Ταξιδια

Η Νάξος του Σπύρου Παπαδόπουλου

Ο Καζαντζάκης που είχε τελειώσει τη Γαλλική Εμπορική Σχολή στη Νάξο είχε γράψει κάπου «Δεν πιστεύω, αλλά αν υπήρχε κάπου ο Παράδεισος, θα ήταν αυτό το χωριό»

A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 749
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο ηθοποιός και παρουσιαστής Σπύρος Παπαδόπουλος μιλάει για τη δική του Νάξο.

Την Νάξο τη βλέπω με δύο τρόπους, τον υποκειμενικό και τον αντικειμενικό.

Ο αντικειμενικός τρόπος: Είναι το μεγαλύτερο νησί των Κυκλάδων, έχει πολύ ωραίες και μεγάλες παραλίες και, κυρίως, το μεγάλο της προσόν, πολλά ορεινά χωριά, πολύ γραφικά και με ωραία φαγητά. Δικά τους φαγητά, να σου κόβουν από τον μπαξέ τους και να σου φτιάχνουν σαλάτα. Και όταν έρχεται ο λογαριασμός να νομίζεις ότι έχουν κάνει λάθος. Επίσης έχει ένα πολύ σπουδαίο αρχαιολογικό μουσείο, όπου μπορεί να περάσεις και πέντε ώρες εκεί μέσα, καθώς και ένα σημαντικό Βυζαντινό Μουσείο γιατί έχει από τις πιο πολλές εκκλησίες των Βαλκανίων. Είναι ένα νησί ζωντανό χειμώνα-καλοκαίρι γιατί έχει 25 χιλιάδες κόσμο. Ακόμα και τον χειμώνα έχει ζωή, δεν είναι ένα νησί φάντασμα.

Ο υποκειμενικός τρόπος: Με το που μπαίνει το καράβι στο λιμάνι, πάνω αριστερά στο βουνό βλέπεις ένα άσπρο κτίσμα. Αυτό είναι το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Εγώ αυτό, μόλις το βλέπω, γίνομαι 10 χρονών. Η μητέρα μου καταγόταν από τη Νάξο αλλά ήρθε μικρό κοριτσάκι στον Πειραιά όπου και γεννήθηκα. Αυτό το μοναστήρι όμως είχε σώσει πολλά παιδάκια από την πείνα. Πάντα είχε λίγο λαδάκι, λίγες πατάτες, λίγα αυγά, και μάζευε παιδάκια για να τα ταΐσει. Ανάμεσά τους και η μάνα μου. Η οποία το είχε κάνει τάμα στην ηγουμένη που δεν ζει πια, και πήγαινε μια φορά τον χρόνο και βοηθούσε το μοναστήρι στις δουλειές. Τρία-τέσσερα καλοκαίρια της παιδικής μου ηλικίας με έστελνε κι εμένα εκεί, μια και είμαι γόνος γνωστής εφοπλιστικής οικογενείας, για να τρώω λιγάκι. Κι έμενα λοιπόν, τρεις μήνες το καλοκαίρι στο μοναστήρι, 10χρονο παιδάκι εγώ και 4-5 καλόγριες. Είχαν κι ένα γαϊδουράκι δεμένο εκεί και κάθε μέρα εγώ ήμουν καβάλα επάνω στο γαϊδουράκι ή ανεβασμένος στο δέντρο κι έπαιζα πόλεμο. Η Νάξος είναι ο παράδεισός μου, λοιπόν.

Εκεί υπάρχει ένα πανέμορφο χωριό, με πολλά νερά και δέντρα, που λέγεται Εγγαρές. Ο Καζαντζάκης, ο οποίος είχε τελειώσει τη Γαλλική Εμπορική Σχολή στη Νάξο, φιλοξενείτο σε αυτό το χωριό. Είχε γράψει κάπου «Δεν πιστεύω, αλλά αν υπήρχε κάπου ο Παράδεισος, θα ήταν αυτό το χωριό». Έτσι, κι εμένα, είναι το καταφύγιό μου αυτό το νησί. Φροντίζω να πηγαίνω κάθε καλοκαίρι, έχω και μία βαρκούλα και κάθομαι εκεί τρεις μήνες. Από τότε που έχασα τη μάνα μου, η οποία δεν είχε σπίτι δικό της εκεί, πήρα ένα δικό μου σπιτάκι, στο χωριό Γλινάδο, για να ρίξω άγκυρα. Πάω και νομίζω ότι θα βγει η μάνα μου από κανένα στενό. Επειδή μεγάλωσα στον Πειραιά, και δουλεύω από 12 χρονών, δεν είχα διακοπές και αυτό που λένε «πάω στο χωριό». Και το Γλινάδο το ανακάλυψα στα 40 μου.  

Η αγαπημένη μου παραλία στη Νάξο είναι η Πλάκα που δεν έχει πολύ κόσμο. Όταν έρχονται οι φίλοι μου τους πηγαίνω σε ένα μικρό ορεινό χωριουδάκι, τον Δανακό, όπου εκεί είναι ο Νικόλας που έχει ζώα και προϊόντα δικά του και μας μαγειρεύει καταπληκτικά. Και μετά, επειδή τα νησιά όλα εκεί είναι γειτονίτσα, παίρνω το φουσκωτό και κάνουμε γύρα στις Μικρές Κυκλάδες.  

* Ο Σπύρος Παπαδόπουλος είναι ηθοποιός. Συμπρωταγωνιστεί με τον Άρη Σερβετάλη στην παράσταση «Περιμένοντας τον Γκοντό» σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα.