TV + Series

The Wire: Είναι η καλύτερη τηλεοπτική σειρά όλων των εποχών;

Διδάσκεται σε τριάντα αμερικανικά πανεπιστήμια και πρέπει να το δεις!

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 834
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

The Wire: Γιατί 20 χρόνια μετά την προβολή του πρώτου κύκλου, η σειρά θεωρείται η καλύτερη τηλεόραση όλων των εποχών;

Με το «Wire» συνέβη ό,τι και με την «Μπανάνα» των Velvet Underground: ουδείς προφήτης στον τόπο και τον χρόνο του. Γιατί το 1967, όταν κυκλοφόρησε καταμεσής του Καλοκαιριού της Αγάπης, ελάχιστοι συντονίστηκαν με τη μουσική που στο μέλλον θα άλλαζε κάθε τι που ξέραμε έως τότε για το ροκενρόλ. Η «Μπανάνα» δεν πουλούσε αφελή πασιφισμό και μοδάτη ουτοπία, ήταν υπαρξιστικά μαύρη και παράφωνη, δυσνόητη και ιδεολογικο-αισθητικά πολέμια της peace, love and understanding αυταπάτης, που εμπορευόταν ο ροκ ήχος και η μαζική κουλτούρα της εποχής. Το ίδιο συνέβη τριάντα πέντε χρόνια μετά το ντεμπούτο των Velvet Underground. Από το 2002, όταν το HBO έπαιξε τον πρώτο επεισόδιο του «Wire», έως και το 2008, που η εποποιία ολοκληρώθηκε με τον πέμπτο κύκλο να ρίχνει την αυλαία της σειράς που σήμερα θεωρείται η καλύτερη όλων των εποχών, οι τηλεθεάσεις ήταν από χλωμές έως ανύπαρκτες. Αποδοχή μηδέν εις το πηλίκο. Άφες αυτοίς: σήμερα τόσο η «Μπανάνα» όσο και το «Wire» θεωρούνται τα κορυφαία πολιτιστικά προϊόντα του 20ού και του 21ου αιώνα.

Βαθιά υπόκλιση: Το «Wire», εκτός από την πλατφόρμα του HBO, προσφέρεται και σαν ειδικό μάθημα σε τριάντα αμερικανικά πανεπιστήμια. Κλάδοι σπουδών σχετικοί με τη λογοτεχνία, την κοινωνιολογία, το ποινικό δίκαιο, τη διοίκηση επιχειρήσεων και τη δημόσια υγεία διδάσκουν και ακτινογραφούν τη σειρά διεξοδικά, πιστοποιώντας και επίσημα αυτό που εκείνες τις μέρες μόνο λίγα « αρρωστάκια» είχαν διακρίνει. Πώς, δηλαδή, το «Wire» δεν ήταν ένα σκέτο telecrime αλά «Law and Order» και «CSI», αλλά μια τεκμηριωμένα ολοκληρωμένη σάγκα της αμερικανικής κοινωνίας, που έως τότε ήταν δουλειά των μυθιστοριογράφων να την καταγράφουν τόσο ρεαλιστικά· όχι των σεναριογράφων της τηλεόρασης. Ο κανόνας που ήθελε το Μέσο να εκπέμπει απλά, κατανοητά, εύληπτα, εύκολα και τα μάλα ανώδυνα καταργήθηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Από το πρώτο επεισόδιο το «Wire» ανατίναξε τους κανόνες της αφήγησης.

Κόκκινη κλωστή δεμένη / στην ανέμη καλωδιωμένη

Αυτό που ξεκίνησε σαν ένα απλό παιχνιδάκι παρακολούθησης, με τους αστυνομικούς να υποκλέπτουν με κοριούς τις συνομιλίες πρεζονιών και εμπόρων με σκοπό να εξαθρώσουν το κύκλωμα των ντραγκ λόρδων της φαμίλιας των Μπάρκσντεϊλ, στην πορεία εξελίχθηκε σε τεκμηριωμένο homage της βίας και της διαφθοράς, που αποτελούν τις σταθερές παραμέτρους του αμερικάνικου διοικείν και επιχειρείν. Καθώς στο παιχνίδι των υποκλοπών μπαίνουν δικαστές, πολιτικοί, συνδικάτα, εκπαιδευτικοί, μίντια και εργολάβοι, το αρχικά απλοϊκό κυνηγητό μεταξύ των ανθρώπων του νόμου και των αλανιών του δρόμου εξελίσσεται από μικρογραφία κάποιων γειτονιών της πόλης σε τοιχογραφία της αμερικάνικης μητρόπολης.

