Life

Ψων@ρες

Ζουν ανάμεσά μας

Γιώργος Μπάκας
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Εκεί στο δίκτυο, όπου όλοι έχουν λόγο για όλα, κάποιοι διεκδικούν το δικαίωμα μέσω καθημερινών αναρτήσεων να αυτοπροσδιορίζονται «ειδικοί», «επαΐοντες», «γνώστες» και «μύστες». Σκανάρουμε τις φυλές των «κριτικών». Στην πραγματική ζωή μπορείς να τους πεις και «ξερόλες».

Τάσος Κριτι-Κάκκος: Ο Τάσος Κριτι-Κάκκος ασκεί το επάγγελμα της διαιτησίας και του προπονητή από τότε που ψυλλιάστηκε πως το πρωτάθλημα είναι στημένο, τα κοράκια πουλημένα και οι παίχτες όλοι ανίκανοι, άχρηστοι και τσουτσέκια που ξενυχτάνε κάθε βράδυ με μοντέλες στα μπουζούκια! Οι ώρες που διαιτητεύει/προπονεί είναι ώρες κοινής φασαρίας, κατ’ επέκταση μπορεί να προσφέρει στους γείτονες δωρεάν μαθήματα ύβρεων και λέξεων βγαλμένων από την κουλτούρα των γηπέδων όπως: μαρμίτα, αστραχάν, χέλι, τσουρουκάδες, ρούκουνες, άμπαλος, ασχετίδηδες, γκαντεμόσαυρος, λακαμάς κ.α. Θεωρεί τον εαυτό του πιο σπουδαίο και από τον Μουρίνιο ή τον Κολίνα, παίζει στα δάχτυλα το Football Manager και, αν δεν λοξοδρομούσε επαγγελματικά, θα γινόταν ένας τιτανοτεράστιος γκολτζής. Το πιο δυσάρεστο στην όλη υπόθεση είναι πως το ταλέντο του ως διαιτητή και προπονητή επηρέασε σε ανησυχητικό βαθμό την καθημερινή του ρουτίνα. Στην καφετέρια: «Μαλάκα, αυτή η σερβιτόρα είναι πιο αργή και από τον Κατσουράνη. Ρε φρόκαλο, τρέχα λίγο πιο γρήγορα». Στο φανάρι: «Κόκκινο! Τι κόκκινο, ρε γελοίε σηματοδότη! Πίσω από τη γραμμή της διάβασης ήμουν!». Στις δημοτικές εκλογές: «Ποιον Κακλαμάνη, μωρέ, δεν μπορεί να πάρει τα πόδια του το παλτό. Τράβα τον Μιχελάκη αριστερά πίσω να καλύψει το αμυντικό κενό, προώθησε Βορίδη, βάλε Μιχαλολιάκο να κόβει αντεπιθέσεις και έχεις μπροστά Σπηλιωτόπουλο να σου πετάξει το γκολάκι». Μολονότι ο Τάσος είναι υπέρ της βίας, ειδικά όταν προέρχεται από αυτόν και προορίζεται για τους οπαδούς της αντίπαλης κερκίδας, αρνείται να πάει στο γήπεδο για να μην πιαστεί στα χέρια με ιμιτασιόν Κριτι-Κάκκους.

