Ταξιδια

Από τη Μαριπόζα στη Γλυφάδα

Το μότο της βιωματικής Βιβλιοθήκης είναι το να μην κρίνεις ποτέ ένα βιβλίο από το εξώφυλλό του (ίσως ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα που μας δίνει η ζωή και που καλό είναι να μην τα ξεχνάμε)

romanos-gerodimos.jpg
Ρωμανός Γεροδήμος
ΤΕΥΧΟΣ 843
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μαριπόζα, Καλιφόρνια

Ταξίδι στη Μαριπόζα της Καλιφόρνια

Η Μαριπόζα είναι μια μικρή κωμόπολη της Καλιφόρνια, με πληθυσμό 1.500 κατοίκους. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο του Εθνικού Πάρκου Γιοσέμιτι στη Σιέρα Νεβάδα. Φτάσαμε στη Μαριπόζα μετά από μια εξαντλητική μέρα οδήγησης και ορειβασίας στο Γιοσέμιτι, εν μέσω καύσωνα και καπνού απ’ την πυρκαγιά που ξέσπασε το προηγούμενο βράδυ.

Η Μαριπόζα ιδρύθηκε το 1850 από πιονέρους και χρυσοθήρες. Όπως σε άπειρες άλλες τέτοιες κωμοπόλεις της Αμερικής, στον κεντρικό δρόμο της κοινότητας βρίσκεις παλιά κτίρια του 19ου αιώνα –το σαλούν, το δικαστήριο, το μουσείο– μαζί με βενζινάδικα, μπεργκεράδικα και μίνι μάρκετ. Στο Happy Burger Diner θα βρεις το «μεγαλύτερο μενού στη Σιέρρα». Στον κήπο του τοπικού μουσείου είναι παρατεταγμένοι οι κάδοι ανύψωσης και τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν οι εργάτες στα μεταλλωρυχεία. Ακριβώς δίπλα το οδοντιατρείο με μια τεράστια πινακίδα και γραμματοσειρά που θυμίζει Λούκι Λουκ. Τα ομορφότερα και πιο ιστορικά κτίρια –το ξενοδοχείο, ο φούρνος, το μουσείο– βρίσκονται σε κτίσματα που χρηματοδοτήθηκαν ή δωρίστηκαν από την τοπική Στοά των Ελευθεροτεκτόνων (που είχαν ισχυρή παρουσία σε πάρα πολλές κωμοπόλεις της Δύσης) και τον Ροταριανό Όμιλο. 

Στη βιτρίνα ενός μαγαζιού, μία αφίσα βγαλμένη απ’ το Φαρ Ουέστ: Wanted. Κοιτάω πιο προσεκτικά και βλέπω ότι ο καταζητούμενος της αφίσας είναι ο Ιησούς Χριστός, ο «διαβόητος ηγέτης ενός υπόγειου κινήματος απελευθέρωσης». Η ανταμοιβή για την «εύρεση» του Ιησού είναι «η σωτηρία, η άφεση αμαρτιών και η αιώνια ζωή». Λίγο παρακάτω, στη βιτρίνα μιας γκαλερί που πουλάει κάρτες, πίνακες και δώρα, μία αφίσα ευχαριστεί όσους καλλιτέχνες και πολίτες υποστήριξαν τον μεγάλο έρανο με τίτλο «Ηλιοτρόπια για την Ουκρανία» με τα έσοδα να πηγαίνουν προς όφελος των προσφύγων. 

