Life

Ο κόσμος των ανθρώπων

Υπάρχει άραγε μία αλλαγή προς το «χειρότερο» στα κοινωνικά πράγματα; Βαδίζουμε στ’ αλήθεια προς έναν νέο Μεσαίωνα;

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Άνθρωπος και σκιές σε μαύρο φόντο

Πόσο άσχημοι είναι οι καιροί μας, και πόσο σκοτεινοί; Μάλλον όχι και τόσο όσο νομίζουμε, και όσο πείθουμε τον εαυτό μας ότι είναι.

«Πού πάμε;» «Η κατρακύλα δεν έχει τελειωμό». «Γυρίσαμε στον Μεσαίωνα». «Έχουμε ξεφύγει». Αυτά και άλλα πολλά παρόμοια διαβάζουμε καθημερινά στο διαδίκτυο −το μέρος όπου χαλάμε τα περισσότερα λεφτά μας−, τα ακούμε και στις παρέες μας, και συχνά τα λέμε και οι ίδιοι. Ναι, κάποιος κάνει κάτι αξιοκατάκριτο που εκθέτει μια φίλη του, ένας πατέρας χτυπά με μια ξύλινη κουτάλα την κόρη του στο κεφάλι επειδή, λέει, άργησε να γυρίσει σπίτι, ένας άλλος σκοτώνει τον γιο του με ένα όπλο με μια αδικαιολόγητη αφορμή, άλλοι άνθρωποι παίρνουν μια καραμπίνα και τάχα ξεπλένουν το όνομα της οικογένειας ή παίρνουν το αίμα τους πίσω για μια κουβέντα που ειπώθηκε στραβά κ.ο.κ.

Ναι, ασφαλώς και συμβαίνουν όλα αυτά. Και είναι όλα τους τρομερά, άλλα λιγότερο και άλλα πολύ-πολύ περισσότερο. Πλην, όχι, δεν γυρίσαμε σε κανέναν Μεσαίωνα. (Για τον οποίο, παρεμπιπτόντως, δεν ξέρουμε και πολλά περισσότερα από το όνομά του). Ούτε στη Νύχτα των Κρυστάλλων γυρίσαμε επειδή ένας βλαξ καίει… παιδικά βιβλία για τον κορωνοϊό, γραφικός πρωταγωνιστής σε μία παράσταση ανθυποδελφιναρίου − ένας βλαξ ανάμεσα σε πολλούς με την ίδια (περιέργως, αχαρτογράφητη ακόμη στο σύνολό της) από τους κοινωνικούς επιστήμονες τρέλα. (Μια τρέλα που, παρεμπιπτόντως, δεν έχει βέβαια να κάνει με τον Covid, αλλά έλκει την καταγωγή της από τους πρώτους σκιτζήδες αντιεμβολιαστές και κάτι «ομοιοπαθητικούς», ενώ βρήκε γερά πατήματα στην «αντισυστημική» Ακροδεξιά και σε όλα τα φασιστικά γκρουπούσκουλα —και σε κάτι βαριά χαζούς «αναρχικούς» και αντικρατιστές−, και γι’ αυτό μάς κρατά τόσο πίσω, στην Ελλαδάρα και σε όλη τη γη). Το ίδιο μάλιστα ισχύει ακόμη και για τις γυναικοκτονίες, αυτό το άθλιο έγκλημα τού μάτσο άντρακλα που σκοτώνει τη σύντροφό του επειδή «πληγώθηκε στο φύλο του» — ή επειδή, τελικά, ο ίδιος είναι ένα κομπλεξικό, θρασύδειλο αντράκι — και επειδή εκείνη είναι Γυναίκα. Λοιπόν, αναφορικά με αυτό: το 2015 είχαμε 23 γυναικοκτονίες. Το 2016, 21. Το 2017, 16. Το 2018, 21. Το 2019, 17. Πέρυσι, 14. Και φέτος έχουμε 17 γυναικοκτονίες. Ναι, είναι ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΕΣ. Το σύνολό τους έπρεπε να ήταν 0. Αλλά, δυστυχώς, δεν ήταν. Και, ναι, θα το ξαναπούμε, είναι πολλές. Όμως δεν έχουμε «κάθε μέρα» και από μία γυναικοκτονία. Η πατριαρχία καλά κρατεί, οι κανακάρηδες της μανούλας και του μπαμπάκα έχουν ακόμα το πάνω χέρι, αλλά στ’ αλήθεια δεν αργεί η μέρα που τα πράγματα θα καλυτερέψουν ΚΑΙ εδώ.

