Κινηματογραφος

Τα πολλά πρόσωπα του Marlon Brando

Ο ηθοποιός που αναστάτωσε τον 20ό αιώνα έζησε τη ζωή του σαν ταινία. Και κάτι παραπάνω.

Δημήτρης Αθανασιάδης
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μάρλον Μπράντο 1924-2004: Οι ταινίες, οι ατάκες και οι απόψεις του ηθοποιού που άφησαν εποχή.

Ξεψύχησε πρώτη μέρα του Ιουλίου του 2004 στο Λος Άντζελες. Πέθανε σε ένα νοσοκομείο πάσχοντας από καρκίνο, πνευμονικό οίδημα και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Αποχαιρέτησε τα εγκόσμια φορτωμένος με υπέρογκα χρέη και πάρα πολλά κιλά σε ηλικία 80 ετών. Αν ισχύει το κλισέ πως όταν πλησιάζεις το θάνατο βλέπεις τη ζωή σου να περνά μπροστά από τα μάτια σου σαν ταινία, ο Μάρλον Μπράντο είδε πολλά. Και έζησε περισσότερα. Ο πολύπαθος βίος του είναι ένα μάθημα ζωής για όλους τους κλαρινογαμπρούς. 

«Όταν λες κάτι που δεν εννοείς ή κρατιέσαι από το να πεις αυτό που εννοείς, αυτό είναι ηθοποιία. Το να λες ψέματα για να ζήσεις· αυτό είναι ηθοποιία» θα τον ακούσετε να εξομολογείται στο ντοκιμαντέρ «Listen to Me Marlon» του Στίβαν Ράιλι που κυκλοφόρησε το 2015.

Ο περφεξιονιστής της έβδομης τέχνης ήταν πάντα κάτι περισσότερο από αυτό που έδειχνε στα φιλμ του. Ηχηρότερος από το διάσημο χαστούκι του στην Κιμ Χάντερ. Τα έκανε όλα πριν από όλους. Έπαιξε τους σκληρούς και δίκαιους νέους, φόρεσε πέτσινα και μπότες πριν τις μόδες, πειραματίστηκε με την εμφάνισή του, πολύ πριν την ύπαρξη επικοινωνιολόγων. Αυτή είναι μια επιγραμματική ματιά στη ζωή του από το άλφα ως το ωμέγα. 

Ατίθασος από μικρός. Γεννήθηκε στην Ομάχα της Νεμπράσκα στις 3 Απριλίου του 1924. Το 1935, οι γονείς του χώρισαν και μαζί με τα δύο του αδέλφια ακολούθησε την μητέρα του στην Αγία Άννα της Καλιφόρνια. Το 1937, οι γονείς του τα ξαναβρίσκουν και μετακομίζουν στο Λίμπερτυβιλ, κοντά στο Σικάγο. Πατέρας αλκοολικός, μητέρα ακόμα πιο αλκοολική που την αναζητούσε ο ίδιος στα μπαρ, νταντά ασιατικής καταγωγής που τον μεγάλωνε περνώντας μαζί του γυμνές νύχτες.

«Ο γέρος μου ήταν σκληρός» είχε πει. «Ήταν πυροσβέστης. Ένας άνθρωπος που δεν είχε αγάπη μέσα του. Συνήθιζε να με χτυπάει χωρίς λόγο και τον φοβόμουν πολύ». Ανυπάκουος ως μαθητής, μονίμως τιμωρημένος από το δάσκαλό του, δεν τελείωσε ποτέ το Γυμνάσιο. Απέτυχε να γίνει παπάς, άντεξε μόλις ενάμιση μήνα ως τεχνίτης σε εταιρεία κατασκευών. Προτίμησε να φύγει με ωτοστόπ στη Νέα Υόρκη για να συναντήσει τις αδερφές του και να σπουδάσει ηθοποιία στο New School και κατόπιν στο Actors' Studio, που διηύθυναν ο Λη Στράσμπεργκ και η Στέλλα Άντλερ, κάνοντας μετέπειτα ποπ τη φημισμένη μέθοδο υποκριτικής του Στανισλάβσκι.

