Ο διάσημος Ελληνο-αμερικανός καλλιτέχνης μιλά για τη σειρά «Portraits», την τεχνική superdots, αλλά και την ιδιαίτερη σχέση του με τη μαγειρική
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
14°
Νταμιέν Ζαλέ: Διερευνώντας τις αντιθέσεις, ανακαλύπτεις ποιος πραγματικά είσαι
Το Thrice, που αποτελείται από τρεις ενότητες- Gusts, Médusées και Brise-lames- με ζωντανή μουσική από τον Νορβηγό σαξοφωνίστα Μπεντίκ Γκίσκε και τον Ιάπωνα πιανίστα Κόκι Νακάνο, είναι εμπνευσμένο από το ποίημα του Οκτάβιο Πας «Άνεμος, νερό, πέτρα».
Ο Γαλλοβελγικής καταγωγής χορογράφος Νταμιέν Ζαλέ (Damien Jalet), παρουσιάζει το νέο έργο του «Thrice», στο πλαίσιο του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας 2025. Μετά το πολυβραβευμένο «DuEls», η συνεργασία του Ζαλέ με τη Nagelhus Schia Productions (NSP) αποκτά νέα διάσταση μέσα από ένα σκηνικό τρίπτυχο που ονομάζει «Gusts, Médusées, Brise-lames», εμπνευσμένο από το ποίημα του Οκτάβιο Πας «Άνεμος, νερό, πέτρα»- τα τρία θεμελιώδη, αλληλένδετα και αλληλοεξαρτώμενα στοιχεία που διαπερνούν το έργο ως φυσικές, ποιητικές και φιλοσοφικές έννοιες. Με ζωντανή μουσική από καταξιωμένους μουσικούς- τον Νορβηγό σαξοφωνίστα Μπεντίκ Γκίσκε και τον Ιάπωνα πιανίστα Κόκι Νακάνο- υλικά που μεταμορφώνονται και σώματα σε διαρκή κίνηση, το «Thrice» εξερευνά τη ρευστότητα, την αντίσταση απέναντι σε φόβους, όρια και παγιωμένες αντιλήψεις, την επανάληψη ως χορευτική γλώσσα. Από την υπόγεια δύναμη της αναπνοής ως το βλέμμα που ακινητοποιεί, κι από την ένταση του κύματος μέχρι το αποτύπωμα του χρόνου στο σώμα, ο Ζαλέ παραδίδει στο κοινό μια παράσταση-τελετουργία. Μιλήσαμε με τον διεθνώς καταξιωμένο χορογράφο για να μάθουμε περισσότερα.
― Στο έργο σας ο χορός συχνά διαλέγεται με τις εικαστικές τέχνες (παράδειγμα η συνεργασία με τον εικαστικό καλλιτέχνη JR), τη μουσική, τον κινηματογράφο, το θέατρο, τη μόδα. Ποιο είναι για εσάς το σημείο συνάντησης του σωματικού με το οπτικό; Τι συμβαίνει όταν οι τέχνες αυτές παύουν να «υποστηρίζουν» απλώς η μία την άλλη και αρχίζουν να συνυφαίνονται ουσιαστικά; Και τελικά, υπάρχει ακόμη λόγος να διατηρούμε τα όρια μεταξύ των μορφών τέχνης;
Ο χορός προσλαμβάνεται κυρίως με τα μάτια, οπότε θεωρώ καθήκον μου να δίνω ιδιαίτερη προσοχή σε όλα τα οπτικά στοιχεία που τον πλαισιώνουν. Από ποια οπτική θα τον δούμε, από μπροστά ή κυκλικά ή πόσο αλλάζει η αντίληψή μας αν δούμε την κίνηση από ψηλά. Υποθέτω πως οι συνεργασίες μου με γλύπτες και σκηνοθέτες επηρέασαν πολύ αυτή μου την προσέγγιση. Στον κινηματογράφο, το κάδρο είναι ελεγχόμενο – μπορεί να είναι κοντινό ή πανοραμικό, στατικό ή σε κίνηση, επίσης υπάρχει μεγάλη χρωματική παλέτα, μπορείς να διαλέξεις ανάμεσα σε άπειρους εξωτερικούς χώρους ή να φτιάξεις σκηνικά μέσα στο στούντιο. Στο θέατρο, αντίθετα, το κάδρο είναι ευρύ και το βλέμμα του θεατή σταθερό, μετωπικό. Έχεις έναν πολύ περιορισμένο χώρο για να πλαισιώσεις κάτι άπειρο και τη δύναμη της ζωντανής ενέργειας. Όπως στον κινηματογράφο ή στη ζωγραφική, μου αρέσει να εφευρίσκω και να χτίζω έναν ολόκληρο κόσμο μέσα σ’ αυτόν τον χώρο, χρησιμοποιώντας φώτα, υφάσματα, υλικά για να ολοκληρώσω την κίνηση των χορευτών. Η προσέγγισή μου κινείται ανάμεσα στον μινιμαλισμό και τον μαξιμαλισμό για να το πετύχω αυτό.