Τι μας έμαθε το «Wire». Σε Ανατολική και Δυτική Ακτή, είτε ηγείσαι αστυνομικού τμήματος, είτε διαφεντεύεις ναρκοπόστα στις γειτονιές, είτε «εισάγεις» πρώτες ύλες στο λιμάνι, είτε κουμαντάρεις συνδικαλιστικά σωματεία, είτε είσαι δημοτικός άρχοντας, είτε επιμελείσαι περισπούδαστες μακέτες που αφορούν την πολεοδομική ανάπτυξη, έχεις μόνο έναν δρόμο για να διοικήσεις το τιμ σου «σωστά»: να μη διαταράξεις την ισορροπία του συστήματος. Αν το αμφισβητήσεις, πέθανες.

I’ll be your mirror

Αν το τραγούδι «Waiting for the Man» των Velvet ήταν το άγριο ημερολόγιο δρόμου, πρέζας, βίας και εξαθλίωσης, που πέρασε τη βρόμικη Νέα Υόρκη στην αθανασία, το «Wire» κινήθηκε ανάλογα, μεταφέροντας τη δράση από τη θλιβερή Time Square στους δρόμους της κατεστραμμένης Βαλτιμόρης. Ο σεναριογράφος David Simon την ήξερε απ’ έξω κι ανακατωτά. Αστυνομικός συντάκτης για ένα φεγγάρι στην εφημερίδα Baltimore Sun αλλά και συγγραφέας του βιβλίου «Homicide: a Year of Killing in the Streets» εξαιτίας του οποίου πέρασε άπειρο χρόνο με τους ντετέκτιβ της Ομάδας Ανθρωποκτονιών, γνωρίστηκε με τον Ed Burns, επίσης πρώην ντετέκτιβ και δάσκαλο στη δημόσια εκπαίδευση. Αυτοί οι δυο ξεκινούν να συνσεναριογραφούν το «Wire», και στην πορεία καταφθάνει και το ιππικό. Οι αστυνομικοί συγγραφείς Τζορτζ Πελεκάνος, που κατείχε τη βρομιά της Ουάσινγκτον, και Ντένις Λέχεϊν, με συγγραφική πείρα και θητεία στο έγκλημα της Βοστώνης και της Καλιφόρνιας, συμπράττουν μαζί τους. Όπως και το άλλο εμβληματικό τραγούδι της «Μπανάνας», «I’ll be your mirror», η σειρά λειτούργησε σαν καθρέφτης όχι μόνο της Βαλτιμόρης αλλά και όλης της μητροπολιτικής Αμερικής.

Η Αγία τετράδα των σεναριογράφων μας δίνει αξεπέραστους ρόλους. Ο τρελαμένος γκάνγκστερ Έιβον, το δίδυμο των αμάσητων ντετέκτιβ ΜακΝάλτι και Μόρλαντ, ο Μπαμπλς το καλόκαρδο τζάνκι, και ο αγαπημένος ήρωας του Μπάρακ Ομπάμα, ο Μικρούλης Ομάρ, ένας γκέι αφροαμερικανός κακοποιός που σαν Ρομπέν των Πρεζών(!) κλέβει τις συμμορίες, 20 χρόνια μετά την πρώτη προβολή τους συνεχίζουν να είναι ό,τι πιο αληθινό είδαμε στην τηλεόραση. Ακόμα και τώρα που συναφείς θεματικές αναφορές και το binge watching δίνουν και παίρνουν στις πλατφόρμες, καμιά δεν μπορεί να φτάσει το «Wire».