© 2012 Warner Bros. Entertainment

Βίος και πολιτεία. Παντρεύτηκε 3 φορές και χώρισε άλλες τόσες. Απέκτησε 11 παιδιά, 6 εκτός γάμου, από τις συζύγους του, τις ερωμένες του και από υιοθεσία. Το Μάιο του 1990, ο πρωτότοκος γιος του, ο Κριστιάν, εθισμένος στα ναρκωτικά και στο αλκοόλ, δολοφόνησε τον εραστή της ετεροθαλούς αδελφής του, Τσεγιέν. Αργότερα ο Κριστιάν καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 ετών, ενώ η Τσεγιέν αυτοκτόνησε σε ηλικία 25 ετών, τον Απρίλιο του 1995.

«Ζούσα σαν ρεμάλι. Κυνηγούσα γυναίκες. Ίσως να απέτυχα ως πατέρας. Τείνουμε να κατηγορούμε μόνο τους άλλους, αλλά υπήρχαν πράγματα που μπορούσα να είχα κάνει διαφορετικά. Έκανα το καλύτερο που μπορούσα» υποστήριξε στη δίκη του παιδιού του, με τους πολέμιούς του να υποστηρίζουν πως επρόκειτο για άλλη μια «ερμηνεία» του.

© Sam Shaw Inc.

Γυναικάς και γόης, συνδέθηκε ερωτικά με αμέτρητες διάσημες σταρ όπως οι Μέριλιν Μονρόε, Μάρλεν Ντίτριχ, Γκρέις Κέλι, Τζάκι Κένεντι, Ειρήνη Παπά και Ρίτα Μορένο. Η τελευταία, «επίσημη ερωμένη» του Μάρλον Μπράντο, υποστήριξε πως την υποχρέωσε να αποβάλει, την οδήγησε στην τρέλα και στην απόπειρα αυτοκτονίας.

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Σούζαν Μιζρούτσι, καθηγήτρια Λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο της Βοστόνης και συγγραφέα του «Brando’s Smile», απέρριψε τη Σοφία Λόρεν επειδή «η ανάσα της μύριζε σαν δεινοσαύρου και είχε τρίχες στη μύτη» και την Ελίζαμπεθ Τέιλορ επειδή βρήκε τα οπίσθιά της πολύ μικρά για το γούστο του. Παντρεύτηκε την Άννα Κάσφι το 1957, τη Μοβίτα Καστανέντα το 1960 και την Ταρίτα Ταριπάια το 1962. Έζησε μαζί με την Μαρίνα Κριστίνα Ρουίς.

© Sam Shaw Inc.

Διάσημος για πάντα. Δεν λένε τυχαία «την είδε Μάρλον Μπράντο». Αντιλήφθηκε πολύ νωρίς την αξία του να χαμογελάς σωστά στα φλας, αποκτώντας πρωτόγνωρη φήμη για την ερμηνεία του ως Στάνλεϊ Κοβάλσκι στο θεατρικό του Τένεσι Ουίλιαμς «Λεωφορείον ο Πόθος», το 1947 στο θέατρο και το 1950 στο σινεμά από το σκηνοθέτη Ελίας Καζάν, εκτοξεύοντας τις πωλήσεις των λευκών t-shirts, φέρνοντας μια νέα μόδα στο φαίνεσθαι και στο φέρεσθαι.

© 2012 Warner Bros. Entertainment

«Τίποτα σε μένα δεν είναι σαν τον Στάνλεϊ Κοβάλσκι. Μισώ αυτούς τους τύπους. Μισώ απόλυτα το άτομο, τον σκοτεινό χαρακτήρα που αντιπροσωπεύει τα κτήνη και τα ζώα» θα εκμυστηρευτεί.

Κατανόησε την καταστροφική πλευρά της διασημότητας και θεωρούσε πως οι μάζες που προβάλουν τη δύναμη τους σε εξιδανικευμένα λατρευτικά αντικείμενα είναι καταδικασμένες. Παρά το γεγονός πως ήταν ένας από τους θεμελιωτές του σταρ σίστεμ γευόμενος τον πλούτο και τον τρόπο ζωής του, πίστευε πως οι ηθοποιοί και οι διασκεδαστές δεν άξιζαν τέτοια λατρεία.