Το «Thrice», σε αντίθεση με άλλα έργα μου, είναι πιο τεχνικά λιτό κι έτσι εκθέτει περισσότερο τους ίδιους τους χορευτές.
― Έχετε συνεργαστεί με καλλιτέχνες όπως η Μαρίνα Αμπράμοβιτς, ο Τομ Γιορκ, ο Ρουίτσι Σακαμότο, ο Κοχέι Νάουα, η Madonna – δημιουργούς από τελείως διαφορετικούς κόσμους. Πώς διατηρείτε τη δική σας ξεχωριστή φωνή ανάμεσα σε τόσο ισχυρές και διαφορετικές καλλιτεχνικές ταυτότητες;
Πιστεύω πως ακριβώς επειδή η φωνή μου είναι διακριτή και μοναδική, οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους καλλιτέχνες ζήτησαν να συνεργαστούμε. Η σχέση μου με καθέναν απ’ αυτούς ήταν ιδιαίτερη και η φύση της συνεργασίας μας διέφερε ανά έργο. Δουλεύω πάντα με ένστικτο και διαίσθηση και μόνο με ανθρώπους που θαυμάζω βαθιά και με έλκουν.
Η Madonna μού «μετέδωσε τον ιό του χορού» όταν ήμουν έντεκα. Χάρη σ’ αυτήν ανακάλυψα τον σύγχρονο χορό, οπότε το όριο ανάμεσα στην υψηλή και την πιο εμπορική τέχνη ήταν πάντα θολό για μένα.
Φυσικά έλκομαι από τις συνεργασίες – άλλωστε δεν είμαστε όλοι αποτέλεσμα κάποιας; Πιστεύω ότι είμαστε φτιαγμένοι από ποικίλες επιρροές και επιθυμίες, που μπορεί να μοιάζουν αντιφατικές. Όμως διερευνώντας αυτές τις αντιθέσεις, ανακαλύπτεις ποιος πραγματικά είσαι. Κοιτάζοντας πίσω σε όλες μου τις συνεργασίες, ξέρω ακριβώς γιατί συνέβησαν, ποιο ήταν το κοινό μας έδαφος, τι έμαθα από αυτές και πώς τις ενσωμάτωσα στα επόμενα έργα μου. Όλες τους έχουν κάτι κοινό, ότι ήταν ουσιαστικές ανταλλαγές που διεύρυναν την καλλιτεχνική μου ματιά.
― Το «Thrice», όπως και άλλα έργα σας, γεννιέται από μια σύνθεση μουσικής, φωτός, ύλης και σώματος. Θεωρείτε ότι δεν συνθέτετε απλώς ένα έργο, αλλά ότι επιμελείστε εμπειρίες; Ένας σύγχρονος χορογράφος πρέπει να είναι κάτι παραπάνω και όχι απλώς «δημιουργός κίνησης»;
Ναι, το πιστεύω, παρόλο που το «Thrice» είναι ίσως το πιο μινιμαλιστικό έργο μου, πιο κοντά σε καθαρή χορευτική φόρμα από οτιδήποτε έχω κάνει εδώ και χρόνια. Παρότι εστιάζει στη σχέση χορογραφίας και ζωντανής μουσικής, ήθελα να είναι μια εμπειρία που δανείζεται αρχές από τις εικαστικές τέχνες ή τον κινηματογράφο.
Στο έργο οι χορευτές ξεδιπλώνουν οι ίδιοι το σκηνικό στο οποίο θα κινηθούν, η μουσική εκτελείται ζωντανά, οι αλλαγές κοστουμιών γίνονται μπροστά στο κοινό, τα φώτα είναι ενίοτε ορατά. Παρότι τα τρία έργα είναι διαφορετικά, ήθελα η εμπειρία να είναι ολιστική – να δείχνει ταυτόχρονα μπροστά και πίσω από τη σκηνή.
