Πολεις

Ο Γιώργος Ζαρζώνης φωτογραφίζει την άδεια Θεσσαλονίκη

One Different Way: Ο φωτογράφος που έγινε ο τέλειος σοκοκολατοποιός αποτυπώνει την ατμόσφαιρα της πόλης στην καραντίνα

Γιώργος Ζαρζώνης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Γιώργος Ζαρζώνης φωτογραφίζει την έρημη Θεσσαλονίκη εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού

7:30 - Λεωφόρος Νίκης
Η πόλη ξυπνάει· οι πολίτες της ακόμη κοιμούνται με μάτια ανοιχτά μέσα στο χρυσό κουτί τους. Ονειρεύονται την ασπρόμαυρη παραλία με χρώματα, με σώματα να αιωρούνται στην ευθεία που τη χωρίζει από το υδάτινο, αγαπημένο της στοιχείο. Αυτή η λιτή γεωμετρία της εικόνας μού θυμίζει Κυριακή και 15αύγουστο, μου θυμίζει το επόμενο πρωί από εκείνα τα ηρωικά ξενύχτια τα δεμένα με μεγάλες γιορτές, με τις θελκτικές κοπέλες να ισορροπούν πάνω στις γόβες στιλέτο ακολουθώντας τη δεξιά λωρίδα· με τη σερραϊκή κρέμα μπουγάτσα στο ένα χέρι και στο άλλο το μικρό γυαλιστερό τσαντάκι να κινείται αργά και ρυθμικά στο ύψος του ποδόγυρου.

© Γιώργος Ζαρζώνης

10:49 - Πολίτες
Από την παραλία με βήμα αργό έφτασα στη Διαγώνιο και διέσχισα την Παύλου Μελά. Πήρα διπλό εσπρέσο από το ζωντανό παντοπωλείο «Έργον» και με το κύπελλο στο χέρι βρέθηκα στην πλατεία Αγίας Σοφίας, με κλειδωμένο ναό στην πλάτη, τον πεζόδρομο ανοιχτό στα αριστερά μου να οραματίζεται τη θάλασσα και τον χιονισμένο Όλυμπο. Σε απόσταση μόλις δύο μέτρων, ίσα για να ακούω τον ψίθυρο τους, στάθηκα μπροστά στους τρεις, πολλοί γίναμε, Πολίτες του Μανώλη Τζομπανάκη, που διάβαζαν εφημερίδα σχολιάζοντας τα χθεσινά λόγια του Σίγμα Τσιόδρα.

© Γιώργος Ζαρζώνης

Ώρα 12:15 - Αγορές
Καπάνι, αγορά Βλάλη και Λαδάδικα· ερημιά! Οι επισκέπτες κρέμασαν τα άχρωμα παπούτσια πάνω από τα πλακόστρωτα. Τα συντριβάνια που στέρεψαν. Τα σκυλιά απολαμβάνουν την απουσία του κυρίου Κώστα, που τα 'διωχνε από τα τραπέζια με τους αλλόγλωσσους τουρίστες. Τα στόρια πέσανε, οι μικρές στοές φωτίζονται ελλειπτικά και μόνο ο Αρλεκίνος κράτησε χρώμα και χαμόγελο στο βουβό στενό του Ούζο Μέλαθρον.

© Γιώργος Ζαρζώνης

© Γιώργος Ζαρζώνης

© Γιώργος Ζαρζώνης

© Γιώργος Ζαρζώνης

© Γιώργος Ζαρζώνης

Ώρα 14:45 - Λευκός Πύργος/Ομπρέλες
Λευκός Πύργος και Ομπρέλες σε καραντίνα! Μολυσμένες εικόνες, νεκρές χωρίς ίχνος ζωής, χωρίς τους δρομείς, τους ποδηλάτες και τα χαρούμενα ζευγάρια που γοητεύουν το τσιμέντο.

© Γιώργος Ζαρζώνης

© Γιώργος Ζαρζώνης

Πέρασα κάτω από την απαγορευτική κορδέλα και τις φωτογράφισα για πρώτη φορά λειψές· σαν μακέτα που περνάει τον τελευταίο έλεγχο. Και με ένα σφίξιμο στα στήθη, έκανα δέκα βήματα πίσω και βγήκα ξανά έξω από τα μπλε όρια της παραλίας, που μένει ακόμη κυκλωμένη με τα σίδερα της Helexpo. Τη δείξαν κάποιες οθόνες με ένα εκατομμύριο Θεσσαλονικείς να βολτάρουν ανέμελοι, ίσως και ηλίθιοι σε φάση καραντίνας. Ένας τηλεφακός έστησε καλά το παραμύθι του, κατάφερε να κλείσει την παραλία και να στείλει περιπατητές και αθλούμενους στο δρόμο, αφήνοντας νεκρό έναν τεράστιο χώρο ψυχικής άσκησης. (Προσοχή: Το «ψυχική» δεν υποστηρίζεται από το SMS).

© Γιώργος Ζαρζώνης

Το είδα! Έχουν ανοίξει κάποιες τρύπες για διέλευση, αλλά για τον φόβο των Ιουδαίων τα κάγκελα είναι εκεί. Ο ιός γεννάει αλήθειες...

© Γιώργος Ζαρζώνης

Ώρα 16:54 - Εγνατία
«Με τσάκισε κι απόψε η Εγνατία με τα κεσάτια της...». Το έγραψε ο Χριστιανόπουλος και το απήγγειλα (θαυμαστικό!) φωναχτά στην ομώνυμη άφωνη οδό, τον φωτεινό αυτό αεροδιάδρομο που απογειώνει μνήμες.