Λοιπόν, μάλιστα: ασφαλώς και συμβαίνουν όλα αυτά. Μα όλα αυτά, και πολλά άλλα, συμβαίνουν σήμερα, θα συμβούν αύριο, και συνέβαιναν κατά κόρον ΚΑΙ στο παρελθόν (για την ακρίβεια, ΙΔΙΩΣ στο παρελθόν, έναν τόπο άγριας ανθρώπινης κατάστασης, ακόμη και λίγες δεκαετίες πίσω).Δεν συμβαίνει απολύτως ΤΙΠΟΤΕ καινούργιο στον τομέα που εξετάζει το Δίκαιο. Δεν υπάρχει κάτι νέο εδώ. Υπάρχει, ούτως ή άλλως, μία διαρκής έκλυση δυστυχίας στον κόσμο −δυστυχίας που πρωτίστως αγγίζει και αφορά τα εκάστοτε θύματα και τους οικείους τους−, γιατί έτσι είναι φτιαγμένος. Όπως επίσης είναι φτιαγμένος −α, ναι− για να επάγεται ατελευτήτως και να εκλύεται πλουσιοπάροχα και διαρκώς, σε μικρές-μικρές δόσεις και σε χορταστικές μπουκιές, ευτυχία, χαρά, αγάπη, έρως, ηδονή, μακαριότητα, γέλιο, συγκίνηση, θαυμασμός, απόλαυση, αγαλλίαση − τέτοια πράγματα, πράγματα που προφανώς δεν χωράνε στις ειδήσεις, γιατί τις ειδήσεις δεν τις βάζουμε για να ακούσουμε την κανονικότητα. (Μην ξεχνάτε ποτέ ότι το καλό και μόνο το καλό είναι η κανονικότητά μας). Όπως βέβαια παράγεται διαρκώς, καθημερινά, πρόοδος − κι αυτό είναι μια απόλυτη νομοτέλεια. Γιατί; Γιατί έτσι πάνε αυτά. Γιατί έτσι είναι φτιαγμένος ο κόσμος των ανθρώπων.

Ο κόσμος των ανθρώπων τυχαίνει να είναι γενικά καλός. Όπως εσύ.

Υ.Γ. Το αφηγούμαι συχνά, γιατί όταν το πρωτοείδα εντυπωσιάστηκα τρομερά. Σε ένα πολύ σπουδαίο «πικαρέσκο» μυθιστόρημα, λοιπόν, ένα εκτεταμένο αφήγημα που γράφτηκε τρεις ΑΙΩΝΕΣ από σήμερα, στον «Ζιλ Μπλας» του Αλέν-Ρενέ Λεσάζ (στη γλώσσα μας κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Gutenberg), υπάρχει μία πολύ χαρακτηριστική μικρή σκηνή ανάμεσα στις εκατοντάδες άλλες. Σε ένα τραπέζι, όπου παρίστανται ο ίδιος ο Ζιλ Μπλας και ο κύριός του, ο Δον Γκονζάλες, ένας από τους συνδαιτυμόνες, κάποιος ηλικιωμένος κόμης, γκρινιάρης και χολερικός, που θυμίζει πολύ τον μέσο σημερινό χρήστη των social media και πάντα μιλά με αποστροφή για το παρόν αντιπαραβάλλοντάς το με ένα φαντασιακό παρελθόν, λέει κάποια στιγμή κοιτώντας τα ροδάκινα που σέρβιραν οι τραπεζοκόμοι μετά το φαγητό: «Αχ, αλίμονο! Στον καιρό μου, τα ροδάκινα ήταν πολύ μεγαλύτερα από αυτά. Η φύσις, κύριοι, εκφυλίζεται μέρα με την ημέρα…» Οπότε ο Δον Γκονζάλες, με ένα χαμόγελο, του λέει, «Φαντάζομαι, λοιπόν, πόσο πελώρια θα ήταν τα ροδάκινα τον καιρό του Αδάμ και της Εύας». Όχι: οι άνθρωποι δεν αλλάζουμε. Το tableau vivant του οποίου είμαστε μέρος ΔΕΝ αλλάζει. Αλλάζει η κορνίζα του πίνακα, αλλάζει το σκηνικό, αλλάζει η ατμόσφαιρα και αλλάζει ο αέρας που αναπνέουμε. Και αλλάζει, ασφαλώς, η απόσταση που μας χωρίζει από τα άστρα: σήμερα είναι πολύ μικρότερη από χθες, και πολύ μεγαλύτερη από την αυριανή. Όμως τα ροδάκινα δεν μίκρυναν.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