Εικαστικα

Ταρώ: Η έκθεση της Χριστιάνας Σούλου στην Bernier/Eliades

Η Α.V. μίλησε μαζί της.

Νάντια Αργυροπούλου
ΤΕΥΧΟΣ 285
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Η Χριστιάνα Σούλου μιλάει στην ATHENS VOICE λίγο πριν τα εγκαίνια της έκθεσής της, Ταρώ, στην Bernier/Eliades

Είναι μεσημέρι μιας Κυριακής με… συμμετρική ημερομηνία (10/ 01/10) και ξεκινάω την κουβέντα μου με την Χριστιάνα Σούλου (μία από τις λιγότερο προσιτές και περισσότερο αναγνωρισμένες διεθνώς Ελληνίδες εικαστικούς) με μόνο αντικείμενο ανάμεσά μας ένα μικρό βιβλίο που έχει σημασία και για τις δυο μας – ενώ, με τον περίεργο τρόπο που συμβαίνουν αυτά, αφορά και την έκθεσή της που ξεκινά την Πέμπτη 14/1 στην γκαλερί  Bernier/Eliades, με τίτλο “Tarot”. Είναι η «Αρκάνα 17» (Αrcane 17, 1944), το βιβλίο-μπλοκ απο σημειώσεις, φωτογραφίες και κολάζ που ο Αντρέ Μπρετόν φτιάχνει στο βορειότερο άκρο του Καναδά ενώ ταξιδεύει με την αγαπημένη του Ελίζα και στο οποίο αναγνωρίζει στη Γυναίκα, η οποία ταυτίζεται με το μυστήριο της φύσης, τον ίδιο τον Λυτρωτή, την ελπίδα του κόσμου. Η αγάπη εκτοπίζει εδώ την πολιτική επανάσταση για τον ιδρυτή του Σουρεαλισμού, φυγά από τη γερμανοκρατούμενη Ευρώπη, και η τέχνη καλείται να δώσει προτεραιότητα σε αυτό που θεωρείται ως το γυναικείο παράλογο και συνιστά τη μόνη διέξοδο από την «αρσενική αδιαλλαξία» των σταθερών ορισμών. Περιγράφοντας το παράδοξο της αναγνώρισης του πρωτόφαντου μέσα από τον Έρωτα καθώς και την ανακάλυψη μιας πρωταρχικής ενότητας ανάμεσα στο θηλυκό και το αρσενικό, ο Μπρετόν, ταυτίζει τη γυναίκα με το Άστρο (L’ Etoile), 17η κάρτα του Ταρώ και σύμβολο ελπίδας και αναγέννησης. Αρνούμενος να υποκύψει στο δογματισμό του μυστικισμού, ωστόσο, ο Μπρετόν γράφει για «τη σύντηξη υπάρξεως και ουσίας», η οποία συμβαίνει μόνο μέσα από τον Έρωτα και αφού «παραμεριστεί κάθε απατηλή και ανυποστήρικτη ιδέα σωτηρίας», γιατί μόνο αυτός μπορεί να συμφιλιώσει αυτές τις δύο ανήσυχες έννοιες και μάλιστα όταν «παίρνει όλη την εξουσία, κρατάει όσο η ζωή και δεν δέχεται να αναγνωρίσει το αντικείμενό του παρά σε ένα μοναδικό όν». Σε κάποιες τέτοιες σταθερές συμπυκνώνεται η δουλειά της Σούλου. Εμμονική, ακέραιη, συστηματική, φευγαλέα και ριζωμένη, αρχετυπική και σύγχρονη ταυτόχρονα, προσανατολισμένη στο Ένα και ρευστή, δεκτική στις μεταμορφώσεις του.

