Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
Θεσσαλονίκη, τι φάση;
Θεσσαλονίκη: Άνθρωποι και ομάδες μιλούν στην Athens Voice με αφορμή το 64ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου
64ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Έως και τις 12 Νοεμβρίου εδώ χτυπά η καλλιτεχνική καρδιά της χώρας, οπότε ορίστε η ευκαιρία για Θεσσαλονικιούς, βέρους ή από σπόντα, κατά μόνας, ανά ζεύγη ή εντός δημιουργικών ομάδων, να ξεκλειδώσουν τα μυστικά της ζωής στον βορρά. Ακολουθούν ιδέες, τάσεις, συναισθήματα, πολιτισμός, γεύσεις, νότες, αρχιτεκτονικές, μόδες, πάρτι, αισθητική, στιλ, κίνηση και φυσικά ολίγη γκρίνια, γιατί... αν δεν γκρινιάζει, τι Θεσσαλονίκη θα είναι αυτή;
Ο Ορέστης Ανδρεαδάκης, διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου, πιστεύει ότι και μία μόνο ταινία μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή
«Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης έχει σχεδιάσει και υλοποιεί ένα εκτεταμένο πρόγραμμα πρωτοβουλιών και δράσεων με κορυφαίους οργανισμούς και φεστιβάλ από ολόκληρο τον κόσμο: Φεστιβάλ Καννών, Βερολίνου, Λοκάρνο,Sunny Side of the Doc κ.ά. Η συνδιαλλαγή σε ένα διεθνές πεδίο προϋποθέτει και απαιτεί σκληρή δουλειά, δικτύωση, πρωτοπορία, νέες ιδέες και φυσικά συνεργασίες που φέρνουν κάτι καινούργιο στο σινεμά. Ένα από τα πράγματα για τα οποία είμαστε περήφανοι είναι ότι το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης είναι ένα από τα 28 πιο σημαντικά φεστιβάλ του κόσμου που έχουν επιλεγεί από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών για τη διαμόρφωση της τελικής λίστας των ντοκιμαντέρ που μπορούν να διεκδικήσουν Όσκαρ Καλύτερου Ντοκιμαντέρ. Το φιλμ που κερδίζει τον Χρυσό Αλέξανδρο του Διεθνούς Διαγωνιστικού είναι αυτόματα στη λίστα προ-επιλογής της κατηγορίας. Αυτή η συνεργασία έχει αυξήσει το γόητρο του φεστιβάλ στο διεθνές στερέωμα και μας έχει επιτρέψει να γίνουμε ακόμα πιο ανταγωνιστικοί σε ένα δύσκολο και ιδιαίτερα απαιτητικό περιβάλλον. Σε αυτή την κατεύθυνση προσπαθούμε να γινόμαστε πιο δημιουργικοί και ελκυστικοί για ένα κοινό που διαρκώς εκφράζεται με νέους τρόπους. Το νέο μας πρόγραμμα στην Αγορά για τις τηλεοπτικές σειρές, τα τμήματα podcast και Immersive διερευνούν τη νέα μας σχέση με τις τεχνολογίες, τη θέαση, την ακρόαση, το τι σημαίνει να έρχεσαι σε επαφή με ένα έργο τέχνης. Η Θεσσαλονίκη είναι ιδανικός τόπος για όλα τα παραπάνω. Είναι οι άνθρωποι, ο πολιτισμός, το σταυροδρόμι, οι ιδέες, οι νέες τάσεις, το παρελθόν και το μέλλον. Είναι το Φεστιβάλ. Άλλωστε, μέσα στα φεστιβάλ έχω ζήσει και εγώ. Και μέσα στα φεστιβάλ μυούμαστε, εξελισσόμαστε, ερωτευόμαστε, μεγαλώνουμε. Μαζί, μεγαλώνει και το βλέμμα μας. Ο συνταρακτικός τρόπος με τον οποίο μία μόνο ταινία μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή, είναι κάτι αξεπέραστο. Τον Νοέμβριο, στο 64ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (2-12 Νοεμβρίου), έχουμε πολλές τέτοιες ταινίες, αφιερώματα και ανθρώπους. Που μπορούν να σου αλλάξουν τη ζωή»
Οι Beetroot, Νο1 εξαγώγιμο παγκοσμίως προϊόν υψηλής αισθητικής οπτικής επικοινωνίας από τη Θεσσαλονίκη, εξηγούν γιατί μερικές φορές η Θεσσαλονίκη παράγει περισσότερη γκρίνια από όση μπορεί να καταναλώσει
«Αυτή η κατάσταση κρατάει εδώ και 100 χρόνια, από τότε που η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε από την Οθωμανική κυριαρχία. Από τότε ξεκίνησαν και οι νεοσύστατοι γείτονες να εκφράζουν βλέψεις για τη Μακεδονία και τη Θράκη και ο τρόπος που επιλέχθηκε για να διασφαλιστεί η ελληνικότητα της Βόρειας Ελλάδας ήταν η καλλιέργεια μιας έντονης εθνικής ταυτότητας, απομακρυσμένης από την πραγματική ιστορία του τόπου. Έτσι, ακόμα και σήμερα βλέπουμε να έχουν “ρεύμα” τα εθνίκια και η φοβική ορθόδοξη εκκλησία, διορισμένους τοπικούς άρχοντες με παρωπίδες, χωρίς όραμα. Αυτή η βαθιά συντήρηση δεν αφήνει χώρο για να εκφραστεί μια άλλη άποψη, ώστε να αναπτυχθεί οποιαδήποτε μορφή πολιτισμού. Ειδικά όταν η ταυτότητα του τόπου και οι αποφάσεις που τον αφορούν καθορίζονται από την ταυτότητα και τις εκάστοτε ανάγκες της Αθήνας. Παράλληλα, υπάρχει κι ένας φαύλος κύκλος όπου ο συντηρητισμός, ο φόβος για το καινούργιο και η σχετική γκρίνια τροφοδοτούνται από την ασυνέπεια του κράτους. Όταν το μετρό της πόλης το λιβανίζουν 17 χρόνια τώρα και πάλι παίρνει αναβολή, πώς να μην γκρινιάζει ο κόσμος. Και αντίστοιχα αντιμετωπίζει και άλλα έργα υποδομής – το flyover, την ανάπλαση της ΔΕΘ. Οι Θεσσαλονικείς φοβούνται για άλλο ένα “φαραωνικό” έργο που θα ταλαιπωρεί τους πολίτες για χρόνια ατελείωτα κι έτσι δεν μπορούν να δουν το όφελος για τους ίδιους.
»Παρ’ όλα αυτά, βλέπουμε πολλές καινοτομίες να ξεκινούν από αυτή την πόλη – κι αυτό γιατί πολύς κόσμος ζει “έξω από το κουτί”. Βέβαια, κάθε νέα ιδέα φαίνεται να κάνει έναν κύκλο 10ετίας περίπου – και μετά ξεκινάει το brain drain προς τα νότια. Η ελληνική ροκ μουσική σκηνή, το μπάσκετ, η σκηνή του design, η γαστρονομία, τα παραδείγματα είναι πολλά. Ζώντας και έχοντας δραστηριότητα και στις δύο πόλεις, Θεσσαλονίκη και Αθήνα, μπορούμε να εστιάζουμε στα θετικά ή στα κακώς κείμενα και των δύο. Επιλέγουμε να τοποθετούμαστε θετικά, να επιδιώκουμε και να βλέπουμε ευκαιρίες, ανάπτυξη, εκπαίδευση, υποστήριξη». Την περιπέτεια των Beetroot ξεκίνησαν οι Αλέξης Νίκου και Βαγγέλης Λιάκος. Στη συνέχεια συνέπραξαν οι Γιάννης Χαραλαμπόπουλος, Κώστας Πουλόπουλος και Ηλίας Παντικάκης.
Salonica transit: Η πόλη με τη ματιά του Γιώργου Σκαμπαρδώνη «Πολυπαθής και ατελεύτητη. Συντηρητική και πρωτοπόρα, ανοιχτή και περίκλειστη. Μάνα και μητριά. Ιστορικά χαώδης, όσο και να την ψάχνεις δεν έχει τελειωμό – δυόμισι χιλιάδες χρόνια σπειροειδούς Ιστορίας. Σταυροδρόμι κι ασάλευτη ζωή. Αναχώρηση και ζωή εν τάφω. Βυζαντινή και σύγχρονη, πανέμορφη και κιτς. Απομυζητική και αδιάφορη, πολύτροπη και εμμονική. Μαγικά σκοτάδια σε ρουφούν εντός της ενώ η ανοιχτωσιά της προκυμαίας σε διώχνει. Να φύγεις, αλλά για την απόλαυση του γυρισμού. Δύσκολα αντέχεται, πιο δύσκολα εγκαταλείπεται. Όλοι την ερωτεύονται, λίγοι την έχουμε παντρευτεί, αν και κοιμόμαστε σε χωριστά δωμάτια».
Ο ζωγράφος και τρομπετίστας Αχιλλέας Μεσάικος θεωρεί πως, για έναν καλλιτέχνη, η Θεσσαλονίκη είναι παράδεισος
«Προσωπικά, δεν μπορώ να λειτουργήσω δημιουργικά όταν νιώθω ότι ο κόσμος τριγύρω μου είναι πνιγμένος στην ατέρμονη πίεση της καθημερινότητάς του. Έτσι αυτή η ραθυμία της πόλης μου δίνει χώρο και χρόνο να λειτουργήσω και να δημιουργήσω. Πρώτο συν επομένως: ο ρυθμός.Επόμενο συν: οι μικρές αποστάσεις. Ο συνδυασμός ρυθμού - απόστασης δίνει τη δυνατότητα - ηρεμία να μπορούν να γεννηθούν όμορφα πρότζεκτ εικαστικά - μουσικά. Ο κόσμος έχει χρόνο και προλαβαίνει να συνδιαλλαγεί με τον διπλανό του και από τον διάλογο αυτό γεννιούνται όμορφα πράγματα»
Ο Θανάσης Νικολάου, που διευθύνει το sportsfeed.gr, το πιο έγκυρο πανελλαδικά σάιτ ενημέρωσης περί Ολυμπιακών αθλημάτων στίβου, έχει μια καλή κουβέντα για όλους
«To κοινό του στίβου δεν είναι του μεγέθους του ποδοσφαίρου ή του μπάσκετ. Είναι όμως φανατικό, διαθέτει υψηλού επιπέδου γνώσεις και δεν μπορείς να το κοροϊδέψεις. Αν το κερδίσεις, θα είναι δικό σου για πάντα. Πλούσιοι δεν γίναμε, αλλά περνάμε καλά, έχουμε την καλύτερη θέα στην Ελλάδα, δίνουμε κάποιες παραγωγές στην τηλεόραση και γυρίζουμε όλον τον κόσμο παρακολουθώντας Ολυμπιακούς Αγώνες, όπως και παγκόσμια και ευρωπαϊκά πρωταθλήματα. Ο στίβος είναι άθλημα, το ποδόσφαιρο παιχνίδι, ντοπέ είναι μόνο όποιος πιάνεται και όχι όποιος πέφτει από μηχανάκι, παραμένουμε ανεξάρτητοι και δεν κατεβαίνει κείμενο από το site μας ποτέ. Έχουμε 36 εξώδικα για δημοσιεύματα και είμαστε το πρώτο ΜΜΕ στην Ελλάδα που του έκανε μήνυση και αγωγή Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού (προηγούμενης κυβέρνησης). Επίσης έχουμε το πανελλήνιο ρεκόρ υπογραφών για επερώτηση στη Βουλή και ό,τι δεν κατάφερε ο Ανδρέας και ο Αλέξης το πετύχαμε εμείς, ενώνοντας όλα τα κόμματα της αριστεράς μαζί και τον Γιάνη με ένα νι! Σχετικά τώρα με την πόλη, θα σου πω τι πιστεύω: Στις 26 Οκτωβρίου 1912, η Θεσσαλονίκη υποδουλώθηκε στην Αθήνα. Μέχρι τότε ήταν η πιο πολυπολιτισμική πόλη των Βαλκανίων.Έλληνες, Εβραίοι, Τούρκοι, Γάλλοι και Ισπανοί έδιναν στην πόλη φοβερούς ρυθμούς ανάπτυξης. Μετά ήρθε η κλοπή του Κούδα, η κλοπή του μπάσκετ, το μετρό του Κούβελα, η πολιτιστική πρωτεύουσα του Βενιζέλου, ο Βουλινός, ο Μπατατούδης, ο Γούμενος, οι νομάρχες, οι δήμαρχοι, οι μητροπολίτες...
Η Θεσσαλονίκη είναι η μεγαλύτερη υποανάπτυκτη πόλη στον πλανήτη. Σε καμία χώρα δεν θα βρει κάποιος πόλη άνω του 1.000.000 κατοίκων στα χάλια μας. Φέτος, δε, για πρώτη φορά ο υπουργός Μακεδονίας-Θράκης δεν είναι καν βουλευτής από τη Θεσσαλονίκη. Παρ’ όλα αυτά, πώς να μισήσω την πόλη-μάνα που με γέννησε; Και, επίσης, σαν τη Χαλκιδική δεν έχει».
Ο Γιάννης Μουρούζης φτιάχνει τα πιο αμαρτωλά τσουρέκια του κέντρου
Στο τσουρέκι του Μουρούζη, που, αν το θες και σε στρογγυλό σχήμα, το ζητάς σαν Λαμπροκουλούρα όλον τον χρόνο, γίνεται του μαχλεπιού, της βανίλιας, του κακουλέ και του πορτοκαλιού η γιορτή. Φρέσκο και αθώο σαν νεογνό, αφράτο σαν σύννεφο και μυρωδάτο σαν ευτυχία, το τσουρέκι του Μουρούζη κρύβει εντός του βούτυρο από τη Νάξο, αλεύρι Κούλα και αυγά ελευθέρας βοσκής από τη φάρμα του Αντώνη Θεοδωράκη· χημικά μείγματα ή κατεψυγμένες τρικλοποδιές εδώ δεν υπάρχουν ούτε για αστείο. Με την υπογραφή ενός από τα πιο φίνα και ντερμπεντέρικα παιδιά του θεσσαλονικιώτικου κέντρου!
Ο Άκης Σακελλαρίου είναι πάντα ένα παιδί της πλατείας Ιπποδρομίου
Το πόσο αγαπάει την πόλη του το απέδειξε όταν ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του Φεστιβάλ των Δημητρίων. Ο ισχυρός κάποτε πολιτιστικός θεσμός («Είδα σε μικρή ηλικία θεατρικά πράγματα και θαύματα που με σημάδεψαν») στην πάροδο των χρόνων έχασε τη λάμψη του, τα περιορισμένα μπάτζετ λόγω της οικονομικής κρίσης ώθησαν τα Δημήτρια σε μαρασμό, μέχρι που τελικά αποδείχθηκε πως δεν ήταν τα σφιχτά οικονομικά που έφταιγαν για την κατηφόρα τους, αλλά η έλλειψη φρέσκιας στόχευσης και νεωτερικής πνοής. Ο Μπουτάρης τα ανατίναξε (Γιαν Φάαμπρ, Γιόκο Όνο), ο Ζέρβας συνέχισε στο ίδιο τέμπο και ο Σακελλαρίου τα απογείωσε δουλεύοντας σκληρά και υπερβάλλοντας εαυτόν. Παρά την ατυχία του ντεμπούτου του («την πρώτη χρονιά της ανάληψης μάς χτύπησε η καραντίνα»), οι «Αποστάσεις», όπως ονόμασε εκείνη τη διοργάνωση, τελέστηκαν ψηφιακά. ΟΆκης πήγε στο Παρίσι και, χάρις στο συνεργείο του TV5Monde, η Φανί Αρντάν και ο θεατρικός συγγραφέας Δημήτρης Δημητριάδης συνεργάστηκαν και έδεσαν αρμονικότατα. Τη δεύτερη χρονιά του, οι «Ανάσες» κατάφεραν να βρουν ακόμα καλύτερο βηματισμό. Το φετινό πρόγραμμα χάρισε ακόμα καλύτερες μέρες και νύχτες, και στο ερώτημα ποιος θα αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση των Δημητρίων τώρα που ο Δήμος Θεσσαλονίκης πέρασε στα χέρια του Στέλιου Αγγελούδη, μακάρι η απάντηση να είναι ο Άκης Σακελλαρίου.
Ο Κωνσταντίνος Τορνιβούκας, CEO του TOR Hotel Group (On Residence, Exelsior, City, Eagles Palace και Eagles Villas), είναι το πιο κατάλληλο πρόσωπο για να μιλήσει για τον τουρισμό της πόλης
«Οι μετά τον covid αριθμοί των τουριστικών αφίξεων, όπως και η μέση τιμή των ξενοδοχείων της Θεσσαλονίκης, φανερώνουν ότι η πόλη υπολείπεται τρομερά τόσο της Αθήνας όσο και των αντίστοιχων συγκρίσιμων πόλεων της Ευρώπης (Ντίσελντορφ, Αμβούργο, Σάλτσμπουργκ, Μάντσεστερ, Αμβέρσα). Πιστεύω ότι οφείλεται στη λάθος προβολή μας στις αγορές. Ενώ έχουμε ένα ολοκαίνουργιο, λειτουργικό αεροδρόμιο, δεν έχουμε καταφέρει να φέρουμε μία πτήση υπερατλαντική, έχουμε μόνο πτήσεις από την Κεντρική Ευρώπη, με πολλές να σταματάνε τη χειμερινή περίοδο, καθώς οι επιβάτες αυτοί κατευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά προς Χαλκιδική και προς τα παράλια της Κατερίνης και όχι προς την πόλη. Παρατηρώ πως πολλοί από τους πελάτες που φιλοξενούμε στο resort μας στη Χαλκιδική, ενώ προσγειώνονται στη Θεσσαλονίκη, δεν ξέρουν τίποτα για την πόλη, ενώ η Θεσσαλονίκη συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να προσελκύσουν καλύτερης οικονομικής δυνατότητας τουρίστες. Απέχουμε 3 ώρες από τον πιο μακρινό προορισμό της Ευρώπης αεροπορικά, έχουμε οδικό δίκτυο που μας συνδέει με τα Βαλκάνια, είμαστε μια όμορφη πόλη, με γαστρονομία, με πολιτιστική κληρονομιά και αρχαιολογικό ενδιαφέρον, όμως, χρειάζεται μια στοχευμένη προβολή που θα συμφωνηθεί από όλους και προπάντων θα βασίζεται σε τεχνοκρατικά κριτήρια».
