Πολιτισμος

Πόσο tiger είσαι, Lilly;

Τα καλύτερα Χριστούγεννά μου ήταν το καλοκαίρι του 2007...

Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 240
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σκίτσο του Sebastiano Toma, σκηνοθέτη του “Freakshow”, για την παράσταση.


Τα καλύτερα Χριστούγεννά μου ήταν το καλοκαίρι του 2007, λιωμένος στον ιδρώτα αλλά με εκείνη τη χαοτική παγωνιά της τεράστιας αίθουσας να μου απλώνει σαν πετσετάκι πάνω στο κεφάλι την ημικρανία, βυθισμένος στο γκροτέσκο storyboard που είχαν στήσει οι Tiger Lillies, στη σκηνή του Badminton, διηγούμενοι το «Κοριτσάκι με τα σπίρτα» του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Ήταν μία βαριά χειμωνιάτικη παράσταση με κρυστάλλινο δολοφονικό φεγγαρόφωτο που δρόσιζε τα κόκκινα, μαύρα και χρυσά ημιτόνια του παραμυθιού, μέχρι που το Κοριτσάκι κατεψύχθη εντελώς και πήγε να βρει την πεθαμένη γιαγιά του κάπου ψηλά, πίσω, στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού…

.…ενώ αλλού, σε άλλο παραμύθι, εντελώς απέναντι, ανέτειλε το άστρο της Βηθλεέμ.

Στα μικρά κουτάκια του σκηνικού, σαν γκραν γκινιόλ κουκλοθέατρο, κάμαρα μέσα στην κάμαρα, σαν θάλαμος φωτογραφικής μηχανής ή μάλλον σαν φέρετρο, προσπαθούσε να χωρέσει το Κοριτσάκι με τα πεθαμένα κίτρινα μαλλιά και τα λευκά βλέφαρα, ενώ τα τραγούδια των Tiger Lillies έσταζαν τη βορειοευρωπαϊκή τους κατάθλιψη με το bandoneόn, τις υπέροχες, τρομαχτικές τους παύσεις και τη συγκινητική υστερία στην καστράτο φωνή του Martyn Jacques. Ούρλιαζε σαν να θρηνεί και θρηνούσε σαν να γελάει. Εγώ πάλι έκλαιγα χωρίς καμία έκφραση στο πρόσωπο, βουβό δράμα, σαν να είχαν σπάσει οι κρουνοί και οι σωλήνες στο νευρικό μου, πονοκέφαλος, δάκρυα, ιδρώτας και, χωρίς να ξέρει αν πρέπει να μου δώσει μία αγκωνιά ή ένα πανικοβάλ, σιωπηλή σαν δεύτερη μέρα Χριστουγέννων, η Στ. δίπλα μου.

Πίσω μου, ένας που ήξερε όλους τους στίχους. Όλ-ους. Τους τραγουδούσε με ευφράδεια υπερενταντικών, με την άνεση του σούπερ-σκάνερ, πρέπει να ήξερε όλη τη δισκογραφία των Lillies απ’ έξω, ακολουθούσε σταθερά κάθε σκοτεινή στροφή τους, κάθε ζοφερή λέξη, κάθε ερεβώδη βωμολοχία των στίχων χωρίς να κάνει ούτε ένα κόμπιασμα η φωνή του, ούτε μια βραχνάδα. Δεν μπορεί, και καραόκε να τους είχε μάθει, κάτι θα του είχε μείνει. Και τότε γιατί δεν ήταν συγκινημένος με τους Lillies αν και, μαζί με όλο το πλήθος της πλατείας του Badminton, τόσο φανατικά δικός τους; Πού ήταν τα δάκρυα των Χριστουγέννων μέσα σε αυτά τα στεγνά μάτια των Ελλήνων φανς;

Τα φετινά Χριστούγεννα άκουγα τα τραγούδια του “Freakshow”, της συνέχειας, ας την πούμε, του Tiger Lillies Circus που είχαν ανεβάσει με εκείνη την επιτυχία-έκπληξη στην Αθήνα πριν μερικά χρόνια και, από προχτές, Τρίτη και 13, παρουσιάζουν στο Badminton (το οποίο συμμετέχει στην παραγωγή, εξού και η επίσημη «πρώτη» της παράστασης που έγινε εδώ) και θα παίζεται μέχρι τις 23 Ιανουαρίου. Είναι τραγούδια-πορτρέτα ανθρώπινων πλασμάτων που γεννήθηκαν με ιδιαιτερότητες, παραξενιές και glitch της φύσης, πιξέλιασμα του ανθρώπινου DNA τους – σαν τις «ατέλειες» που διορθώνουν τώρα πια στα Extreme Makeover τηλεοπτικά realities. Παλιά, αντί για τα κανάλια, «οι freaks» έτρεχαν με άλλους παραμορφωμένους σε περιοδείες, με κάρα σε τέντες από τσίρκο, πανηγύρια στα χωριά, σε βάλτους και ερήμους. Περνούσαν οι βλάχοι, αποσβολωμένοι, μεθυσμένοι, αθώοι κανίβαλοι, και χάζευαν ταχυδακτυλουργούς, ελέφαντες, κλόουν, τη Γυναίκα με τα Μούσια, τον Νάνο με τα Δυο Κεφάλια, τον Γίγαντα, το Τρίτο Πόδι, τον Απέθαντο, τις Σιαμαίες Μογγόλες Λοβοτομημένες Πόρνες. «Μπορείτε να τις χαστουκίσετε» βρυχάται σαν τηλεοπτικός κομπέρ στην πύλη της κόλασης ο Jacques. «Εδώ μπορείτε να αγοράσετε κρακ, να παραμορφωθείτε κι εσείς όπως αυτοί, καθώς θα γελάτε μαζί τους θα απλώνεται μέσα σας το δηλητήριό τους, θα βγείτε κλονισμένοι, η νέα τρέλα της πόλης είναι οι διεστραμμένοι».

