Ταξιδια

Η Σέριφος του Πραξιτέλη Ν. Κονδύλη

«Δεν θα ξεχάσω τη µέρα που ήρθα σε επαφή µε το υποβλητικό εξορυκτικό τοπίο του νησιού»

A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 793
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο αρχιτέκτονας Πραξιτέλης Ν. Κονδύλης γράφει για τη δική του Σέριφο.

ΤΟ ΥΠΟΒΛΗΤΙΚΟ ΕΞΟΡΥΚΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΔΡΑΜΑΤΙΚΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΤΟΥ 1916
 
Η Σέριφος είναι το τρίτο από τον Πειραιά νησί των βορειοδυτικών  Κυκλάδων,βρίσκεται μετά την Κέα και μεταξύ Κύθνου και Σίφνου. Το όνομα της προέρχεται από τη λέξη «στέρφος» δηλαδή στείρος, άγονος λόγω του βραχώδους της εδάφους. Τη Σέριφο την έχω επισκεφτεί δυο φορές. Η πρώτη 15 και πλέον χρόνια πριν, μεταπτυχιακός φοιτητής Αρχιτεκτονικής ακόμη και η δεύτερη με αφορμή το Φεστιβάλ Σερίφου αρκετά χρόνια αργότερα. Δεν θα ξεχάσω τη μέρα που ήρθα σε επαφή με το υποβλητικό εξορυκτικό τοπίο του νησιού και που πρώτη φορά αντίκρυσα το Μεγάλο Λιβάδι και τον Κουταλά στο ΝΔ του τμήμα: Βαγονέτα και ράγες παρατημένα σαν να λειτουργούσαν μέχρι χτες, μισογκρεμισμένες γέφυρες φόρτωσης, είσοδοι στοών σαν γοτθικές αψίδες. Στο Μεγάλο Λιβάδι το έδαφος ήταν κόκκινο από το σιδηρομετάλλευμα και τον ήλιο που τα απογεύματα του καλοκαιριού μένει για πολλή ώρα στο δυτικό ορίζοντα ενώ η θάλασσα είχε το βαθύ πράσινο του οινοπνεύματος. Στη γωνία το νεοκλασικό κτίριο της διοίκησης της εταιρίας, με τους σκονισμένους φοίνικες, να τελεί υπό κατάρρευση… Ένα μεταλλευτικό τοπίο μιας άλλης εποχής σε υποδέχεται αδρανές, παγωμένο στο χρόνο, σχεδόν απόκοσμο. 
 
Μεγάλο Λιβάδι/ Φωτογραφία: Βασίλης Καλαμπόγιας
 
Η Σέριφος δεν υπήρξε ποτέ νησί αλιέων, εμπόρων και καπεταναίων, όπως ήταν για παράδειγμα η γειτονική Σίφνος. Η ιστορία των μεταλλείων της Σερίφου ξεκινά κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και η πρώτη άδεια εκμετάλλευσης τους δόθηκε το 1869, με βασιλικό διάταγμα του Όθωνα στην «Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία», για την εξόρυξη και εκμετάλλευση μαγνητικού και ανθρακικού σιδήρου μετατρέποντας αυτόν τον μικρό άγονο τόπο σε κάτι πολύ σπάνιο για τον ελλαδικό χώρο: Σε νησί μεταλλωρύχων. Παρατηρείται έτσι μία σημαντική, για τα δεδομένα του νησιού, συγκέντρωση εργατικής δύναμης από πολλά σημεία της νησιωτικής Ελλάδας αλλά και της ενδοχώρας, κυρίως από την Πελοπόννησο. Τα επώνυμα «Πελοποννήσιος» και «Μονεμβάσιος», που συναντώνται στη Σέριφο, μαρτυρούν τη μακρινή καταγωγή αυτών που τα φέρουν. Ο πληθυσμός της, από 2.134 κατοίκους το 1880, ανεβαίνει στους 4.000 το 1912. Η συγκέντρωση αυτή αποτυπώνεται και στην οικιστική φυσιογνωμία του νησιού: Τα κυβόσχημα, λευκά σπίτια της Χώρας, τυπικά κυκλαδίτικα με την πρώτη ματιά, κρύβουν μια ιδιαιτερότητα: Για να περάσεις στο δεύτερο δωμάτιο του ίδιου σπιτιού (συνήθως αυτά αποτελούνται από ένα υπνοδωμάτιο και μια κουζίνα, όπου συγκεντρώνεται η οικογένεια), πρέπει να βγεις στο δρόμο και να μπεις από άλλη πόρτα. Οι εργάτες, που έρχονταν από άλλες περιοχές, έχτιζαν πρώτα ένα δωμάτιο για να μείνουν, και, αργότερα, όταν έφερναν όλη τους την οικογένεια, έχτιζαν και το δεύτερο, όπως και όπου μπορούσαν.
 
Χώρα/ Φωτογραφία: Βασίλης Καλαμπόγιας
 
Οι μεταλλωρύχοι, στοιβαγμένοι σε αυτές τις ασφυκτικά μικρές εργατικές κατοικίες για τις λίγες ώρες ξεκούρασης τους, δούλευαν «από ήλιο σε ήλιο» όπως χαρακτηριστικά έλεγαν οι ίδιοι, με υποτυπώδεις συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας, 20ωρη (!) πολλές φορές ημερήσια εργασία μέσα στις στοές, από τις οποίες είχαν αφαιρεθεί σε αρκετές περιπτώσεις ακόμα και τα υποστυλώματα και ακολουθούσαν την κοπιαστική πορεία του μεταλλεύματος: από την εξόρυξη του στις στοές, στα διαδοχικά επίπεδα κίνησης και επεξεργασίας του, μέχρι αυτό να φτάσει στα αμπάρια των πλοίων μέσω των χαρακτηριστικών σκαλών φόρτωσης.
 

ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΔΡΑΜΑΤΙΚΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑΝ ΤΟΝ  ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΤΟΥ 1916.

Η σημαντική περίοδος για την εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Σερίφου ξεκινά το 1885, με την εμφάνιση στο νησί ενός τυχοδιώκτη Γερμανού μεταλλειολόγου του Αιμίλιου Γρώμμαν, ο οποίος συνεβλήθη με την εταιρία «Σέριφος - Σπηλιαζέζα» και ανέλαβε την εξόρυξη του σιδηρομεταλλεύματος. Οι ήδη άθλιες συνθήκες ζωής των μεταλλωρύχων της Σερίφου, επιδεινώθηκαν ακόμη περισσότερο με την ανάληψη της εργολαβίας των μεταλλείων από το νεότερο Γρώμμαν, τον Γεώργιο, που διαδέχτηκε τον πατέρα του το 1906. Με στόχο και αίτημα τον περιορισμό των αυθαιρεσιών του Γρώμμαν οι 460 μεταλλωρύχοι της Σερίφου συνήλθαν εν τέλει σε γενική συνέλευση και ίδρυσαν «Το Σωματείο των Μεταλλωρύχων της Σερίφου» στις 24 Ιουλίου 1916. Στη συγκρότηση του Σωματείου συντέλεσε ουσιαστικά ο Κωνσταντίνος Σπέρας, ικανός εργάτης - συνδικαλιστής (Σεριφιώτης στην καταγωγή) ο οποίος και εξελέγη πρόεδρος του. Tα αιτήματα των εργατών ήταν: η λήψη μέτρων προστασίας στις στοές, η πρόσληψη όλων των εργαζομένων και όχι ο εσκεμμένος από πλευράς εργοδοσίας διαχωρισμός τους σε «προσληφθέντες», με σχέσεις μόνιμης απασχόλησης και «εφέδρους», με ελαστικές σχέσεις εργασίας καθώς και η καθιέρωση της 8ωρης απασχόλησης. Στις 7 Αυγούστου του 1916, και μετά από σειρά υπομνημάτων προς τα αρμόδια υπουργεία και τη διοίκηση της Εταιρείας τα οποία δεν εισακούσθηκαν, ξεσπά η απεργία. Οι μεταλλωρύχοι αρνούνται να φορτώσουν το Ανδριώτικο πλοίο «Μανούσι» που ήρθε να παραλάβει σιδηρομετάλλευμα. Ο Γρώμμαν αφού πρώτα ανεπιτυχώς μηχανεύεται διάφορους τρόπους για να εξαπατήσει τους εργάτες και να λύσει την απεργία τους εν τέλη τους καταγγέλλει ως «στασιαστές» στην Κυβέρνηση των Αθηνών ζητώντας ενισχύσεις για να καταστείλει το «στασιαστικό κίνημα» τους όπως χαρακτηριστικά αναφέρει. Στις 21 Αυγούστου, φτάνουν στη Σέριφο 12 χωροφύλακες, με εντολή να καταπνίξουν την απεργία. Το απόσπασμα της χωροφυλακής δίνει προθεσμία μόλις 5 λεπτών στους συγκεντρωμένους για να φορτώσουν το πλοίο. Όταν η προθεσμία εκπνέει, πυροβολούν τους απεργούς εν ψυχρώ! Ένας εργάτης πέφτει αμέσως νεκρός ενώ ακολουθούν άλλοι τρεις. Οι απεργοί δε μένουν με σταυρωμένα τα χέρια: Ακολουθεί γενικευμένη σύρραξη, στην οποία συμμετέχουν ενεργά γυναίκες και παιδιά. Τραυματίζονται 10 χωροφύλακες, ενώ λιθοβολούνται μέχρι θανάτου οι 2 επικεφαλής του αποσπάσματοςοι οποίοι και ρίχνονται στη θάλασσα. Η σύρραξη έδειχνε τάσεις περαιτέρω γενίκευσης σε όλο τον πληθυσμό του νησιού. Ο Σπέρας ωστόσο κατέβαλε τεράστιες προσπάθειες να συγκρατήσει το μαινόμενο πλήθος. Μετά από λίγες μέρες η απεργία λύθηκε με μερική ικανοποίηση των αιτημάτων των απεργών. Τα μεταλλεία της Σερίφου λειτούργησαν μέχρι το 1964. Όταν οι κληρονόμοι του Γρώμμαν βρήκαν πλουσιότερες φλέβες μεταλλεύματος στη Νότια Αφρική τα εγκατέλειψαν και αυτά έχουν αφεθεί έκτοτε στην τύχη τους χωρίς καμία μέριμνα από πλευράς της Πολιτείας σχετικά με την προστασία και τη διαχείριση τους. Στην πραγματικότητα τα μεταλλεία της Σερίφου δεν αποτελούν παρά μονάχα τμήμα ενός συνολικού δικτύου βιομηχανικών μνημείων, με αρχαιολογική σχεδόν αξία, τα οποία απαντώνται σε πολλά μέρη της νησιωτικής Ελλάδας (30 συνολικά νησιά) και πρέπει αφού συντηρηθούν και αποκατασταθούν να συνδεθούν με τον υπόλοιπο πολιτιστικό πλούτο του κάθε νησιού και να συμβάλλουν στην ευρύτερη ανάπτυξη της συνολικής περιφέρειας του Αιγαίου.