Ο Άρης Θεοδωρίδης, ο Σωτήρης Μητσιόπουλος και ο Δημήτρης Χατζηπαναγιωτίδης ανέστησαν το μπαρ Θερμαϊκός
Το μπαρ Θερμαϊκός έχει βαριά φανέλα, σαν του Γκάλη, του Χατζηπαναγή και του Κούδα. Μιλάμε για το μπαρ των μπαρ! Εδώ η Θεσσαλονίκη σκόραρε τα καλύτερα ξενύχτια των καλύτερων της χρόνων. Στον Θερμαϊκό σύχναζαν καλλιτέχνες, συγγραφείς, ροκ μουσικοί, δημοσιογράφοι, ντι τζέις, μοντέλα, πολιτικοί και όλα τα enfant terrible της πόλης. Αυτά κάποτε. Σήμερα, μια νέα γενιά ανέλαβε τα κουμάντα και το πιο εμβληματικό καφέ-μπαρ της Θεσσαλονίκης πέρασε στη νέα εποχή. Ο Τζίμι Χέντριξ, ο Βιμ Βέντερς, τα κορίτσια του Γκογκέν και τα παλιά λαμπατέρ είναι πάντα εκεί σαν σκηνικό για τους χορούς και το νέο πνεύμα. Ο Άρης Θεοδωρίδης, ένας από τους πιο περιζήτητους φιλόσοφους μπάρμεν και διαβασμένους κοκτέιλ αλχημιστές, έφτιαξε μια μπάρα αξιόμαχη και μαζί με τον Σωτήρη και τον Δημήτρη συνεχίζουν το ταξίδι. Ζητώ από τον Άρη να μου πει ποιο κοκτέιλ ταιριάζει στη Θεσσαλονίκη. «Paloma χωρίς δεύτερη σκέψη! Τεκίλα, γκρέιπφρουτ, πιπεριές τσίλι, αλάτι και αψάδα που τα σπάει. Ό,τι πρέπει για μια πόλη χαλαρή και νωχελική, λες και είναι προάστιο της Μέξικο Σίτι, αλλά και ξέρει να το γλεντάει όταν πρέπει, όπως πρέπει».
Η αρχιτεκτονική ομάδα Urban Soul Project έχει μερικές πολύ καλές ιδέες ανασχεδιασμού κομβικών σημείων της πόλης
Η Urban Soul Project γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Δεκέμβρη 2009 από τον Τάσο Γεωργαντζή και τον Κώστα Φλώρο, ως ένα studio με έμφαση στην αρχιτεκτονική, το interior design και το product design. Μερικά χρόνια αργότερα στην ομάδα των partners προστέθηκε και η Μαρία Τσαυτάρη. Αυτή τη στιγμή το δυναμικό της εταιρείας απαρτίζουν 100 εργαζόμενοι σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. «Βλέπουμε πολύ θετικά και προτείνουμε την πεζοδρόμηση της Λεωφόρου Νίκης, που, σε συνδυασμό με την ολοκλήρωση του έργου του μετρό, θα διεύρυνε το κομμάτι της παραλίας, και θα βοηθούσε στην αποσυμφόρηση του κέντρου. Με περισσότερες φυτεύσεις κατά μήκος του πεζοδρόμου και με έναν γενικότερο σωστό σχεδιασμό, θα πετυχαίναμε μια πραγματική μεταμόρφωση του μετώπου της πόλης σε αυτό το κομμάτι. Ακόμα, χάρη και στην πεζοδρόμηση της οδού Αγίας Σοφίας, θα μπορούσε να ξεκινήσει η χάραξη και η κατασκευή νέων πολιτιστικών μονοπατιών, με σκοπό την ανάδειξη των μνημείων που υπάρχουν (π.χ. την Αψίδα του Γαλερίου, τη Ροτόντα, κ.ά.). Πρόκληση θα ήταν για εμάς και ένας ανασχεδιασμός μέρους της ΔΕΘ (που έχει ήδη ορθώς προγραμματιστεί), με σκοπό τη διαμόρφωση ενός πάρκου, το οποίο θα προσκαλεί το κοινό να περνά μέσα από αυτό για να περιπλανηθεί στην πόλη, αλλά και να περνά χρόνο σε ένα αστικό “greenscape”. Όπως και το Παλατάκι (Κυβερνείο) στην περιφέρεια του Δήμου Καλαμαριάς, που με πολλή αγάπη θα αναπαλαιώναμε, καθώς η ιστορία του κτιρίου σε συνδυασμό με την αρχιτεκτονική του και την τοποθεσία στην οποία βρίσκεται, το καθιστούν δυνητικά ένα σημαντικό πόλο έλξης πολιτιστικού χαρακτήρα. Όσο για τη γειτονιά γύρω από την οδό Ολυμπιάδος, η οποία είναι το κατώφλι για την Άνω Πόλη, ονειρευόμαστε επίσης επεμβάσεις τέτοιου τρόπου, ώστε να “κατέβουν” στοιχεία της Άνω Πόλης, που θα δημιουργήσουν μια καλύτερη και πιο ομαλή σύνδεση με το εμπορικό κέντρο».
Ο Σωτήρης Ευαγγέλου, σερ της ελληνικής γαστρονομίας, παρατηρεί τις κουζίνες της Θεσσαλονίκης
«Δεν θεωρώ πως υπάρχει μια συγκροτημένη σχολή θεσσαλονικιώτικης γαστρονομίας. Αυτό που συμβαίνει θα το αποκαλούσα ευτυχή συγκυρία, αφού όντως αυτή τη στιγμή στην πόλη υπάρχει ένας αριθμός από εστιατόρια και δημιουργούς που επεκτείνουν το θεσσαλονικιώτικο γαστρονομικό γούστο με τις ιδέες και τις ιδιοσυγκρασίες τους. Δεν είμαστε όμως σαν τους Ισπανούς ή τους Σουηδούς, πουμαθήτευσαν στη Γαλλία, είδαν πώς το κάνουν οι Γάλλοι σεφ και μετέφεραν το know how στα μέρη τους, δουλεύοντας και οι ίδιοι με τα τοπικά προϊόντα της γης και της ιστορίας τους. Η Θεσσαλονίκη έχει θάλασσα και πίσω της πεδιάδες, ο εύστροφος μάγειρας συνοδεύει το πιάτο του, το αφήνει να μιλάει από μόνο του, ενισχύει την εντοπιότητα και δουλεύει με εργαλείο την εποχικότητα. Θα χρησιμοποιήσω το παράδειγμα της χωριάτικης σαλάτας: σερβίρεται παντού και υπάρχει στους περισσότερους καταλόγους ανά τον κόσμο, αλλά μόνο εδώ θα τη φας με την ντομάτα, τη φέτα, την πιπεριά, την ελιά και το όπως πρέπει λάδι. Είναι και κάτι άλλο όμως που συνέβη κάποτε σ’ αυτή την πόλη και ρυθμίζει τον πήχυ και το μπόι του καθένα μας. Μιλάμε ακόμα για τον Κρικέλα, τον Στρατή, το Όλυμπος Νάουσα, παλιά μεγαλειώδη στέκια καλοφαγάδων. Οπότε νομίζω πως ο χρόνος και η ανάμνηση θα αποφασίσουν ποια από όλα αυτά τα εστιατόρια που τώρα συζητιούνται θα συνεχίσουν να υπάρχουν σε δέκα χρόνια από σήμερα. Μοναδικότητα, αυθεντικότητα, ιδιαιτερότητα και βαθιά γνώση ιστορίας απαιτείται. Πολλώ δε όταν οι τουρίστες που έρχονται εδώ επιθυμούν να γνωρίσουν τις τοπικές γαστρονομίες και όχι συνθήκες fine dinning». Ταπεινός, φιλοσοφημένος, αλέγκρος και αιώνια χαμογελαστός, ο Σωτήρης Ευαγγέλου, παρά τη μεγαλειώδη καριέρα του, δεν ξεχνά ποτέ πως γεννήθηκε στον Τύρναβο. Το γράφω αυτό με συγκίνηση και το αναφέρω με σεβασμό, γιατί ο μέντορας των περισσότερων σεφ της χώρας κατάφερε στην κάρτα του Μακεδονία Παλλάς και στις σπέσιαλ μεσημεριανές ή βραδινές μαγειρικές του να παντρέψει τα… απάντρευτα: πολλές φορές μέσα στο ξενοδοχείο έστησε σούβλες, κατσαρόλες και γούστα οικογενειακής ταβέρνας ή πεντανόστιμου αστικού οικογενειακού εστιατορίου γειτονιάς και ζήτω του που επέστρεψε ξανά στη Θεσσαλονίκη, επιλέγοντας, όπως μου εξομολογείται, «μια ζωή απέναντι από τη θάλασσα με τις φωτιές, τους καπνούς, τα κρασιά και τις μαγειρικές με ανθρώπινη υπόσταση προορισμένες για καλούς φίλους».