Ο χορός είναι το μέσο που μπορεί να διαλεχθεί καλύτερα με όλες τις άλλες τέχνες. Στην ουσία, προσπαθώ να γίνω δίαυλος και να συγχωνεύσω ταλέντα από πολλούς διαφορετικούς καλλιτέχνες, δημιουργώντας μια πολυσήμαντη εμπειρία για το κοινό.
― Το «Thrice» είναι ένα τρίπτυχο και αναφέρεται στο ποίημα του Οκτάβιο Πας «Άνεμος, νερό, πέτρα». Τι σας ελκύει στον αριθμό τρία και πώς λειτουργεί ο συμβολισμός στη χορογραφία σας;
Αρχικά ήθελα να ονομάσω το έργο Three times three, καθώς πρόκειται για τρία τρίο που στο τέλος συνθέτουν ένα έργο για εννέα χορευτές. Είναι δύσκολο να εξηγήσεις γιατί σε ελκύει ένας αριθμός, ποιους συμβολισμούς κρύβει. Το τρία είναι και γωνιώδες και κυκλικό: θυμίζει τόσο την αιχμηρότητα του τριγώνου όσο και την κυκλικότητα ενός βαλς. Είναι ο πρώτος «οικείος» αριθμός που δεν είναι ούτε δυαδικός ούτε μοναχικός. Το να μετράς ανά τρία σε φέρνει πιο κοντά σε μια κατάσταση έκστασης απ’ ό,τι το παραδοσιακό «5, 6, 7, 8».
― Σε κάθε ενότητα, οι χορευτές ξεδιπλώνουν χαλιά στο πλάι και στο βάθος της σκηνής. Ποιο είναι το νόημα αυτής της πράξης; Πρόκειται για σκηνογραφικό στοιχείο, τελετουργική χειρονομία, κάτι άλλο;
Για έναν χορευτή, η επιφάνεια πάνω στην οποία χορεύει είναι ζωτικής σημασίας. Σπάνια χρησιμοποιώ το παραδοσιακό λινόλεουμ στη σκηνή, προτιμώ να την καλύπτω με ένα παχύ στρώμα άμμου ή ακόμα και με γυμνό ξύλο – αν και αυτό δημιουργεί τεχνικές δυσκολίες και περιορισμούς στις περιοδείες.
Η ιδέα ξεκίνησε όταν χρειάστηκε να ανεβάσω το «Brise-lames» μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Ήταν μια δημιουργία της τελευταίας στιγμής που ζήτησε η Ορελί Ντιπόν λόγω ακύρωσης ολόκληρης της σεζόν στην Όπερα του Παρισιού εξαιτίας του COVID-19 και δεν υπήρχε δυνατότητα για σκηνογράφο. Ζήτησα από τον JR να συνεργαστούμε, μια και προέρχεται από τη street art και δουλεύει με χαρτί και κόλλα, παίζει με την προοπτική και ξεγελά το μάτι με ελάχιστα μέσα. Είχαμε την ιδέα να δημιουργήσουμε μια εικόνα τυπωμένη στο πάτωμα, αρκετά αφηρημένη, με τα ρούχα των χορευτών επίσης τυπωμένα – ώστε, όταν αυτοί έρθουν κοντά και η κάμερα τραβήξει από ψηλά, να αποκαλυφθεί κάτι νοηματικά δυνατό.
Για το «Thrice» ήθελα να διατηρήσω αυτή την ιδέα ενός έργου τυπωμένου στο έδαφος. Αντιδρά στο φως και στα υλικά, πλαισιώνει τη σύνθεση, δίνει στους χορευτές ένα έδαφος με νόημα. Η πράξη του ξεδιπλώματος από τους ίδιους γίνεται τελετουργία – μια μετάβαση από έναν κόσμο σε έναν άλλο.
― Στο πρώτο μέρος του τρίπτυχου, το «Gusts», η αναπνοή και η κίνηση του αέρα παίζουν κεντρικό ρόλο. Τι σημαίνει για εσάς η «αναπνοή» στον χορό – σωματικά και συμβολικά;
Μου αρέσει να υπενθυμίζω στους θεατές τα πιο ουσιώδη, όσα θεωρούμε δεδομένα. Η αναπνοή είναι ένα απ’ αυτά. Όταν κάποιος κοιμάται, μόνο η αναπνοή δείχνει ότι είναι ακόμη ζωντανός. Είναι η πιο πρωταρχική κίνηση, η πιο ουσιαστική. Δεν μπορούμε να επηρεάσουμε πολλές από τις βασικές λειτουργίες του οργανισμού μας, αλλά έχουμε έναν κάποιο έλεγχο στην αναπνοή μας και, καθώς αυτή συνδέεται άμεσα με πρωτογενή συναισθήματα, το να δουλεύεις μαζί της μπορεί να είναι συναρπαστικό. Εκφράζεις ελπίδα ή έκπληξη με την εισπνοή, ενώ η εκπνοή συχνά υποδηλώνει απόγνωση. Ειδικά στο «Brise-lames», το διερευνούμε στο τέλος. Στο «Gusts» εξερευνούμε περισσότερο την απρόβλεπτη φύση του ανέμου μέσα από εκρήξεις ενέργειας και μια αίσθηση παράδοσης μέσα στην κίνηση.
