Ταξιδια

Η Σύρος της Κάτιας Δημοπούλου

Με τη Σύρο συμβαίνει το εξής απλό: Υπάρχουν εκείνοι που την ερωτεύονται κεραυνοβόλα, όπως εγώ, εκείνοι που έρχονται και δεν θέλουν να ξαναπατήσουν

A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 444
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

H Κάτια Δημοπούλου γράφει στην ATHENS VOICE για τη Σύρο.

Η Σύρος χωρίς αιτιατική πληθυντικού

Με τη Σύρο και αυτούς που την επισκέπτονται συμβαίνει το εξής απλό. Υπάρχουν εκείνοι που την ερωτεύονται κεραυνοβόλα, όπως εγώ, εκείνοι που έρχονται και δεν θέλουν να ξαναπατήσουν και εκείνοι που έρχονται μαζί με κάποιον που την έχει ήδη ερωτευτεί και που διά της ωσμώσεως (περίπου) την αγαπούν. Τώρα, για να μη ταλαιπωρείστε άδικα και βρεθείτε προ δυσάρεστου απροόπτου, σας έχω το κάτωθι τεστ.

Ψάχνοντας για εισιτήρια ανακαλύπτετε ότι στη γραμμή για τη Σύρο αυτό το καλοκαίρι δεν υπάρχουν γρήγορα πλοία λόγω κρίσης και βαριέστε να ταξιδεύετε τέσσερις με πέντε ώρες (ανάλογα το πλοίο) για να φτάσετε στο νησί της «Μεγάλης χίμαιρας» του Καραγάτση, που δεν το έχετε διαβάσει εξάλλου· ούτε με τον Ροΐδη έχετε καμιά πρεμούρα (κακώς), ενώ τα σκωπτικά ποιήματα του Σουρή τα έλεγε ο παππούς σας και βαριέστε. Α) Σκέφτεστε, άσε καλύτερα, άμα είναι να ταλαιπωρηθώ, να ξαναπάω στην Αμοργό που κάνουν και ωραία πανηγύρια. Β) Αποφασίζετε να περάσετε τις 4-5 ώρες στο πλοίο διαβάζοντας το βιβλίο του Καραγάτση κι ό,τι βγει.

Βρίσκεστε ήδη στο πλοίο, που μπαίνει στο λιμάνι της Ερμούπολης. Βγαίνετε στην πρύμνη, καθώς το πλοίο κάνει πίσω για να δέσει, και πηγαίνετε στην αριστερή πλευρά. Αυτό που βλέπετε είναι ένα τοπίο λίγο θαλασσινό και πολύ βιομηχανικό. Εγκαταλειμμένα πέτρινα εργοστάσια με τις αψίδες των παράθυρων να κρέμονται στο πουθενά σαν στόμα ξεδοντιασμένης γριάς. Καρνάγια και σκάφη στη στεριά, τόσα που σου κλείνουν τη θέα προς την πόλη. Τεράστιοι κίτρινοι γερανοί να αργοσαλεύουν πάνω από σιδερένια σκαριά που στις κοιλιές τους έχουν γραμμένα ρώσικα ή αγγλικά ονόματα. Α) Θέλετε εσείς να παίξετε σε ριμέικ του Όλιβερ Τουίστ; Ούτε με σφαίρες. Μπαίνετε στο σαλόνι του πλοίου, παραγγέλνετε ένα φραπέ (που, παρεμπιπτόντως, ο θρύλος λέει πως τον ανακάλυψε ο Συριανός Δημήτρης Βακόνδιος) και συνεχίζετε για Τήνο-Μύκονο. Β) Οι γερανοί σάς υπνωτίζουν, όπως το εκκρεμές ενός μάγου, και κατεβαίνετε μαγεμένοι από την υπόσχεση επιστροφής στην εποχή της βιομηχανικής επανάστασης.

Σε περίπτωση που κατεβείτε στο λιμάνι, σταματάτε για ένα γρήγορο ουζάκι να στανιάρετε. Πέφτετε πάνω σε Συριανό γκαρσόνι και σας λέει «να σας φιλέψομε και τίποτα ξηροί καρποί». «Ξηρούς καρπούς εννοείτε», τον διορθώνετε εσείς… «Ε, ναι» σας απαντά, «ξηροί καρποι λέω κι εγώ». Α) Σκέφτεστε, α καλά, τι πρωτεύουσα των Κυκλάδων και αηδίες, εδώ ούτε την αιτιατική πληθυντικού δεν ξέρουν, οι βλάχοι, και τρέχετε να προλάβετε το επόμενο πλοίο. Β) Έχει πολύ πλάκα το πράγμα, γιατί κι εσείς ποτέ δεν καταλάβατε όλη αυτή την ταλαιπωρία στο σχολείο με τις πτώσεις. Θα μείνετε οπωσδήποτε.

Ε, αν απαντήσετε και στα τρία Β, τότε είστε στο σωστό μέρος. Και επειδή είστε περιπετειώδης και ανοιχτομάτης, για δώρο, εκτός από τα προφανή (Τσίλερ και νεοκλασικά, βόλτες στα στενάκια που στάζουν ώχρα και νοσταλγία, μπουζουκάκια και τραγούδια, λουκούμια και χαλβαδόπιτες) παίρνετε τα εξής:

Κολύμπι στα Βαπόρια, ένα από τα ωραιότερα σημεία στην Ευρώπη, που σημαίνει κολύμπι σε μια θάλασσα διαυγή που από πάνω της κρέμεται το νεοκλασικό σταφύλι και το τσιμπολογάτε κατά βούλησιν, που ο ήχος της καμπάνας του Αϊ-Νικόλα του Πλούσιου κατεβαίνει σαν γαλάζιο τόπι τα σκαλοπάτια και έρχεται να σας συναντήσει για παιχνίδι, που θηριώδη πιτσιρίκια επιτίθενται με βουτιές στο νερό αλαλάζοντας και σας γεμίζουν παιδιάστικη χαρά, που σαν βγείτε και χωρίς να στεγνώσετε θα πιείτε καφέ στο μπαρ Αστέρια –είναι σαν καράβι πάνω στο νερό–, που αν πεινάσετε θα ανεβείτε τα σκαλιά και θα τσιμπήσετε στο υπέροχο «Τα Βαπόρια» (τα ονόματα θα ψάχνουμε τώρα;) όπου φτιάχνουν και καταπληκτικά κοκτέιλς, ενώ εσείς θα συνεχίζετε να έχετε μπροστά σας και θάλασσα και νησιά και νεοκλασικά.