Στα πάρτι των Street Outdoors περνάς πάντα σούπερ!
Από το 2012, που πρωτοέσκασε το κινητό τους πάρτι, δεν υπήρξε ούτε μία φορά που να ακούσω τα σετ των Jiles John και Jose Ampa και να μην αποθεώσω τη σοφή μετρονομία τους, το κροσόβερ ηλεκτρονικό τους ρεπερτόριο, την ευκολία με την οποία μπορούν να μιξάρουν το «Blue Monday» των New Order ή το «Born Slippy» των Underworld με άφρο χάουζ, ντίσκο χάουζ, γκρούβι χάουζ. Φαν, υπέροχα παιδιά, ντίσκο διάθεση, και μόνο αγάπη για αυτούς τους δύο.
Οι Άγγελος Βάσσος (διευθυντής), Λεόντιος Παπαδόπουλος (αρχισυντάκτης) και Σάκης Γιούμπασης (φωτογράφος) φτιάχνουν το ωραιότερο free press της πόλης
Το CityMag είναι έγκυρο, μαχητικό, αισθητικά άρτιο και έξω καρδιά. Ζητήσαμε από τη δημιουργική του τριπλέτα ένα brief για την πόλη του σήμερα: «Η Θεσσαλονίκη είναι μια μεγαλούπολη-χωριό, η εντυπωσιακή γειτόνισσα της διπλανής πόρτας. Αυτό είναι ωστόσο, ταυτόχρονα, η δύναμη και η αδυναμία της πόλης. Γνωρίζεις ή είναι εύκολο να γνωρίσεις τους πάντες, κάτι που σου δίνει πρόσβαση στις πληροφορίες που χρειάζεσαι, για να αφηγηθείς τις ομορφότερες ιστορίες (αυτό είναι, εξάλλου, το νόημα της δουλειάς μας: είμαστε storytellers). Την ίδια στιγμή όμως αυτή η εγγύτητα, αυτός ο χαρακτήρας της πόλης ως αρκετά μεγάλης και πολύ μικρής ταυτόχρονα, τροφοδοτεί και μια τάση ομφαλοσκόπησης – όχι της αναγκαίας ματιάς στο μέσα μας, που θα μας επιτρέψει να προχωρήσουμε, αλλά μιας αέναης υπερανάλυσης, μιας αυτοαναφορικότητας η οποία μας απομακρύνει από τον κοσμοπολιτισμό που αποτελούσε ανέκαθεν συστατικό στοιχείο της Θεσσαλονίκης. Είναι αυτή ακριβώς η τάση που γεννά σε αρκετούς Θεσσαλονικείς μια σχεδόν αντανακλαστική γκρίνια, έναν “έρωτα” προς τη μιζέρια και την αυτολύπηση. Και είναι αυτή ακριβώς η τάση που ισοδυναμεί με πυροβολισμό στο πόδι της πόλης – μια τεχνητή “ομίχλη” που μας εμποδίζει να διακρίνουμε τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες. Δεν πιστεύουμε στις κατάρες ή στις ευχές. Πιστεύουμε στο όραμα που αποτυπώνεται σε σχέδιο και στο σχέδιο που γίνεται πραγματικότητα. Η Θεσσαλονίκη επιβάλλεται να επαναπροσδιορίσει τη θέση της σε έναν κόσμο που αλλάζει με ταχύτητες μεγάλες και τρόπο συναρπαστικό. Αν καταφέρει να δει τον εαυτό της ως πολύτιμο μέρος ενός συνόλου, θα μπορέσει όχι απλώς να εντοπίσει τα δυνατά της σημεία, αλλά να τα βάλει να δουλέψουν προς όφελός της. Και είναι αυτό ακριβώς στο οποίο παλεύουμε να συμβάλουμε με τη δική μας δουλειά».
Η Ισμήνη Τορνιβούκα, director of operation του TOR Hotel Group, ονειρεύεται την πόλη του αύριο
«Θα ήθελα να δω κίνητρα για εγκατάσταση περισσότερων εταιρειών στη Θεσσαλονίκη, περισσότερα επαγγελματικά συνέδρια, μια δυναμική ΔΕΘ. Τα λίγα που έχουμε αυτή τη στιγμή βοηθούν τρομερά στην επισκεψιμότητα της πόλης, όσο κρατάνε. Στο κομμάτι του leisure travel, θα ήθελα περισσότερες μεγάλες διοργανώσεις υπό την αιγίδα του Δήμου, με τη δυναμική του Gay Pride ή του Μαραθωνίου, αλλά και άλλου τύπου εκδηλώσεις που κρατούν για περισσότερες μέρες και γίνονται σημαντικός πόλος έλξης: Έχω στο μυαλό μου το παράδειγμα του χριστουγεννιάτικου Μύλου των Ξωτικών στα Τρίκαλα – γιατί όχι και στη Θεσσαλονίκη; Θέλω δυναμικά τα μουσεία μας, θέλω εκθέσεις, θέλω ένα δυνατό Φεστιβάλ Κινηματογράφου και Ντοκιμαντέρ με πλήθος εκδηλώσεων και, φυσικά, συντονισμένες προσπάθειες προβολής.
Η Θεσσαλονίκη είναι μια νεανική πόλη, γεμάτη φοιτητές και ζωή. Αυτή είναι και η ομορφιά της, ή μάλλον ένα μέρος της ομορφιάς της. Το πιο σημαντικό είναι οι επαγγελματικές ευκαιρίες που θα πρέπει να υπάρξουν στην πόλη, και πρώτα πρώτα για τους κατοίκους της».
Μερικοί λόγοι για να αγαπάς και να σέβεσαι τους Ta Toy Boy
Οι Γιώργος Μπέγκας (τραγούδι, πλήκτρα), Ηλίας Σμίλιος (κιθάρα) και Γιάννης Λιανόπουλος (μπάσο) παίζουν μια αγαπησιάρα, άπταιστη μελωδικολυρική indie pop, που στα δύο 12ιντσα τους με τίτλο «White» και «This Town» ραγίζουν και ξεριζώνουν καρδιές. Το σώμα χορεύει, τα πόδια θυμούνται τι έτρεχε κάποτε σε αυτήν την πόλη και η ψυχή νοσταλγεί εκείνη τη συναυλιακή Θεσσαλονίκη, πριν την ισοπεδώσει η τραπαρία με τους μάτσο γκάνγκστα από τον Εύοσμο και τις σλατίνες Πανοράματος. Αλλά παρ’ όλα αυτά, ορίστε οι Ta Toy Boy να θυμίζουν Θεσσαλονίκη, Μπρίστολ, Μάντσεστερ και Σέφιλντ. Έχουν ξεχάσει πού ακριβώς θέλουν να πάν’ και αυτό είναι που με συγκινεί.
Η Αλκμήνη Τριγωνάκη ράβει κορίτσια σικ και Θεσσαλονικιές κλασάτες
Ξεκίνησε να δημιουργεί made-to-measure φορέματα και γυναικεία μόδα το 1996 δημιουργώντας το δικό της ατελιέ στην Έδεσσα, αμέσως μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της στο σχέδιο μόδας στη Θεσσαλονίκη και τη μετεκπαίδευσή της με υποτροφία στο Μάντσεστερ. «Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη και περήφανη που το πρώτο μου ατελιέ στην Έδεσσα συνεχίζει όχι μόνο να λειτουργεί αλλά έχει εξελιχθεί σε ένα σημαντικό εργαστήριο παραγωγής των κολεξιόν μου στελεχωμένο από έμπειρες μοδίστρες που βρίσκονται δίπλα μου από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του. Καμαρώνω όμως και για το υπέροχο ατελιέ που έχουμε δημιουργήσει τα τελευταία δέκα χρόνια στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στο υπέροχο διατηρητέο κτίριο της Στοάς Μαλακοπή, που ήθελα να αποπνέει παριζιάνικο αέρα». Τα κατάφερε!