Η Σέριφος με τις πολυάριθμες δαντελωτές παραλίες της (Γάνεμα, Βαγιά, Κουταλάς, Μεγάλο Λιβάδι, Συκαμιά, Αι Γιάννης κ.α.), τον παραδοσιακό οικισμό της Χώρας, τα όμορφά της μοναστήρια, τα σημεία αρχαιολογικού ενδιαφέροντος (Άσπρος πύργος, αρχαίο χυτήριο χαλκού στα Αεράτα), τα καταφύγια άγριας ζωής καθώς και το επισκέψιμο οινοποιείο της κατέχει μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου. Αξέχαστος θα μου μείνει ο ηρωισμός των μεταλλωρύχων κατά την απεργία τους για την ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων τους τα οποία, παρότι 105 ολόκληρα χρόνια πριν, φαντάζουν ακόμα και σήμερα περισσότερο επίκαιρα παρά ποτέ.

Πηγές:
  1. «Μέχρι Σερίφου», Θεοδώρου Κ. Αργουζάκη, Αθήνα 1904.
  2. Γ. Κορδάτος: Ιστορία του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος», εκδ. Μπουκουμάνη, 1972.
  3. «Η αιματηρή απεργία των μεταλλωρύχων της Σερίφου», έκδ. Ομοσπονδίας Μεταλλωρύχων Ελλάδας.
  4. Κωνσταντίνος Σπέρας: Η απεργία της Σερίφου (ήτοι: αφήγησις των αιματηρών σκηνών της 21ης Αυγούστου 1916, εις τα μεταλλωρυχεία του Μεγάλου Λειβαδίου της Σερίφου), εκδ. Ιστορία, Πλους 1ος, Βιβλιοπέλαγος
  5. «Εκ της γης γενόμενα: Συρραφές στο Μεταλλευτικό Τοπίο της Σερίφου» Διπλωματική Εργασία των Δήμητρα Γιαλέσα και Βασίλη Καλαμπόγια, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, ΕΜΠ, Αθήνα 2018.

*Ο Πραξιτέλης Ν. Κονδύλης είναι αρχιτέκτονας. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Έχει πραγματοποιήσει σπουδές σε Μεταπτυχιακό και Διδακτορικό επίπεδο στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πολυτεχνείου της Βαρκελώνης (ETSAB). Το αρχιτεκτονικό του έργο έχει επανειλημμένα αποσπάσει ελληνικές και διεθνείς βραβεύσεις και διακρίσεις, ενώ έχει δημοσιευθεί και εκτεθεί εκτενώς τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

Βρείτε τον καλοκαιρινό οδηγό για τη Σέριφο εδώ.