Κινηματογραφος

Κριτική για τις νέες ταινίες της εβδομάδας

Δουνκέρκη, Ταξίδι στην Ισπανία και Ο πυρετός της τουλίπας

Κωνσταντίνος Καϊμάκης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δουνκέρκη (***) (Dunkirk

Σκηνοθεσία: Κρίστοφερ Νόλαν Πρωταγωνιστούν: Φιόν Γουάιτχεντ, Τομ Γκλιν-Κάρνι, Τζακ Λόουντεν, Χάρι Στάιλς, Κίλιαν Μέρφι, Κένεθ Μπράνα, Μαρκ Ράιλανς, Τομ Χάρντι

Στην παραλία της Δουνκέρκης, τον Μάιο του 1940 περίπου 350.000 βρετανοί, γάλλοι και βέλγοι στρατιώτες είναι περικυκλωμένοι από τους γερμανούς. Η μόνη τους ελπίδα διάσωσης είναι μικρές, επανδρωμένες με απλούς βρετανούς πολίτες βάρκες που καταφτάνουν από την άλλη άκρη της Μάγχης. Όμως τα γερμανικά αεροσκάφη σκορπούν το θάνατο από τον ουρανό...

Επικό θέαμα μεγάλης πνοής από τον Κρίστοφερ Νόλαν με ένα φιλμ γυρισμένο σε 65 mm, που σε επίπεδο εικόνας σκίζει (η χρωματική παλέτα του βρετανού θυμίζει ιμπρεσιονιστικό πίνακα χάρη και στη συνδρομή του διευθυντή φωτογραφίας Χόιτε βαν Χόιτεμα) αλλά το σενάριό του μπάζει με παραχωρήσεις σε παλιομοδίτικες ή αμφιλεγόμενες λύσεις. Το θέμα της επιβίωσης, ο αδιαπραγμάτευτος πατριωτισμός, και κυρίως ο ορισμός του ήρωα, όπως αντικατοπτρίζεται στο πρόσωπο του απλού ψαρά που ενώ έχει χάσει ήδη ένα παιδί στον πόλεμο δεν διστάζει να ρισκάρει και το δεύτερο, είναι οι ιδεολογικές πλατφόρμες του φιλμ που σκιτσάρει γλαφυρά το αιματοβαμμένο πρόσωπο του πολέμου και εξυμνεί την αυτοθυσία του απλού πολίτη. Ο εμβληματικός ανανεωτής του Μπάτμαν («Dark knight») και πεσιμιστής μελετητής του μέλλοντος («Inception», «Interstellar»), έχει κερδίσει με την αξία του μια θέση στη λίστα των πιο ξεχωριστών σκηνοθετών των ημερών μας. Παρότι η θεματολογία του συνήθως στρέφεται προς το μέλλον, αυτή τη φορά χαλιναγωγεί τη φαντασία του (δίχως τη συνδρομή του συνσεναριογράφου αδελφού του Τζόναθαν με τον οποίο έχουν κάνει μαζί τα περισσότερα φιλμ) και αντλεί έμπνευση από ένα «μικρό» γεγονός των αρχών του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Οι ιστορικοί διχάζονται ως προς τη σημειολογία της Δουνκέρκης για την έκβαση του πολέμου. Άλλοι θεωρούν μοιραίο λάθος του Χίτλερ να υποτιμήσει τη σημασία της, επιτρέποντας έτσι τη διατήρηση του δυναμικού του βρετανικού στρατού σε ικανό επίπεδο, κι άλλοι αναφέρονται σε εκείνη ως ένα απλό πολεμικό στιγμιότυπο από τα αμέτρητα που βίωσε η Ευρώπη στη διάρκεια του μεγάλου πολέμου. Ο Νόλαν δεν παίρνει καμιά θέση πάνω σε αυτό. Δικαίωμά του. Δεν είμαστε από εκείνους που απαιτούν οι σκηνοθέτες να μένουν πιστοί στα γεγονότα ή να μην παρεκλίνουν σπιθαμή από το πρωτότυπο υλικό. Όμως κάθε ιστορία χρειάζεται αυθεντικούς χαρακτήρες καθώς και ισχυρό δραματουργικό