Αντρίγια Ζίβκοβιτς, γερά και η Τούμπα όλη προσκυνά
Από τους Αετούς της Λισαβόνας στον Δικέφαλο και από το καλοκαίρι του 2020, που ήρθε στη Θεσσαλονίκη από την Μπενφίκα, έως σήμερα, ο φαντεζί Σέρβος γκολεαδόρ ηγείται του ΠΑΟΚ του Λουτσέσκου, παρασέρνοντας μπροστά όλη την ομάδα. Τι είχες, Αντίγια, τι είχα πάντα: τεχνική, ταχύτητα, ρέντα και… πάνω τους! Σε μια περίοδο που οι Άραβες μοιράζουν χρήματα για να προσελκύσουν τους καλύτερους στα μέρη τους, η διοίκηση της Τούμπας κατάφερε να τον κρατήσει στη Θεσσαλονίκη μέχρι το 2027, τα σενάρια περί μετοίκησής του έπαψαν, και ιδού το πιο αγαπημένο παιδί της κερκίδας.
Ο Κώστας Καπετανάκης και η Μαρία Σμπίλη παρουσίασαν στο Λονδίνο άλλου είδους θεσσαλονικιώτικα κουλούρια και γύρους
Όταν ξεκίνησαν το Estrella πριν από δέκα χρόνια, δεν είχαν φανταστεί πως μια μέρα, καλεσμένοι του National Geographic Traveller, θα εκπροσωπούσαν τον Δήμο Θεσσαλονίκης στο Λονδίνο. Θεάρεστη αποστολή τους να κηρύξουν προς άπαντα τα έθνη το πώς μπορείς να απογειώσεις ένα φρεσκοψημένο κουλούρι Θεσσαλονίκης, χρησιμοποιώντας το ως βάση για αυγά σκραμπλ με παιλαιωμένη φέτα και ντοματίνια κονφί. Στο ίδιο φεστιβάλ, με τις πριγκιπικές γεύσεις των παγκόσμιων δρόμων να συναγωνίζονται η μια την άλλη, οι «Εστρελήδιδες» μαζί με τον σεφ τους Άρη Τσάβο παρουσίασαν μια νέα συνταγή φλάτμπρεντ με γύρο κοτόπουλο, κρέμα φέτα, ντομάτα, κρεμμύδι, μαϊντανό και μια πικάντικη σάλτσα από πιπεριές τσίλι που έχουν σαν βάση τον καφέ, και όλα αυτά σε χειροποίητη ζύμη κεφίρ. Τιμή και δόξα στο ντουέτο που έβαλε το street food και το brunch στη ζωή όλων μας.
Ο εικαστικός επιμελητής Γιάννης Αργυριάδης επιμελείται τις Βιτρίνες Τέχνης του ΟΤΕ
«Έχω τη χαρά να έχω την επιμέλεια των εκθέσεων στον χώρο Βιτρίνες Τέχνης ΟΤΕ στην Καρόλου Ντιλ εδώ και δεκατρία χρόνια. Λειτουργούν ως streetart, καθημερινά, στον καλύτερο χώρο της πόλης. Ο κάθε περαστικός μπορεί να δει, να απολαύσει, να κριτικάρει, και γιατί όχι, να εκπαιδευτεί από τα έργα που εκτίθενται 24 ώρες το 24ωρο. Ακόμα και αν περάσει αφηρημένα, πάντα κάτι εισπράττει. Στόχος μου στις Βιτρίνες είναι να φέρω τον δημιουργό και τον θεατή σε συναυτουργία, αφού ο ένας δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τον άλλο. Γνώμη μου είναι ότι πρέπει να κατεβάσουμε την Τέχνη στον δρόμο. Να “σκοντάφτει” ο κόσμος επάνω της. Πρέπει να κάνουμε την Τέχνη “οικογενειακή υπόθεση” στη Θεσσαλονίκη».
Ο συγγραφέας Λέων Ναρ παρατηρεί ψύχραιμα την πόλη
«Αγαπώ τη Θεσσαλονίκη για την ιδιοσυστασία της, κυρίως γεωγραφική και ιστορική, μου αρέσει που είναι και βαλκάνια και ευρωπαία. Επίσης, έχει κανείς τη δυνατότητα να δημιουργεί εδώ χωρίς να έχει την αίσθηση ότι κατοικεί σε μικρή πόλη (όσο κι αν ένα σωρό πράγματα σε αναγκάζουν να κατεβείς στην Αθήνα), αλλά τις τελευταίες δεκαετίες, με μικρές αναλαμπές, τα πράγματα δεν πάνε καλά. Η ποιότητα ζωής υποβαθμίστηκε συνολικά: θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να ενισχυθούν οι νησίδες πρασίνου στον αστικό ιστό της, κάτι να γίνει με το κυκλοφοριακό, ας ελπίσουμε ότι το μετρό θα περιορίσει το πρόβλημα. Το Πανεπιστήμιο θα μπορούσε να κάνει πιο δυναμική την παρουσία του και κάτω από τον άξονα της Εγνατία. Είναι πολλά που με προβληματίζουν. Με ενοχλεί η στασιμότητα, η έλλειψη αισθητικής, λείπει το όραμα, οι ευρηματικοί, καινοτόμοι κάτοικοί της έχουν περιοριστεί, πολλοί έχουν φύγει εδώ και χρόνια, η αστική της τάξη συρρικνώθηκε αισθητά».
Ο Διογένης Δασκάλου, αρχηγός των Monie & Monie Conniente, μουσικός, stand up comedian και ραδιοφωνικός παραγωγός, ραπάρει τον νταλγκά του
Τη Σαλονίκη δεν την αλλάζω γιατί είναι κοντά στα Σέρρας, έχει Λευκό Πύργο που θέλει ασβέστωμα, γκρινιάρηδες παντού, γοργόνα αδερφή του Μεγαλέξανδρου αντί για το τέρας του Λοχνές, χαμένη Ατλαντίδα που βρέθηκε και τη λέν’ Αμμουλιανή πολύ κοντά της, μπουγάτσα αντί για μιλφέιγ, σουτζουκάκηδες που μαλώνουν μεταξύ τους για το ποιος είναι ο πιο καλός και ένα μετρό που χρόνια τώρα περιμένω να περάσει να το πάρω. Για τους ίδιους λόγους, ένα μυστήριο πράγμα, τη μισώ απύθμενα, Θεσσαλονίκη η μόνη συμπρωτεύουσα σε όλο τον κόσμο… αφού αλλά!
Ο Γιώργος Ντόρας στο Cercle de Salonique έφτιαξε κατάσταση γουορχολική
Το πιο in crowd μπαρ του κέντρου της Θεσσαλονίκης αντλεί έμπνευση και νυχτερινή κουλτούρα από το ιστορικό Le Cercle de Salonique, μια κοινωνική λέσχη στην πλατεία Ελευθερίας όπου τα 150 μέλη της μαζεύονταν, από το 1892 έως το 1940, για να συζητήσουν και να διασκεδάσουν. Εξέχοντα μέλη ο τραπεζίτης Τζέκι Άμποτ και οι Αλατίνηδες.This was then, this is now. Στη σημερινή του αναβίωση, που θυμίζει κάτι ανάμεσα σε λονδρέζικη λέσχη και γουορχολικό Factory με μπαρόκ κουρτίνες, στο Le Cercle de Salonique του Γιώργου Ντόρα συμβαίνει κάτι μαγικό: σοσιαλάιζινγκ, συζητήσεις, ρεστοράν κάτω και χορός στους επάνω ορόφους, απίστευτο πλήθος κάθε βαλαντίου, κοινωνικής τάξης και κάθε σεξουαλικότητας, και ορίστε πώς ξανά στη Θεσσαλονίκη οι νύχτες ξαναπήραν μπρος με λόγο, ουσία και αιτία.
Η Κασσάνδρα Δημοπούλου είναι μια πανκ σοπράνο
Η μέτζο σοπράνο Κασσάνδρα Δημοπούλου με πτυχίο βιολοντσέλου από το Νέο Ωδείο Θεσσαλονίκης συνέχισε τις σπουδές της στην Ακαδημία Μουσικής και Θεάτρου της Στουτγάρδης, ολοκλήρωσε με σπουδές τραγουδιού και masters in arts στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου και από το 2005 έως και σήμερα εμφανίστηκε σε πρωταγωνιστικούς ρόλους σε συναυλιακούς χώρους στην Ευρώπη και στην Αμερική, με συμφωνικές, κρατικές, φιλαρμονικές και κάθε είδους ορχήστρα να τη συνοδεύουν σε λυρικά, μπαρόκ και οπερετικά ρεπερτόρια και ορατόρια. Το φετινό καλοκαίρι στο Μέγαρο, η Κασσάνδρα έδωσε μια συναυλία όπου, με το βιολοντσέλο, τη φωνή της και ένα πιάνο συνοδεία, μίξαρε Rolling Stones και Ψαραντώνη μαζί με τα συνήθη κλασικά του είδους της. Μίξη γκόθικ βασίλισσας, ισλανδικού ξωτικού και πανκ νταρκ λαίδης σοπράνο, η Κασσάνδρα μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα και τον κόσμο.