Τα βράδια, πριν τα ρεμπέτικα, θα πάτε στο θέατρο Απόλλων (θα μείνετε ξεροί) στο Φεστιβάλ Κλασικής Μουσικής Αιγαίου και (πάλι πριν τα ρεμπέτικα) θα έχετε κλείσει τραπέζι στην ακριβώς απέναντι πόρτα στο εστιατόριο «Όνειρο», που διαθέτει έναν αριστουργηματικό περίκλειστο κήπο, και μόλις ξεμπερδέψετε με αυτά θα πάτε για τρρρρρομερά κοκτέιλς στο «Baba bar» στο λιμάνι, που το έχει ένας –από τους πολλούς– τρελός και ειλικρινά χαριτωμένος Συριανός, ο Μαυρίκος, που το αληθινό του ταλέντο είναι να λέει ιστορίες, και μετά... ωχ πια με τα ρεμπέτικα, ε ψάξτε να τα βρείτε, γιατί έχω βαρεθεί μετά από είκοσι τόσα χρόνια στο νησί.

Δώρο επίσης το Πέρλα, το σκάφος με τον πιο όμορφο καπετάνιο στις Κυκλάδες, που θα το πάρετε από το Κίνι αφού φροντίσετε να κλείσετε θέσεις (6947 308580) και θα σας πάει στις πιο όμορφες παραλίες του νησιού, που μόνο έτσι πάτε, κι όταν επιστρέψετε στο Κίνι να καθίσετε για φαγητό στα όμορα: «Αλλού γιαλού» αν αισθάνεστε πολύ Ευρωπαίος» ή στο «Δυο τζιτζίκια στ’ αρμυρίκια» αν είστε πιο ανατολίτης. Και τα δυο υπέροχα, αλλιώς.

Αν σας αρέσει το περπάτημα να πάρετε το χάρτη με τα μονοπάτια της Σύρου από τον Βιβλιοπόντικα. Αν σας έρθει όρεξη να διαβάσετε απρόσκοπτα, να ανεβείτε στο δεύτερο όροφο στο αναγνωστήριο του βιβλιοπωλείου «Σταθόπουλος». Τεράστιο ξύλινο γραφείο στη μέση και όλα τα παλιά βιβλία στη διάθεσή σας. Αν θέλετε να πιείτε έναν καφέ ελληνικό με μπουρμπουλήθρες από διαλόγους δικηγόρων, τότε τα πρωινά τις καθημερινές, μέσα στο Δημαρχείο στη στοά. Αν θέλετε να έχετε την Ερμούπολη στο πιάτο, να ανεβείτε στην παλιά ταβέρνα του Λιλή στην Άνω Σύρο, που έχει παίξει και ο Βαμβακάρης αυτοπροσώπως. Αν θέλετε να εξαγνιστείτε από τις αμαρτίες σας, να σκαρφαλώσετε γονυπετείς τα κάπου χίλια σκαλιά από το λιμάνι μέχρι την Άνω Σύρο και να φτάσετε στην καθολική Παναγιά η Καρμέλα. Αν είστε από αυτούς που αναστενάζουν με τα ηλιοβασιλέματα, να ανεβείτε στο Πλακόστρωτο, στο Σαν Μιχάλη, για να τρώτε κιόλας, μη σας πιάσει λιγούρα από το συναισθηματισμό.

Επίσης διαθέτουμε Βιομηχανικό Μουσείο, Αρχαιολογικό μουσείο, Πινακοθήκη Κυκλάδων, Βιβλιοθήκη, Λαογραφικό μουσείο στην Άνω Σύρο, το ωραιότερο θερινό σινεμά στην Ελλάδα (καλά, μετά το Θησείο), την απολύτως Ούτε Κατά Διάνοια ΜΚΟ Gallus Gallus που στόχο έχει την προστασία της συριανής κότας και τέλος διαθέτουμε Νοσοκομείο μεγάλο για όσους είναι υποχόνδριοι.

Νομίζω φτάνει με τα δώρα, κάντε και καμιά δουλειά μόνοι σας, εξάλλου χωρίς πλάκα η Σύρος είναι ένα μεγάλο δώρο για όλους εμάς που βαριόμαστε τις γραφικότητες και τα νησιά καρτ ποστάλ. Η Σύρος μάς αρέσει γιατί δεν πάσχει από ναρκισσισμό και ενώ είναι πολύ όμορφη, αντί να παριστάνει την ντίβα προτιμά να ζει τρελά και παράφορα το σήμερα βολτάροντας ανέμελα στα νεοκλασικά σοκάκια της Ερμούπολης, στα μεσαιωνικά στενά της Άνω Σύρου και στα καρνάγια που μυρίζουν πίσσα και μοράβια. Μας αρέσει γιατί παρά την πρόσοψη είναι ένα νησί ροκ. Kαι αυτό σημαίνει πως when she’s good she’s good, but when she’s bad she’s better.


Κάτια Δημοπούλου είναι δημοσιογράφος