© 1954 Columbia Pictures

Επιθυμητός όταν δεν υπήρχαν τα likes. Μονοπώλησε τα 50s και τα 60s με τις ερμηνείες και την αρρενωπότητά του και έδωσε μια άλλη προσέγγιση της μέσης ηλικίας στα 70s. Μοτοσικλετιστής στον «Ατίθασο», φορτοεκφορτωτής στο «Λιμάνι της Αγωνίας», επαναστάτης στο «Βίβα Ζαπάτα!», μαφιόζος στο «Νονό», παιγμένος τεθλιμμένος μεσήλικας στο «Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι», παράφρων συνταγματάρχης στο «Αποκάλυψη Τώρα». Κανείς δεν ξέρει αν κάθε ρόλος ήταν φτιαγμένος για τον Μάρλον Μπράντο ή αν ο Μάρλον Μπράντο ήταν φτιαγμένος για κάθε ρόλο.

image

Ζωή σαν ταινία και κάτι παραπάνω. Στις ΗΠΑ που άλλαζαν ραγδαία, στην Αμερική του μακαρθισμού και του καταναλωτισμού, εξοργιζόταν όταν οι αξίες στις οποίες πίστευε παραβιάζονταν. Υπήρξε θύμα κυβερνητικής επιτήρησης, με τον φάκελό του στο FBI να αφορά στη δεκαετία του ‘40, όταν βοηθούσε στη συγκέντρωση χρημάτων για τη σιωνιστική οργάνωση «Irgun». Το ίδιο συνέβη στα 50s και τα 60s, όταν έγινε ένας από τους πρώτους λευκούς ηθοποιούς που μετείχε στο κίνημα ατομικών δικαιωμάτων. Εκτός από στόχος υποκλοπής έγινε και δέκτης επισκέψεων του FBI. Εντούτοις, χαιρόταν πάντα για την ελευθεροτυπία στις ΗΠΑ. 

Ηχογραφούσε πολλά. Από την εποχή της μαγνητοταινίας έως την περίοδο της κασέτας και του CD, κατέγραφε διαρκώς τις προφορικές του σημειώσεις για ρόλους, επαγγελματικές συνομιλίες, προσωπικές στιγμές. Όπως τις συνεδρίες ύπνωσής του. Ένα ιδιαίτερο ημερολόγιο για έναν ιδιαίτερο άνθρωπο.

© Sam Shaw Inc.

Θηρίο ανήμερο. Καθυστερούσε να εμφανιστεί στα γυρίσματα, δεν αποστήθιζε ποτέ τα λόγια του και δημιουργούσε συχνά μπελάδες με τη δική του θεώρηση για τον επαγγελματισμό στα κινηματογραφικά στούντιο.

Ινδιάνα ψυχή. Πάλεψε για τα ανθρώπινα δικαιώματα και για την αποκατάσταση των αυτοχθόνων Ινδιάνων των ΗΠΑ, όντας ένθερμος ακτιβιστής του κινήματος «Δικαιοσύνη για τους ιθαγενείς». Απέρριψε το Όσκαρ Α’ ανδρικού για τον ρόλο του στο «Νονό» , γνωρίζοντας πως τη λαμπερή τελετή, στις 27 Μαρτίου 1973, θα την παρακολουθούσε όλος ο κόσμος. Η αντικατάστασή του-το απόλυτο είδωλο του Χόλιγουντ-με μία άγνωστη ιθαγενή, την Απάτσι Σατσίν Λιτλφέδερ, σχεδιάστηκε για να δώσει στους Ινδιάνους τη δυνατότητα επικοινωνίας σε παγκόσμια κλίμακα. Ταυτόχρονα, ενίσχυσε την κριτική του για την αδηφαγία των ΜΜΕ. 

«Ήταν σημαντικό για έναν Ινδιάνο να απευθυνθεί στους ανθρώπους που απλά κάθονται και δεν κάνουν τίποτα, ενώ αυτοί εξαλείφονται από τη γη. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία που Ινδιάνος μίλησε σε 60 εκατομμύρια ανθρώπους. Ήταν μοναδική ευκαιρία και φυσικά δεν ήθελα να την οικειοποιηθώ» εξομολογήθηκε.