― Ο Μπεντίκ Γκίσκε ερμηνεύει ζωντανά μουσική ειδικά για το «Gusts». Πώς επηρεάζει η ζωντανή μουσική και ο αυτοσχεδιασμός τη χορογραφική διαδικασία; Διαμορφώνει τον τρόπο που σχεδιάζετε την κίνηση σε πραγματικό χρόνο;
Ναι, ήταν πολύ ενδιαφέρον να συνεργαστώ μαζί του πάνω στον τρόπο που θα έκανα τη σύνθεση. Η μουσική του Μπεντίκ είναι μινιμαλιστική και σωματική, ενώ ο ίδιος έχει μια έντονα γλυπτική παρουσία επί σκηνής ως σολίστ. Όταν παίζει, αποπνέει μια συγκλονιστική αίσθηση ελευθερίας – κάτι που οφείλεται εν μέρει στο ότι αλλάζει ρυθμούς και αυτοσχεδιάζει πάνω σε μελωδίες που ο ίδιος έχει συνθέσει. Το να δημιουργήσουμε λοιπόν ένα χορευτικό έργο για τρεις ερμηνευτές πάνω σ’ αυτή τη μουσική αποτελούσε πρόκληση – τόσο για εκείνον όσο και για εμένα.
Από τη μία, ήθελα να διατηρήσει αυτή την αίσθηση ελευθερίας, αλλά ταυτόχρονα χρειαζόμασταν και μετρήματα, ώστε να μπορέσουμε να συνδυάσουμε τα σύνθετα και ρέοντα κινητικά σχήματα των χορευτών. Παραδόξως, οι περιορισμοί του ρυθμού τούς δίνουν συχνά μεγαλύτερη ελευθερία στην κίνηση.
Έτσι, σ’ αυτό το σύντομο έργο, συνδυάσαμε διαφορετικά συστήματα σύνθεσης: σε ορισμένα σημεία οι χορευτές ακολουθούν τις μουσικές διακυμάνσεις, ενώ σε άλλα ο ρυθμός πρέπει να παραμένει απόλυτα σταθερός, ώστε οι χορευτές να διατηρούν τη μεταξύ τους σύνδεση. Αυτή η επικοινωνία γίνεται άλλοτε οπτικά, άλλοτε μέσω του ήχου.
― Στο «Médusées», ο μύθος της Μέδουσας είναι μεταφορικά το βλέμμα που απολιθώνει. Υπάρχει έντονη αντίθεση ανάμεσα στην κίνηση του χορού και στην ακινησία που υπονοείται απ’ αυτό το βλέμμα. Πώς συνδέετε αυτές τις αντιθέσεις στη σκηνή;
Το «Les Médusées» δημιουργήθηκε αρχικά στο Μουσείο του Λούβρου – ένα γυναικείο τρίο εμπνευσμένο από τα γλυπτά των νυμφών (σ.σ. τα γλυπτά των νυμφών που διακοσμούσαν αρχικά το βασιλικό κτήμα του Marly (Château de Marly) σήμερα εκτίθενται στη Cour Marly του Μουσείου του Λούβρου στο Παρίσι). Φαίνονταν σαν να μαγεύουν και ταυτόχρονα να είναι μαγεμένες – όπως και η ίδια η Μέδουσα. Όλες αυτές οι γυναικείες μορφές, ωστόσο, είχαν φιλοτεχνηθεί από άντρες. Στο έργο οι χορευτές μπορούν να κινηθούν μόνο για να καταλήξουν σε μια άλλη γλυπτική στάση, ακολουθώντας έναν αυστηρά νοητικό ρυθμό, που απαιτεί να είναι πολύ συγκεντρωμένοι. Οι στάσεις είναι κομψές, αλλά η ενέργεια σχεδόν επιθετική – σαν να προσπαθούν να σπάσουν ένα καλούπι στο οποίο έχουν εγκλωβιστεί. Η ενέργεια που επιστρατεύει κανείς για να βρει την ελευθερία του, νομίζω, εμπνέει. Συνδύασα το τρίο αυτό με ένα ανδρικό τρίο, που λειτουργεί με χιούμορ, προκειμένου να τονίσει ακόμη περισσότερο το πλαίσιο περιορισμού που ήθελα να εκφράσω σε αυτό το έργο.