common people, athens voice


Ιούλιος Ροδόλφος Βελλερεφόντης: Αν στο παρελθόν περνιόταν για καπετάνιος που κατηύθυνε τους σινεφίλ προς τον σωστό κινηματογραφικό προορισμό, σήμερα ο Ιούλιος μοιάζει με ρακένδυτο ναυαγό που στέλνει τις κριτικές του μέσα σε μπουκάλια, μπας και τις ανακαλύψει κάποιος αναγνώστης και τις διαβάσει. Κι αυτό γιατί η έλευση του διαδικτύου γέννησε αμέτρητους ψευτοκουλτουριάρηδες που «ξέρουν από σινεμά» και μπορούν να κάνουν εξίσου καλές anal-ύσεις (αναλύσεις του κώλου), να σε φλομώσουν με κενούς εντυπωσιασμούς και επιδεικτικές αναφορές στο μορφωτικό τους υπόβαθρο. Η έλευση του διαδικτύου γέννησε αμέτρητα κινηματογραφικά portals, όπου μπορείς να ενημερώνεσαι ακόμα και για το πώς να φτιάχνεις τα Courtesan au Chocolat του Mendl’s από το «Grand Budapest Hotel». Η έλευση του διαδικτύου μας απάλλαξε από τα υστερικά, υπεροπτικά και ξερολίστικα παραληρήματα των αυθεντιών που κατακεραυνώνουν μεγάλους σκηνοθέτες, μόνο και μόνο για να αποδείξουν στους μικρόνοες ότι δεν χαρίζονται σε κανέναν. Η έλευση του διαδικτύου μας θύμισε πως υπάρχουν ωραίοι μάγκες και αξιοπρεπείς σινεφίλ με χομπίστικα blogs που συνεχίζουν την παράδοση της παλιάς καλής σχολής των ακομπλεξάριστων κριτικών (βλ. Ραφαηλίδη, Ακτσόγλου), που δίδασκαν και ανέλυαν τον κινηματογράφο πάνω σε φιλοσοφικά πινάκια. Η έλευση του διαδικτύου μας απάλλαξε από εκείνη την ανυπόφορη αμηχανία που αισθανόμασταν όταν νοικιάζαμε τσόντες από το βιντεοκλάμπ… Όχι, άλλο ήθελα να πω. Α, ναι! Αν γνωρίσεις τον Ιούλιο, σίγουρα θα σου διηγηθεί μια ρομαντική παιδική ιστορία για το πώς μυήθηκε στον μαγικό κόσμο της Έβδομης Τέχνης. Κοίταξέ τον με ενθουσιασμό και φώναξε: «Μη μου πεις! Είσαι εκείνο το μικρό αγόρι από το “Cinema Paradiso!” Και έλεγα ποιον μου θυμίζεις…».

common people, athens voice


Τζον Πιλίδης: Βρίσκεσαι σε ένα εστιατόριο. Έρχεται το γκαρσόνι, σερβίρει και κοιτάζει τα πιάτα στο τραπέζι σου εξεταστικά. Χαϊδεύει το μουσάκι του και λέει: «Λοιπόν, χορτοκεφτέδες. Η γεύση δεν θα σας ενθουσιάσει. Είναι ελαφρώς πικροί και λίγο ανάλατοι. Οι κροκέτες παρμεζάνας, αδύναμο πιάτο. Η γεύση τους δεν είναι ούτε πικάντικη ούτε τραγανή. Τα μανιτάρια κάτι λένε, αλλά θα μπορούσαν να είναι καλύτερα γαρνιρισμένα!». Ρε άνθρωπε, μπροστά το έχω το πιάτο μου, τι με ενδιαφέρει η άποψή σου; Θα φάω και θα μάθω! Όκεϊ, το πήγα λίγο από τον περιφερειακό, μπαίνω στο προκείμενο. Μπορεί ο Τζον Πιλίδης να είναι βαθιά καλλιεργημένος μουσικά (για τον εαυτό του), να έχει περάσει ώρες ατέλειωτες ακούγοντας μουσική (για τον εαυτό του), να έχει δει εκατοντάδες συναυλίες (για τον εαυτό του), όμως πόσο σε ενδιαφέρει η άποψή του για έναν δίσκο τον οποίο μπορείς να τον ακούσεις αυτοστιγμεί από δεκάδες διαφορετικά μέσα (Youtube, Spotify, Rhapsody κτλ κτλ) και να κρίνεις μόνος σου αν θα σου αρέσει; Πέρα από τα αστεράκια και την ενημέρωση μιας νέας κυκλοφορίας, τι σε ενδιαφέρει η υπεραναλυτική ειδημοσύνη του, που συνήθως χαρακτηρίζεται από μια επιτηδευμένη αυστηρότητα και από μια ξινίλα ψευτοκύρους γεννημένου μέσα σε έναν μικρόκοσμο μεγαλουχημένων γκουρού της μουσικής; Κατακρημνισμένος από τον θρόνο του εν έτει 2014, ο Τζον Πιλίδης ανατρέχει με νοσταλγία στις εποχές που εξαρτιόσουν από τη γραφίδα του πριν θυσιάσεις το υστέρημά σου για την αγορά ενός δίσκου. Τις εποχές που γινόταν πρωταγωνιστής των κειμένων του, διαμορφώνοντας το μουσικό τοπίο και τις πωλήσεις της αγοράς. Τις εποχές που η ιδιότητά του είχε αναγνώριση και αμύητες γκομενίτσες υποκλίνονταν στα τέσσερα, όταν ξεκινούσε τις αναφορές σε ψαγμένες underground μπάντες και σε σπάνιους δίσκους της τεράστιας συλλογής του.