Οι έννοιες της αμφισημίας, της ομοιότητας, που δεν ανιχνεύεται στο ομοειδές αλλά στη διαφορά, του διακριτού ύφους αλλά και της στοιχειώδους ενότητας των πραγμάτων, είναι κρίσιμες για το έργο σου συνολικά και παρατηρεί κανείς ότι συγκροτούν την ουσία και αυτής της ενότητας με αφορμή τα Ταρώ.
Ισχύει αυτό. Και ο λόγος είναι ότι η λειτουργία ήταν αντίστροφη για εμένα. Τα έργα μου ήταν πάντα περισσότερο μια κριτική πάνω στην ανθρώπινη ταυτότητα και τις ιδιότητές της, παρά η αποτύπωση της περιπέτειας της μορφής. Με έναν τρόπο έκανα πάντα Ταρώ, δηλαδή. Αφού ξεκίνησα την πιο αποκαλυπτική φάση των σπουδών μου στη Γαλλία, με αναφορά κυρίως στην τέχνη του Χανς Μπέλμερ, τα έργα του Κλοσόφσκι αλλά και τα γραπτά του Κλάιστ και του Μπρετόν και τις εικόνες του Κοκτό, και αφού γνώρισα μέσα από μια τρομερά επώδυνη, προσωπική εμπειρία χωρισμού και αναχωρητισμού τα όρια και τα στοιχεία του σώματός μου, συνέλαβα σε όλη τη σημασία του την τρομερή δύναμη του σχεδίου. Ανακάλυψα πώς μπορεί να εμπεριέχει τη μνήμη αυτού που είναι κανείς, αλλά και το παρόν και το μέλλον του. Απέφυγα τον Αποκρυφισμό συνειδητά, αλλά αναγνώρισα αυτό το είδος της «φορτισμένης» μορφής στο παιχνιδι των Ταρώ, ακόμη και όταν αυτό ήταν κυρίως μια διασκέδαση, ένα παιχνίδι στις βασιλικές αυλές της Βόρειας Ιταλίας και όχι μια μαντική πρακτική.

Έτσι, σε ένα σχήμα πρωθύστερο, υπάρχουν έργα που εντάσσονται στη σημερινή ενότητα Ταρώ από την εποχή που ήσουν 19 χρονών.
Ναι. Και το ίδιο ισχύει για έργα που έγιναν έκτοτε. Με έναν τρόπο παράξενο το 2008, και ενώ συζητούσα με τον επιμελητή Χανς Ούλριχ Όμπριστ για το βιβλίο που ετοιμάζαμε μαζί για την ενότητα σχεδίων μου που συγκροτούν το έργο “Water”, τον άκουσα να διατυπώνει την άποψη ότι τα έργα μου μοιάζουν σαν ένα πακέτο από κάρτες Ταρώ. Με αφορμή αυτό σκέφτηκα να δουλέψω ανάποδα: να επινοήσω δηλαδή εξαρχής μια τράπουλα Ταρώ, όπως οι πρώτοι καλλιτέχνες που ξεκίνησαν από τα θέματα χωρίς εικονογραφικές δεσμεύσεις. Μελέτησα την εξαιρετικά πλούσια ιστορία και τις πολυπληθείς εκδοχές του Ταρώ με ειδική άδεια στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού, αλλά δεν δεσμεύτηκα ούτε από το σχήμα, ούτε από το χρώμα και το συγκεκριμένο συμβολισμό των παραδοσιακών μορφών. Στάθηκα στους τίτλους των καρτών και τις ιδιότητες που εκφράζουν (ο Αυτοκράτορας, η Δικαιοσύνη, ο Τρελός κ.λπ.), αλλά και στο σύνολο και τη διαδοχή που συγκροτούν. Μάλιστα αυτό το γεγονός ενός αυστηρού συνόλου μού επέβαλε την πειθαρχία του (ισορροπία στην εκφορά των μορφών), αλλά και την ανάγκη να εντοπίσω τα απόλυτα χαρακτηριστικά που φτιάχνουν κάθε ιδιότητα, αφού υφίστανται συμπτώσεις και επικαλύψεις ανάμεσά τους. Έπρεπε δηλαδή να εντοπίσω το όριο της σχέσης και της διαφοράς ανάμεσα π.χ. στη Δικαιοσύνη και την Εγκράτεια. Πολύ δύσκολο. Ήθελα όμως να εντοπίσω όχι με τι μοιάζει, αλλα τι είναι η Δικαιοσύνη. Εκεί λοιπόν που μου τελείωσαν οι λέξεις για να αντιληφθώ αυτό το όριο, με βοήθησε το ύφος. Αυτό έφτιαξε για τα έργα μου το αντίστοιχο ενός καλύτερου κειμένου, με τις γραμμές να συνεχίζουν εκεί που τελειώνει το λεξικό. Αυστηρά ασπρόμαυρες, «φωτισμένες» από μπροστά, όλο πρόσωπο, χέρια και πόδια. Έτσι κάποιες μορφές προέκυψαν σαν έννοιες που τις κουβαλούσα μέσα μου αλλά τις αναγνώρισα σαν 20 διαφορετικά άτομα, με τα οποία μάλιστα έζησα ένα μεγάλο διάστημα ώσπου να αποφασίσω να παραδώσω τη δουλειά. Είναι χαρακτηριστικό ότι «ερωτεύτηκα» τον Αυτοκράτορα χάρη στη φοβερή αμφισημία του ύφους του.