― Το «Brise-lames» δημιουργήθηκε στην πανδημία και παρουσιάζεται τώρα ζωντανά για πρώτη φορά. Πώς ήταν αυτή η μετάβαση από χορογραφία για την κάμερα σε χορογραφία για σκηνή;
Όπως ανέφερα, το «Brise-lames» δημιουργήθηκε για το Παλέ Γκαρνιέ (την Όπερα του Παρισιού), αλλά ακυρώθηκε λόγω lockdown τρεις μέρες πριν από την πρεμιέρα. Τελικά το μετατρέψαμε σε ταινία για τη δημόσια τηλεόραση και προβλήθηκε σε έκθεση στο Κιότο για τα δέκα χρόνια από το τσουνάμι, το 2021.
Είχα αφιερώσει πολύ χρόνο τότε με τη σκηνοθέτρια Λoυίζ Ναρμπονί ώστε να κάνουμε την κινηματογραφική μεταφορά του έργου – να βυθίσουμε το κοινό στην ατμόσφαιρά του και να το καθοδηγήσουμε ώστε να προσέξει όλες τις λεπτομέρειες που περιέχει. Δημιούργησα όλο το υλικό του έργου αυτού μαζί με τον Έλληνα χορευτή Αιμίλιο Αράπογλου, που είναι ο στενότερος συνεργάτης μου εδώ και δεκατρία χρόνια. Μαζί το πλάσαμε σαν ένα γλυπτό από χιλιάδες λεπτομέρειες σε κίνηση, προσπαθώντας να αποδώσουμε τόσο την πυκνότητα, τον ρυθμό, την ηρεμία όσο και τη βία του ωκεανού. Ξεκινώντας από κάτι πολύ αφηρημένο και φτάνοντας σχεδόν σε μια αφήγηση. Υπάρχει μια κινηματογραφική διάσταση στο έργο, αλλά αυτή αποτελεί μέρος της ίδιας της παράστασης – η ταινία απλώς την κατέγραψε.
― Επιστρέφετε φέτος στο Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με το «Thrice». Τι θα θέλατε να αποκομίσει το ελληνικό κοινό;
Είχα συμμετάσχει στο φεστιβάλ πριν από αρκετά χρόνια, χορεύοντας στο «Myth» του Σίντι Λάρμπι Τσερκάουι – οπότε πρόκειται για μια επιστροφή. Έχω ακούσει πως τη δεκαετία του ’80 σημειώθηκε ένας πολύ καταστροφικός σεισμός στην περιοχή, και ότι σήμερα σωστικά σκάφη διασώζουν πρόσφυγες που φτάνουν με βάρκες. Πιστεύω, λοιπόν, ότι το «Brise-lames» θα αγγίξει ιδιαίτερα το κοινό της Καλαμάτας. Λατρεύω την ιδιαίτερη προσοχή που δίνει το ελληνικό κοινό στις παραστάσεις και ανυπομονώ να μοιραστώ μαζί τους αυτά τα τρία προσωπικά έργα στις 23 Ιουλίου.
Info
«Thrice», Νταμιέν Ζαλέ και Nagelhus Schia Productions, Μέγαρο Χορού Καλαμάτας, Κεντρική Σκηνή, 23.07, ώρα 21:00, διάρκεια 60'
Με την υποστήριξη του Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδος – Υπηρεσία Συνεργασίας και Πολιτιστικής Δράσης της Πρεσβείας της Γαλλίας στην Ελλάδα
Δειτε περισσοτερα
Η τρυφερή ματιά ενός αρχιτέκτονα στην πέτρα, τους ανθρώπους και τα δέντρα του τόπου
Οι θεματικές συζήτησης και οι προσωπικότητες που θα συμμετέχουν Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Με το νέο του άλμπουμ «Ανάμεσα» ανανεώνει το ελληνικό τραγούδι. Πριν βρεθεί «Ανάμεσα σε φίλους» στο Παλλάς, ταξιδέψαμε μαζί του ακούγοντας και μιλώντας
Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Οι Κώστας Μηλιαράς και Γιώργος Παπακώστας μιλούν για το ντεμπούτο των The Dionysians «Να Κάψουμε το Χθες»