© Γιώργος Ζαρζώνης

Και διέσχισα την Εγνατία κάθετα μέχρι την Παναγία Χαλκέων με το σταυροειδή εγγεγραμμένο τρούλλο, τα επάλληλα καμπύλα τόξα, τα αψιδώματα, τις κόγχες και τους ημικυκλικούς κίονες, μέχρι εκεί που τέμνει την Αριστοτέλους, με τις λίγες ανθρώπινες σκιές να βαδίζουν αργά ανάμεσα στους κίονες, ζωγραφισμένοι με λάδι και παστέλ, απόσπασμα του πίνακα "Κραυγή" του Edvard Munch...

Ώρα 18:55 & 19:59 - Πύργος Τριγωνίου (Αλυσίδας)

Και οι πιο γλυκές εικόνες της ημέρας:

Α. Η σκιά μιας κοπέλας που προσπάθησε με το κινητό της να κρατήσει την κίτρινη γραμμή του αεροπλάνου, να κρατήσει ζωντανό το όνειρο για το επόμενο ταξίδι, μακριά από τον πολιτισμό, ανάμεσα στους γηγενείς του Αμαζονίου που επέζησε, ή στο νησάκι Cayo Coco της Κούβας με κατάλευκη ψιλή άμμο και τα ρηχά, διάφανα νερά.

© Γιώργος Ζαρζώνης

Β. Δυστυχώς δεν έχει κίνηση η εικόνα με τα τρία κορίτσια πάνω στα τείχη, που χόρευαν κάτω από τον Πύργο της Αλυσίδας. Χόρευαν ανέμελα, φορώντας λευκές μάσκες στο κόκκινο φως, σαν ηρωίδες ενός καλοσχεδιασμένου βιντεοκλίπ!

Ώρα 20:22 - Κάστρα

Βρήκα ένα πέτρινο παγκάκι στα γκρεμισμένα τείχη που κυκλώνουν το Επταπύργιο. Εδώ ακριβώς ξοδεύω το απογευματινό μου SMS, αφού ανηφορισω από το σπίτι μου στο Τσινάρι, παρέα με τα τρία έξτρα κιλά, δώρο του ιού που θέλει να με κάνει χοντομπαλά σαν την αφεντιά του. Από εδώ βλέπω το κλείσιμο της μέρας, σε ένα μαγικό ηλιοβασίλεμα που ομολογώ ότι ανακάλυψε η ανάγκη μου για την έξοδο του έσω. Κόκκινο! Σαν όλα τα δισκοπότηρα του Όρους να χύθηκαν στην άκρη του ματιού. Και ζευγαράκια βλέπω εδώ να ονειρεύονται τη Σαντορίνη και κυρίες να αφήνουν ελεύθερα τα σκυλιά, την ώρα που ανάβουν το τελευταίο τσιγάρο της ημέρας. Και τον Άρη πετυχαίνω εδώ, το γυμναστή μου, που παραδίδει ανελλιπώς μαθήματα στον εαυτό του.

© Γιώργος Ζαρζώνης

© Γιώργος Ζαρζώνης

Ώρα 22:12 - Καμάρα
Μωβ! Μ' αυτό ντύθηκε η Καμάρα, φώτισε με θλίψη, έσπασε το μουντό κίτρινο και έτσι απλά έχασε τη σκιά της. Οι αμέτρητοι λευκοί της σκαλιστοί στρατιώτες παρατάχθηκαν με την εντολή της αστυνομίας, πήραν θέση μάχης πάνω στην θριαμβευτική αψίδα τυφλωμένοι από την ανάμειξη της έξαψης του κόκκινου και της ηρεμίας του μπλε. Έλαμψαν με μια επικήδεια χροιά, σαν την καθημερινότητά μας, αυτή που η σπείρα του χρόνου παγίδεψε στο μικρότερο κύκλο μας, τον βαθύτερα εσωτερικό μας. Τον έβαψε με το χρώμα της ψευδαίσθησης και του χαμένου μεγαλείου συγχρόνως. Αυτό λοιπόν το χρώμα μας έφερε αντιμέτωπους με τα λάθη, για τα μικρά και προσωπικά μιλάω, εκείνα που ήταν πάντα πεταμένα στο τελευταίο ράφι μιας νοερής βιβλιοθήκης.

Ώρα 00:01 - «Φτου και Βγαίνω...»
Και η εναλλαγή μέρας παύλα νύχτας έγινε και ξανάγινε. Και σταμάτησα να τις μετρώ. Συμμάζεψα χιλιάδες εικόνες, κομμάτια του εαυτού μου, του σαν από πάντα φωτογράφου, δοκίμασα δεκάδες καινούργιες συνταγές σοκολάτας για τις «Καινούργιες Μέρες», βόλεψα μικρά και μεγάλα αντικείμενα σε ένα σπίτι που άλλαξε τρεις φορές προσωπικότητα για να ξορκίσει την παράνοια του «ονειρικου» καθιστικού. Έζησα με ποπ κορν την τρέλα των ταινιών, αυτών που μετέτρεψαν το σαλόνι σε αίθουσα Odeon, με το παιχνίδι του καπνού στην οθόνη, αυτού που λάτρεψα πια σα σύντροφο...

© Γιώργος Ζαρζώνης

Και ήρθε το Πάσχα, με όλο το κρεσέντο της έντασης να σκάει σαν πυροτέχνημα πάνω από τα σκονισμένα μας κεφάλια. Ηρθε και έφυγε, σαν τελικό όριο στην όλη μας διαπραγμάτευση με τους απογευματινούς ήρωες της τιβί. Σαν το κρυφτό που παίζαμε σε μια άλλη ζωή. Σαν εκείνη την υπέροχη φράση: «Φτου και Βγαίνω...».