Καινοτόμος. Υπήρξε από τους πρώτους στο Χόλιγουντ με προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή και σύνδεση ίντερνετ. Χρησιμοποιούσε το ιδιωτικό του νησί στην Ταϊτή για να δοκιμάσει μεθόδους βιωσιμότητας, από εκτροφές στον ωκεανό και ανακαλύπτοντας νέες πηγές τροφίμων, μέχρι κλιματισμό μέσω τεχνολογίας που βασιζόταν στο θαλασσινό νερό. Φιλέρευνο πνεύμα, διάβαζε με μανία και συνέλεγε εκλαϊκευμένα επιστημονικά αναγνώσματα.

Λογοκρισία. Στη βιβλιοθήκη του αριθμήθηκαν περισσότερα από 4.000 εκδόσεις σχετικά με τα ΜΜΕ και τη λογοκρισία. Όπως είχε παραπονεθεί σε συνέντευξή του στο Today Show το 1963, είχε γίνει εχθρός του κόσμου επειδή δεν μοιραζόταν την προσωπική του ζωή με τη «βιομηχανία κουτσομπολιού».

image

Μανιώδης παρατηρητής της μοντέρνας κουλτούρας και οραματιστής, επέμενε ο πιλότος μαχητικού που υποδύθηκε στην ταινία «Sayonara», το 1957, να παντρευτεί τη γιαπωνέζα ερωμένη του στο τέλος της ταινίας, προβλέποντας ότι ο διάδοχός τους θα καταστεί κοινός τόπος. «Μισός Ιάπωνας, μισός Αμερικάνος, μισός κίτρινος, μισός λευκός, μισός εσύ, μισός εγώ». Δεν δίστασε να υποδυθεί έναν εσωστρεφή ομοφυλόφιλο αξιωματικό του στρατού στην ταινία του Τζον Χιούστον «Ανταύγειες σε Χρυσά Μάτια», το 1967, του Τζον Χιούστον. Στην ερώτηση της μεταπολεμικής Αμερικής για μέλλον και ασφάλεια, ήταν η ανατρεπτική απάντηση που άγγιξε τις νέες γενιές. Ροκ εν ρολ πριν το ροκ εν ρολ.

© 1979 - United Artists

«Να πεις σε αυτόν το μαλάκα, ότι αν μου δώσει 2 εκατομμύρια, μπορείς να με τραβήξεις και στην τουαλέτα!» είναι μία από τις μνημειώδεις ατάκες που φέρεται να εκστόμισε στον Φράνσις Φορντ Κόπολα κατά τη διάρκεια του «Αποκάλυψη Τώρα» όπου έσκασε φαρδύς-πλατύς και άνετος με τα 140 κιλά του. Ένας από τους λόγους που η κάμερα επέμεινε στα ατμοσφαιρικά κοντινά του. Δεν είχε διαβάσει καν το σενάριο, ανάγκασε το σκηνοθέτη να διακόψει τα γυρίσματα και να του απαγγέλλει επί μια εβδομάδα το ρόλο του. Προτίμησε να αυτοσχεδιάσει. Εάν δεν την έχετε δει, κάτι θα έχετε διαβάσει ή ακούσει για την ερμηνεία του ως Συνταγματάρχης Κουρτζ. 

Ομοερωτικές εμπειρίες. Οι σχέσεις του ήταν πάντα περίπλοκες και θυελλώδεις, κοσμικογράφοι και σκανδαλοθηρικά έντυπα υποστήριξαν κατά καιρούς πολλά και, στην ανεπίσημη αυτοβιογραφία των Ντάρβιν Πόρτερ και Ντάνφορθ Πρινς, «James Dean: Tomorrow Never Comes», που χαρακτηρίστηκε λιβελογράφημα, γράφτηκαν διάφορα για τη σχέση του Τζέιμς Ντιν με τον Μάρλον Μπράντο και τις σαδομαζοχιστικές προτιμήσεις του. Σβήσιμο τσιγάρων, παιχνίδια εξευτελισμού και οργιώδεις σεξουαλικές απολαύσεις.

image

Περφέκτο. Ένα ακόμα αξεσουάρ μόδας που καθιέρωσε μετά το t-shirt. Το φόρεσε στον «Ατίθασο», το 1953, και μετέπειτα το πήραν οι ροκάδες για να χωρίζουν τα τσανάκια τους με τους mods.