Νομίζω θα σκίσει, στην Αθήνα, το “Freakshow”.

Ο «επιστήμονας» του τσιρκολάνικου γκροτέσκ, ο σκηνοθέτης Sebastiano Toma, έχοντας παίξει εδώ και 20 σχεδόν χρόνια ρόλο-μοχλό στη διαμόρφωση της θεατρικής εκδοχής των τραγουδιών των Tiger Lillies, στήνει για το “Freakshow” ένα wasteland από στοιβαγμένα τροχόσπιτα σαν εκτροχιασμένο τρένο με διαμελισμένα θύματα, ίδιο με τα διάσημα, ζωγραφισμένα εξπρεσιονιστικά «λοξά» σκηνικά που είχαν σχεδιαστεί για το βουβό γερμανικό φιλμ του 1920, το «Εργαστήρι του Δόκτορος Καλιγκάρι» – και εκεί υπήρχε το τσίρκο με τις παραδοξότητες και τους freaks, άλλο ένα τριπάκι που ξαναείδα φέτος τα Χριστούγεννα, ξορκίζοντας εφιάλτες.

Οι  Έλληνες, νομίζω, λατρεύουν τους Lillies με την ίδια αγάπη που έχουν τα πιτσιρίκια, αθώα αποσβολωμένα μπροστά στον κομπέρ του τσίρκου, τον κλόουν και τον ταχυδακτυλουργό. Είναι ασφαλείς γιατί ο Jacques και οι άλλοι δύο Lillies τούς τρομάζουν «αλλά είναι τόσο αστείες αυτές οι γκριμάτσες του», αυτό το μακιγιάζ του γερμανικού καμπαρέ, αυτή η «ανοησία» που δείχνουν μπροστά στη σκοτεινή πλευρά των ιστοριών τους.

Αγαπάω πολύ τους Tiger Lillies. Θα δάκρυζα μαζί τους ακόμα κι αν τους άκουγα σε ringtone να παίζουν τα κάλαντα των Φώτων. Τους λατρεύω όταν είναι άγριοι και βλάσφημοι. Όταν βρυχάται ανελέητα ο Martyn χυδαιότητες στα ρώσικα, ουρλιάζοντας ελεύθερος που δεν καταλαβαίνει τη γλίτσα της βωμολοχίας. Όταν περιγράφουν πόσες αποχρώσεις του μελανού πήρε το παγωμένο κουφάρι του Κοριτσακίου Με Τα Σπίρτα. Μ’ αρέσει να ακούω, με αυτήν την καρουζέλ ζαλάδα, να μιλούν για πυρομανείς και συφιλιδικούς, για τα Επτά Θανάσιμα Αμαρτήματα, για μισότρελους ορεσίβιους κτηνοβάτες, σφαγμένες κότες στους βάλτους της Ορλεάνης, για αποκεφαλισμένους ήρωες παιδικών παραμυθιών, για την τρέλα και τη σεξουαλική μανία – και πάντα από πίσω να κρύβεται η νοσταλγία της φωτιάς που τα καθαρίζει όλα. Θάνατος, φεγγαρόφωτο, τέλος παραμυθιού. Όλα τα τέρατα, στο τέλος, γίνονται άγγελοι.

Φέτος τα Χριστούγεννα, οι Tiger Lillies παρουσίασαν στο Λονδίνο μία οργιαστική εκδοχή μιας άλλης μισότρελης, ηρωινομανούς Σταχτοπούτας, τη Sinderella, ένα punk gay καμπαρέ γι’ αυτά που μας κάνουν, αυτά που κάνουμε, αυτά που περιμένουμε και αυτά που παίρνουμε περιμένοντας. Αναρωτιέμαι πάντα ποια θα είναι η επόμενη άγρια ιστορία στην οποία θα καταδυθούν, ο εγκληματικός καστράτο και οι δύο μπρεχτικοί του σύντροφοι. Πάντα, μέσα μου λέω ότι τώρα θα τους βαρεθώ και πάντα βρίσκουν μια άλλη θεοσκότεινη γωνιά του μυαλού για να στήσουν την τέντα τους.

Ελπίζω να μη χρειάζεται να περιμένουμε μέχρι το καλοκαίρι για να απολαύσουμε τον επόμενο χριστουγεννιάτικο εφιάλτη μας, τη Sinderella. Προς το παρόν, δείτε τους στο “Freakshow” στο Badminton (και αν γνωρίζετε τους στίχους, παρακαλούμε, μην τους τραγουδάτε πιο δυνατά από τον ίδιο τον Jacques).  

y.nenes@yahoo.com