common people, athens voice


Ανώνυμος Τι-μωρός: Δύσμορφο, αποκρουστικό, ανώνυμο πλάσμα της νύχτας! Με ένα ελαφρύ μουγκρητό για να αναγγείλει την είσοδό του στο διαδίκτυο, εισβάλλει σε forums, blogs και portals! Αγγίζει με τα φολιδωτά του χέρια το ποντίκι και το πληκτρολόγιο και χαμηλώνοντας το απαίσιο κεφάλι του βγάζει αηδιαστικούς ήχους φρίκης και λαιμαργίας. Αφού ελέγξει τα διάφορα άρθρα, τις αναρτήσεις και τα topics, ξεκινά μια επίπονη δοκιμασία των αντοχών και της ψυχραιμίας των συνομιλητών του. Θρασύδειλος, συμπλεγματικός και φοβικός, ο Ανώνυμος Τι-μωρός αντιλαμβάνεται το διαδίκτυο σαν μέσο εκτόνωσης της πίεσης και των νεύρων του, αγνοώντας πως η αντικοινωνική του μιζέρια τον τραβάει βαθύτερα στα έγκατα της δυστυχίας και της μοναξιάς. Θα καταθέσει τις συντηρητικές ή ακραίες απόψεις του, θα επιπλήξει, θα απειλήσει, θα πετάξει λάσπη και θα ξοδέψει το βράδυ του αναλύοντας φαιδρά επιχειρήματα σε άνευ ουσίας ζητήματα. Ανεξάρτητα αν ηδονίζεται στη σκέψη πως οι χρήστες του διαδικτύου τσιμπάνε και ασχολούνται μαζί του, αρκεί ένα αρνητικό τους σχόλιο για να του στερήσει τον ύπνο και να τρέμει σαν παρανοϊκός, επιζητώντας άμεση εκδίκηση! Η ανωνυμία, θείο δώρο του διαδικτύου σε μοχθηρά και χαιρέκακα τρωκτικά σαν τον Τι-μωρό, προσφέρει μοναδικές πικρόχολες στιγμές, αλλά και δυσεπίλυτα προβλήματα στην καθημερινότητά τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που κάνουν παραγγελίες φαγητού ανώνυμα και μένουν νηστικοί όλο το βράδυ. Που συμπληρώνουν αιτήσεις εργασίας ανώνυμα και μένουν άνεργοι σε όλη τους τη ζωή. Που τηλεφωνούν με απόκρυψη και δεν τους σηκώνει το τηλέφωνο κανείς. Που τηλεφωνούν χωρίς απόκρυψη και πάλι δεν τους σηκώνει το τηλέφωνο κανείς.

common people, athens voice


Τηλεχάνιμπαλ Λέκτωρ: Αγοράζεις μια τηλεόραση, τοποθετείς μια κεραία στην ταράτσα, βάζεις τη συσκευή στην πρίζα και δεν περνάς καλά. Πού το περίεργο; Ο Τηλεχάνιμπαλ Λέκτωρ έχει αφιερώσει τη ζωή του στον σχολιασμό της επικαιρότητας μέσα από τηλεοπτικές εκπομπές που μισεί, ειδήσεις που σιχαίνεται, talk shows που τον αναγουλιάζουν και ριάλιτι που του κάνουν τα νεύρα ναυτικούς κόμπους. Με το τηλεκοντρόλ στο χέρι ξεκινάει να μουρμουρίζει χριστοπαναγίες, καταφέρεται εναντίων των μανάδων των παρουσιαστών και μόλις πάρει μπρος αρχίζει να σιχτιρίζει την οικονομία, τα σπρεντ, τους πιστοληπτικούς οίκους, τις ξένες αγορές. Μαλώνει με τη Μέρκελ, με τον Πάγκαλο, με τον Άδωνι, ώσπου να του γυρίσουν τα λαμπάκια, να σηκωθεί από τον καναπέ αναψοκοκκινισμένος και να επιδοθεί σε ένα αυτιστικό μανιακό ζάπινγκ. ΚΛΙΚ: «Άντε μωρή τσατσόγρια, έχεις γίνει σαν τραβεστί με όλες αυτές τις πλαστικ…». ΚΛΙΚ: «Δες έναν μαλάκα που νομίζει ότι έχει πιάσει τον παπά από τα α***δια». ΚΛΙΚ: «Α ρε Τρεμοπρετεντέρηδες, που νομίζετε ότι ο Έλληνας τρώει κουτόχορτο…» ΚΛΙΚ: «Μιλάν όλοι, μιλάν κι οι κώλοι! Κάτσε κάτω, ρε τροϊκάνε βλάκα, σταδιάλα, γελ...» ΚΛΙΚ: «Πώς βρέθηκε στο 4 αυτό το κωλοκάναλο, εδώ είχα το Star Channel!» ΚΛΙΚ: «Σιωνιστικές νυφίτσες, έχετε καταστρέψει όλον τον κόσμο!». Το πρόβλημα χρίζει ψυχιατρικής βοήθειας, δεν είναι αστείο. Έχω δει Τηλεχάνιμπαλς να πετάνε τηλεοράσεις από το μπαλκόνι, να τις σπάνε με τσεκούρια ή να πετάνε με δύναμη στην οθόνη μπίρες, τασάκια και πεθερές. Έχω δει Τηλεχάνιμπαλς να φοράνε στις τηλεοράσεις κουστούμια και μετά να τις πιάνουν από τον γιακά, έτοιμοι για φασαρία. Έχω δει Τηλεχάνιμπαλ Λέκτωρς να κάνουν κεφαλοκλείδωμα στις τηλεοράσεις τους φωνάζοντας «παραδίνεσαι;» ή να κλείνουν τη λειτουργία τους και να φωνάζουν «Σ’ άρεσε;», «Πώς σου φάνηκε αυτό;», «Τι έχεις να πεις τώρα; Δεν μιλάς, ε;».