Δύο Χρήστοι, ο Πορτοκάλογλου και ο Σταυράκης, ένα μπαρ ρέστο, το Casablanca, και ιστορίες από την πάλαι ποτέ Λεωφόρο των Εξοχών
Πέντε καλοκαίρια πριν, το Casablanca social club άνοιξε στο 18 της Βασιλίσσης Όλγας ξαναδίνοντας λάμψη στην αναγεννησιακή έπαυλη που έχτισε το 1888 ο Γάλλος αρχιτέκτονας Φρεντερίκ Σαρνό για τον Γεώργιο Θέμελη. Ο μεγάλος κήπος του Λευκού Σπιτιού έφθανε ως τη θάλασσα. Μετέπειτα το οίκημα αγοράστηκε από τον Λεβή Μοδιάνο, το 1926 πέρασε στην οικογένεια Μιχαηλίδη, που το κατοικούσε μέχρι και τη δεκαετία του ’90, στη συνέχεια η βίλα γερνούσε, ώσπου ανακαινίστηκε από ιδιωτική τράπεζα. Ωστόσο, το team του Casablanca της χάρισε μια νέα ζωή. Η διώροφη κατοικία, ιδανικό παράδειγμα εκλεκτικισμού, κεραμοσκέπαστη, με εξώστη, ιωνικές κολώνες, αετώματα με μπαρόκ στοιχεία, είναι ένα εμβληματικό τοπόσημο για την πάλαι ποτέ Λεωφόρο των Εξοχών, τη σημερινή Βασιλίσσης Όλγας. Στη φωτογραφία βλέπετε μέρος της ομάδας: έξω αριστερά ο Χρήστος Σταυράκης, έξω δεξιά ο Χρήστος Πορτοκάλογλου και στο ενδιάμεσο το crew με τα καλύτερα κοκτέιλ, το σπέσιαλ φαγητό, τις καλύτερες λάουντζ, σόουλ και ποπ μουσικές και ένα από τα πιο ευγενικά σέρβις της πόλης.
Η Τένια Μενεγάκη είναι ψυχή του ανεξάρτητου εικαστικού χώρου Apodec
Το Αpodec δεν είναι ακριβώς μια γκαλερί με τον στερεοτυπικό όρο της λέξης. Είναι ένα σημείο συνάντησης, μια αφορμή επικοινωνίας και δικτύωσης. Με σημαία λοιπόν αυτή την εξωστρέφεια, δημιουργεί σχέσεις, παρουσιάζει πρώτα τους ανθρώπους και έπειτα την τέχνη τους. Μπορεί στον γεωγραφικό χάρτη να βρίσκεται στο σημείο Βεροίας 4, Θεσσαλονίκη, αλλά ενδιαφέρεται περισσότερο για τον τoπολογικό χάρτη που δημιουργεί με τις συνδέσεις του. Με τους ανθρώπους που κάτι άλλο κοινό τους ενώνει. «Η βάση στη Θεσσαλονίκη έχει δυσκολίες λόγω κλίμακας και ευκαιριών, ωστόσο αυτές ακριβώς οι συνθήκες κάνουν το έδαφος πρόσφορο για συνέργιες με κοινή αγωνία, ενθουσιασμό, έκπληξη και τελικά μια οικειότητα σχεδόν συνωμοτική για όσα μπορούμε τελικά να καταφέρουμε. Βασική δράση του Apodec είναι η σειρά εκθέσεων υπό τον όρο ΚΑΤΙ. Μια συνθήκη τόσο γενική όσο και ειδική όταν σκεφτεί κανείς ότι το “κάτι” μπορεί να γίνει “οτιδήποτε”. Κάθε 1,5 μήνα περίπου έρχεται ένα νέο ΚΑΤΙ ως μορφή επεισοδίου».
Ο Πάνος Ξυλαγκουρέλης έφτιαξε ένα καφέ πιο μικρό και από το Au Revoir της Πατησίων
Στη Θεσσαλονίκη υπάρχει μια τάση επιστροφής στα μικρά καφέ και το Amicale της Παύλου Μελά είναι ο ορισμός τους: μικράκι στο δέμας, αλλά με μια τετράμετρη σε ύψος ασπρόμαυρη αφίσα της Παρισινής Σανς Ελιζέ όπως απλώνεται από την Αψίδα του Θριάμβου μέχρι να συναντήσει την Ντεφάνζ. Το Amicale, la maisons du café είναι ένα στέκι όπου, αν στήσεις προσεκτικά αυτί, θα αποζημιωθείς για την αναμονή να περιμένεις να αδειάσει θέση στην μπάρα ή στα τραπεζάκια έξω του. Όλα τα τρέχοντα του Salonica talk of the town αλέθονται εδώ μαζί με τα χαρμάνια του Πάνου, που φτιάχνει έναν από τους εξαιρετικότερους εσπρέσο της πόλης, και τα απογεύματα χαλαρά απεριτίφ και σπίριτς. Τον Πάνο θα τον βρεις από νωρίς το πρωί μέχρι και τις 8 το βράδυ (αυστηρώς), το Amicale του είναι ένα καφέ που με συγκινεί σφόδρα. Πολλές φορές, καθισμένος εδώ, πιάνω τον εαυτό μου να νιώθει κουλαριστός όσο και κάποιες νύχτες περασμένων χρόνων στο Au Revoir της Πατησίων, κύριε.
Όλγα Δέικου, γιατί δεν φωτογραφίζεις Μεγαλέξανδρους, Ομπρέλες και βολταριστές στην παραλία;
Απαντά μια από τις πιο επιδραστικές φωτογράφους, που τα θέματά της για τη Θεσσαλονίκη σκοράρουν στο σύνολο του ελληνικού Τύπου: «Στις εικόνες μου προσπαθώ να προσεγγίζω την πόλη έτσι όπως θέλω να τη βλέπω εγώ, κινούμενη στους χώρους μιας άλλης Θεσσαλονίκης και σε γειτονιές όπου πρωταγωνιστούν άνθρωποι που εκτιμώ. Πιστεύω στο “repetition is a form of change” του Peter Schmidt και η αλήθεια είναι ότι πότε δεν με γοήτευσε φωτογραφικά η τουριστική πλευρά της Θεσσαλονίκης. Είμαι ο άνθρωπος που σπάνια θα περπατήσει κατά μήκος της Νέας Παραλία, ίσως δε ότι μεγάλωσα στη Φλώρινα να μου δημιουργεί ασυναίσθητα μια οικειότητα και μια έλξη για τα εδώ εξίσου χειμωνιάτικα, υγρά, γκρίζα και ομιχλώδη σκηνικά. Πάντα λειτουργώ με το ένστικτο όταν φωτογραφίζω και δεν με ενδιαφέρει καθόλου η καταγραφή του πορτοκαλιού ηλιοβασιλέματος απέναντι από τον κάτασπρο Όλυμπο. Και σε “άσχημες” γειτονιές έχει τα ίδια πορτοκαλί ηλιοβασιλέματα και τους ίδιους μπλε χειμώνες, ξέρεις, πέραν των καρτποσταλικών εγγραφών του κέντρου».
Ο Γιώργος Αλισάνογλου, ποιητής, λογοτέχνης, ψυχή του βιβλιοπωλείο Σαιξπηρικόν, δίνει τα συν και τα πλην
«Στη Θεσσαλονίκη μου αρέσουν κάποιες “κρυφές” γωνιές, σημεία της πόλης που διατηρούν ακόμη μνήμες και μυρωδιές από την πολυπολιτισμικότητα, το χαρμάνι, την ιστορία, το αποτύπωμα τόσων σπουδαίων γεγονότων που συνέβησαν όλο τον 20ό αιώνα. Μουσικοί –από ρεμπέτες μέχρι ροκ–, σημαντικοί συγγραφείς και ποιητές, πολιτικές και κοινωνικές ζυμώσεις, ανατροπές, η αρμονική συμβίωση τόσων ετερόκλητων φυλών, θρησκειών, ανθρώπων, σε μια πόλη-λιμάνι γεμάτη ορμή πίσω απ’ τα τείχη, σύγχρονη και μεσαιωνική μαζί. Κάτι ελάχιστο έχει μείνει σήμερα ως απόηχος εκείνης της πολυδαίδαλης τοπογραφίας. Σε αυτά τα σημεία ψάχνω, αναζητώ το νήμα της ιστορίας που τραβάω στο σήμερα, που πασχίζω να υπάρξω ως δημιουργός, άνθρωπος του βιβλίου, άνθρωπος που αγωνιά να υπάρξει και να αλλάξει ό,τι μπορεί να σωθεί από αυτή την πόλη-φάντασμα, γνωρίζοντας και βιώνοντας καθημερινά, τα τελευταία είκοσι χρόνια, μια μεταστροφή σε κάτι βάρβαρο, πολλές φορές χυδαίο, μια βρομιά και μια βαλτωμένη κατάσταση προς κάθε κατεύθυνση.
