Design & Αρχιτεκτονικη

Το σπίτι του καλλιτέχνη

Μπήκαμε στο μουσείο του Νίκου Χατζηκυριάκου Γκίκα

Κατερίνα Βνάτσιου
ΤΕΥΧΟΣ 29
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το μουσείο της οδού Κριεζώτου 3 είναι ο χώρος όπου ο Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας, ο σημαντικότερος ίσως εκπρόσωπος του μοντερνισμού στην Ελλάδα, έζησε και δημιούργησε. Χτισμένο το 1932-1934, από τον αρχιτέκτονα-καθηγητή του ΕΜΠ Κώστα Κιτσίκη, είναι χαρακτηριστικό δείγμα της αρχιτεκτονικής του Μεσοπολέμου. Ολόκληρο το οίκημα ανήκε στην οικογένεια του καλλιτέχνη και ο ίδιος έμεινε εδώ περισσότερα από 40 χρόνια της ζωής του. Από εδώ σχεδίαζε τις εκθέσεις και τα ταξίδια του, ζωγράφιζε τα αριστουργήματά του, δεχόταν τους φίλους του και όλες τις σημαντικές προσωπικότητες της εποχής. Ο Άγγελος και η Λητώ Κατακουζηνού (επιστήθιοι φίλοι του), ο Patrick Lee Fermor, ο ζωγράφος John Craxton, ο Παναγιώτης Τέτσης, ο Διονύσης Φωτόπουλος, η Ιωάννα Τσάτσου, είναι μερικοί μόνο. Το 1955 ο Γκίκας πραγματοποιεί μια ριζική ανακαίνιση. Από τους τοίχους μ±έχρι τα πατώματα, όλα γίνονται πια με βάση τα δικά του σχέδια. Υψώνει ακόμα δύο ορόφους, πάνω από την αρχική κατασκευή.

Το σαλόνι έσφυζε από ζωή. Ποιητές, ζωγράφοι, συγγραφείς, κάθονταν στον καναπέ με τα πολύχρωμα μαξιλάρια, χάζευαν τους πίνακες στον τοίχο και τα ακριβά έπιπλα, περιεργάζονταν σπάνιες εκδόσεις του 16ου, 17ου, 18ου αιώνα στη μοντέρνα εντοιχισμένη βιβλιοθήκη από τσιμέντο. «Προσπάθησα να ενώσω την Ανατολή με τη Δύση. Το αρχαίο και το νέο. Το μοντέρνο και το κλασικό. Δούλεψα τις αντιθέσεις. Το εάν και κατά πόσον πέτυχα, αυτό θα κριθεί από τους άλλους» είπε κάποτε. Στο βάθος, το γραφείο του ναύαρχου Αλέξανδρου Χατζηκυριάκου, του πατέρα του. Αρχικά, αυτός ο μικρός χώρος ήταν τραπεζαρία, αλλά γρήγορα μετατράπηκε σε γραφείο που ο καλλιτέχνης σπάνια χρησιμοποιούσε. Γεμάτο από οικογενειακά κειμήλια, το πορτρέτο της μητέρας του, έγγραφα, αντικείμενα και παλιά εγγλέζικα έπιπλα, όλα τους αντίβαρο στη μοντερνιστική αισθητική του υπόλοιπου σπιτιού.

Μετά το θάνατο του καλλιτέχνη (3 Σεπτεμβρίου 1994), το οίκημα όπως και όλα τα υπάρχοντά του πέρασαν στην ιδιοκτησία του Μουσείου Μπενάκη, σύμφωνα με επιθυμία του ίδιου.  Σήμερα, καθώς μπαίνεις στο σαλόνι, περνάς στην τραπεζαρία και ανεβαίνεις στο ατελιέ, νιώθεις πως είσαι καλεσμένος του μεγάλου ζωγράφου/αρχιτέκτονα/γλύπτη. Τα προσωπικά του αντικείμενα, οι πίνακες και οι σημειώσεις του, οι συλλογές του, τα πινέλα του, είναι όλα εδώ. Σαν εκείνος να μην έφυγε ποτέ. Κατά κάποιο τρόπο, καθώς κοιτάς την αγαπημένη πράσινη πολυθρόνα του, είναι ακόμη εδώ.

image

1. Η ταπισερί είναι εμπνευσμένη από την ελαιογραφία του Γκίκα «Φεγγάρι και αντανακλάσεις» του 1967, σε κατασκευή Γ. Φαϊτάκη.

2. Ο Γκίκας ασχολήθηκε προσωπικά με την αρχιτεκτονική διαμόρφωση του χώρου, χρησιμοποιώντας, επηρεασμένος από τον Le Corbusier, παραδοσιακά υλικά όπως το μπετόν, η πέτρα, το εμφανές τούβλο. Ιδιαίτερα έντονη είναι η χρήση του τσιμέντου στις κολόνες και τα δοκάρια της οροφής.

3. «Νύχτα στο λιμάνι της Ύδρας», έργο του 1967, εποχή που ο καλλιτέχνης ασχολήθηκε με τα νυχτερινά τοπία.

4. Το γραφείο του πατέρα του, ναυάρχου Αλέξανδρου Χατζηκυριάκου, γεμάτο με οικογενειακά κειμήλια, φωτογραφίες και οικογενειακά πορτρέτα, ζωγραφισμένα από τον καλλιτέχνη. 

5. Καλκούτα, Μπενάρες, Τζαϊπούρ, Κατμαντού, σχέδια με σινική μελάνη από την Ινδία τα οποία ο καλλιτέχνης έφτιαξε το 1958 κατά τη διάρκεια ενός μεγάλου ταξιδιού που πραγματοποίησε στην Άπω Ανατολή.

6. Κεφαλή Βούδα από μάρμαρο με ξύλινη βάση που έφερε από τις Ινδίες το 1958.

7. Το βιομηχανικό πάτωμα είναι επιλογή του καλλιτέχνη για να ταιριάξει με την άγρια υφή της οροφής.

8. Για τους τοίχους διάλεξε τσιμεντόλιθους και τσιμεντότουβλα, άλλοτε διάτρητα και άλλοτε πλήρη.

Κριεζώτου 3, ανοιχτά Τετ.-Σάβ. 10.00-18.00