Νεάπολη: Η γνωστή άγνωστη ιστορία της γειτονιάς
Life in Athens

Νεάπολη: Η γνωστή άγνωστη ιστορία της γειτονιάς

Τα «μυστικά» της περιοχής που «ζει» ανάμεσα σε Εξάρχεια και Κολωνάκι
125052-280643.jpg
Έλενα Ντάκουλα
ΤΕΥΧΟΣ 905
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Νεάπολη: Η ιστορία της γειτονιάς. Τα πρώτα σπίτια, τα ιστορικά κτίρια, οι κινηματογράφοι, τα θέατρα, τα σχολεία, οι εκκλησίες, τα σημαντικά πρόσωπα της περιοχής

Ο σημερινός περιπατητής της Νεάπολης –της ιστορικής, γοητευτικής συνοικίας που εκτείνεται από την οδό Ακαδημίας έως τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας και από τους πρόποδες του Λυκαβηττού έως τα Εξάρχεια– δύσκολα μπορεί να φανταστεί ότι αυτή ήταν κάποτε προάστιο της Αθήνας, «σχεδόν αποχωρισμένον από της κυρίας μάζης της πόλεως εξ’ ου και η ονομασία Νεάπολις και οδός Προαστείου!» (σημερινή οδός Εμμανουήλ Μπενάκη), όπως έγραψε ο συγγραφέας και περιηγητής Γ. Φλωμπέρ, κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα. Συχνά, η Νεάπολη επισκιάζεται από τα Εξάρχεια, αν και είναι αρκετά «μεγαλύτερη».

Όπως υποδηλώνει το όνομά της, αποτελούσε το πρώτο νέο αλλά αυθαίρετο τμήμα της πρωτεύουσας, έξω από τα όρια της παλιάς Αθήνας, με όριο την τότε οδό Βουλεβαρίου (σημερινή οδό Ακαδημίας). Έχει το προνόμιο να βρίσκεται ανάμεσα σε δύο πευκόφυτους λόφους, του Λυκαβηττού και του Στρέφη, αλλά και δίπλα σε σπουδαία δημόσια οικοδομήματα που αποτελούν τον πυρήνα της πνευματικής Αθήνας του 19ου αιώνα – την Τριλογία, το Πνευματικό Κέντρο, το κτίριο Κωστή Παλαμά, το Χημείο.

Τα πρώτα σπίτια εμφανίστηκαν γύρω στο 1850 και κατοικήθηκαν από νησιώτες οικοδόμους και τεχνίτες διαφόρων ειδικοτήτων οι οποίοι είχαν έλθει στην Αθήνα την περίοδο της ανοικοδόμησής της και δούλευαν στην ανέγερση των Ανακτόρων του Όθωνα, του Πανεπιστημίου Αθηνών, του Πολιτικού Νοσοκομείου (νυν Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηνών) και άλλων μεγάλων κτιρίων.

Επιθυμώντας έναν ναό για να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, εκείνοι οι πρώτοι κάτοικοι έκαναν έρανο, προκειμένου να συγκεντρώσουν χρήματα. Οι προσπάθειες δεν τελεσφόρησαν αλλά ευαισθητοποίησαν τον λόγιο Γ. Γεννάδειο, ο οποίος βοήθησε όχι μόνο οικονομικά, αλλά πρόσφερε και το οικόπεδο που βρισκόταν απέναντι από την οικία του. Έτσι, το 1846, άρχισε η ανέγερση του Ι.Ν. της Ζωοδόχου Πηγής, σε σχέδια του Δημήτριου Ζέζου. Για την αποπεράτωσή του, συνεισφέρανε σημαντικά ποσά, εκτός από τον Γ. Γεννάδειο πολλοί άλλοι Αθηναίοι, μεταξύ αυτών και η Ελένη Τοσίτσα.

Αρχικά, ο συνοικισμός έμοιαζε με χωριό, με στενά και ακανόνιστα δρομάκια που μερικά διατηρούνται ακόμη στην αρχική τους μορφή. Το 1865 εντάχθηκε στο σχέδιο πόλης, άρχισε να πυκνοκατοικείται, σκυροστρώθηκαν, αλλά και ανοίχθηκαν δρόμοι, όπως η οδός Πινακωτών (η σημερινή Χαριλάου Τρικούπη), η Ασκληπιού, η Ζωοδόχου Πηγής, η Μαυρομιχάλη, και άρχισαν ν’ αντιμετωπίζονται τα προβλήματα συγκοινωνίας, καθαριότητας και ύδρευσης.

Απ’ αυτήν τη γειτονιά δεν μπορούσε να λείψει το τότε δημοφιλές παιχνίδι του πετροπόλεμου που παιζόταν ανάμεσα σε παρέες διαφόρων συνοικιών. Όπως γράφει ο Αντ. Βερβενιώτης «... κάποτε εκατό περίπου έφηβοι και νέοι, από 14 έως 26 ετών, κάτοικοι της συνοικίας Νεαπόλεως, αντιμετώπισαν άλλους τόσους νέους της συνοικίας Βάθης και της περιοχής Ψυρή». Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ο πετροπόλεμος είχε πλέον σταματήσει και άρχισε ο προσκοπισμός που γνώρισε μεγάλες δόξες, μέσα από πάμπολλες δράσεις και εκδηλώσεις.

Το Πανεπιστήμιο, η ίδρυση και εγκατάσταση σχολών όπως της Νομικής (1880), του Πολυτεχνείου (1873) και του Χημείου (1890), κατέστησαν την περιοχή πόλο έλξης φοιτητών, καλλιτεχνών και διανοούμενων. Οι Η. Βενέζης, Ν. Γύζης, Κ. Καρυωτάκης, Σ. Μυριβήλης, Γ. Ξενόπουλος, Κ. Παλαμάς, Α. Προβελέγγιος, Ν. Σκαλκώτας, Γ. Χαλεπάς, Δ. Φιλιππότης, Τ. Μωραϊτίνης, Κ. Ταχτσής ήταν μερικοί από τους κατοίκους. Σε πολλά κείμενά τους γίνονται αναφορές και όμορφες, νοσταλγικές περιγραφές της περιοχής τα χρόνια που την έζησαν οι ίδιοι, είτε ως φοιτητές ή λογοτέχνες είτε μέσω των ηρώων τους.

Ο δε Γεώργιος Σουρής περιγράφει την τοποθεσία του σπιτιού του (Πινακωτών 15, σημερινή Χαριλάου Τρικούπη), με τους παρακάτω στίχους, πληροφορώντας ταυτόχρονα τους Αθηναίους για την εκεί μεταφορά των γραφείων της σατυρικής του εφημερίδας «Ο Ρωμιός»: «Ο Ρωμιός γνωστόν σας κάνω/πως στο σπίτι μου ανέβη/στην Νεάπολιν επάνω/κι από τούδε συνορεύει/με ξενοδοχείον Ξύδη, δύο στο λάδι τρεις στο ξύδι, με Χημείον, με μία μάνδρα/με μεγάλ' οικοδομή/μία χήρα δίχως άνδρα/ πούταν άλλοτε μαμή».

Οι φοιτητές από την επαρχία «έπιαναν κάμαρα» στη Νεάπολη, όπου ζούσαν είτε σαν εργένηδες είτε σαν οικότροφοι σε δωμάτια σπιτιών αθηναϊκών οικογενειών, τα οποία ήταν επιπλωμένα με τα απολύτως απαραίτητα. Συχνά ήταν και τα ειδύλλια μεταξύ των φοιτητών και των θυγατέρων των σπιτονοικοκυρών.