Θα πρέπει να δούμε και να επαναπροσδιορίσουμε όλοι τον ρόλο μας και το για ποια Θεσσαλονίκη μιλάμε αν θέλουμε να γίνει βιώσιμη αυτή η πόλη. Να βρεθούν λύσεις για ανάπτυξη και προώθηση, για ανάδειξη όλων αυτών των νέων που πασχίζουν, αγωνιούν να δείξουν κάπου αυτό που βγαίνει από μέσα τους, το ταλέντο τους στην επιστήμη, την πολιτική, την τέχνη, τη μουσική, τη λογοτεχνία, όμως δεν έχουν το μέσο, τον τρόπο να βγουν προς τα έξω, να προτείνουν, να ακουστούν. Εκεί νομίζω παίζεται το μεγάλο στοίχημα για μια άλλη Θεσσαλονίκη, πριν καταλήξουμε στο “Liberté ou mort” και πάρουμε κι εμείς τον δρόμο της μεγάλης φυγής… προς τα πού;».
Η Θεσσαλονίκη με τη ματιά του δημοσιογράφου Γιάννη Παπαδημητρίου
«Την τελευταία δεκαετία για οικογενειακούς λόγους μοιράζω τη ζωή μου ανάμεσα στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, είναι η τρίτη φορά που προσπαθώ να εγκατασταθώ μόνιμα. Η Θεσσαλονίκη αποτελεί μια εξαιρετική βάση για να γνωρίσει κάποιος τη Μακεδονία και τα Βαλκάνια, αφού σε μια ακτίνα 300 χιλιομέτρων βρίσκεις σημαντικά οικοσυστήματα, όπως οι Πρέσπες και το Δέλτα του Έβρου, σπουδαία εδάφη, σαν τον ναουσαίικο αμπελώνα, μαγικούς αρχαιολογικούς χώρους, άγνωστους για τους πολλούς, λόγου χάριν το Αρχαίον Δίον, μέχρι και πρωτεύουσες άλλων κρατών, π.χ. τη Σόφια. Κι ο κάθε τόπος εξ αυτών είναι το κάδρο που εξελίσσονται ενδιαφέρουσες ιστορίες ανθρώπων, με το πιο σύνθετο κάδρο να είναι εκείνο της Θεσσαλονίκης. Αναζητώ, λοιπόν, ιστορίες τοπικών κοινωνιών και ανθρώπων που θα εμπνέουν, θα έχουν διδακτικό χαρακτήρα και θα συμβάλλουν στον δημόσιο διάλογο, θα βοηθήσουν εν ολίγοις τον αναγνώστη να εμπλουτίσει τη σκέψη του. Η Θεσσαλονίκη δεν έχει συγγενή χαρακτηριστικά με την Αθήνα, οπότε δύσκολα θα έλεγε κάποιος ότι μοιάζει με την πρωτεύουσα. Από την άλλη, είναι αρκετά ανεπτυγμένη για να ισχυριστούμε ότι φέρνει περισσότερο στην ελληνική επαρχία, αν και ομολογουμένως, έχει έναν συγκαλυμμένο επαρχιωτισμό. Έχω την αίσθηση ότι είναι μια άλλη γη, ένα άχρονο σύμπαν, όπου όλα θα μπορούσαν να είναι αλλιώς όμως τίποτα δεν τα κινητοποιεί για να αλλάξουν. Θυμίζει από κείνες τις μοναδικές σχέσεις που καψουρεύεσαι, βρίθουν προοπτικών, τσιμπιέσαι για να καταλάβεις αν είναι αληθινό αυτό που ζεις, και τελειώνουν βίαια κι άδοξα. Και μετά σου μένει ένα μόνιμο παράπονο. Όμως η πόλη είναι μια μεγάλη ζεστή αγκαλιά, εδώ μοναξιά δύσκολα θα νιώσεις, οι κάτοικοί της είναι βαθιά φιλόξενοι και στοργικοί, σε φροντίζουν. Επίσης, λόγω μικρής κλίμακας, λειτουργεί ακόμη ο αυθορμητισμός, στήνεις παρέα στο πι και φι, δεν χρειάζεται να κλείσεις ραντεβού μια εβδομάδα πριν. Επίσης, είναι και η θάλασσα, μεγάλη υπόθεση η θάλασσα. Σου διατηρεί τον ορίζοντά σου ανοιχτό, δεν σε πνίγει, σε ταξιδεύει μακριά.
Και αν υποθέσουμε ότι αποδεχόμαστε την γκρίνια περί Αθήνας που εμποδίζει τον Βορρά να προκόψει, δικαιούται να γκρινιάζει, να παραπονιέται δηλαδή με μίρλα, εκείνος που έχει κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί και δεν τα κατάφερε λόγω ατυχίας. Στη Θεσσαλονίκη δεν συμβαίνει ακριβώς αυτό, η γκρίνια είναι μια παγιωμένη νοοτροπία στη λογική ότι φταίνε μονίμως οι άλλοι, και συγκεκριμένα το κράτος των Αθηνών. Αυτό βέβαια είναι θέμα στάσης και η στάση απέναντι στα πράγματα καθορίζει το παρόν και διαμορφώνει το μέλλον. Από εκεί και πέρα, πράγματι είναι μια παραπεταμένη πόλη, μια πόλη ανέκδοτο σχετικά με τις υποδομές. Οι εργασίες κατασκευής του μετρό ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 2006 με αρχικό χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης τα 6,5 χρόνια. Όλο το ανατολικό της μέτωπο, από το Παλατάκι μέχρι το νοσοκομείο Παναγία, ρημάζει κυριολεκτικά. Ο στόλος των λεωφορείων είναι σε κακό χάλι, προσβάλλει τον πολίτη. Να, κάπως έτσι ξεκινάει η ασταμάτητη γκρίνια που καταλήγει σε απελπισία».
Ο Νίκος Ράκκας και η Γεωργία Παπαδοπούλου είναι γεννημένοι εστέτ
Εκείνη, είναι η πιο into the groove δισκοθέτρια της Θεσσαλονίκης. Το καλοκαίρι έπαιζε στο Pikap της Ολύμπου, στο Αναψυκτήριο της Ρωμαϊκής Αγοράς και στο Τσιν-Τσιν της Ικτίνου. Με το που φθινοπώριασε, κάνει τα μαγικά της στα ντεκ του κόζι κλαμπ Le Cercle de Salonique. Εκείνος: ο πιο περιζήτητος creative director και window maker της πόλης, οκτώ χρόνια τώρα επιμελείται τις βιτρίνες του Attica, συντονίζει τις θεματικές διακοσμήσεις και ινσταλέισιον της Αγοράς Μοδιάνο, συνεχίζει να φωτογραφίζει για τις ανάγκες του non stop έργου τέχνης της ζωής του με τα Playmobil και επιμελείται αρτίστικα εντιτόριαλ μόδας και καμπάνιες, με πιο πρόσφατη αυτή για το γυαλιά Glass of Brixton. Ο Νίκος Ράκκας και η Γεωργία Παπαδοπούλου ήταν, είναι και παραμένουν χρόνια τώρα το πιο χιπ ζευγάρι της πόλης. Κανένας δεν διαφωνεί σε αυτό.
Οι Secret Postcards σώζουν την τιμή μιας κάποτε indie πόλης
Σε μιαν άλλη πόλη, μιαν άλλη εποχή και μιαν άλλη χώρα και, για να γίνω πιο συγκεκριμένος, στο Μπρίστολ της Αγγλίας από το 1987 έως το 1995 και όχι στη Θεσσαλονίκη του σήμερα, οι Secret Postcards με τέτοιο ήχο θα σκόραραν κατευθείαν στο ρόστερ της Sarah Records και σήμερα θα απολάμβαναν τη φήμη των Heavenly και των Field Mice. Ο Δημήτρης Βρακάς (κιθάρα), η Στέλλα Κουκούτση (κιθάρα, φωνητικά), ο Νίκος Κονδύλης (μπάσο) και ο Χρήστος Μουμτζής (τύμπανα) έχουν έναν ταγμένα κρυστάλλινο, indie pop και shoegaze ήχο που θα γούσταρε τρελά ο Άλαν ΜακΓκι των ένδοξων brit χρόνων της Creation. Για να διαπιστώσετε των λόγων το αληθές, εμπρός: το 7ιντσο βινύλιο τους Never Dreamind/Sweet Melody κυκλοφορεί από τη Make Me Happy Records (Ελλάδα) και τη γιαπωνέζικη Fastcat, ενώ τα ψηφιακά σινγκλ «Star September» και «My Ghost» μαζί με άλλα τέσσερα τραγούδια θα κυκλοφορίσουν σε μίνι LP από την Old Bad Habits.