common people, athens voice


Ιβ Σεν Λουκριτίκ: Δεν είναι πολύ γελοίοι όλοι εκείνοι οι ετερόφυλοι που το παίζουν μάτσο, άντρακλες και περπατάνε, μιλάνε ή πίνουν το ουίσκι τους με ύφος «γαμάω και δέρνω» επιδεικνύοντας μια υπερβολική αρρενωπότητα, συνοδευόμενη από μπόλικο σεξισμό; Συμφωνείς φαντάζομαι πως είναι. Δεν είναι πολύ γελοίοι όλοι εκείνοι οι ομοφυλόφιλοι που νιαουρίζουν σαν γατούλες, κουνιούνται σαν χαβανέζικο διακοσμητικό αυτοκινήτου και όλη η συμπεριφορά τους αποπνέει μια παρατραβηγμένη γελοιογραφική θηλυκότητα; Διαφωνείς φαντάζομαι, καθώς είμαι άλλο ένα προσβλητικό ομοφοβικό καθίκι που δεν σέβομαι τη διαφορετικότητα των άλλων, αναμασώ αρνητικά στερεότυπα, ενισχύω ηθικά ταμπού της κοινωνίας, μπλα μπλα μπλα... Καθρεφτάκι. Ο Ιβ Σεν Λουκριτίκ, λοιπόν, είναι ένας τέτοιος θηλυπρεπής γκέι, ο οποίος ρίχτηκε χωρίς φόβο και πάθος στο κυνήγι των ονείρων του. Ήτοι, να αποκτήσει μία θέση σε μεσημεριανό τηλεοπτικό μαγκαζίνο αναλύοντας τρέσες, εσώρουχα και κυτταρίτιδες. Έπειτα από δεκαετίες επιστάμενης ανάγνωσης περιοδικών lifestyle, κατάφερε να αποκτήσει το γνωστικό υπόβαθρο για να κριτικάρει τις ενδυματολογικές προτιμήσεις των τηλεσελέμπριτι και να γίνει διάσημος για τα εύστοχα και σπιρτόζικα σχόλιά του πάνω σε χρωματικούς συνδυασμούς, κοσμήματα, χτενίσματα και 12ποντες γόβες («δεν ταιριάζουν, χρυσό μου, με την πλισέ φουστίτσα, πώς να το κάνουμε;»). Με καλιαρντά που θα έκαναν τον Πετρόπουλο να σηκωθεί από τον τάφο του και να κρατήσει σημειώσεις και με μια παροιμιώδη χολή, ο Λουκριτίκ αναλαμβάνει καθημερινά τη δημόσια διαπόμπευση των κακόγουστων κυριών της σόουμπιζ. Κάθε θετική κριτική στις στιλιστικές τους επιλογές είναι ένα μπόνους προς την επιτυχία, γι’ αυτό και όλες φροντίζουν να τον αποζημιώσουν στο επόμενο gala party της κοσμικής Αθήνας, παρούσης της τηλεοπτικής κάμερας.

common people, athens voice