ιστό. Εδώ δεν ισχύει τίποτα από αυτά τα δύο. Ψάχνοντας να βρούμε τη νοητή γραμμή που συνδέει τα προηγούμενα φιλμ του Νόλαν με τη «Δουνκέρκη», καταλήγουμε στην ικανότητα του σκηνοθέτη να μετατρέπει το γενικό σε ειδικό (η σωτηρία εκατοντάδων χιλιάδων στρατιωτών εξαρτάται από τη στάση που θα κρατήσει ο ιδιοκτήτης του πρωταγωνιστικού ψαράδικου, ο απλός πολίτης δηλαδή) με τεχνική που αποθεώνει το σινεμά μεγάλης κλίμακας αφήνοντας το ανθρώπινο στοιχείο σε δεύτερη μοίρα. Τα απέραντα ειδυλλιακά τοπία, το μεγαλοπρεπές θαλάσσιο στοιχείο, οι εντυπωσιακές εναέριες μονομαχίες είναι κομμάτια ενός πραγματικά επικού σινεμά που προκαλεί δέος. Ο Νόλαν μοιράζοντας τη μη γραμμική αφήγησά του στα τρία (με τη δράση να λαμβάνει χώρα σε αέρα, γη και θάλασσα αντίστοιχα) και αδιαφορώντας κατά βάση για το ιστορικό προφίλ της ταινίας –ποτέ δεν κατονομάζεται ο συγκεκριμένος πόλεμος ή το πού συμβαίνουν όλα αυτά που βλέπουμε–, ρίχνει όλο το βάρος στην οπτική μεγαλοπρέπεια της «Δουνκέρκης». Μάταια περιμένουμε τη σεναριακή βαρύτητα που θα γεμίσει την ένταση και θα δώσει την αίσθηση της τραγωδίας στο φιλμ όσο τα κρίσιμα διλήμματα γύρω από την επιβίωση ή την έννοια του ηρωισμού πυκνώνουν. Αυτή δεν έρχεται ποτέ, καθώς οι περισσότεροι χαρακτήρες παραμένουν σχηματικοί δευτεραγωνιστές ενώ η Μάγχη εξακολουθεί να βάφεται στο κόκκινο του αίματος. Όσο για την περίφημη ταύτιση του θεατή με κάποιον από δαύτους, αφήστε καλύτερα. Κι όμως όλα θα μπορούσαν να ήταν καλύτερα. Η πολυσυζητημένη «Δουνκέρκη» ξεκινάει αγχωτικά και με υψηλές προσδοκίες. Με το καλημέρα ο Νόλαν κολλάει την κάμερά του σε ένα νεαρό στρατιώτη που τρέχει λυσσασμένα να ξεφύγει από τις σφαίρες των Γερμανών, γλιστρώντας στους δρόμους και τα γκρεμισμένα σπίτια της πόλης. Είναι μια σκηνή ανθολογίας που θυμίζει το θαυμάσιο μονοπλάνο του Τζο Ράιτ στην «Εξιλέωση» (έχει κι άλλα δάνεια ο Νόλαν, από Μουρνάου μέχρι Μάλικ και Ντέιβιντ Λιν) και στο ίδιο ακριβώς χρονικά και τοπικά σημείο. Ο στρατιώτης βρίσκεται στο κέντρο του κάδρου αλλά δεν γίνεται ποτέ πρωταγωνιστής. Αυτό το ρόλο κρατούν ο ανατριχιαστικός ήχος και το σφιχτοδεμένο μοντάζ. Καθώς και το σασπένς που προκύπτει από τον παφλασμό των κυμάτων, το δυνατό αέρα, ή τη νεκρική σιωπή που απλώνεται κάθε φορά που ο ήχος του θανάτου πλησιάζει απειλητικά. Το συμβατικό φινάλε, η ρουτινιάρικη αίσθηση και η ιδεολογική μπαμπεσιά του Νόλαν που μετατρέπει την ήττα σε θρίαμβο όταν ο απλός πολίτης ντυθεί τη στολή του σούπερ ήρωα (με το ανάλογο τίμημα φυσικά), στερεί από την ταινία το χαρακτηρισμό «αριστούργημα». Αλλά θα χαρίσει ίσως στο Νόλαν αυτό που του λείπει και πιθανότατα επιθυμεί περισσότερο: το πρώτο του Όσκαρ. 

