Πολεις

Μια βόλτα στο Μουσείο Καπνού στην Καβάλα

Εκεί που μαζεύτηκε η Ιστορία μιας πόλης, αλλά και της μισής Ελλάδας, της Μακεδονίας, Θράκης και Στερεάς, που μεγάλωσαν μέσα στην καλλιέργεια και επεξεργασία καπνού

Μανίνα Ζουμπουλάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Μανίνα Ζουμπουλάκη μας ξεναγεί στο Μουσείο Καπνού της Καβάλας.

Το Μουσείο στεγάζεται σε μια καπναποθήκη του 1960, στην Καβάλα, την πόλη που κάποτε ήταν «η Μέκκα του Καπνού»: ήταν γεμάτη καπναποθήκες και μοσχοβολούσε καπνό ως τα σίξτυς, κατά τους πιο αρχαίους, από τον 19ο αιώνα που άνθισε η καλλιέργεια, η επεξεργασία και η εμπορία καπνού στην περιοχή. Ο «μπασμάς», ή «καπνός ανατολικού τύπου», ήταν η εκλεκτή ποικιλία της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης από το 1820. Δεν πρόλαβα την Καβάλα ως Μέκκα, πόσο μάλλον του Καπνού – ήδη οι καπναποθήκες είχαν αρχίσει να κλείνουν από τα τέλη της δεκαετίας του ’60. Η πτώση ξεκίνησε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που μπήκαν τα (φθηνότερα, και πιο βιομηχανοποιημένα) αμερικάνικα καπνά στην Ευρωπαϊκή αγορά. Οι Πομάκοι στη Θράκη καλλιεργούν ακόμα την ποικιλία μπασμά για δική τους χρήση ή για περιορισμένο εμπόριο. 

Αυτά μου τα λέει η πολιτισμολόγος Κλεοπάτρα Χαλβατζόγλου. Ο Πρόεδρος του Ινστιτούτου Κοινωνικών Κινημάτων και Ιστορίας Κανού, Ιωάννης Βύζικας, έχει γράψει ένα τεράστιο, τρίτομο έργο με τίτλο «Καβάλα, η Μέκκα του Καπνού» − η ανάπτυξη, η άνθιση της πόλης, συνδέεται στενά με το καπνεμπόριο, και η μεγαλο-αστική τάξη της ήταν, βασικά, καπνέμποροι. Και το ένα έφερνε το άλλο: η οικογένεια του μπαμπά μας έφτιαχνε παστά ψάρια, κωνσταντινοπολίτικα, σε ωραία βιοτεχνία που έκλεισε μαζί με τα Σίξτυς − η παστή σαρδέλα ήταν το στάνταρ κολατσιό του καπνεργάτη και, όταν σταμάτησαν τα καπνά, έπεσε και η ζήτηση του αλίπαστου. Δεν το ανέφερα δηλαδή έτσι στο άσχετο το παστό, αλλά επειδή ήταν σχετικό με τον καπνό.

Το Μουσείο Καπνού έχει εργαλεία από τα 1800, τσεκρέδες (μαχαίρια), τάψες (τάβλες), γκιούμια (κανάτες), πινακίδες, εντυπωσιακό φωτογραφικό υλικό, κάδρα, δεμάτια, πακέτα και συσκευασίες καπνού, μηχανήματα,  πινακίδες καπνοπαραγωγών από την Κατερίνη, την Ξάνθη, την Κομοτηνή, τις Σέρρες, το Σιδηρόκαστρο, ακόμα και το Αγρίνιο. Έχω έναν φίλο από την Ελασσόνα που στα παιδικά του χρόνια δούλευε στα καπνοχώραφα, κι έναν ακόμα, από χωριό τις Βέροιας, που δούλευε στις καπναποθήκες, στις συσκευασίες καπνού. Υπήρχαν όλα αυτά μέχρι τη δεκαετία του ’70, αλλά όχι στην Καβάλα. Στο μουσείο της οποίας βλέπω και μια φωτογραφία της όμορφης συνδικαλίστριας Αναστασίας Καρανικόλα, «εκτελεσθείσα το 1936» κατά τη λεζάντα: το Καπνεργατικό ήταν από τα πρώτα μαζικά (εργατικά) κινήματα στην Ελλάδα − οι συνθήκες εργασίας στα καπνοχώραφα αλλά και στις καπναποθήκες ήτανε σκληρές...

Το Μουσείο Καπνού θα μεταφερθεί κάποια στιγμή στη Δημοτική Καπναποθήκη (από τις λίγες του 1910, που έχουν διατηρηθεί στην πόλη), στην Πλατεία Καπνεργάτη. Ως τότε, οι πολύ ενδιαφέρουσες συλλογές του στεγάζονται στην καπναποθήκη του Εθνικού Οργανισμού Καπνού, σχεδιασμένη από τον Λέανδρο Ζωίδη. Στο πωλητήριο του Μουσείου βρίσκεις βιβλία, ιστορικά συγγράμματα και αρωματικά σαπούνια από καπνό. Αν είστε από χωριό/κωμόπολη ή μεγαλούτσικος, μπορεί να θυμάστε ότι οι παππούδες έβαζαν καπνόφυλλα πάνω στις πληγές, για αντισηψία και για να σταματήσει η αιμορραγία. Και αν το θυμάστε έστω αμυδρά, κάντε μια βόλτα από το Μουσείο Καπνού.  

Κ. Παλαιολόγου 4, Καβάλα, 2510223344. www.tobaccomuseum.gr