Μπαίνουμε σε ένα παλαιοπωλείο. Στο downtown των περισσότερων χωριών, κωμοπόλεων και πόλεων της Αμερικής, θα βρεις παλαιοπωλεία και αντικερί που πουλάνε μία ασύλληπτη, σουρεαλιστική και πραγματικά κωμική γκάμα αντικειμένων: από παλιά ρούχα, βιβλία, παιχνίδια και μπιμπελό, μέχρι όπλα, καθρέφτες, εργαλεία για ψάρεμα, όργανα μουσικής και άλμπουμ με οικογενειακές φωτογραφίες∙ από χρησιμοποιημένες κασετίνες με ήδη μακιγιάζ ή ήδη γραφικής και βιντεοκασέτες με προγράμματα δίαιτας και γυμναστικής μέχρι ετερόκλητους δίσκους βινυλίου και πικάπ∙ από ξεμαλλιασμένες κούκλες και μισοσπασμένα σερβίτσια αγνώστου ταυτότητας μέχρι πλαστικά κηροπήγια και ξυλόγλυπτες μάσκες, όλα στοιβαγμένα ασφυκτικά στον ίδιο χώρο. Άμα παραπατήσεις ή ακουμπήσεις το οτιδήποτε ενδέχεται τα πάντα να πέσουν πάνω σου – οι περούκες και οι χαμογελαστές μάσκες να σ’ αγκαλιάσουν σαν σε ταινία τρόμου. Ξεχωριστή εμπειρία. Γι’ αυτό άλλωστε είμαστε εδώ∙ επειδή έχω ψάξει προσεκτικά και ξέρω ότι στη Μαριπόζα έχει τουλάχιστον τρία τέτοια παλαιοπωλεία κι εμείς έχουμε μπει στο μεγαλύτερο.

Εδώ, ανάμεσα στα ράφια με τα κατακάθια από τις ζωές των άλλων, ανάμεσα στους τόνους με τη σαβούρα, κάποιες φορές μπορεί να βρεις το ένα διαμαντάκι που θα έχει τεράστια αξία, είτε αντικειμενική, είτε για εσένα προσωπικά – ίσως επειδή κολλάει με τα υπόλοιπα αντικείμενα στη συλλογή σου, είτε απλώς επειδή θα σου θυμίζει για πάντα αυτό το ταξίδι. Στο άλλο μεγάλο παλιοπωλείο της Μαριπόζα αγοράσαμε μία πανέμορφη και αρκετά παλιά χειροποίητη ξύλινη μάσκα από την Γκάνα. Τη μάσκα αυτή –μαζί με μια δεύτερη, ακριβώς ίδια– είχε αγοράσει ένα ζευγάρι Αμερικανών που έμεναν στην Καλιφόρνια. Ταξίδευαν σε όλον τον κόσμο και αγόραζαν αντίκες και χειροποίητα αναμνηστικά. Όταν πέθαναν, η ιδιοκτήτρια του μαγαζιού αγόρασε ένα μεγάλο μέρος της συλλογής τους για να το πουλήσει εδώ. Τη μία μάσκα την έχει στο δικό της σπίτι. Το αδερφάκι της, η δεύτερη, αυτή που αγοράσαμε εμείς, αφού ξεκίνησε απ’ την Γκάνα και συνέχισε το ταξίδι της στη δυτική ακτή της Αμερικής, θα διασχίσει και πάλι τον Ατλαντικό και κάποια στιγμή θα βρει τη θέση της σε ένα διαμέρισμα στην Αθήνα. Της υποσχεθήκαμε να την προσέχουμε.

Στο παλαιοπωλείο που είμαστε τώρα όμως επικρατεί νεκρική σιγή. Ο αέρας μυρίζει υγρασία και κλεισούρα. Τα περιεχόμενα δεν μου γεμίζουν το μάτι. Ξαφνικά τη σιωπή σπάει ένας παρατεταμένος, τρισδιάστατος, υγρός, μπάσος βήχας. Ο Αντώνης κι εγώ αλληλοκοιταζόμαστε με ελεγχόμενο τρόμο∙ ακόμη δεν έχουμε ξεφορτωθεί τα κουσούρια της πανδημίας. Η πηγή του βήχα είναι μία ξερακιανή γυναίκα ακαθόριστα μεγάλης ηλικίας που κάθεται στο ταμείο. Φοράει ένα t-shirt με στάμπα την αστερόεσσα, ενώ δεν είμαι σίγουρος αν το χέρι της κρατάει τσιγάρο ή απλώς έχει κοκαλώσει σε αυτή τη στάση μετά από δεκαετίες αέναου καπνίσματος. Στο σώμα και στο πρόσωπό της είναι χαραγμένες οι κακουχίες μιας ολόκληρης ζωής στην απομόνωση της αμερικανικής επαρχίας. Δεν χαμογελάει και με βάση τις προηγούμενες εμπειρίες σε παρόμοια μαγαζιά (το μυαλό μου τρέχει πίσω στο 2019, όταν σε αντίστοιχη φάση βρεθήκαμε μέσα σε «γιάφκα» της Εθνικής Ένωσης Οπλοκατοχής –της NRA– γεμάτης όπλα, σφαίρες και ραφτά patches με το όνομα του Τραμπ), είμαι 95% σίγουρος ότι η κυρία αυτή είναι αυτό που λέμε redneck. Σίγουρα ψηφίζει Τραμπ. Μάλλον δεν έχει βρεθεί ποτέ εκτός της Καλιφόρνια, ενδεχομένως ούτε εκτός της Μαριπόζα.