Παραπέμποντας στο αμερικανικό πολιτικό σινεμά του ’70 αλλά και το ντικενσιανό μυθιστόρημα που ακτινογραφεί ενδελεχώς όλες τις τάξεις, μέσω στοχευμένων κοινωνικά χαρακτήρων, οι σεναριογράφοι παρέδωσαν ένα τηλεοπτικό ομηρικό έπος περισσότερο, παρά μια σκέτη αστυνομική σειρά. Οι διάλογοι είναι μακρόσυρτοι, το μοντάζ δεν είναι καταιγιστικό, τα πλάνα έχουν όλο τον χρόνο για να ολοκληρώσουν την αλήθεια και τον στόχο τους, σκοπός τους δεν είναι η δράση για τη δράση αλλά να μυήσουν τον θεατή σε μια πινακοθήκη πολυποίκιλων ψυχογραφημάτων. Τσάντλερ και Ντοστογιέφσκι, Χάμετ, Ελρόι και Γκογκόλ, ο θεατρικός τρόπος κι ο ρεαλισμός των σεναριογράφων άγγιξε επίπεδα και χαρακτήρες που ακόμα και σήμερα είναι αδύνατον να ξεπεραστούν. Ουαί και αλίμονο αν κάνετε το λάθος να πηδήξετε σκηνή ή επεισόδιο. Επιπλέον, η γλώσσα είναι τόσο σλανγκ και ιδιωματική που δεν μπορείς να την παρακολουθήσεις χωρίς υπότιτλους, όσο καλά αγγλικά και να ξέρεις.

Επομένως, διάολε, πώς όλα αυτά που ακούγονται κάθε άλλο παρά δελεαστικά έστειλαν τη σειρά στην κορυφή της λίστας; Ίσως γιατί μερικά από τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την εξέλιξη της ιστορίας, που τότε θεωρήθηκαν σενάρια επιστημονικής φαντασίας, σήμερα δικαιώνονται. Αξίωμα: Μην πιστεύεις ούτε τους πολιτικούς ούτε τους θεσμούς, ούτε και τους ρομαντικούς αισθηματίες - επαναστάτες, πρόσεχε, παιδί της πόλης, το σύστημα είναι αήττητο. Ακόμα και μια μικρή νίκη ή μια ρωγμή που νομίζεις πως κατάφερες να του ανοίξεις, στην ουσία προέκυψε κατά τύχη και ο αντίκτυπός της θα εξαγριώσει το σύστημα. Στο «Wire» οι μεταλλάξεις, οι αντοχές και η εντροπία της «αγοράς» είναι θανατηφόρες. Η παρακμή, η εγκληματικότητα, η υποβάθμιση των θεσμών, η εξόντωση συνοικιών και εργατικής τάξης, ο συστημικός ρατσισμός κι όλο το ηθικό και πολιτικό ξεχαρβάλωμα της Αμερικής που έφεραν τον Τραμπ στην εξουσία, ακτινογραφήθηκαν τόσο προφητικά και σε τόσο αληθινό χρόνο..

Άπειροι μαύροι ήρωες, ενσαρκωμένοι από άγνωστους μαύρους ηθοποιούς που τότε ξένισαν, σήμερα θεωρούνται αστέρια και συστατικά στοιχεία για μπλοκμπάστερ. Ο Ίντρις Έλμπα, ο Κονσιλιέρι Στρίνγκερ Μπελ της σειράς, σήμερα είναι σούπερ σταρ, μα τότε απλώς ένα ρίσκο. Οι υπεύθυνοι το πήραν και δικαιώθηκαν, το «Wire» επί τούτου δεν δούλεψε με πρώτα ονόματα της πιάτσας, ώστε ο ρεαλισμός του να μην καπελωθεί από τις τυχόν ερμηνευτικές μανιέρες των διασήμων. Καινοτόμησε ακόμα και στο κομμάτι του ρόστερ με τους περιφερειακούς χαρακτήρες: γνήσια ρεμάλια και πρώην φυλακόβιοι πρεζέμποροι ή αποτοξινωμένοι, που μπήκαν στον ίσιο δρόμο, αλλά δεν ξέχασαν ποτέ τη συμπεριφορά και τον κώδικα του δρόμου.

Πολλά είπαμε, ώρα για δράση. Είκοσι χρόνια μετά, μήπως ήρθε η ώρα να πάψεις να διαβάζεις θεωρίες και να περάσεις στην πράξη;