Life in Athens

Ψάχνοντας για σύνορα

Η σιωπηλή μάχη που καθημερινά λαμβάνει χώρα πίσω από το δημαρχιακό Μέγαρο στην οδό Αθηνάς δεν είναι σε καμία περίπτωση τυχαία

Τάκης Καμπύλης
ΤΕΥΧΟΣ 333
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Θα μπορούσε να πει κανείς πως η σιωπηλή μάχη που καθημερινά λαμβάνει χώρα πίσω από το δημαρχιακό Μέγαρο στην οδό Αθηνάς δεν είναι σε καμία περίπτωση τυχαία: το επιβλητικό κτίσμα βασανίζεται από τον ίδιο ιό, ενδημικό στην ευρύτερη περιοχή. Το ίδιο το Μέγαρο είναι και δεν είναι δημαρχείο, εφόσον σχεδόν το σύνολο του μηχανισμού του δήμου βρίσκεται εδώ και χρόνια στη Λιοσίων. Το ίδιο ασαφές καθεστώς ισχύει και για την απέναντι πλατεία, ακόμη γνωστή ως «Κοτζιά» παρότι εδώ και περίπου 20 χρόνια έχει μετονομαστεί σε «Εθνικής Αντίστασης» (σ.σ. εδώ που τα λέμε…).

Η πλατεία ήδη «γέρνει», πόσο μάλλον αν δεν υπήρχε το δημαρχιακό Μέγαρο. Η εμβληματική παρουσία των κεντρικών κτιρίων της Εθνικής Τράπεζας στην απέναντι, νοτιοδυτική πλευρά μετατοπίζει το βάρος προς τη Σοφοκλέους παρά τη μεγάλη απώλεια του Χρηματιστηρίου. Η Εμπορική Τράπεζα παραμένει εκεί, και η Κεντρική Αγορά συνεχίζει να ελπίζει σε μια καλή καθημερινή κίνηση. Αλλά… Διασχίζοντας την Αθηνάς στο ύψος του Δημαρχείου κι έχοντας στην πλάτη τον πλούτο των τραπεζών, ο αέρας αλλάζει. Μόνο η πρόσοψη του Δημαρχείου περισώζει κάτι από τον άερα της πλατείας Κοτζιά. Ακόμη και μερικά περίπτερα στην άλλη πλευρά είναι διαφορετικά, έχουν μικρότερη ποικιλία βασικών εμπορευμάτων από αυτά στο απέναντι πεζοδρόμιο επί της πλατείας. Εκεί, στο πλάι και πίσω από το δημαρχιακό Μέγαρο, ο κόσμος είναι πιο πολύπλοκος, πιο μπερδεμένος. Στις πρασιές, ακόμη και στα σκαλοπάτια από την πίσω είσοδο, από νωρίς συνωστίζονται όλο και περισσότεροι εξαρτημένοι. Οι πιο πολλοί σε κακά χάλια. Απλώνουν στη πρασιά, ή το απόγευμα στα σκαλοπάτια, το κουτάκι από το αναψυκτικό, στερεώνουν τα δέοντα, ανακατεύουν τη σκόνη και φεύγουν, μένοντας εκεί γύρω μέχρι το ξημέρωμα.       

Ο κόσμος της ηρωίνης πιέζει καθημερινά αυτή την πλευρά της Αθηνάς, απέναντι από την Κοτζιά. Η εικόνα του τείνει να γίνει τόσο καθημερινή, που σχεδόν θεωρείται αυτονόητη η συμμετοχή του στη ζωή και την ταυτότητα της περιοχής. Μαζί του αυτός ο κόσμος φέρνει και άλλους «παρίες», ακόμη πιο εξαθλιωμένους, άστεγους με ψυχιατρικά προβλήματα ή αλκοολικούς, ή ό,τι άλλο εδώ και χρόνια απορρίπτεται στην ανθρώπινη «χαβούζα» στα ενδότερα πρός Βάθη και Λιοσίων. Ακίνητοι για ώρες μετανάστες και βιαστικές Αφρικανίδες συμπληρώνουν το σκηνικό της μάχης. Την ίδια ώρα, στην ίδια περιοχή φαίνεται να ξαναεπιστρέφει μια παλιά χρήση: Τα ταβερνάκια στη Σοφοκλέους, ακόμη και στην πολύ δύσκολη Ευριπίδου, άντεξαν όλα αυτά τα χρόνια και μάλλον η πίτα μεγάλωσε ώστε να περισσεύει και για καινούργιους. Το ταβερνάκι πίσω από το δημαρχιακό Μέγαρο, στο στενό δρομάκι, περίπου απέναντι από ένα κατάστημα κατεψυγμένων, κι αυτό με τη σειρά του απέναντι από ένα «ξενοδοχείο», συνθέτουν τη μάχη σε μικροκλίμακα. Στο ένα πεζοδρόμιο στέκεται ακίνητος επί ώρες ένας ψηλόλιγνος Αφρικανός με κατακόκκινα μάτια και στο άλλο ένας μικρός μαυροπίνακας περιγράφει το μενού της ημέρας. Μέσα στο ταβερνάκι, πολλές φορές οι υπάλληλοι του δημαρχείου ή και από τις Τράπεζες θα συμπέσουν με τα κορίτσια από το «ξενοδοχείο».