Ρεκόρ Γκίνες. Πληρώθηκε 3,7 εκατομμύρια δολάρια και καρπώθηκε το 11,75% επί των εισπράξεων του «Σούπερμαν», εν έτει 1978, για 13 μέρες εργασίας. Όπως είχε πει ο ίδιος στους δημοσιογράφους για την πρώτη του ταινία «Το κορμί σου μου ανήκει» σε σκηνοθεσία Φρεντ Τσίνεμαν, το 1950, όπου είχε αμειφθεί με το μυθικό για πρωτοεμφανιζόμενο ηθοποιό ποσό των 40 χιλιάδων δολαρίων, «βρίσκομαι εδώ γιατί δεν έχω την ηθική δύναμη να πω όχι στα δολάρια».

Σοφές κουβέντες του ή καλοδιατυπωμένοι αφορισμοί του; «Ποτέ μην μπερδεύεις το μέγεθος της αμοιβής σου με το μέγεθος του ταλέντου σου». Κάτι πιο ονειροπόλο; «Όταν κάποιος τραβάει το δικό του δρόμο, δεν κινδυνεύει να τον προσπεράσουν». Κάτι πιο κυνικό; «Δεν υπάρχουν καλλιτέχνες. Είμαστε επιχειρηματίες. Είμαστε έμποροι».

image

Τετιαρόα, η μεγάλη αγάπη του. Στα 70s γνώρισε τη Γαλλική Πολυνησία και βρήκε γαλήνη στην ατόλη Τετιαρόα η οποία αποτελείται από 12 νησίδες και ήταν ένας δημοφιλής προορισμός για τη βασιλική οικογένεια της Ταϊτής. Έπειτα από σχεδόν 6 χρόνια αντιπαραθέσεων και προβλημάτων, πλήρωσε 136.624 λίρες και κατάφερε να εξασφαλίσει μια 99χρονη μίσθωση μετατρέποντάς το στο ιδιωτικό του νησί. Το μεταμόρφωσε σε ένα μικρό χωριό και αργότερα έχτισε ένα ολόκληρο ξενοδοχείο. Ήταν το δικό του ησυχαστήριο από το Χόλιγουντ. Διατηρώντας την πρωτόγονη ομορφιά του νησιού, ζούσε σε μια «καλύβα» μέχρι να δημιουργήσει μια «υπεύθυνη πολυτέλεια» όπως έλεγε.

Ύστατη κινηματογραφική περίοδος δίπλα στον Τζόνι Ντεπ με το «Δον Χουάν Ντε Μάρκο» και το «Γενναίο» αλλά και τον Έντουαρτ Νόρτον στο «The Score». 

Φίλοι του υπήρξαν ο Κιθ Ρίτσαρντς, που βάφτισε το μοναχογιό του, ο Ρόμπερτ ΝτεΝίρο, ο Κουίνσι Τζόουνς αλλά και ο Μάικλ Τζάκσον στη «Neverland» του οποίου βρέθηκε αρκετές φορές κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Χειρότερες δηλώσεις του; Οι αντισημιτικές αναφορές του. Από το 1979 στο «Playboy» μέχρι το 1996 και το «Larry King Live».

© 1972 - Paramount Pictures

Ψάχνετε για συμβουλές υποκριτικής; «Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα με ήθελε για τον ρόλο του Νονού αλλά το στούντιο είχε αντιρρήσεις. Το να κάνω δοκιμαστικό ήταν μειωτικό, όμως εκείνη την εποχή χρειαζόμουν τον ρόλο. Είχα και τις αμφιβολίες μου για το κατά πόσον μπορούσα να παίξω τον ρόλο» είχε πει. «Κοιτάς στην κάμερα ή στον παραγωγό και λες "δεν δίνω δεκάρα για κανέναν από εσάς"».

Ως την τελευταία στιγμή της ζωής του παρέμενε ένας ζωντανός μύθος, ο μεγαλύτερος του μοντέρνου σινεμά. 16 χρόνια μετά το θάνατό του, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως όταν ο Μάρλον Μπράντο γεννήθηκε, φρόντισε να σπάσει και το καλούπι.