Είναι αλήθεια ότι η «γοτθική» ανησυχία της γραμμής, ο χορός από μάσκες και θραύσματα που είδαμε στο “Water”, όπως παρουσιάστηκε την Άνοιξη στην έκθεση «Εγκώμιο στη Σκιά» στο Μουσείο Μπενάκη, εδώ αντικαθίσταται από απόλυτα λιτές κινήσεις και στάσεις και την αποκάλυψη των αληθινών προσώπων. Βέβαια, θυμάμαι ότι και στη συζήτησή μας περί Παραδείσου, με αφορμή τη συμμετοχή σου στη δεύτερη Μπιενάλε της Αθήνας, μου μίλησες για τον παράδεισο «σαν έναν κόσμο που θα κατάφερνε να αποκαταστήσει το πρόσωπο. Γιατί αυτό, ως απόλυτη αξία με τα απερίσταλτα χαρακτηριστικά του, με τα πάθη του, τη βούλησή του, το χαρακτήρα ή την κοινοτοπία ακόμα, είναι αυτό που έχει χαθεί οριστικά».
Στον υπερπληθωρισμό και την κατανάλωση των πολλών δεν μπορούμε να βρούμε το ένα πια. Να φυτέψουμε ένα δέντρο, να κατέχουμε ένα πράγμα. Αυτό απαιτεί ένα συνειδησιακό ταξίδι το οποίο μου προσέφερε αυτή η αναφορά σε κάτι τόσο παλιό, τόσο πολυσχιδές αλλά και συγκροτημένο όσο τα Ταρώ.

Ανάμεσα στις 33 φιγούρες σου –20 Αρκάνες και 11 επιπλέον εκδοχές– έφτιαξες έναν παράξενο Θάνατο, σαγηνευτικό, τελικό οικοδεσπότη και χορευτή – στοιχείο που αλλού έχεις συνδέσει με την ελευθερία και τη σύνθεση ταυτοτήτων. Έφτιαξες και έναν ερμητικό Μάγο.
Ο Θάνατος είναι θηλυκός εδώ και ακουμπά σε μια μπάρα όπως αυτές του χορού σε μια στάση απατηλά νωχελικής αναμονής (το αναπόφευκτο γαρ), ενώ για το ύφος του Μάγου μπορώ μόνο να πω ότι δεν έχω άλλο χαρακτηρισμό από το «μαγικός». Δεν βρίσκω απολύτως καμιά άλλη λέξη από τη στιγμή που αναδύθηκε η μορφή του. Αυτό που με δυσκόλεψε πολύ ήταν η κάρτα του Κρεμασμένου, καθώς αυτή καθαυτή η ιδιότητά του με κατατρόπωνε. Δεν μου επέτρεψε κανένα ύφος παρά την παραμόρφωση ενός πρησμένου από την αλλαγή στη θέση του αίματος προσώπου. Στην κάρτα του Κόσμου έφτιαξα ένα παιδί, διεγερμένο από το παιχνίδι και σοφό. Το συνδέω με αυτούς τους τρομερούς στίχους του Γκάτσου από την Αμοργό: «…και να διαβείς αντίπερα να ξαναβρείς τους συντρόφους σου. Άνθη, πουλιά, ελάφια. Να βρεις μιαν άλλη θάλασσα, μιαν άλλη απαλοσύνη».

Στον Τροχό της Τύχης υπαινίσσεσαι μια αντίστοιχη πιθανότητα, καθώς είναι ο μισός φωτιά και ο μισός λουλούδια.
Ναι. Και κυρίως το πόδι της μορφής έχει το είδος της ροπής, της κάμψης και διαστροφής του κανόνα που συναντάμε και στις φτερούγες των πουλιών. Αυτή εξασφαλίζει την ορμή και την πιθανότητα της φυγής. Την ελευθερία. Το ξαλάφρωμα της ψυχής.

Info Χριστιάνα Σούλου, “Tarot”, Γκαλερί Bernier/Eliades, Επταχάλκου 11, Θησείο, 210 3413.935, 14/1 - 18/2,