Ο Κωνσταντίνος Τσιγαρός σχεδιάζει τη σειρά ρούχων K7
Το αρχηγείο του βρίσκεται στο 9-11 της Συγγρού, εκεί που στις αρχές του περασμένου αιώνα βρισκόταν η εμβληματική κατοκία του Μωυσή Αλλατίνη. Ιδού η φιλοσοφία της σειράς Κ7: βιωσιμότητα, κουλτούρα gender free και 7 ρούχα κατάλληλα και για τις 7 μέρες της εβδομάδας, φιλικά για κάθε περιβάλλον. Bowie-κώς άνετη και στιλάτη, η συλλογή του Τσιγαρού παίζει στον ρυθμό μιας «ντουλάπας για δύο»… So, let’s dance, put on your K7 and dance the blues! Επικεντρωμένη στα τρία χρώματα άσπρο, μαύρο και γκρι, η μόδα Κ7 είναι «αργή» και ξεκάθαρα φιλική προς το περιβάλλον, «αφού όλα τα ρούχα μου είναι σχεδιασμένα σε avatar και ραμμένα σε οικολογικά υφάσματα. Σε συνεργασία με την Athos Pallas P.C., ελληνική εταιρεία που παρέχει βιώσιμες λύσεις με το πλήρως ιχνηλατίσιμο ελληνικό βαμβάκι από τον σπόρο ως και τη βιτρίνα, η Κ7 χρησιμοποεί εικονικές τεχνολογίες επαυξημένης πραγματικότητας, εξοικονομεί νερό, δεν εκπέμπει άνθρακα και υποστηρίζει την τοπική ελληνική παραγωγή» λέει ο Τσιγαρός. Ό,τι πιο ποπ αλλά και κλάσικ έλεγκαντ καλοφόρετο παράγει στις μέρες μας η θεσσαλονικιώτικη μοδιστρική.
Αντώνης Βλαβογελάκης, Γιώργος Μπαντούκ Αποστολάκης: Θεσσαλονίκη-Φινλανδία συμμαχία!
«Ήταν πρωί τ' Αυγούστου (2022) κοντά στη ροδαυγή, όταν έστειλα, στον Γιώργο να ακούσει το draft του Instability για ένα δροσερό λαπωνικό feedback! Λίγες μέρες μετά ήρθε η τρομερή απαγγελία του. Ακολούθησε το Gazer με τη φωνή της Μυρτούς Στύλου όπου ο Bandoek έγραψε υπέροχες ονειρικές κιθάρες. Έναν χρόνο μετά ήρθε το Transition με μουσική/παραγωγή δική μου και στίχους και κιθάρες του Γιώργου, που, στις διακοπές στην Ελλάδα, εγκαινίασε και το νέο μου στούντιο τραγουδώντας το! Ελλάδα - Φινλανδία συμμαχία, ζήτω τα δίκτυα και η τεχνολογία!». O Antonis Vlavo από τη Θεσσαλονίκη και ο George Bandoek Apostolakis από τη Φινλανδία, στο Transition βαρούν ανελέητα: το ιλιγγιώδες ρυθμικό του αλλά και τα λόγια-απαγγελία μού φέρνουν στο μυαλό τους Public Broadcast Service, τους σκοτεινούς Madrugada των πρώτων ημερών, τους Nine Inch Nails και ακόμα πιο πίσω Killing Joke και λοιπά κοφτερά ποστ πανκ μαύρα άνθη. Αυτή είναι η παλιά Θεσσαλονίκη του Vlavo που θυμάται μια άλλη εποχή με «γκρίζους ορίζοντες, δραματικά ηλιοβασιλέματα, ξενύχτια με αγαπημένους καλλιτέχνες στον Μύλο, πρωινά με hangover και γέλιο μέχρι δακρύων σε περιοδικά και ραδιόφωνα. Σήμερα η πόλη σε ωθεί σε ταξίδια για να ξεφύγεις από αυτήν, μα να που πάντα γυρνάς γι’ αυτούς που αγαπάς» λέει ο Vlavo με την πασίγνωστη φωνή του ένεκα των διαφημιστικών που επιμελείται στην εταιρεία του, Greek Voiceover. Oρίστε και ο έτερος της ηλεκτροκιθαροσπεκτίβας τους, George Bandoek Αποστολάκης, απόδημος στη Λαπωνολάνδη: «H Θεσσαλονίκη μας δίδαξε πώς να ψαχτούμε μακριά της, σοφά μας έμαθε να ξέρουμε όλα αυτά που θέλουμε και όλα αυτά που δεν θέλουμε, γνωρίζοντας και η ίδια ότι πάντα έχει να μας δώσει κάτι που δεν μπορούμε να το βρούμε πουθενά αλλού».
Ο Δημήτρης Κοπαράνης θα είναι πάντα ένας Foodie Anarchist
Το 2014 δημιούργησε το πρώτο ελληνικό food viral. Το «Μπουγατσάν» του, τρανή ιδέα υβριδικής μίξης της τοπικής μερακλίδικης κουλτούρας της γλυκιάς μπουγάτσας με τη γαλλική και φινετσάτα βουτυρωμένη γεύση του κρουασάν, τον έβαλε μαζί με το Estrella στον Guardian και τους New York Times. Το 2017 το μπλογκ του, Foodie Anarchist, ψηφίστηκε σαν ένα από τα κορυφαία στον κόσμο. Όμως λίγο αργότερα ο Δημήτρης Κοπαράνης κάνει την έκπληξη. Ενώ μαγειρεύει επαγγελματικά στις κουζίνες από το 2011 κι έχοντας σπουδάσει Διοίκηση Τουριστικών Επιχειρήσεων, αποφασίζει να βγει από τον κύκλο. Παίρνει πτυχίο δημοσιογραφίας και ξεκινά να γράφει κείμενα με συνταγές μαγειρικής, κριτικές εστιατορίων και βιβλία. Το τελευταίο του έχει τίτλο «Foodporn, η συνταγή της επιτυχίας στα χρόνια του Instagram». Σήμερα είναι ένα περιζήτητο media content boy σε θέματα επικοινωνίας της γαστρονομίας, επιμελείται μενού για εστιατόρια και εταιρείες φαγητού και συνεχίζει να κινείται αθόρυβα και ταπεινά. Ρισπέκτ σε αυτόν που πρωτάνοιξε την πόρτα και η γευστική φήμη της Θεσσαλονίκης σαν πόλη των πιο τρελών πραγμάτων ξεχύθηκε στον κόσμο.
.
.
H Κωνσταντίνα Πανταζή είναι η δημιουργός της Dinara Records
Η Κωνσταντίνα, μια αναγνωρίσιμη φιγούρα της αλτέρνατιβ ροκ σίτι, κατάφερε να μαζέψει στη δισκογραφική της πράγμα που σπαρταράει: Slots, Tuflon, Chasing Bone, Bora Marx, Monofo. Σύντομα θα εκδόσει μια νέα βινυλιακή συλλογή με γκρουπ της Θεσσαλονίκης, σε λίγες μέρες θα κυκλοφορήσει τo νέο EP των Psychedelic Trips to Death, ενώ στα κοντά η Dinara Records θα ανοίξει και το φυσικό της κατάστημα και headquarter του label, για να μαζεύονται οι παρέες και να κυλάει ο τροχός.
Ο εικαστικός Θανάσης Δάπης βλέπει τα τρένα από Αθήνα να επιστρέφουν άδεια
«Πράγματα γίνονται, αν και πλέον οι γκαλερί που έχουν απομείνει είναι ελάχιστες, οπότε είναι δύσκολο για νέους καλλιτέχνες να βρουν εκπροσώπηση και χώρο για να εκθέσουν. Αυτή η έλλειψη γεννά την ανάγκη δημιουργίας πολυχώρων που θα δώσουν ευκαιρία στους νέους καλλιτέχνες. Μετά τον covid-19 βλέπω μια άνθηση σε τέτοιους χώρους, αλλά θα ήθελα και τα μουσεία της πόλης να στραφούν περισσότερο σε νεότερες γενιές καλλιτεχνών, παρά να ανακυκλώνουν τα ίδια και τα ίδια. Η αλήθεια είναι πως έχουν απομείνει λίγοι νέοι καλλιτέχνες στην πόλη σε σχέση με το παρελθόν. Για να εξελιχθεί η σκηνή της Θεσσαλονίκης θέλει να το παλέψεις εδώ, αν και επειδή τα βήματα που θα κάνει κάποιος είναι πάντα μικρά, γι’ αυτό και οι περισσότεροι κυνηγούν να πάνε στην Αθήνα. Από την Αθήνα, πάλι, δεν βλέπω κάποιον να έρχεται εδώ, οπότε…»
Δειτε περισσοτερα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού