Design & Αρχιτεκτονικη

Walkability: Πόλεις που περπατιούνται

Μια αρετή των πόλεων, δημοφιλής λόγω των πλεονεκτημάτων της για την υγεία, την οικονομία και το περιβάλλον

Ελένη Βαρδάκη
ΤΕΥΧΟΣ city lives
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Walkability: Πώς ένας διαφορετικός πολεοδομικός σχεδιασμός μπορεί να βελτιώσει την υγεία, την οικονομία και το περιβάλλον

Στον πολεοδομικό σχεδιασμό, walkability είναι η προσβασιμότητα των υπηρεσιών της πόλης με τα πόδια. Βασίζεται στην ιδέα ότι οι αστικοί χώροι δεν πρέπει να είναι απλώς διάδρομοι μεταφοράς, σχεδιασμένοι για την κυκλοφορία των οχημάτων, αλλά, αντιθέτως, να είναι σχετικά ολοκληρωμένοι κατοικήσιμοι χώροι, που να μπορείς να περπατήσεις με ασφάλεια και εξυπηρετούν ποικίλες χρήσεις, χρήστες και τρόπους μεταφοράς, μειώνοντας την ανάγκη για ιδιωτικά αυτοκίνητα.

Ο όρος walkability επινοήθηκε τη δεκαετία του 1960, λόγω της επανάστασης που έφερε η Jane Jacobs στην αντίληψη γης «ενάρετης» πόλης, που διατηρεί τις παραδοσιακές της γειτονιές με τα μικρά μαγαζάκια και τον κοινωνικό έλεγχο («μάτια στον δρόμο»). Τα τελευταία χρόνια, η walkability αποτελεί συνιστώσα του βιώσιμου πολεοδομικού σχεδιασμού και έχει γίνει δημοφιλής, λόγω των πλεονεκτημάτων της για την υγεία, την οικονομία και το περιβάλλον. Οι παράγοντες που την επηρεάζουν είναι η παρουσία ή η απουσία και η ποιότητα μονοπατιών, πεζοδρομίων ή άλλων τρόπων διέλευσης πεζών, οι συνθήκες κυκλοφορίας, τα πρότυπα χρήσης γης, η προσβασιμότητα κτιρίων και η ασφάλεια.

Ένας προτεινόμενος ορισμός για τη walkability είναι «ο βαθμός στον οποίο το δομημένο περιβάλλον είναι φιλικό προς την παρουσία ανθρώπων που ζουν, καταναλώνουν, επισκέπτονται, ψυχαγωγούνται ή περνούν χρόνο σε μια περιοχή» και εξαρτάται από το αστικό DMA (Density, Mix, Access), δηλαδή από το σύνολο των συνεργειών μεταξύ των τρόπων με τους οποίους οι πόλεις συγκεντρώνουν χρήστες και κτίρια, αναμειγνύουν διαφορετικούς ανθρώπους και δραστηριότητες και αξιοποιούν δίκτυα πρόσβασης και επικοινωνίας.

Η πυκνότητα ορίζεται από το αλληλένδετο σύνολο κτιρίων, πληθυσμών και ζωής στους δρόμους, στον δημόσιο χώρο: είναι μια κρίσιμη ιδιότητα της walkability, επειδή αφορά τη συγκέντρωση και αλληλεπίδραση των χρηστών της πόλης. Μεγάλη πυκνότητα σημαίνει ότι οι αποστάσεις «μπορούν να περπατηθούν», αλλά γενικά υπάρχει δυσκολία στον προσδιορισμό της πυκνότητας, λόγω των πληθυσμών που πηγαινοέρχονται από τα προάστια προς το αστικό κέντρο, καθώς και λόγω της διαφορετικής μορφολογίας και τυπολογίας των κτιρίων.

Επίσης, η μεικτή χρήση –καταστήματα, κατοικίες, αθλητικές εγκαταστάσεις, πάρκα– αυξάνουν τη walkability· το τρίπτυχο live/work/visit δημιουργεί πεδίο πιθανών σχέσεων μεταξύ τριών πρωταρχικών λειτουργιών, που οι οικονομολόγοι αποκαλούν αναπαραγωγή, παραγωγή και ανταλλαγή, ενώ προσδιορίζουν τη σχέση μεταξύ ανθρώπων και αστικού χώρου: «κάτοικοι», «εργαζόμενοι» και «επισκέπτες/διερχόμενοι». 

Το κοινωνικό μείγμα είναι «ενάρετο» και εξασφαλίζει ζωτικότητα, όταν η πόλη συγκεντρώνει ανθρώπους διαφορετικών ηλικιών, ικανοτήτων, εθνοτήτων και κοινωνικών τάξεων. Τα δίκτυα πρόσβασης μιας πόλης επιτρέπουν ή περιορίζουν τις ροές των πεζών, την ικανότητα να περπατά κανείς: η επιθυμητή κατάσταση είναι εκείνη στην οποία ο χρήστης της πόλης επιλέγει μεταξύ πεζοπορίας, ποδηλασίας, δημόσιας συγκοινωνίας και ΙΧ. Αλλά, γενικά, τα μέσα μαζικής μεταφοράς συνδυάζονται με walkability, εφόσον σπανίως μεταφέρουν τους ανθρώπους από την πόρτα τους στον ακριβή προορισμό τους. 

Τη walkability ευνοούν συγκεκριμένες προβλέψεις του αστικού σχεδιασμού: πεζόδρομοι, ποδηλατόδρομοι, διαβάσεις πεζών, σκιά ή λιακάδα, ανάλογα με τις εποχές, έπιπλα δρόμου, ποιότητα αέρα. Καθώς τα οφέλη του βαδίσματος είναι πολλαπλά και αναμφισβήτητα, γίνεται προσπάθεια για περισσότερα πεζοδρόμια και αυξημένη «βατότητα», η οποία παραλλήλως μπορεί να προωθήσει τον τουρισμό και να ευνοήσει την αξία της γης.

Τα τελευταία χρόνια, η ζήτηση για στέγαση σε αστικό περιβάλλον που μπορεί να περπατηθεί έχει αυξηθεί: η προαστιακή ζωή –κοινωνική απομόνωση, μεγάλες διαδρομές, αναγκαιότητα για ΙΧ– απομυθοποιείται όλο και περισσότερο. Εξάλλου, ένα από τα οφέλη της βελτίωσης της walkability είναι η μείωση του αποτυπώματος του αυτοκινήτου στην κοινότητα. Οι εκπομπές άνθρακα μπορούν να μειωθούν, αν περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν να περπατούν αντί να οδηγούν ή να χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς: η walkability είναι σημαντικό εργαλείο για την προσαρμογή των πόλεων στην κλιματική αλλαγή. Λιγότερες εκπομπές σημαίνουν καλύτερες συνθήκες υγείας και ποιότητας ζωής, λιγότερη αιθαλομίχλη και μικρότερη συμβολή στην παγκόσμια κλιματική αλλαγή. 

Πολλές κοινότητες έχουν υιοθετήσει την κινητικότητα των πεζών ως εναλλακτική λύση σε παλαιότερες κατασκευαστικές πρακτικές που στηρίζονταν στα αυτοκίνητα. Αυτή η αλλαγή περιλαμβάνει την πεποίθηση ότι η εξάρτηση από τα αυτοκίνητα είναι οικολογικά μη βιώσιμη. Τα περιβάλλοντα που είναι προσανατολισμένα στο αυτοκίνητο, δημιουργούν επικίνδυνες συνθήκες για τους αυτοκινητιστές και τους πεζούς και γενικά στερούνται αισθητικής: αντιθέτως, πόλεις όπως η Βαρκελώνη κινούνται στην κατεύθυνση της εξάλειψης του αυτοκινήτου και της συνολικής πεζοδρόμησης.

Ακόμα και το Σινσινάτι (Οχάιο) εφαρμόζει σχέδια διευκόλυνσης του βαδίσματος, δεδομένου ότι στις ΗΠΑ οι άνθρωποι καταναλώνουν κατά μέσον όρο 27,6 λεπτά για να μεταβούν στη δουλειά τους με το αυτοκίνητο.

© Unsplash

Ο μέσος όρος δεν φανερώνει φυσικά το ότι σε πόλεις όπως το Λος Άντζελες, ο χρόνος οδήγησης προς τον τόπο εργασίας μπορεί να φτάσει τη μία ώρα. Γι’ αυτή την κατασπατάληση χρόνου και καυσίμων έχουν προταθεί ιδέες για την «πόλη των 15 λεπτών» –το να μπορείς να διασχίσεις τον αστικό χώρο σε ένα τέταρτο της ώρας– και για τα λεγόμενα «πεζοχώρια», περιοχές μεικτής χρήσης με προτεραιότητα στην κυκλοφορία των πεζών.

Οπωσδήποτε, και σ’ αυτό συμφωνούν οι περισσότεροι, οι πιο επιτυχημένες πόλεις διαφόρων μεγεθών στον κόσμο είναι walkable: το Παρίσι, η Φλωρεντία, το Μόναχο, το Ελσίνσκι, η Νέα Υόρκη, το Ντουμπρόβνικ, η Μελβούρνη, το Εδιμβούργο, το Άμστερνταμ, η Μπανγκόκ, η Βαλέτα (Μάλτα). Aντιθέτως, στο Ντάλας, στο Χιούστον, στη Μανίλα, στο Κίτο (Εκουαδόρ), στη Βομβάη, στην Ντάκα (Μπαγκλαντές), στην Πάτρα, στο Ορλάντο (Φλόριντα), στο Γιοχάνεσμπουργκ, στο Λος Άντζελες η ζωή των πεζών είναι δύσκολη.