Όπως διαβάζουμε στα «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου» του Γ. Δροσίνη, ένα τέτοιο δωμάτιο νοίκιασε ο Κωστής Παλαμάς όταν πρωτοήλθε στην Αθήνα. «Κάτω κατοικούσεν η νοικοκυρά με τις δύο κόρες της κ' ενοίκιαζε το απάνω σε φοιτητάς, που τους βολούσε γιατί είχαν κοντά το Πανεπιστήμιο. Το απάνω χωρίζουνταν σε δύο μεγαλουτσικες κάμαρες: από τη μία περνούσαν στην άλλη. Στην κάθε κάμαρα δύο παλιά σιδερένια κρεβάτια με στρώματα αχυρένια κ' ένα μαξιλάρι. Σεντόνια και σκεπάσματα τα φέρναν όποιος ενοικίαζε την κάμαρα. Δύο τρεις μισομαδημένες ψάθινες καρέκλες στην κάθε κάμαρα και δύο τραπεζάκια καφενείου συμπλήρωναν την επίπλωση. Παράταιρη πολυτέλεια στα δύο παράθυρα: μπερντεδάκια λινά καλοκεντημένα, εργόχειρα βέβαια των κοριτσιών της νοικοκυράς. Νιπτήρας πουθενά! Για να νιφθούν έπρεπε να κατέβουν στο κάτω πάτωμα, με όποιον καιρό κι όποιαν ώρα. Και το απαραίτητο για κάθε σπίτι, ήτο σε μία γωνιά της αυλής, της άστρωτης και γεμάτης νερά μπουγάδας και κουτσουλιές κοττών. Σωστό γυφταριό κατά τη λαϊκή φράση».

Η Νεάπολη ήταν και η συνοικία των ειδυλλίων, και οι ρομαντικοί νεαροί εκδήλωναν τα αισθήματά τους με ραβασάκια και καντάδες, οι οποίες ακουγόντουσαν κατά κόρον τα βράδια στα ήσυχα δρομάκια, παρ’ όλο που κυριαρχεί η άποψη ότι η αθηναϊκή καντάδα ήταν συνυφασμένη μόνο με την Πλάκα. «Ελάτε με πιο ελευθερία στη συνοικία της Νεαπόλεως, όπου ο Μέγας Παν της νυχτερινής καντάδας δεν απέθανε ακόμη και ίσως δεν θα πεθάνει ποτέ, όσο θα υπάρχουν καρδιές που θα πονούν», γράφει ο Δ. Λαμπίκης. Ο πιο διάσημος δε απ’ αυτούς τους κανταδόρους, ο Νικ. Μοσχονάς, διέπρεψε αργότερα σαν λυρικός καλλιτέχνης στη Νέα Υόρκη.

Ο μεγάλος αριθμός φοιτητών, καθηγητών και ανθρώπων των γραμμάτων και τεχνών που κατοικούσαν εκεί, είχε ως επακόλουθο το άνοιγμα πολλών βιβλιοπωλείων, εκδοτικών οίκων, καθώς επίσης και καφενείων που δεν λειτουργούσαν μόνο ως χώροι αναψυχής, καφέ, πρέφας ή μπιλιάρδου, αλλά και για συζητήσεις (πολιτικές και μη), διάβασμα εφημερίδων, απαγγελίες ακόμη και... καβγάδες (Μαύρος Γάτος, Σοφός Κοραής, Το καφενείο του Καρατζά, Το καφενείο του Μπανίκα).

Ιδιαίτερη μνεία αξίζει ο Μαύρος Γάτος (στο υπόγειο ενός διώροφου κτιρίου στη συμβολή Ασκληπιού & Ακαδημίας, πλάι από το σπίτι του Παλαμά), η φήμη του οποίου είχε φτάσει εκτός συνόρων μια και υπήρξε ένα από τα πιο γνωστά φιλολογικά στέκια της Αθήνας. Παλαμάς, Βάρναλης, Σικελιανός, Παράσχος ήταν μερικοί από τους τακτικούς θαμώνες του.

Αξίζει να αναφερθεί ότι στην οδό Μαυρομιχάλη λειτούργησαν για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα τα γραφεία της εφημερίδας Καθημερινή, μέχρι που καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια των Ιουλιανών (1920), μαζί με το σπίτι της οικογένειας του Γ. Βλάχου, όπου στεγάζονταν.

Κινηματογράφοι όπως το ιστορικό θερινό Σινέ Νεάπολις (Ασκληπιού & Βαλτετσίου) που λειτουργούσε από το 1929 έως το 1976, Τα Παναθήναια (από το 1928), καθώς και θέατρα (Θέατρο Νεαπόλεως, Θέατρο Πευκάκια, Θέατρο των Κωμωδιών, Θέατρο Ολύμπια) δεν μπορούσαν να λείπουν από την περιοχή την οποία συχνά αποκαλούσαν «Quartier Latin» των Αθηνών.

Αγαπημένο στέκι των κατοίκων της περιοχής ήταν η Ταβέρνα του Γιαμπάνη, στο ισόγειο του αρχοντικού της οικογένειας Εμπειρίκου (Ζωοδόχου Πηγής & Σόλωνος 14). Άλλες ταβέρνες που μεσουράνησαν πριν αλλά και μετά τον Π΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν Η Χαβάη, Ο μπεκρής κόκορας, Το εστιατόριο του κυρ-Φιλίππου (όπου έτρωγε ο Ξενόπουλος), ο Φώντας, η Κληματαριά. Η επωνυμία Αι δύο καρδιαί του καπηλιού του κυρ-Θωμά, θύμιζε στους Αθηναίους την ιστορία του ερωτευμένου ζευγαριού, του Μιμίκου και της Μαίρης, που αυτοκτόνησαν πέφτοντας από την Ακρόπολη ο ένας μετά τον άλλον.

Αρκετοί άνθρωποι του θεάματος πέρασαν ένα διάστημα της ζωής τους στη Νεάπολη, όπως ο Δ. Μυράτ, η Λίντα Άλμα, ο Γ. Μιχαλόπουλος, το ζεύγος Τσαγανέα, η Ε. Λαμπέτη. Η τελευταία μάλιστα βίωσε εκεί μια φρικτή εμπειρία όταν κατά τα Δεκεμβριανά σκοτώθηκε από αδέσποτη σφαίρα η μητέρα της, ενώ έραβε στη ραπτομηχανή της στο ισόγειο του ιδιόκτητου σπιτιού τους, στην οδό Ασκληπιού 132 & Διγενή Ακρίτα.

Εκτός από φοιτητές και ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, στη Νεάπολη διατηρούσαν την οικία τους και πολιτικοί, όπως ο επί 7 φορές διατελέσας πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης (1832-1896). Το σπίτι του, όπου έμενε για 13 χρόνια με την αδελφή του Σοφία, ήταν ένα ημιτριώφορο, με μεγάλη πρόσοψη, στη συμβολή των οδών Μαυρομιχάλη & Ακαδημίας 54. Λέγεται ότι για ένα μικρό διάστημα σε διαμέρισμα πολυκατοικίας στη συμβολή των οδών Αραχώβης & Ασκληπιού, έμεινε ο Ανδρέας Παπανδρέου με τη μητέρα του Σοφία Μινέικο.

Στη Νεάπολη υπάρχουν ιστορικά σχολεία, μερικά εξ αυτών είναι πρωτοποριακά από αρχιτεκτονικής πλευράς, όπως το 14ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών στα Πευκάκια, έργο του Δ. Πικιώνη (1932), ή το σχολικό συγκρότημα της οδού Κωλέττη (εκεί στεγάζεται το 35ο Δημοτικό), αντιπροσωπευτικό δείγμα του μοντερνισμού, σε σχέδια του Νικ. Μητσάκη (1932). Από τα πρώτα σχολεία της συνοικίας ήταν το τότε 2ο Δημοτικό της οδού Μεθώνης (εκεί σήμερα στεγάζεται το εστιατόριο Άμα Λάχει).

Στο πρώην κτίριο της Γερμανικής Σχολής (Οκτ. Μερλιέ & Πρασσά), στεγάστηκαν τα άλλοτε Ε’ Γυμνάσιο Αρρένων & Ε’ Γυμνάσιο Θηλέων, μέσα στα οποία φοίτησαν σημαντικές προσωπικότητες του κοινωνικού, πολιτικού και πολιτιστικού βίου της χώρας (Γ. Γαΐτης, Κ. Ταχτσής, Σ. Ξαρχάκος, Μ. Πλέσσας, Α. Αλεξανδράκης, Γ. Φέρτης, Καίτη Χωματά, Ειρήνη Παππά, Λίντα Αλμα κ.ά.).

Ένα από τα γνωστά ιδιωτικά σχολεία της Αθήνας, η Ιόνιος Σχολή (έτος ίδρυσης 1908), λειτούργησε μέχρι το 1961 στην πρώην οικία του Διδασκάλου του Γένους και καθηγητή του Πανεπιστημίου Γ. Γενναδίου (Ακαδημίας & Ζωοδ. Πηγής). Το κτίριο κατεδαφίστηκε το 1972 και στη θέση του οικοδομήθηκε το μέγαρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Στο σημείο εκείνο είχε στεγαστεί στα τέλη του 19ου αιώνα, για ένα μικρό διάστημα, η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή.

Σημείο αναφοράς της Νεάπολης είναι ο μεγαλοπρεπής ναός του Αγίου Νικολάου, στα Πευκάκια. Για την ανέγερσή του κινητοποιήθηκαν οι κάτοικοι της περιοχής, πρωτοστατούντος του καθηγητή της Ριζαρείου Σχολής Ι. Μεσολωρά. Το 1887 παραχωρήθηκε μεγάλη δημόσια έκταση και άρχισε η κατασκευή ενός μικρού ναού που θα κάλυπτε τις άμεσες ανάγκες των πιστών και αργότερα θα κτιζόταν ένας «περικαλλής ναός, ανάλογος των αναγκών και των χριστιανικών πόθων των κατοίκων της αθηναϊκής αυτής συνοικία», σε σχέδια των Γερ. Μεταξά και Αν. Μεταξά. Η θεμελίωση του μεγάλου ναού έγινε τον Μάιο του 1889 και στα επίσημα εγκαίνια (1895) παρέστησαν οι βασιλείς και ο υπουργός Παιδείας.

Τα κτίρια, νεοκλασικά, προπολεμικά –οι οκέλες–, μεσοπολεμικά και μοντέρνα αφηγούνται την οικιστική και αρχιτεκτονική διαδρομή της συνοικίας, αλλά και της νεότερης Ελλάδας γενικότερα. Μέσα απ’ αυτά διαφαίνονται οι αξίες, η παράδοση και ο πολιτισμός που τα δημιούργησε, αλλά και η ασέβεια, η αδιαφορία, η έλλειψη κουλτούρας αυτών που κατοίκησαν ή κατοικούν σε αυτά. Οι μουντζούρες με σπρέι πάνω σε πολλά κτίρια είναι ένα μικρό παράδειγμα απάθειας και έλλειψης σεβασμού.

Περπατώντας στους δρόμους και τα δρομάκια της Νεάπολης, της συνοικίας με τα πολλά νεοκλασικά, αρκετά εκ των οποίων έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα, ο διαβάτης εντυπωσιάζεται από την πολυγλωσσία των αρχιτεκτονικών ρυθμών, αλλά και τα κατάλοιπα της αστικής ζωής που ξεπηδούν από αρκετά εγκαταλελειμμένα ή μισογκρεμισμένα σπίτια, μάρτυρες μιας άλλης εποχής.

Κτίρια ανακαινισμένα ή μη, φαίνεται ν’ ασφυκτιούν ανάμεσα στις ψηλές, αδιάφορες πολυκατοικίες των δεκαετιών του ’50 και του ’60, ενώ όσα είναι ανακαινισμένα και βρίσκονται το ένα δίπλα στο άλλο, όπως στις οδούς Παπατσώρη ή Ερεσσού, έχοντας επίγνωση της ομορφιάς τους, απολαμβάνουν καμαρώνοντας τα γεμάτα θαυμασμό βλέμματα που προκαλούν.

Τα χαμηλά κεραμοσκεπή σπίτια, με τα ακροκέραμα, τις αυλές γεμάτες λουλούδια, σαν την «ωραία μπαξάνα που έριχνε ακατάσχετα νέα κλωνάρια, σκέπαζε την αυλή κάθε άνοιξη με τ’ αμέτρητα μπουκέτα της και μοσχοβολούσε όλη η οδός Ερεσσού», όπως την περιγράφει ο Στρ. Μυριβήλης, σπανίζουν πλέον και περνάνε στην προφορική παράδοση της πόλης, μέσα από κείμενα ή αφηγήσεις ανθρώπων που έζησαν εκεί. Και ο Κώστας Αθάνατος σημειώνει ότι «Περισσότερο από κάθε άλλη γειτονιά θρηνεί την εξαφάνισι της παληάς ζωής η Νεάπολις». Το χρώμα της φοιτητικής γειτονιάς, της κοιτίδας της αμεριμνησίας και της νεότητας, των ειδυλλίων, των καντάδων και των σεβντάδων, έχει χαθεί ανεπιστρεπτί.

Αλλά ακόμη και έτσι, η βόλτα στον πεζόδρομο Πρασσά με τα πράσινα παρτέρια, τα κυπαρίσσια της Γαλλικής Σχολής στο πλάι και τον φόντο τον τρούλο του Αγίου Νικολάου,  στην ήσυχη οδό Δαφνομήλη, στα ανηφορικά δρομάκια με τα ονόματα αυτοκρατόρων του Βυζαντίου που οδηγούν στον περιφερειακό του Λυκαβηττού, στα βιβλιοπωλεία, στα παλαιοπωλεία, στα μικρά γουστόζικα μαγαζάκια, στα παρεΐστικα στέκια, προσφέρει μια υπέροχη γεύση της ρομαντικής ατμόσφαιρας του χθες που προσπαθεί να τρυπώσει δειλά δειλά στο σήμερα.

Info: Aπό 5 Μαρτίου 2024 θα φιλοξενηθεί στην Ελληνοαμερικανική Ένωση ιστορική και εικαστική έκθεση με τίτλο Νεάπολις, «κοιτίς αμεριμνησίας και νεότητος» που παρουσιάζει η Ελληνοαμερικανική Ένωση σε συνεργασία με τον Σύλλογο των Αθηναίων. Την έκθεση επιμελούνται ο δημοσιογράφος Νίκος Βατόπουλος και η ιστορικός τέχνης Ίρις Κρητικού. Εγκαίνια: Τρίτη 5 Μαρτίου 2024, ώρα 19:30, στις γκαλερί της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης (Μασσαλίας 22).

Νεάπολη, Οδός Ερεσσού 50
Νεάπολη, Οδός Ερεσσού 50

Νεάπολη, Οδός Ερεσσού 50

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Αθάνατος Κώστας, «Ταξείδι στην παλιά Αθήνα», εκδ. Δήμος Αθηναίων, Πολιτισμικός Οργανισμός, Αθήνα, 2001
  • Άννινος Μπάμπης, «Αι Αθήναι του 1850. Εντυπώσεις δύο Γάλλων περιηγητών. Μάξιμος Δυκάν - Γουσταύος Φλωμπέρ», εκδ. Εκάτη, Αθήνα, 2006
  • Βερβενιώτης Αντώνιος, «Η ΑΘΗΝΑ ΤΟΥ 1900»,  έκδοση της Βερβενιωτείου Σχολής, Αθήνα 1963
  • Γιοχάλας Θανάσης - Καφετζάκη Τόνια, «Αθήνα - Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία», εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα, 2013
  • Καιροφύλλας Γιάννης, «Η ωραία Νεάπολις και τα παρεξηγημένα Εξάρχεια».  Εκδ. ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ, Αθήνα, 2002
  • Καιροφύλα Γ.Κ. - Φιλιππότη Σ.Γ., «Αθηναϊκό 2010», Εκδ. ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ, Αθήνα 2010
  • Κυδωνιάτης Σόλων, «Αθήναι παρελθόν και μέλλον Τόμος Α'», εκδ. Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων, Αθήνα, 1985
  • Λαμπίκης Δημήτρης, «Απ’ όσα βλέπουμε στην Αθήνα», εκδ. Οίκος Βασιλείου, Αθήνα, 1931
  • Μυριβήλης Στρατής, «Το γαλάζιο βιβλίο», εκδ. Εστία, Αθήνα, 1939

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

Εδώ  &  Εδώ

Δειτε περισσοτερα