Ταξίδι στην Ισπανία (The trip to Spain) (***)

Σκηνοθεσία: Μάικλ Γουίντερμποτομ Πρωταγωνιστούν: Στιβ Κούγκαν, Ρομπ Μπράιτον

Οι δύο κολλητοί βρετανοί κωμικοί Στιβ Κούγκαν & Ρομπ Μπράιτον, ξαναενώνονται για άλλο ένα ταξίδι γαστρονομίας και απρόβλεπτων καταστάσεων. Αυτή τη φορά η Ισπανία έχει την τιμητική της.

Το αντίθετο ακριβώς από την «Δουνκέρκη» είναι η νέα ταινία του Γουίντερμποτομ: λιτή, απλή κι ανθρώπινη. Συνεχίζοντας στο ίδιο concept που γνωρίσαμε  με το αρχικό «Ταξίδι» που έλαβε χώρα στη Μεγάλη Βρετανία, τότε που οι δύο παλιόφιλοι ανέλαβαν τη γευστική αποστολή που ανέθεσε ο «Observer» στο διάσημο Στιβ Κούγκαν, ο σκηνοθέτης αναμειγνύει και πάλι γκουρμέ πιάτα, αυτοσχεδιαστικούς μιμητισμούς, υπαρξιακές εξομολογήσεις και καταπληκτικές ατάκες με μεγάλες δόσεις αλήθειας γύρω από το σινεμά, τη μουσική και το θέατρο. Αυτός ο απροσδόκητος και αφοπλιστικός συνδυασμός ντοκιμαντέρ, road movie και γαστροπεριπέτειας εξακολουθεί να έχει θαυμάσια γεύση ακόμη και μετά από μια τηλεοπτική σειρά και δύο κινηματογραφικά σίκουελ (προηγήθηκε το «Ταξίδι στην Ιταλία» το 2014), που ακολούθησαν την πρώτη ταινία του 2010.

Ο πυρετός της τουλίπας (The tulip fever) (-) * δεν το είδαμε

Σκηνοθεσία: Τζάστιν Τσαντγουίκ. Παίζουν:  Aλίσια Βικάντερ, Ντέιν Ντε Χάαν, Τζούντι Ντεντς, Κριστόφ Βαλτς, Τζακ Ο’ Κόνελ.

Άμστερνταμ, 1634. Την εποχή που στην Ολλανδία το εμπόριο τουλίπας παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, ένας πλούσιος έμπορος παραγγέλνει σε νεαρό ζωγράφο να ζωγραφίσει το πορτρέτο της νεαρής συζύγου του. Μέγιστο λάθος.

Δράμα εποχής από το στούντιο των αδελφών Γουάινστιν με θέμα ένα καταραμένο ερωτικό τρίγωνο βγαλμένο από το ομώνυμο βιβλίο της Ντέμπορα Μόγκα. Δεν είδαμε το φιλμ αλλά τα πολλά εμπόδια στην παραγωγή και οι διαρκείς αναβολές εξόδου στις αίθουσες (ήταν ήδη έτοιμο από το 2014 από ό,τι λέγεται) δείχνει ότι κάτι δεν δούλεψε καλά στο φιλόδοξο πρότζεκτ που διαθέτει τη σεναριακή επιμέλεια του Τομ Στόπαρντ και την καυτή Αλίσια Βικάντερ στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Πέρα από το ερωτικό κομμάτι, αν κάτι έχει επιπλέον ενδιαφέρον στο φιλμ αναζητήστε το στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής. Η φρενίτιδα που απλώθηκε τότε στο εμπόριο τουλίπας λόγω της εμφάνισης μιας σπάνιας ασθένειας των φυτών –σε σημείο που η χρηματική τους αξία εκτοξεύτηκε σε ασύλληπτα επίπεδα– είναι το βασικό σεναριακό εύρημα που χρησιμοποιείται ως αλληγορία για το χαρακτήρα και πιθανότατα την κατάληξη της ερωτικής ιστορίας.