Μετά από μία γύρα του μαγαζιού, και ενώ ακόμη δεν έχω βρει τίποτα που να πληροί τα χαμηλά κριτήρια ενθουσιασμού μου, ετοιμαζόμαστε να φύγουμε όταν η εν λόγω κυρία μάς πιάνει την κουβέντα ενώ ο Αντώνης ξεφυλλίζει κάτι πρώτες εκδόσεις βιβλίων του Έμερσον. 

«Από πού είστε;»
«Από την Ελλάδα».
«Α, πολύ ωραία. Δεν έχω απ’ την Ελλάδα. Έχω από 35 χώρες αλλά όχι απ’ την Ελλάδα».
Σε αυτό το σημείο ο υποψιασμένος ταξιδιώτης, αυτός που έχει δει και πέντε ταινίες τρόμου, αρχίζει να τσεκάρει τις οδεύσεις διαφυγής από το μαγαζί.
«Ξέρετε τι σημαίνει Μαριπόζα;»
«Η αλήθεια είναι ότι όχι».
«Μαριπόζα είναι ισπανική λέξη και σημαίνει πεταλούδα. Τους τελευταίους μήνες όταν μπαίνει κάποιος ξένος στο μαγαζί, του ζητάω να μου πει πώς λένε την πεταλούδα στη γλώσσα του. Να, έχω εδώ ένα τετράδιο και τα σημειώνω. Έχω μαζέψει “πεταλούδες” από 35 χώρες. Η Ελλάδα θα είναι η 36η». 

Η ιδιοκτήτρια του παλαιοπωλείου αρχίζει από μνήμης να μας αραδιάζει τη λέξη πεταλούδα σε ένα σωρό γλώσσες –στα γερμανικά, τα κορεάτικα, τα ρώσικα, τα ολλανδικά (ενώ μας τονίζει ότι οι Βέλγοι πελάτες της της εξηγούσαν τις πολιτισμικές και γλωσσικές διαφορές ανάμεσα στους Βαλλόνους και τους Φλαμανδούς)– και μου ζητάει να της προφέρω αργά τη λέξη πεταλούδα (της λέμε είναι σαν την πόλη Petaluma αλλά με δέλτα) ώστε να τη μάθει σωστά. Έτσι, όταν μπει ο επόμενος Έλληνας στο μαγαζί, θα μπορεί να τον καλωσορίσει με την έκφραση «Welcome to πεταλούδα» μας λέει με το πρώτο χαμόγελο του απογεύματος.

Η συζήτηση κάπως φτάνει στη γαλλική και την ιταλική ριβιέρα –στην οποία η κυρία έχει ταξιδέψει στο βαθύ παρελθόν– όπου απαριθμούμε τις τοπικές διαλέκτους και τα κινήματα αυτονομίας. Όταν το μυαλό μου κρασάρει, και επειδή δεν μου έρχεται με τίποτα η λέξη, αναφέρομαι στη Σεμπόργκα ως «μία οντότητα που έχει πρίγκιπα για αρχηγό του κράτους», η κυρία με διορθώνει λέγοντάς μου «ναι, είναι πριγκιπάτο». 

Εν τέλει η κυρία μάς λέει ότι έχει ταξιδέψει στην Ελλάδα, σε κρουαζιέρα, πολλές δεκαετίες πριν. «We stayed in Glyfada».

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