Πόσοι κόσμοι;  Ώρα να ’χει κανείς να μετράει. Οι συμβολισμοί, δυστυχώς ή ευτυχώς, έχουν πάντα κάποια σημασία. 

Για παράδειγμα, στην πολύ κοντινή πλατεία Κοτζιά το κράτος είναι σχεδόν υπερβολικά παρόν. Κάμποσοι ένστολοι της ΕΛΑΣ και της δημοτικής αστυνομίας με μηχανές και περιπολικά κάνουν σαφή τα όρια της μάχης. Ο δρόμος προς τις τράπεζες είναι κλειστός. Παρότι εκεί, πίσω από το δημαρχιακό Μέγαρο, η μάχη δεν έχει ακόμη κριθεί. Τουλάχιστον όσο ο ήλιος είναι ψηλά. (Το βράδυ η περιοχή πρέπει να θεωρείται χαμένη για την πόλη. Αδιάβατη, επικίνδυνη, παραβατική.) Διότι στη διάρκεια της μέρας, η περιοχή δείχνει όχι μόνο σημεία αντοχής αλλά και ανάκαμψης. Η συγκυρία αποδεικνύεται ευνοϊκή και για έναν ακόμη λόγο. Στην άλλη άκρη του λεγόμενου αθηναϊκού κέντρου, όχι πολύ μακριά, στην Αγίου Κωνσταντίνου, χαμηλά προς τις εξόδους της πόλης, θα στεγάζεται πλέον ένα πολιτικό κόμμα, αρκετά ζωντανό και δραστήριο, η Δημοκρατική Αριστερά. Μπορούμε να συμφωνήσουμε πως η παρουσία του κόμματος στη συγκεκριμένη περιοχή θα είναι, αν μη τι άλλο, θετική για την περιοχή. Το κέντρο έχει ανάγκη από νέες χρήσεις, που θα το διατηρούν ζωντανό κατά τη διάρκεια της μέρας και ασφαλές (για όλους) κατά τη διάρκεια της νύχτας. Η συχνή, καθημερινή νέα παρουσία κάμποσων δεκάδων κομματικών στελεχών, δημοσιογράφων και μελών θα ενισχύσουν τη δημόσια εικόνα της περιοχής και πιθανώς θα ανταμείψουν τους επιχειρηματίες που θα επενδύσουν στην παρουσία αυτή της μικρής αλλά δυναμικής αγοράς.

Γνωρίζω πολλούς, όλο και περισσότερους, που δείχνουν σκεπτικισμό στα μεγάλα σχέδια. Αλλά αυτές οι μικρές καθημερινές μάχες είναι άλλη συζήτηση: μπορούν να αποδειχτούν σημαντικές, αν κερδηθούν. Αν τα όρια μιας ζωντανής και ασφαλούς (για όλους) πόλης δεν συρρικνωθούν κι άλλο.

Τα δύο νέα στοιχεία σ’ αυτή την καθημερινότητα της πόλης είναι γνωστά: Οι «300» απέναντι (και από τον ισχυρό συμβολισμό) του Πολυτεχνείου και τα δύο κλειστά ξενοδοχεία των επιχειρήσεων Δασκαλαντωνάκη στην Ομόνοια. Η παρουσία των πρώτων θα διαρκέσει (έμμεσα) πολύ περισσότερο απ’ όσο θα μετρηθεί, το ίδιο πιθανώς θα συμβεί και με την απουσία των δύο ξενοδοχείων.