνολογία;

Να βρει μέσα του γιατί θέλει να κάνει ταινίες. Όλα τα άλλα μαθαίνονται. 

Info:
Σωτήρης Γκορίτσας «Εκεί που ζούμε». Στους κινηματογράφους 27 Οκτωβρίου 2022. Από τη Feelgood.

ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Πρωταγωνιστεί ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος με τους Στέλιο Μάινα, Μάκη Παπαδημητρίου, Χριστίνα Τσάφου, Μαρία Καλλιμάνη, Γεράσιμο Σκιαδαρέση, Ναταλία Τσαλίκη, Αργύρη Μπακιρτζή, Γιούλικα Σκαφιδά, Τάκη Σακελλαρίου, Μαίρη Μηνά, Λένα Παπαληγούρα, Ωρόρα Μαριόν και τη Λένα Κιτσοπούλου.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ: Το σενάριο και τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Σωτήρης Γκορίτσας, τη μουσική γράφει ο Νίκος Πορτοκάλογλου, την παραγωγή ο Ηρακλής Μαυροειδής, τη διεύθυνση φωτογραφίας ο Διονύσης Ευθυμιόπουλος, το μοντάζ ο Δημήτρης Πεπονής, τον ήχο ο Κώστας Κουτελιδάκης, τα σκηνικά η Πηνελόπη Βαλτή, τα κοστούμια  η Έλενα Γιαννίτσα, το casting ο Σταύρος Ράπτης, το make up η Αλεξάνδρα Μυτά, τον σχεδιασμό του ήχου ο Λέανδρος Ντούνης, τη διεύθυνση παραγωγής η Τέτα Αποστολάκη,  executive producer ο Νίκος Σμπιλίρης και Β’ σκηνοθέτης η Φαίδρα Τσολίνα.

Μια ταινία της «BlackTree» με την χρηματοδότηση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και συμπαραγωγούς τους ΕΡΤ, Boo Productions, The Newtons Laboratory,  SoGo Films και με την υποστήριξη του ΕΚΟΜΕ και χορηγία της ΕΖΑ. Social: InstagramTwitterFacebookYoutubeTikTok 

Η αφίσα της ταινίας «Εκεί που ζούμε» του Σωτήρη Γκορίτσα

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